Η κοινωνική διάσταση της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης αναπτύχθηκε σε μεγάλο βαθμό με τα χρόνια. Συνιστά ουσιαστική πτυχή της στρατηγικής Ευρώπη 2020 και στοχεύει στην εξασφάλιση της «ανάπτυξης χωρίς αποκλεισμούς» με υψηλά επίπεδα απασχόλησης και μείωση του αριθμού εκείνων που ζουν στη φτώχεια και με τον κίνδυνο του κοινωνικού αποκλεισμού.
Νομική βάση
Άρθρο 3 της Συνθήκης για την Ευρωπαϊκή Ένωση (ΣΕΕ) και άρθρα 9, 10, 19, 45-48, 145-150 και 151-161 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΣΛΕΕ).
Στόχοι
Η προώθηση της απασχόλησης, η βελτίωση των συνθηκών διαβίωσης και εργασίας, η σωστή κοινωνική προστασία, ο διάλογος μεταξύ διοίκησης και εργαζομένων, η ανάπτυξη των ανθρώπινων πόρων με προοπτική τη διαρκή υψηλή απασχόληση και την καταπολέμηση του αποκλεισμού είναι οι κοινοί στόχοι της ΕΕ και των κρατών μελών στον κοινωνικό τομέα και στον τομέα της απασχόλησης, όπως περιγράφονται στο άρθρο 151 της ΣΛΕΕ.
Επιτεύγματα
Α. Από τη Συνθήκη της Ρώμης στη Συνθήκη του Μάαστριχτ
Προκειμένου να επιτρέψει στους εργαζόμενους και στις οικογένειές τους να επωφεληθούν πλήρως του δικαιώματος ελεύθερης κυκλοφορίας και αναζήτησης απασχόλησης σε ολόκληρη την κοινή αγορά, η Συνθήκη της Ρώμης πρόβλεπε ήδη τον συντονισμό των συστημάτων κοινωνικής ασφάλισης των κρατών μελών. Η εν λόγω συνθήκη κατοχύρωνε την αρχή της ίσης αμοιβής μεταξύ ανδρών και γυναικών, στην οποία από το Δικαστήριο αναγνώρισε ότι ισχύει άμεσα, και πρόβλεπε την ίδρυση του Ευρωπαϊκού Κοινωνικού Ταμείου (5.10.2).
Οι ανησυχίες σχετικά με τις διαρθρωτικές ανισορροπίες και την ανομοιόμορφη ανάπτυξη στην Ευρώπη αργότερα οδήγησαν σε μια πιο προορατική κοινωνική πολιτική σε κοινοτικό επίπεδο. Το 1974, το Συμβούλιο ενέκρινε το πρώτο Πρόγραμμα Κοινωνικής Δράσης.
Η Ενιαία Ευρωπαϊκή Πράξη (ΕΕΠ) θέσπισε τις διατάξεις για την εναρμόνιση των συνθηκών υγείας και ασφάλειας στην εργασία. Αποφασίζοντας με ειδική πλειοψηφία σε συνεργασία με το Κοινοβούλιο, το Συμβούλιο ενέκρινε σειρά οδηγιών οι οποίες θέσπισαν ελάχιστες απαιτήσεις στον συγκεκριμένο τομέα. Η ΕΕΠ επέτρεψε επίσης στους κοινωνικούς εταίρους σε ευρωπαϊκό επίπεδο να διαπραγματεύονται συλλογικές συμβάσεις και καθιέρωσε μια κοινοτική πολιτική για την οικονομική και κοινωνική συνοχή.
Αυξήθηκε η συναίνεση σχετικά με την αναγκαιότητα επίδειξης μεγαλύτερης προσοχής στις κοινωνικές πτυχές που συνδέονται με την ολοκλήρωση της εσωτερικής αγοράς. Ύστερα από μακρές συζητήσεις, ο κοινοτικός χάρτης για τα θεμελιώδη κοινωνικά δικαιώματα των εργαζομένων («Κοινωνικός Χάρτης») εγκρίθηκε στη σύνοδο κορυφής του Στρασβούργου τον Δεκέμβριο του 1989 από τους αρχηγούς κρατών και κυβερνήσεων 11 κρατών μελών εκτός του Ηνωμένου Βασιλείου.
