Υπερβολικό βάρος και παχυσαρκία ορίζεται η ανώμαλη ή υπερβολική συσσώρευση λίπους που μπορεί να βλάψει την υγεία. Ο Δείκτης Μάζας Σώματος (ΒΜΙ) είναι ένας απλός δείκτης του βάρους σε σχέση με το ύψος που συνήθως χρησιμοποιείται για την μέτρηση του υπερβολικού βάρους και της παχυσαρκίας σε ενήλικες. Ο Δείκτης Μάζας Σώματος ορίζεται από το βάρος ενός ατόμου σε κιλά διαιρούμενο με το τετράγωνο του ύψους του σε μέτρα.
Ο ορισμός του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας είναι:
1. ΒΜΙ μεγαλύτερο από ή ίσο με 25 συνιστά υπερβαρότητα.
2. ΒΜΙ μεγαλύτερο από ή ίσο με 30 συνιστά παχυσαρκία.
Το υπερβολικό βάρος και η παχυσαρκία οδηγούν σε κίνδυνο αύξησης της θνησιμότητας σε παγκόσμιο επίπεδο. Περίπου 3,4 εκατομμύρια ενήλικες πεθαίνουν κάθε χρόνο ως αποτέλεσμα υπερβολικού βάρους ή παχυσαρκίας. Επιπλέον, το 44% περιπτώσεων διαβήτη, 23% της ισχαιμικής καρδιακής νόσου και μεταξύ 7% και 41% του καρκίνου μπορούν να αποδοθούν στο υπερβολικό βάρος και την παχυσαρκία.
Οι συνολικές εκτιμήσεις του ΠΟΥ από το 2008 και μετά είναι:
– Περισσότερα από 1,4 δισεκατομμύρια ενήλικες, 20 ετών και άνω, ήταν υπέρβαροι.
-Από αυτούς τους υπέρβαρους ενήλικες, πάνω από 200 εκατομμύρια άνδρες και σχεδόν 300 εκατομμύρια γυναίκες ήταν παχύσαρκοι/παχύσαρκες.
– Συνολικά, πάνω από το 10% του ενήλικου πληθυσμού του κόσμου ήταν παχύσαρκοι.
Το 2012, περισσότερα από 40 εκατομμύρια παιδιά κάτω των 5 ετών ήταν υπέρβαρα ή παχύσαρκα. Η παχυσαρκία θεωρούνταν κυρίως ένα πρόβλημα για τις χώρες υψηλού εισοδήματος, όμως πλέον βρίσκεται σε άνοδο και στις χαμηλού και μεσαίου εισοδήματος χώρες, ιδιαίτερα στις αστικές περιοχές. Στις αναπτυσσόμενες χώρες με αναδυόμενες οικονομίες (η Παγκόσμια Τράπεζα τις χαρακτηρίζει ως χώρες χαμηλότερου και μεσαίου εισοδήματος) το ποσοστό της αύξησης της παιδικής παχυσαρκίας είναι πάνω από 30% υψηλότερο εν συγκρίσει με το ποσοστό των ανεπτυγμένων χωρών.
Το υπερβολικό βάρος και η παχυσαρκία συνδέονται με περισσότερους θανάτους σε όλο τον κόσμο από ό, τι το ελλιπές βάρος. Για παράδειγμα, το 65% του παγκόσμιου πληθυσμού ζει σε χώρες όπου το υπερβολικό βάρος και η παχυσαρκία σκοτώνει περισσότερους ανθρώπους από ό, τι η έλλειψη βάρους (αυτό περιλαμβάνει όλες τις χώρες με υψηλά εισοδήματα και τις περισσότερες χώρες μεσαίου εισοδήματος).
Τι προκαλεί την παχυσαρκία και το υπερβολικό βάρος;
Η βασική αιτία της παχυσαρκίας και του υπερβολικού βάρους είναι μια ενεργειακή ανισορροπία μεταξύ των θερμίδων που καταναλώνονται και των θερμίδων που δαπανήθηκαν.
Σε παγκόσμιο επίπεδο παρατηρήθηκε:
– αυξημένη πρόσληψη τροφίμων υψηλής ενεργειακής πυκνότητας που έχουν υψηλή περιεκτικότητα σε λιπαρά και
– αύξηση της σωματικής αδράνειας, λόγω της ολοένα και πιο καθιστικής φύσης πολλών μορφών εργασίας, της αλλαγής των τρόπων μεταφοράς, και της αυξανόμενης αστικοποίησης.
