Ελένη Τομπέα- Το ψυχοπαιδαγωγικό μοντέλο της Δρ Χάρις Καρνέζη (PhD Σχολή Ψυχολογίας Πανεπιστημίου Δουβλίνου Trinity College Ιρλανδίας), γνωσιακό συμπεριφoρικό δράμα, είναι ειδικά σχεδιασμένο για την αντιμετώπιση των κοινωνικών και επικοινωνιακών δυσκολιών που αντιμετωπίζουν παιδιά με ειδικές ανάγκες όπως παιδιά με αυτισμό ή με σύνδρομο Asperger.
Το συγκεκριμένο πρόγραμμα στοχεύει στην ανάπτυξη της αυτοπεποίθησης, ευελιξίας, συναισθηματικής νοημοσύνης, κοινωνικών δεξιοτήτων αλλά και στην καταπολέμηση φοβιών και άγχους, μέσα απο το συνδυασμό του θεάτρου με τις θεραπευτικές μεθόδους τις ψυχολογίας, γνωσιακή και συμπεριφορική.
To δράμα ως μια μέθοδος για την αντιμετώπιση φοβιών σε παιδιά με υψηλής λειτουργικότητας αυτισμό
Είναι πλέον καλά τεκμηριωμένο, πως τα παιδιά με αυτισμό υποφέρουν απο έντονους φόβους περισσότερο απο απο όσο οι τυπικά αναπτυσσόμενοι συνομίληκοι τους. Παρόλα αυτά, έρευνες σχετικά με την αντιμετώπιση των φοβιών στα παιδιά αυτά είναι σπάνιες. H γνωσιακή συμπεριφορική θεραπεία θεωρείται αποτελεσματική σε ένα υψηλό βαθμό στην αντιμετώπιση των φοβιών και του άγχους. Όμως το γεγονός πως οι περισσότερες παιδικές φοβίες βασίζονται στη φαντασία, η εφαρμογή της γνωσιακής συμπεριφορικής θεραπείας μπορεί να παρεμποδίζεται απο τη νοητική ανωριμότητα. Επιπλέον η έλλειψη κινήτρων για συμμετοχή στη θεραπεία είναι ένα ακόμη συχνό εμπόδιο. Ο σκοπός αυτής της μελέτης ήταν να παρουσιάσει και να αξιολογήσει ένα καλύτερο αναπτυξιακό μοντέλο παρέμβασης, ειδικά σχεδιασμένο ώστε να παρέχει κίνητρα στα φοβικά παιδιά για την αντιμετώπιση των φοβιών τους. Για τον σκοπό αυτό, αρχές και τεχνικές απο τις γνωσιακή και συμπεριφορική θεραπεία ενσωματώθηκαν στο μοντέλο “το δράμα στην εκπαίδευση”, αποκαλούμενο πλέον Γνωσιακό Συμπεριφορικό Δράμα.
Το μοντέλο αυτό περιλαμβάνει τη χρήση της δημιουργικότητας των φοβικών παιδιών ως μέρος της θεραπευτικής διαδικασίας. Τα παιδιά καλούνται να συμμετάσχουν σε συναρπαστικά φανταστικά σενάρια προσαρμοσμένα γύρω από τις δυνάμεις τους και τα ενδιαφέροντα τους και οδηγούνται μέσα από μια σειρά δραστηριοτήτων, να επενδύσουν στο φανταστικό πλαίσιο. Μόλις επιτευχθεί η δέσμευσή τους στο δράμα, παρουσιάζεται το πρόβλημα των κινήτρων. Γιατην επίλυση του, τα παιδιά θα πρέπει να ξεπεράσουν μια σειρά από εμπόδια με αποκορύφωμα την αντιπαράθεση με το ερέθισμα φόβου.
Σημαντικό στοιχείο της θεραπείας, είναι πως ο στόχος της δεν αποκαλύπτεται στους συμμετέχοντες, καθώς η επιτυχία της επέμβασης βασίζεται κυρίως στην αποσύνδεση του ερεθίσματος του φόβου από τις συνηθισμένες αντιδράσεις του παρελθόντος και την προώθηση νέων συσχετίσεων εντός του φανταστικού πλαισίου.
Αναγνωρίζοντας ότι η αντίληψη της προσωπικής αποτελεσματικότητας διαδραματίζει σημαντικό ρόλο στo να επιτευχθεί μια συμπεριφορά που θα αντιγράφεται στο μέλλον, οι προκλήσεις που προηγούνται της αντιμετώπισης έχουν σχεδιαστεί για να κτίσουν την αυτο-εκτίμηση των παιδιών στις ικανότητές τους να υπερπηδούν τα εμπόδια και να έχουν τον έλεγχο του περιβάλλοντος, καθώς και να καθιερωθεί ένας πρόδρομος κατάλληλης αντιμετώπισης που θα επαναληφθεί σε μελλοντικές περιπτώσεις. Επιπλέον, οι προκλήσεις αυτές χρησιμεύουν για να δημιουργηθεί μια θετική συναισθηματική κατάσταση ασυμβίβαστη με το συναίσθημα του φόβου, ώστε να αντιμετωπιστεί το άγχος. Το ερέθισμα του φόβου παρουσιάζεται στη συνέχεια συμβολικά ως ένα ακόμη εμπόδιο που θα έχουν τα παιδιά να ξεπεράσουν για να πραγματοποιήσουν το στόχο τους. Ένα μοναδικό χαρακτηριστικό αυτής της προσέγγισης είναι ότι η αντιπαράθεση με το ερέθισμα του φόβου αποτελεί το μέσο και όχι το σκοπό.