Με την υπογραφή της συνθήκης του Μάαστριχτ, η προαγωγή ενός υψηλού επιπέδου απασχόλησης και κοινωνικής προστασίας θεσπίσθηκε επίσημα ως ένα από τα καθήκοντα που ανατέθηκαν στην Ευρωπαϊκή Κοινότητα (ΕΚ). Ωστόσο, καθώς 11 κράτη μέλη δεν μπόρεσαν να επιτύχουν ομόφωνη συμφωνία κατά τη διάρκεια της διακυβερνητικής διάσκεψης, αποφάσισαν να προχωρήσουν στη σύναψη συμφωνίας για την κοινωνική πολιτική, η οποία περιείχε μερικές σημαντικές καινοτομίες (5.10.6 5.10.8). Το Πρωτόκολλο αριθ. 14 στη συνθήκη, στην οποία προσαρτήθηκε η συμφωνία, δηλώνει ότι «11 κράτη μέλη […] επιθυμούν να συνεχίσουν το δρόμο που χάραξε ο Κοινωνικός Χάρτης του 1989» και εξαιρεί το Ηνωμένο Βασίλειο από τη συμμετοχή.
Το Συμβούλιο εξουσιοδοτήθηκε να εγκρίνει οδηγίες για τη θέσπιση ελάχιστων απαιτήσεων σε αρκετούς νέους τομείς, οι οποίες όμως θα ήταν δεσμευτικές σε όλα τα κράτη μέλη εκτός από το ΗΒ.
Β. Από τη Συνθήκη του Άμστερνταμ στη Συνθήκη της Λισαβόνας
Η δυσάρεστη κατάσταση της διπλής νομικής βάσης, η οποία δημιουργήθηκε με τη ρήτρα περί εξαίρεσης του ΗΒ, ξεπεράστηκε τελικά με την υπογραφή της Συνθήκης του Άμστερνταμ, οπότε όλα τα κράτη μέλη, συμπεριλαμβανομένου του ΗΒ (μετά από αλλαγή στην κυβέρνηση), συμφώνησαν να ενσωματώσουν τη συμφωνία για την κοινωνική πολιτική στο κείμενο της Συνθήκης της ΕΚ με ορισμένες μικροαλλαγές (άρθρα 151 έως 161 ΣΛΕΕ). Στο άρθρο 153, η διαδικασία συναπόφασης αντικατέστησε τη συνεργασία και επεκτάθηκε επίσης σε διατάξεις σχετικές με το Ευρωπαϊκό Κοινωνικό Ταμείο (5.10.2), την ελεύθερη κυκλοφορία των εργαζομένων και την κοινωνική ασφάλιση για τους διακινούμενους κοινοτικούς εργαζόμενους (5.10.4). Μια νέα παράγραφος κάλυπτε τα μέτρα που σχεδιάστηκαν για την ενθάρρυνση της συνεργασίας μεταξύ των κρατών μελών με στόχο την καταπολέμηση του κοινωνικού αποκλεισμού. Το νέο άρθρο 19 χορήγησε στην ΕΚ την αρμοδιότητα να «λάβει κατάλληλα μέτρα για την καταπολέμηση των διακρίσεων λόγω φύλου, φυλετικής ή εθνικής καταγωγής, θρησκείας ή πεποιθήσεων, αναπηρίας, ηλικίας ή γενετήσιου προσανατολισμού». Στη βάση αυτή, σύντομα εγκρίθηκαν δύο οδηγίες: Η οδηγία 2000/43/ΕΚ για την ίση μεταχείριση προσώπων ασχέτως φυλετικής ή εθνοτικής τους καταγωγής και η οδηγία 2000/78/ΕΚ για τη διαμόρφωση γενικού πλαισίου για την ίση μεταχείριση στην απασχόληση και την εργασία.
Η Συνθήκη του Άμστερνταμ περιέλαβε επίσης την προώθηση υψηλού επιπέδου απασχόλησης μεταξύ των στόχων της ΕΕ και έδωσε στην Ευρωπαϊκή Κοινότητα την αρμοδιότητα στήριξης και συμπλήρωσης των δραστηριοτήτων των κρατών μελών στον τομέα αυτό, ενθάρρυνσης της συνεργασίας μεταξύ τους και ανάπτυξης μιας «συντονισμένης στρατηγικής», και συγκεκριμένα της «Ευρωπαϊκής στρατηγικής για την απασχόληση» (ΕΣΑ) (άρθρα 145-150 της ΣΛΕΕ), που θα βασίζεται σε μια ανοικτή μέθοδο συντονισμού (ΑΜΣ) (5.10.3). Κατά τη διάρκεια της Συνόδου Κορυφής του Άμστερνταμ τον Ιούνιο του 1997 αποφασίσθηκε η άμεση εφαρμογή των διατάξεων της νέας πολιτικής της συνθήκης.
