{..} Είναι ένας μικρός κόκκος επανάληψης. Όταν λέω: μου αρέσει η επανάληψη, κλαίω για την αδυναμία να επαναλάβω. Θα μου άρεσε να επαναλαμβάνω συνεχώς, να τα επαναλαμβάνω όλα: πράγμα που σημαίνει κατάφαση.
Πρόκειται επίσης για το νιτσεϊκό νόημα της κατάφασης: να μπορείς να επαναλαμβάνεις αυτό που αγαπάς, να μπορείς να ζεις έτσι ώστε κάθε στιγμή να λες: αυτό θα ήθελα να το ξαναζώ αιώνια. Εγώ, και ως προς αυτό είμαι ευτυχισμένος, δεν έχω αρνητική εμπειρία, με το νόημα αυτό. Όλα όσα ζω, ή σχεδόν όλα, ένα μεγάλο μέρος από όσα ζω είναι τέτοιο, που θα ήμουν ικανός να ευχηθώ να ξαναρχίζουν αιώνια.
Είναι μια καταφατική επιθυμία με το νόημα με το οποίο όριζε ο Nietzsche την αιώνια επιστροφή στη σχέση της με την επιθυμία: να επανέρχεται αιώνια. Αισθάνομαι πώς υπάρχει απώλεια, όταν γνωρίζω πως αυτό δεν επαναλαμβάνεται και πως η επανάληψη που μου αρέσει δεν είναι δυνατή – και αυτό ονομάζω απώλεια της μνήμης, απώλεια της επανάληψης, όχι της επανάληψης με το μηχανικό νόημα του όρου, αλλά με το νόημα της ανάστασης, της παλινόρθωσης, της αναγέννησης.
Επομένως, γράφω για να διαφυλάξω. Αλλά η διαφύλαξη δεν είναι μία αρχειοθέτηση στεγνή και πεθαμένη. Κατά βάθος πρόκειται για ατέρμονες μνήμες, μνήμες χωρίς όρια που δε θα αποτελούσαν αναγκαστικά ένα φιλοσοφικό ή λογοτεχνικό έργο, αλλά απλά μία μεγάλη επανάληψη.
Αυτό που θαυμάζω στους φιλοσόφους, αυτό που με ενδιαφέρει περισσότερο από ό,τι σε άλλους τελικά, είναι ότι αποπειρώνται να κατασκευάσουν τις πιο οικονομικές κατασκευές για να επαναλαμβάνουν.
Τοποθετούνται σε αυτό το σημείο του λόγου, όπου έχει κανείς τη μεγαλύτερη κυριαρχία πάνω στο λόγο, στο λόγο ως πράξη μνήμης, ολόκληρης της μνήμης εκ των προτέρων, πράγμα που επιτρέπει να τυποποιούν με τρόπο οικονομικό το μέγιστο μέρος των πραγμάτων που μπορεί κανείς να λέει ή να σκέπτεται.
Με αυτό το νόημα, για μένα, ο φιλόσοφος πρώτα απ’όλα είναι ένας φύλακας της μνήμης – κάποιος που διερωτάται για την αλήθεια, για το είναι, για τη γλώσσα, για να διαφυλάττει, ανάμεσα στην αλήθεια και τη φύλαξη: έχεις βέβαια διαβάσει αυτά τα κείμενα του Heidegger: η αλήθεια είναι η φύλαξη, είναι αυτό που επιτρέπει να φυλάττει κανείς, να φυλάγεται.
Έτσι ο φιλόσοφος είναι ένας φύλακας, με την πιο ευγενή σημασία του όρου – όχι απλώς ένας φύλακας του θεσμού ή ένας σκύλος – φύλακας, αλλά ο φύλακας της αλήθειας, ο φύλακας αυτού που φυλάγεται, της επιθυμίας για φύλαξη*
*Garde: φύλαξη, φυλακή, φρουρά. Ο Derrida χρησιμοποιεί όλο το εύρος της πολυσημίας των λέξεων και της σύνταξης (Σημείωση του Μεταφραστή).
___________
Πηγή: Jacques Derrida, Συνομιλίες, Εκδόσεις Πλέθρον, σελ. 29.30