Τα Μαθηματικά, η Φυσική ή η γεωγραφία μπορεί να είναι δύσκολο να κατανοηθούν στην περιόδο της παιδικής ηλικίας , αλλά φανταστείτε πόσο μεγαλύτερη πρόκληση θα ήταν εάν τα παιδιά διδάσκονταν σε μια γλώσσα διαφορετική από την μητρική τους.
Αυτή είναι η πραγματικότητα για εκατομμύρια μαθητές σε όλο τον κόσμο, ιδιαίτερα στον παγκόσμιο Νότο. Σε πολλές αφρικανικές χώρες, για παράδειγμα, η γλώσσα της εκπαίδευσης είναι μια Δυτική γλώσσα (αγγλικά, γαλλικά, πορτογαλικά), μια γλώσσα που έχει απομείνει ως η γλώσσα της εξουσίας, της κυβέρνησης, του δικαίου και της ακαδημαϊκής κοινότητας – ως κληρονομιά της αποικιοκρατίας.
87% των παιδιών της Αφρικής δεν έχουν πρόσβαση στην εκπαίδευση στη μητρική τους γλώσσα. Όταν ξεκινήσουν το σχολείο – αν βρίσκονται σε θέση να καλύψουν τα έξοδα της εκπαίδευσης – πρέπει πρώτα να μάθουν μια νέα γλώσσα για να μπορέσουν να αρχίσουν να μελετούν άλλα μαθήματα. Αυτό που λένε στα παιδιά είναι πως η εκμάθηση μιας δυτικής γλώσσας θα τους ωφελήσει, δίνοντας τους κοινωνική κινητικότητα, μεγαλύτερη πρόσβαση στην απασχόληση, δυνατότητα μετακίνησης από τα χωριά τους, ακόμη και από τις χώρες τους ώστε να ζήσουν και να αποκτήσουν εμπειρίες σε όλο τον κόσμο.
Για τη συντριπτική πλειονότητα των παιδιών αυτών, αυτό απλά δεν είναι αλήθεια. Οι κορυφαίες θέσεις στις κυβερνήσεις, τα πανεπιστήμια και τις επιχειρήσεις συνεχίζουν να καλύπτονται από εκείνους που ανήκουν σε ήδη προνομιούχα τμήματα του πληθυσμού, ακριβώς όπως συνέβαινε και στην εποχή της αποικιοκρατίας. Η πιθανότητα ενός φτωχού παιδιού, αγροτικής περιοχής και ειδικά κοριτσιού, να καταλήξει σε μια θέση εξουσίας είναι μηδαμινή. Η επιδίωξη όμως της εκμάθησης Αγγλικών (Γαλλικών, Ισπανικών ή Πορτογαλικών) συνεχίζει να αποτελεί μέγας σκοπός- με τα παιδιά να αισθάνονται ότι η δική τους μητρική γλώσσα είναι οπισθοδρομική, ενοχλητική ή απλά άνευ σημασίας.
Υπάρχουν πολλοί λόγοι για τους οποίους η συντριπτική πλειονότητα των παγκόσμιων γλωσσών (7.000) απειλούνται με εξαφάνιση – αλλά μια στενόμυαλη εκπαιδευτική πολιτική είναι σίγουρα ένας από αυτούς. Ορισμένες χώρες έχουν αρχίσει να το συνειδητοποιούν. Η Ζάμπια, για παράδειγμα, πέρυσι ανακοίνωσε ότι η αγγλική θα πρέπει να χρησιμοποιείται μόνο για τη διδασκαλία σε σχολεία της δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης, και ότι η πρωτοβάθμια εκπαίδευση θα πραγματοποιείται σε μια από τις επτά (από 70) τοπικές γλώσσες. Αν και αυτό είναι ένα θετικό πρώτο βήμα, ένα μεγάλο μέρος της “ζημιάς” έχει ήδη πραγματοποιηθεί. Μαζί με τις αλλαγές στην κυβερνητική πολιτική, αυτό που χρειάζεται εξίσου είναι μια ριζική αλλαγή στη στάση των ίδιων των ανθρώπων απέναντι στις μητρικές τους γλώσσες, οι οποίοι θα πρέπει να ανακτήσουν την υπερηφάνεια τους προς αυτές.
Πρέπει όλοι να συνειδητοποιήσουμε ότι ο καθένας έχει το δικαίωμα να μιλά τη μητρική του γλώσσα, να επωφελείται από τις πολιτιστικές, ιστορικές και κοινωνικές συνδέσεις που ενυπάρχουν μέσα σε αυτές. Καμία γλώσσα δεν αξίζει περισσότερο ή λιγότερο από οποιαδήποτε άλλη – είναι μόνο οι ιδιοτροπίες της ιστορίας και της γεωγραφίας, ή η κατάχρηση της εξουσίας, που δημιουργούν αυτές τις αντιλήψεις.
Πηγή: newint.org
socialpolicy.gr
Discover more from socialpolicy.gr
Subscribe to get the latest posts sent to your email.