Κατά τη χάραξη της Στρατηγικής της Λισαβόνας το Μάρτιο 2000, σκοπός της οποίας ήταν να καταστεί η ΕΕ η πιο ανταγωνιστική οικονομία στον κόσμο, οι αρχηγοί κρατών και κυβερνήσεων αναγνώρισαν επίσης ότι η οικονομική ανάπτυξη δεν επαρκεί αφεαυτή για την καταπολέμηση της φτώχειας ή του κινδύνου του κοινωνικού αποκλεισμού και δεσμεύθηκαν να βελτιώσουν τη συνεργασία στον συγκεκριμένο τομέα βασιζόμενοι σε μια ανοικτή μέθοδο συντονισμού (η οποία αργότερα θα επεκτεινόταν στις συντάξεις και την υγεία και στη μακροπρόθεσμη ιατροφαρμακευτική περίθαλψη στην επονομαζόμενη «κοινωνική ΑΜΣ»).
Το έτος 2000 είδε επίσης την έγκριση, κατά τη Σύνοδο Κορυφής της Νίκαιας, μιας ευρωπαϊκής Ατζέντας Κοινωνικής Πολιτικής έως το έτος 2005, καθώς και ενός Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της ΕΕ, ο οποίος συντάχθηκε από ειδική Σύμβαση. Παρά ταύτα, η υπογραφή της συνθήκης της Νίκαιας υπήρξε μάλλον απογοητευτική για όσους ανάμεναν σημαντική πρόοδο στον κοινωνικό τομέα. Δημιουργήθηκε μια Επιτροπή Κοινωνικής Προστασίας για την προώθηση της συνεργασίας σε πολιτικές κοινωνικής προστασίας μεταξύ κρατών μελών και Επιτροπής, αλλά απορρίφθηκαν όλες οι προτάσεις για την επέκταση της διαδικασίας συναπόφασης.
Υπό το πρίσμα της ενδιάμεσης αναθεώρηση της στρατηγικής της Λισαβόνας το 2005, οι κατευθυντήριες γραμμές για την απασχόληση που εγκρίθηκαν στο πλαίσιο της ΕΣΑ ενσωματώθηκαν στις ολοκληρωμένες κατευθυντήριες γραμμές για την ανάπτυξη και τις θέσεις εργασίας, και η διαδικασία μεταρρυθμίσεων της Λισαβόνας συγχρονίσθηκε με την κοινωνική ΑΜΣ με βάση τριετείς κύκλους.
Το 2005 εγκρίθηκε μια νέα κοινωνική ατζέντα 2006-2010 για να συνοδεύει την επανέναρξη της στρατηγικής της Λισαβόνας. Θεσπίσθηκε για την περίοδο 2007-2013 ένα ενωσιακό πρόγραμμα για την απασχόληση και την κοινωνική αλληλεγγύη, με την ονομασία Progress, με σκοπό να στηρίξει την υλοποίηση των στόχων της Ευρωπαϊκής Ένωσης στον κοινωνικό τομέα (5.10.9). Το 2007 δημιουργήθηκε ένα Ευρωπαϊκό Ταμείο Προσαρμογής στην Παγκοσμιοποίηση (ΕΤΠΠ) για την παροχή στήριξης σε εργαζόμενους που απολύθηκαν λόγω της μεταβολής των παγκόσμιων εμπορικών μοντέλων (5.10.2).