Οι αλλαγές στη διατροφή και στα πρότυπα σωματικής δραστηριότητας είναι συχνά το αποτέλεσμα των περιβαλλοντικών και κοινωνικών αλλαγών που σχετίζονται με την ανάπτυξη και την έλλειψη υποστηρικτικών πολιτικών σε τομείς όπως η υγεία, η γεωργία, οι μεταφορές, η πολεοδομία, το περιβάλλον, η επεξεργασία τροφίμων, η διανομή, η εμπορία και η εκπαίδευση.
Ποιες είναι οι συνηθισμένες επιπτώσεις στην υγεία λόγω του υπερβολικού βάρους και της παχυσαρκίας;
Ο αυξημένος Δείκτης Μάζας Σώματος (ΒΜΙ) είναι ένας σημαντικός παράγοντας κινδύνου για μη μεταδοτικές ασθένειες, όπως:
– Καρδιαγγειακά νοσήματα (κυρίως καρδιακή νόσο και αγγειακό εγκεφαλικό επεισόδιο), τα οποία ήταν η κύρια αιτία θανάτου το 2012
– Διαβήτης
– Μυοσκελετικές παθήσεις (κυρίως οστεοαρθρίτιδα)
– Ορισμένες μορφές καρκίνου (του ενδομητρίου, του μαστού και του παχέος εντέρου)
Ο κίνδυνος για αυτές τις μη μεταδοτικές ασθένειες αυξάνει με την αύξηση του BMI.
Η παιδική παχυσαρκία συνδέεται με μεγαλύτερες πιθανότητες παχυσαρκίας, πρόωρου θανάτου και αναπηρίας κατά την ενήλικη ζωή. Αλλά εκτός από τους αυξημένους μελλοντικούς κινδύνους, τα παχύσαρκα παιδιά βιώνουν δυσκολίες στην αναπνοή, αυξημένο κίνδυνο καταγμάτων, υπέρταση, πρόωρους δείκτες καρδιαγγειακής νόσου, αντίσταση στην ινσουλίνη (μειωμένη ικανότητα, κυρίως των μυϊκών ιστών και των ιστών του λίπους να ανταποκριθούν στη δράση της) και ψυχολογικές επιπτώσεις.
Πολλές χώρες χαμηλού και μεσαίου εισοδήματος είναι πλέον αντιμέτωπες με δύο κινδύνους. Ενώ συνεχίζουν να ασχολούνται με τα προβλήματα των μολυσματικών ασθενειών και του υποσιτισμού, βιώνουν παράλληλα μια ταχεία αύξηση σε παράγοντες κινδύνου μη μεταδοτικών ασθενειών όπως η παχυσαρκία και το υπερβολικό βάρος, ιδιαίτερα στις αστικές περιοχές. Δεν είναι πλέον ασυνήθιστο να υπάρχει υποσιτισμός και παχυσαρκία μέσα στην ίδια χώρα, στην ίδια κοινότητα και μέσα στην οικογένεια.
Τα παιδιά που διαρκούν σε χαμηλού και μεσαίου εισοδήματος χώρες είναι πιο ευάλωτα σε ανεπαρκή προγεννητική, βρεφική και παιδική διατροφή. Παράλληλα, εκτίθενται σε τρόφιμα υψηλής περιεκτικότητας σε λιπαρά, υψηλής περιεκτικότητας σε ζάχαρη, αλάτι, υψηλής ενεργειακής πυκνότητας και κακής ποιότητας τροφές, τα οποία τείνουν να είναι χαμηλότερα σε κόστος, αλλά επίσης χαμηλότερα σε ποιότητα των θρεπτικών ουσιών. Αυτές οι διατροφικές συνήθειες σε συνδυασμό με τα χαμηλότερα επίπεδα σωματικής δραστηριότητας, οδηγούν σε απότομες αυξήσεις της παιδικής παχυσαρκίας, ενώ παράλληλα τα θέματα υποσιτισμού παραμένουν άλυτα.
Πηγή: who.int/en
socialpolicy.gr