Πρώτο Μέρος: Τα σύνορα – του Ανδρέα Λιούμπα
Πριν τη Ρώμη υπήρχαν πόλεις και αυτοκρατορίες. Πριν τη Ρώμη υπήρξε ο Αλέξανδρος και τα Ελληνιστικά Βασίλεια. Γεννημένα με τη βία, μαμή της ιστορίας, υπήρξαν τόποι όπου η ανατολίτικη μυστικιστική μέθη είχε συναντηθεί με την ελληνική φιλοσοφική παράδοση σε ένα νέο είδος κοσμοθεώρησης.
Ο Απόλλωνας και ο Διόνυσος βασίλευαν μαζί στις αχανείς εκτάσεις από την Μακεδονία μέχρι τα οροπέδια του Ιράν.
Μετά ήρθε η Ρώμη και για μια ακόμη φορά όλα άλλαξαν.
Για τους Ρωμαίους τα όρια ήταν ιερά. Όπως μας θυμίζει ο Eco και ο Le Goff, τα σύνορα είναι συνυφασμένα με τον γενεσιουργό μύθο της Ρώμης.
Ο Ρωμύλος χάραξε ένα σύνορο και σκότωσε τον αδερφό του επειδή δεν το σεβάστηκε. Ήταν μια συντηρητική επιλογή, ήταν μια δραματική επιλογή.
Οι Ρωμαίοι αυτοπροσδιορίστηκαν μέσω των συνόρων και επέλεξαν, λίγοι σε τόπο εχθρικό, να γίνουν Πόλη – προμαχώνας, διαρκώς διευρυνόμενη μέχρι που τo σύνορο (lime) έφτασε στα απώτερα εφικτά όρια που μπορούσε η Πόλη να υπερασπιστεί.
Χωρίς αναγνώριση των συνόρων δεν μπορεί να υπάρξει civitas, τα σύνορα είναι το όριο μεταξύ εκείνων και των άλλων. Της civitas και των βάρβαρων, αυτών που δεν μπορούν να γίνουν κατανοητοί από την civitas. Το νερό στις τάφρους (sulcus), το τρεχούμενο νερό στα ποτάμια, το απέραντο και απροσπέλαστο νερό της θάλασσας είναι σύνορο ξεκάθαρο και ιερό. Mόνο όταν η Αυτοκρατορία ελέγχει την περίμετρο της η θάλασσα θα γίνει Mare Nostrum, δρόμος και γέφυρα επαφής. Όταν οι ξένοι θα έχουν υποταχθεί ή αφομοιωθεί.
Τα γεφύρια, σημεία διάκρισης και επαφής, είναι ταυτόχρονα ιερά και ιερόσυλα γιαυτό και χτίζονται υπό την επίβλεψη του Pontifex.
Ο επακριβής καθορισμός των συνόρων είναι η δύναμη της Αυτοκρατορίας.
Η γνώση των συνόρων καθορίζει την pax romana, καθορίζει τα ακριβή σημεία άμυνας.
Όταν δεν θα υπάρχουν σύνορα, όταν οι ακατανόητοι βάρβαροι νομάδες, οι ανέστιες ορδές που δεν γνωρίζουν σύνορα και κινούνται σε οποιονδήποτε τόπο σαν να ήταν δικός τους έτοιμοι ανά πάσα στιγμή έτοιμοι να τον εγκαταλείψουν, όταν αυτοί επιβάλλουν την οπτική τους τότε η Ρώμη, λέει ο Eco, θα έχει λήξει και η πρωτεύουσα της αυτοκρατορίας μπορεί να είναι οπουδήποτε.
Αυτή η περιγραφή των ορίων που παραθέτει ο Eco μπορεί να βρει την εφαρμογή της σε διαφορετικά επίπεδα.
Τα σύνορα καθορίζουν τα όρια της πόλης και εξαιτίας αυτού καθορίζουν εν μέρει και την πόλη.
Η πόλη δεν είναι μόνο τόπος είναι πάνω από όλα άνθρωποι, άτομα που κατοικούν τον τόπο.
Άτομο, civitas, imperium ομόκεντροι κύκλοι οι οποίοι οχυρώνονται και αποκλείονται με sulcus.
Οι δακτύλιοι με νερό που ξεκινούν οχυρώνοντας το άτομο από το άλλο άτομο και τελικά από τον έξω κόσμο.
Οι σχέσεις μεταξύ ανθρώπων, οι σχέσεις μεταξύ πόλεων, μεταξύ εθνών, πολιτισμών, κρατών.
Όλα τα παραπάνω ξεκινούν από τον άνθρωπο και πώς αυτός ξεπερνά το πρώτο σύνορο, περνά τον πρώτο sulcus, ξεπερνά το σύνορο της επιδερμίδας.
Για να εξηγήσω τι εννοώ με το σύνορο της επιδερμίδας επιστρέφω για λίγο σε ένα προηγούμενο κείμενο μου θυμίζοντας τι έγραψε ο Danto: “τα πραγματικά σύνορα του εαυτού ορίζονται από τα χάσματα ανάμεσα σε μένα και σε όσους σκέφτονται διαφορετικά από εμένα σαν να λέμε και όλους τους άλλους κι όχι απλώς όσους διαχωρίζονται από διαφορές γενιάς, φύλου, εθνικότητας, θρησκευτικής ομάδας ή και φυλής ακόμη”
Εκείνα τα χάσματα πρέπει να γεφυρωθούν προκειμένου να δημιουργηθεί καταρχήν η πρώτη ομάδα
Ένας ελάχιστος πυρήνας κοινών αξιών, κοινού συμφέροντος, κοινής μοίρας, ένας ελάχιστος κοινός κώδικας συνεννόησης πρέπει να υπάρξει.