Στις 13 Δεκεμβρίου 2007, υπογράφηκε η Συνθήκη της Λισαβόνας, η οποία κατέστησε εφικτή την περαιτέρω πρόοδο στην παγίωση της κοινωνικής διάστασης της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης. Η Συνθήκη της Ευρωπαϊκής Ένωσης τώρα τονίζει του κοινωνικούς στόχους της ΕΕ, συμπεριλαμβανομένης της πλήρους απασχόλησης και της αλληλεγγύης μεταξύ των γενεών (άρθρο 3)· το άρθρο 6 αναγνωρίζει στον Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων την ίδια δεσμευτική ισχύ με τις συνθήκες. Ο ίδιος Χάρτης αναγνωρίζει τη λεγόμενα «δικαιώματα αλληλεγγύης» όπως τα δικαιώματα των εργαζομένων για ενημέρωση και διαβούλευση, καθώς κα τα δικαιώματα για συλλογικές διαπραγματεύσεις και για θεμιτούς και δίκαιους όρους εργασίας, κοινωνικής ασφάλειας και κοινωνικής βοήθειας. Στη Συνθήκη για τη Λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης θεσπίστηκε μια «οριζόντια κοινωνική ρήτρα» σύμφωνα με την οποία: «κατά τον καθορισμό και την εφαρμογή των πολιτικών και των δράσεών της, η Ένωση συνεκτιμά τις απαιτήσεις που συνδέονται με την προαγωγή υψηλού επιπέδου απασχόλησης, με τη διασφάλιση της κατάλληλης κοινωνικής προστασίας, με την καταπολέμηση του κοινωνικού αποκλεισμού καθώς και με υψηλό επίπεδο εκπαίδευσης, κατάρτισης και προστασίας της ανθρώπινης υγείας» (άρθρο 9).
Γ. Εξελίξεις μετά τη Συνθήκη της Λισαβόνας
Τον Ιούλιο του 2008 η Επιτροπή δημοσίευσε μια ανανεωμένη κοινωνική ατζέντα με τίτλο «Ευκαιρίες, πρόσβαση και αλληλεγγύη στην Ευρώπη του 21ου αιώνα» σε απάντηση στην αυξανόμενη ανεργία που οφείλεται στην χρηματοπιστωτική και οικονομική κρίση. Θεσπίστηκαν μέτρα με στόχο την αύξηση του αντίκτυπου των υφιστάμενων χρηματοδοτικών οργάνων (ΕΚΤ και ΕΤΠΠ). Επιπλέον, το 2010 θεσπίστηκε ένας νέος Ευρωπαϊκός μηχανισμός μικροχρηματοδότησης προόδου για να παρέχει μικρά δάνεια σε μικρές επιχειρήσεις και ανέργους που επιθυμούσαν να δημιουργήσουν ή να αναπτύξουν τη δική τους επιχείρηση.
Η «Ανάπτυξη χωρίς αποκλεισμούς» (προώθηση μιας οικονομίας υψηλής απασχόλησης που συμβάλλει στην κοινωνική και εδαφική συνοχή) αποτελεί έναν από τους τομείς προτεραιότητας της στρατηγικής «Ευρώπης 2020», το διάδοχο της Στρατηγικής της Λισαβόνας. Η νέα στρατηγική ατζέντα της ΕΕ αναφέρει για πρώτη φορά ένα σαφή στόχο για τον «κοινωνικό» πυλώνα (ο στόχος της απομάκρυνσης 20 εκατομμυρίων ανθρώπων από τον κίνδυνο της φτώχειας έως το 2020), μαζί με μια ανανεωμένη δέσμευση προς την κατεύθυνση ενός φιλόδοξου στόχου στον τομέα της απασχόλησης (75% ποσοστό απασχόλησης για την ομάδα 20-64 ετών). Από τις επτά «εμβληματικές πρωτοβουλίες» που επιλέχθηκαν για να επιτευχθούν οι στόχοι της Ευρώπης 2020, τρεις εμπίπτουν στους τομείς της απασχόλησης και των κοινωνικών υποθέσεων: η «Ατζέντα για νέες δεξιότητες και θέσεις εργασίας» στοχεύει στην εκ θεμελίων αναμόρφωση των πολιτικών «ευελιξίας με ασφάλεια» για να μπορέσει να λειτουργήσει καλύτερα η αγορά εργασίας, να αποκτήσουν οι άνθρωποι τις δεξιότητες του αύριο και να βελτιωθούν η ποιότητα της απασχόλησης και οι συνθήκες εργασίας· η «Νεολαία σε κίνηση» θα συμβάλει στην καλύτερη εκπαίδευση και κατάρτιση, θα βοηθήσει τους νέους να σπουδάζουν στο εξωτερικό και θα βρίσκουν ευκολότερα δουλειά· και η «Ευρωπαϊκή πλατφόρμα για την καταπολέμηση της φτώχειας και του κοινωνικού αποκλεισμού» βοηθά τη διάδοση των βέλτιστων πρακτικών και προβλέπει τη χρηματοδότηση για την στήριξη της κοινωνικής ένταξης και την καταπολέμηση των διακρίσεων. Από το 2010, ο πρωταρχικός στόχος για την απασχόληση και ο κοινωνικός στόχος της Στρατηγικής Ευρώπη 2020 λειτούργησαν ως στόχοι της συγκριτικής αξιολόγησης της Ευρωπαϊκής Στρατηγικής για την Απασχόληση (ΑΣΑ). Αυτό περιελήφθη στο περιεχόμενο του Ευρωπαϊκού Εξαμήνου, το οποίο είναι ένα διαδικαστικό εργαλείο για τη βελτίωση της χρονικής συνέπειας του ενωσιακού συντονισμού της πολιτικής για θέματα μακροοικονομίας, απασχόλησης και του κοινωνικού τομέα σε περιοδικούς ετήσιους κύκλους.