Μόλις τα φοβικά παιδιά έρχονται αντιμέτωπα με τα ερεθίσματα του φόβου μέσα στο δράμα, ευκαιρίες για την επανάληψη τους δημιουργούνται σε διαφορετικές καταστάσεις και για παρατεταμένο χρονικό διάστημα. Μια σειρά από τεχνικές που ενσωματώνονται στη δομή του μοντέλου, συμπεριλαμβάνουν τη μειωμένη συστηματική, τη μοντελοποίηση, την αντιπροσωπευτική ενίσχυση,τη δυναμική συμπεριφορά και την εκπαίδευση μιας καθορισμένης αντιμετώπισης.
Μέθοδος
Τρεις ξεχωριστές παρεμβάσεις έχουν σχεδιαστεί για να αξιολογηθεί η αποτελεσματικότητα του μοντέλου του γνωσιακού συμπεριφορικού δράματος ως μέθοδος αντιμετώπισης και αποφυγής των φοβιών σε παιδιά με υψηλής λειτουργικότητας αυτισμό.
Στην έρευνα συμμετείχαν δύο παιδιά με υψηλής λειτουργικότητας αυτισμό: ένα αγόρι 11 χρονών που αντιμετώπιζε φοβία στα μηχανήματα που στεγνώνουν τα χέρια και φοβόταν να το αγγίξουν, καθώς και ένα αγόρι 7 χρονών που φοβόταν τα κομμωτήρια. Οι συνεδρίες είχαν διάρκεια μία ώρα και πραγματοποιούνταν σε εβδομαδιαία βάση, έως ότου επιτευχθούν οι στόχοι της θεραπείας. Στα μέτρα που περιλαµβάνονταν στις συνεδρίες, ήταν η παρατήρηση της συμπεριφοράς των συμμετεχόντων και η γονική εκθέση της συμπεριφοράς τους, πριν από τις συνεδρίες, κατά τη διάρκεια αυτών και μετά το πέρας τους.
Αποτελέσματα
Οι στόχοι της θεραπείας απαντήθηκαν μεταξύ πέντε και εννέα εβδομάδων. Τα αποτελέσματα από όλες τις τρεις διαδικαδίες θεραπείας έδειξαν ότι το μοντέλο ήταν επιτυχημένος παράγοντας:
- πλήρους εξάλειψης του φόβου που σχετίζεται με την συμπεριφορά
- γενίκευσης της προσαρμοστικής συμπεριφοράς εκτός του θεραπευτικού πλαισίου
- διατήρησης της συμπεριφοράς κατά τη περίοδο παρακολούθησης διάρκειας τριών ετών
Συμπέρασμα
Παρά τους μεθοδολογικούς περιορισμούς αυτής της μελέτης, όπως η έλλειψη ομάδων ελέγχου και το μικρό μέγεθος του δείγματος , υπάρχουν δύο στοιχεία στα αποτελέσματα που δικαιολογούν περαιτέρω αξιολόγηση αυτής της μεθόδου στην αντιμετώπιση των φόβων της παιδικής ηλικίας. Πρώτον, οι φόβοι που υπήρχαν καθόλη τη διάρκεια της ζωής των παιδιών, υποχώρησαν και δεν παρουσίασαν υποτροπή κατά τη διάρκεια της βραχυπρόθεσμης παρέμβασης.
Δεύτερον, οι μεταβολές που παρατηρήθηκαν στη συμπεριφορά των συμμετεχόντων και χαρτογραφήθηκαν επάνω στις ζητούμενες αλλαγές εντός και εκτός του προγράμματος, έδειξε την ύπαρξη σχέσης αιτιότητας μεταξύ της αυξημένης ανοχής των παιδιών προς τα ερεθίσματα του φόβου και των διαδικασιών στις οποίες συμμετείχαν. Σημαντικό στοιχείο αποτελεί η εγκυρότητα του μοντέλου που έγκειται κατά κύριο λόγο στις δυνατότητες να προσεγγίσει η θεραπευτική μέθοδος τα μικρότερα παιδιά που δεν μπορούν να επωφεληθούν από την παραδοσιακή γνωσιακή συμπεριφορική θεραπεία, στην εγγενώς ευχάριστη και μη-παρεμβατική φύση των δραστηριοτήτων δραματοθεραπείας, την χρονική αποτελεσματικότητα και τη διάρκεια των θεραπευτικών αποτελεσμάτων. Περαιτέρω μελέτες θα πρέπει να διεξαχθούν, ώστε να αναπαράγουν και να αναπτύξουν τα ευρήματα της παρούσας μελέτης, για να αποδοθεί και πρακτικά με βάση περαιτέρω αποδεικτικών στοιχείων η αποτελεσματικότητα του Γνωσιακού Συμπεριφορικού Δράματος.
Πηγή: cbdmethod.com
socialpolicy.gr