Γέφυρες πρέπει να χτιστούν μεταξύ των ανθρώπων, μικρές γέφυρες με μεγάλη σημασία – ιεροί τόποι συνάντησης ατομικοτήτων, ένα locus όπου τελούνται οι τελετές που θα χτίσουν την φυλή, την πόλη, την αυτοκρατορία.
Οι γέφυρες αυτές είναι μικρές όταν η απόσταση που πρέπει να διανυθεί είναι προσπελάσιμη.
Για άτομα που μιλούν την ίδια γλώσσα είναι ευκολότερη η συνεννόηση και κάπως έτσι ορίστηκαν οι βάρβαροι, εκείνοι-που-δεν-μπορούν-να-γίνουν-κατανοητοί.
Η γλώσσα και ο τόπος διαμονής, τα τραγούδια της μητέρας και οι ιστορίες γύρω από τις φωτιές στους καταυλισμούς, πριν η εγκατάσταση σε ένα τόπο κάνει την φωτιά του καταυλισμού ιερό πυρ σε εστία βωμού.
Αυτά τα στοιχεία συγκροτούν τον πρώτο πυρήνα γνώσης, τα πρώτα σημεία αναφοράς και έτσι σκάβεται το χώμα για να δημιουργηθεί ο πρώτος οχυρωματικός κύκλος, ο πρώτος sulcus.
Τα τείχη και η πόλη είναι το πρώτο σύμβολο περιχαράκωσης της ομάδας που έχει εγκατασταθεί σε ένα τόπο.
Τα τείχη συμβολίζουν το όριο και τα όρια μπορεί να είναι εξίσου ισχυρά ακόμη και αόρατα.
Η Σπάρτη δεν είχε τείχη. Η Σπάρτη ήταν τα τείχη της και αν δεν είχε βγει για μια φορά εκτός των τειχών της για ορθώσει κάποια άλλα τείχη, από δόρατα και ασπίδες, εμπρός σε κάτι που ξεπερνούσε την κατανόηση της αλλά επιβουλεύονταν την δυνατότητα να ορίζει τον τόπο της, δεν θα είχε μείνει τίποτα από αυτήν για να θυμόμαστε. Η Σπάρτη ήξερε πολύ καλά τι σημαίνουν τα τείχη. Ξεκίνησε ένα πόλεμο από φόβο μην βρεθεί περίκλειστη από αόρατα τείχη και τελείωσε τον πόλεμο συμβολικά γκρεμίζοντας τα τείχη του αντιπάλου της.
Ο άτυχος Ρώμος σχεδίασε μια πόλη χωρίς τείχη, μας θυμίζει ο Le Goff, μια πόλη χωρίς όρια, χωρίς sulcus και χωρίς pontifex να χτίζει και να ελέγχει τα γεφύρια.
Ο Ρωμύλος σκότωσε τον αδερφό του και έκλεισε την πόλη πίσω από το lime.
Η επιλογή του ενέχει ένα συμβολισμό, ένα διαχωρισμό.
Η επιλογή αυτή καθόρισε και μια πορεία. Η Ρώμη, λέει ο Le Goff, υπήρξε μια αυτοκρατορία και μια κοινωνία συντηρητική.
Μολονότι αναγκάστηκε να δώσει τον τίτλο του Ρωμαίου σε όλους τους πολίτες της δεν υπήρξε ποτέ αυθεντικά πολυπολιτισμική και όταν άρχισε να γίνεται πολυπολιτισμική η εποχή της είχε περάσει και ο κόσμος της Ύστερης Αρχαιότητας είχε αναδυθεί.
Είναι ίσως μια ειρωνεία της ιστορίας το γεγονός ότι ένας αυτοκράτορας, ίσως ο καλύτερος των Ρωμαίων, πέθανε υπερασπιζόμενος το lime εναντίον των βαρβάρων κάπου στις εσχατιές της αυτοκρατορίας σε ένα μέρος που έμελλε να γίνει η πρωτεύουσα της πρώτης αυτοκρατορίας που ο τίτλος της μνημόνευε δυο ξεχωριστά έθνη και της οποίας η μετέπειτα πτώση σήμανε την κυριαρχία των εθνών έναντι των αυτοκρατοριών.
Ο κύκλος είχε κλείσει. Η Πόλη είχε γίνει Αυτοκρατορία και η Αυτοκρατορία στην πορεία διασπάστηκε από το Έθνος – Κράτος, το οποίο σχηματικά μπορεί να γίνει αντιληπτό ως μια αναβαθμισμένη μορφή της Πόλης.
Με αφετηρία εκείνο το πρώτο συμβολικό όριο τα επόμενα κείμενα θα επιχειρήσουν μια διερεύνηση της ιστορικής πορείας του εθνικισμού.
* η λατινική λέξη sulcus σημαίνει ρήγμα, χαράδρα. Στα λατινικά κείμενα συναντάται ως οχυρωματική τάφρος (υδάτινη ή μη) αλλά στην σύγχρονη ιατρική περιγράφει τις αυλακώσεις στον εγκεφαλικό φλοιό. Στο κείμενο μας είναι μάλλον καλοδεχούμενη αυτή η πολυσημία δεδομένου ότι τα σύνορα της ατομικότητας ορθώνονται από την νόηση, την αντίληψη μας.
Αναφορές
Le Goff, J. (1993). Ο Πολιτισμός της Μεσαιωνικής Δύσης, Θεσσαλονίκη: Βανιας
Έκο, Ο. (1993). Τα όρια της ερμηνείας, Αθήνα: Γνώση.
____
Πηγή: http://andreaslioumpas.wordpress.com