Επιπλέον, τρία υφιστάμενα προγράμματα της ΕΕ (συμπεριλαμβανομένων των προγραμμάτων προόδου και του μηχανισμού μικροχρηματοδότησης προόδου) που στόχευαν στο να δοκιμάσουν ιδέες καινοτόμου μεταρρύθμισης προκειμένου να αναβαθμισθούν οι καλύτερες ανά τα κράτη μέλη, συγχωνεύτηκαν σε ένα ενιαίο πρόγραμμα που λέγεται το πρόγραμμα για την απασχόληση και την κοινωνική καινοτομία (ΑΚΚ).
Ο ρόλος του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου
Παρότι ο ρόλος του Κοινοβουλίου περιορίσθηκε για μεγάλο χρονικό διάστημα σε καθήκοντα απλής διαβούλευσης και εποπτείας, αυτό είχε πάντα ενεργή συμμετοχή στην ανάπτυξη της δράσης της ΕΕ στον τομέα της πολιτικής για την απασχόληση και την κοινωνική πολιτική, με στόχο την ενίσχυση της ικανότητας της ΕΕ για την καταπολέμηση της ανεργίας και τη βελτίωση των συνθηκών εργασίας και διαβίωσης για όλους. Από τα πρώτα στάδια της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης, το Κοινοβούλιο έχει ζητήσει πολλές φορές μια πιο ενεργή πολιτική στον κοινωνικό τομέα που να αντικατοπτρίζει την αυξανόμενη σημασία της Ένωσης στον οικονομικό τομέα και έχει υποστηρίξει διάφορες προτάσεις της Επιτροπής προς αυτήν την κατεύθυνση. Το Κοινοβούλιο είχε πιο ενεργή συμμετοχή στην κατάρτιση της Συνθήκης του Άμστερνταμ από ό, τι στις αναθεωρήσεις των προηγουμένων συνθηκών και κάποιες σημαντικές καινοτομίες αντικατοπτρίζουν πολλές από τις συστάσεις του, όπως η ενσωμάτωση της Κοινωνικής Συμφωνίας καθώς και ενός κεφαλαίου για την απασχόληση.
Την εποχή της Στρατηγικής της Λισαβόνας, το Κοινοβούλιο επέμεινε στο ρόλο που θα πρέπει να διαδραματίσουν η απασχόληση και οι κοινωνικές παράμετροι στο σχεδιασμό των στρατηγικών ανάπτυξης που θα εφαρμοστούν σε ενωσιακό και σε εθνικό επίπεδο. Υπενθύμισε ότι η παροχή ενός υψηλού επιπέδου κοινωνικής προστασίας κατέχει κεντρική θέση στη στρατηγική της Λισαβόνας καθώς είναι απαράδεκτο να υπάρχουν άνθρωποι που ζουν κάτω από το όριο φτώχειας και σε κατάσταση κοινωνικού αποκλεισμού· Το Κοινοβούλιο εκτίμησε επίσης ότι η Στρατηγική της Λισαβόνας δεν είχε θέσει αρκετά δεσμευτικούς στόχους στον κοινωνικό τομέα και ζήτησε από τα κράτη μέλη να παρακολουθούν στενά τον αντίκτυπο των μεταρρυθμίσεων που υλοποιούνται ως μέρος της Στρατηγικής «Ευρώπη 2020» στην απασχόληση και στον κοινωνικό τομέα. Στο ίδιο πνεύμα, ένα από τα μηνύματα που μεταφέρθηκαν από το Κοινοβούλιο, ενώ διεξαγόταν συζήτηση για την οικονομική κρίση, αφορούσε μια σθεναρή έκκληση προς την ΕΕ να δεσμευθεί για τη διατήρηση των ευρωπαϊκών κοινωνικών μοντέλων και μιας ισχυρής κοινωνικής Ευρώπης.
