«Και ην η πτώσις αυτής μεγάλη» (Ματθ. ζ,27.) Η Ύβρις, η έλλειψη μέτρου, θεωρούνταν στην αρχαία Ελλάδα το χειρότερο ελάττωμα, ειδικά σε ότι αφορούσε στην άσκηση της πολιτικής. Η μετριοπάθεια και η ηπιότητα θεωρούνταν η κατεξοχήν πολιτική αρετή. Οι αρχαίοι πίστευαν ότι οι θεοί τιμωρούν την άμετρη περηφάνια των ανθρώπων που νομίζουν ότι μπορούν να αποφασίζουν για όλα.
Στο πλαίσιο των τότε κοινωνιών οι θεοί (και οι παραδόσεις) ήταν οι εγγυητές των υποχρεώσεων και των καθηκόντων που απέρρεαν από το γεγονός ότι ο άνθρωπος είναι μέλος μιας ιδιαίτερης κοινωνίας, αυτό που σήμερα αποκαλούμε κοινωνική διάσταση του ατόμου και που ενίοτε βολικά ξεχνούμε στο νεοφιλελεύθερο κόσμο του ατομισμού και της κοινωνικής αποξένωσης (η έννοια της κοινωνίας προκαλούσε αλλεργία στους θεωρητικούς θεμελιωτές και ηγέτες του σύγχρονου νεοφιλελευθερισμού όπως η Θάτσερ)
Η ίδια ανάγκη που ώθησε τους αρχαίους σε αυτή τη σύμβαση, δηλαδή να δεχτούν τους θεούς ως εγγυητές των κανόνων (αλλιώς: νόμων) προκειμένου η κοινωνία να μην κατρακυλήσει σε μια κατάσταση που ο Hobbes, αιώνες αργότερα, περιέγραψε ως χαοτική, ανάγκασε και τους σύγχρονους σε μια παρόμοια εθελοντική παράδοση μέρους της ελευθερίας τους στο νέο, εξίσου μεταφυσικό στη σύλληψη του, Κράτος. Ήταν η απαρχή αυτού που ονομάστηκε κοινωνικό συμβόλαιο και για το οποίο ο χρόνος έδειξε ότι η κυνική ερμηνεία του Hobbes ήταν εγγύτερα στην πραγματικότητα από τον ιδεαλισμό του Rousseau ενώ σε ότι αφορά στο σύγχρονο νεοφιλελεύθερο περιβάλλον είναι μάλλον φανερό ότι, τελικά, σε ορισμένα θέματα ο Marx είχε δίκιο.
Το Κράτος πήρε την θέση του εγγυητή που είχαν παλαιότερα οι Θεοί και ασκούσε την εξουσία του μέσω των νόμων.
Τόσο στην περίπτωση του συμβολαίου όσο και στην περίπτωση των νόμων ο εγγυητής, δηλαδή το Κράτος, είχε ένα συγκεκριμένο μολονότι διαφορετικό ρόλο. Στην περίπτωση του συμβολαίου εγγυάται την εγκυρότητα του – το περιεχόμενο έχει διαμορφωθεί ελεύθερα μεταξύ των συμβαλλόμενων και κάθε παράβαση των όρων οδηγεί τον παραβάτη έναντι των νόμων.
Αν όμως ενδώσει στον πειρασμό της ισχύος τότε φέρνει στην επιφάνεια τον πρώτο εχθρό της δημοκρατίας, την απλούστευση. Απλούστευση στην δημοκρατία είναι η μετατροπή του πληθυντικού σε ενικό, είναι η κατάργηση του πλουραλισμού, η ρήξη με την κοινωνία και η υπέρβαση των ασφαλιστικών μέτρων, γεγονός που οδηγεί στην υπερβολή (την ύβρι).
Και από την έναρξη αυτής της διαμάχης εισέρχεται η κοινωνία σε ένα χαοτικό σύμπαν όλοι μάχονται μέχρις εσχάτων χωρίς κανόνες και χωρίς έλεος. Η ευθύνη των δεινών βαραίνει τον υβριστή εγγυητή αλλά οι συνέπειες της ανισορροπίας ταλανίζουν την κοινωνία μέχρι να βρεθεί το νέο σημείο ισορροπίας.
Τόσο μεγάλη είναι η βαρύτητα των πράξεων του εγγυητή.
Το αυταρχικό καθεστώς είναι εκείνο στο οποίο ο αρχηγός (εκείνος που θα έπρεπε να είναι ο εγγυητής) προτάσσει την θέληση του επάνω από τους νόμους τους οποίους έχει κληθεί να εφαρμόσει. Δεν νοιώθει καμία δέσμευση έναντι κανενός, ούτε έναντι των εντολέων του γιατί θεωρεί τον εαυτό του υπεράνω των υπολοίπων.
Στο βαθμό που έχει αρθεί άνωθεν των υπολοίπων έχει ήδη υποκύψει στον παλαιό πειρασμό των ασκούντων εξουσία δηλαδή να τους θεωρήσει υποδεέστερους, λιγότερο από ίσους, ίσως ούτε καν ανθρώπους, και αυτό είναι ένας, ίσως ο απλούστερος, ορισμός της βαρβαρότητας. Βαρβαρότητα υπό την έννοια της επιστροφής σε ένα προγενέστερο ιστορικό στάδιο της ανθρωπότητας όπου η ισχύς είναι ο μόνος νόμος.Αυτό που σήμερα συμβαίνει σε παγκόσμια κλίμακα είναι το γεγονός ότι ο εγγυητής ασκεί και δοκιμάζει ταυτόχρονα τα όρια της ισχύος του – προσπαθεί να επιβάλλει την θέληση του μόνο μέσω αυτής και αδιαφορεί για τις όποιες κοινωνικές δεσμεύσεις. Η εμμονή στην επιβολή μέσω της ισχύος μαρτυρά αυτό που προσδιορίσαμε ως αυταρχισμό και που ισχυριστήκαμε ότι ταυτίζεται με την βαρβαρότητα.
Το μεγαλύτερο όπλο της ανίερης εξουσίας είναι η αλλοίωση της πραγματικότητας – η μετατόπιση της προσοχής, η διάσπαση της θέλησης για αντίσταση μέσω συντριπτικών πληγμάτων σε θεμελιώδεις λειτουργίες της κοινωνίας. Υπάρχει όμως ένα όριο – εκείνο που καθορίζεται από την ξαφνική αφύπνιση μιας κρίσιμης μάζας πληθυσμού η οποία συγκροτεί ένα πυρήνα αντίστασης ο οποίος βρίσκει ανταπόκριση από ένα όλο και μεγαλύτερο τμήμα πληθυσμού. Ο καταλύτης μπορεί να είναι ένα τυχαίο γεγονός ή μια αλληλουχία γεγονότων ή ένα συμβολικό γεγονός που έχει αντίκτυπο σε κάποιο συλλογικό συναίσθημα.
Ελπίζω και εύχομαι η “μάχη της ΕΡΤ” να αποτελέσει τον καταλύτη της απαρχής για τον πόλεμο ενάντια στη βαρβαρότητα αφυπνίζοντας διαμέσου της αποκάλυψης του μεγέθους της ύβρεως την κρίσιμη εκείνη μάζα πληθυσμού.
Ακόμη και αν γνωρίζω ότι κανένας πόλεμος δεν τελειώνει γρήγορα ή αναίμακτα για κανένα από τους εμπλεκόμενους.
Λιούμπας Αντρέας
andreaslioubas.blogspot.gr