Ντούνης Ανδρέας
– Ο λόγος αποτελεί για την ζωή κάθε ανθρώπου την πρωταρχική μορφή διαντίδρασης. Η ιδιοποίηση της γλώσσας καθιστά ένα κομβικό και ανεπανάληπτο κομμάτι της ζωής μας που μας εισάγει στον κόσμο της ομιλίας, της επικοινωνίας, της κοινωνικοποίησης και της γνώσης. Ο Habermas επιβεβαιώνει την σημαντικότητα του λόγου δηλώνοντας το 1965 ότι στην δομή της γλώσσας ενυπάρχει η αυτονομία συνάμα με την υπευθυνότητα. Η πρώτη μας πρόταση εκφράζει κατηγορηματικά την πρόθεση της καθολικής και αβίαστης συναίνεσης.
Ο λόγος (ομιλία)επεκτείνεται και εφάπτεται του διαλόγου, και ο διάλογος με την σειρά του επιδρά στην δράση και αλληλόδραση των ανθρώπων. Υπό μία προσεκτικότερη ματιά, όμως, μπορούμε να συλλάβουμε ότι η γλώσσα και η χρησιμοποίηση του λόγου πρoυπάρχει της ξεχωριστής ατομικής υπόστασης.
Μέσα από τον εκφερόμενο λόγο συγκροτούνται ιδεολογίες και κοινωνικές δομές, δομούνται εξουσιαστικές σχέσεις και «υποταγές» και διαμορφώνονται κοινωνικά σύνολα και ταυτότητες.
Η θεωρία του λόγου βρίσκει εφαρμογή σε καθημερινές κοινωνικές συναναστροφές και αλληλοδράσεις (οικογενειακές και φιλικές συζητήσεις) αλλά επεκτείνεται και στις δημοσιογραφικές, επιστημονικές και πολιτικές επικοινωνιακές πρακτικές. Κυρίως, όμως, επηρεάζει υπόρρητα τον τρόπο που λαμβάνονται αποφάσεις κατά την άσκηση πολιτικής, και ειδικότερα κοινωνικής.
Η πρόσφατη άνοδος του ακαδημαϊκού και ερευνητικού ενδιαφέροντος αναφορικά με την ανάλυση του λόγου προήλθε ως αποτέλεσμα της δυσαρέσκειας σχετικά με την επεκτεινόμενη χρησιμοποίηση θετικιστικών (συνάμα και ποσοτικών) προσεγγίσεων σε κλάδους όπως η κοινωνιολογία. Επιπρόσθετα η περίφημη «γλωσσολογική στροφή» αποτέλεσε ένα κρίσιμο «σταυροδρόμι», που αξιοποιήθηκε εκ των υστέρων, για την αλλαγή πλεύσης των κοινωνικών επιστημόνων. Εκτός αυτού, το ρεύμα των μεταμοντερνιστών έχει ενστερνιστεί την παράδοση των ποιοτικών μεθοδολογιών έρευνας και η μακρά παράδοση της ανθρωπολογικής εθνομεθοδολογικής έρευνας έχει προβεί σε μελέτες ανάλυσης λόγου, όπως και στα πιο στενά γλωσσολογικά πλαίσια σημειωτικής των Roland Barthes, Claude Levi-Strauss, Julia Kristeva και Jean Baudrillard.
Η ποιοτική μεθοδολογία των αναλύσεων λόγου έχει ως κοινή συνιστώσα την αναγκαιότητα της αυτόνομης μελέτης της γλώσσας ως ξεχωριστή «κοινωνική πρακτική» που διαμορφώνει τόσο την ατομική υπόσταση όσο και την κοινωνική πραγματικότητα με τρόπο τόσο ενεργητικό όσο και παθητικό.
Στην παρούσα σύντομη μελέτη, θα επιχειρηθεί μία μικρή θεωρητική εισαγωγή στο ολοένα και πιο κρίσιμο ζήτημα της θεωρίας και ανάλυσης του λόγου, και θα δοθεί μεγαλύτερη έμφαση στην κριτική ανάλυση λόγου (Critical Discourse Analysis) με θεμελιωτή τον Norman Fairclough. Κατά το καταληκτικό της στάδιο, θα δοθούν εναύσματα για περαιτέρω ερευνητική μελέτη μέσω της χρησιμοποίησης ορισμένων παραδειγμάτων άσκησης κοινωνικής πολιτικής που νομιμοποιούνται υπό το πρίσμα της κυρίαρχης ιδεολογίας που επικαθορίζεται μέσα από συγκεκριμένες τεχνικές λόγου.
O απώτερος σκοπός όλων των ερευνών στο πεδίο των κοινωνικών επιστημών, και πόσο μάλλον στην έρευνα στο «υποσύνολο» της θεωρίας του λόγου, είναι η κατανόηση και επεξεργασία του κοινωνικού κόσμου. Η χρήση του λόγου, έχει πάντα πολλές όψεις, και ανάλογα με τις αξίες που εμποτίζουν τους εκφραστές του, χρησιμοποιείται ως επικοινωνιακό και πολιτικό εργαλείο άμεσου επηρεασμού. Ο εκφερόμενος λόγος μπορεί να αποτελέσει είτε επιβραδυνόμενο «όχημα» είτε επιταχυνόμενο για την άσκηση κοινωνικής πολιτικής μακριά από προκαταλήψεις και ρατσιστικές ιδεολογίες και προσλήψεις
Εισαγωγή στην Κριτική Ανάλυση Λόγου- Ντούνης Ανδρέας