Αφού οι πρωταρχικοί στόχοι της Στρατηγικής «Ευρώπη 2020» παρακολουθούνται και εφαρμόζονται ως μέρος της διαδικασίας του Ευρωπαϊκού Εξαμήνου, το Κοινοβούλιο έχει επιμείνει πολλές φορές στο να ενσωματωθούν στο Ευρωπαϊκό Εξάμηνο ο στόχος της απασχόλησης και οι κοινωνικοί στόχοι, όπου μεταξύ άλλων πρέπει να καταστούν δεσμευτικοί οι κοινωνικοί δείκτες και να επεκταθούν έτσι ώστε να καλύπτουν την παιδική φτώχεια και την αξιοπρεπή εργασία, για παράδειγμα. Λυπάται δε βαθύτατα που ο ρόλος του στο Ευρωπαϊκό Εξάμηνο είναι πολύ περιορισμένος και ζητεί να υπάρξει διοργανική συμφωνία που να το βοηθήσει να έχει εντονότερη συμμετοχή στη διαδικασία.
Τέλος, το Κοινοβούλιο έχει επικρίνει αυστηρά μέτρα όπως τα προγράμματα οικονομικής προσαρμογής, που έχουν ληφθεί σε υπερεθνικό επίπεδο. Το Μάρτιο 2014 το Κοινοβούλιο δήλωσε ότι μόνο θεσμικά όργανα με γνήσια δημοκρατική λογοδοσία πρέπει να καθοδηγούν την πολιτική διαδικασία σχεδιασμού και εφαρμογής των προγραμμάτων προσαρμογής για χώρες με σοβαρές οικονομικές δυσκολίες.
Το Κοινοβούλιο έχει επίσης επιβεβαιώσει την προσήλωσή του στις κοινωνικές αξίες κατά τη λήψη αποφάσεων σχετικά με τη χρήση των οικονομικών πόρων από τον προϋπολογισμό της ΕΕ. Πιο πρόσφατα, το Κοινοβούλιο κατάφερε να εξασφαλίσει ότι το Ευρωπαϊκό Κοινωνικό Ταμείο (ΕΚΤ), το βασικό εργαλείο της Ευρώπης για την καταπολέμηση της ανεργίας και του κοινωνικού αποκλεισμού, συμμετέχει κατά 23,1% στη συνολική χρηματοδότηση της ΕΕ για τη συνοχή, και ότι το 20% της πίστωσης από το ΕΚΤ θα πρέπει να δαπανάται στην κοινωνική ένταξη.
Από το 2010, το Κοινοβούλιο έχει υποστηρίξει με σθένος την ιδέα της καθιέρωσης ενός Καθεστώτος Εγγυήσεων για τη Νεολαία. Το πρόγραμμα αυτό εγκρίθηκε τελικά από το Συμβούλιο τον Απρίλιο 2013 και σκοπός του είναι να εξασφαλίζει ότι όλοι οι νέοι πολίτες και νόμιμοι κάτοικοι της ΕΕ έως και 25 ετών, καθώς και άτομα κάτω των 30 ετών που έχουν πρόσφατα αποφοιτήσει από εκπαιδευτικά ιδρύματα, τυγχάνουν ποιοτικής προσφοράς απασχόλησης, δυνατότητα συνεχούς εκπαίδευσης ή μαθητείας εντός τεσσάρων μηνών από τη στιγμή που μένουν άνεργοι ή αποχωρούν από την επίσημη εκπαίδευση.
04/2014
© Ευρωπαϊκή Ένωση, 2014) – Πηγή: Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο : url: europarl.europa.eu