Του Dr. Paul Downes*
Μετάφραση: Ντούνης Ανδρέας
Η υιοθέτηση ενταξιακών συστημάτων σε όλο το πλέγμα των συστημάτων εκπαίδευσης, υγείας και κοινωνικών τομέων είναι ζωτικής σημασίας ώστε να διατηρηθούν όλα τα παιδιά και οι νέοι άνθρωποι εντός δυναμικών και προοδευτικών σχολικών περιβαλλόντων.
Ορισμένες από τις κύριες αιτίες που οδηγούν στην πρόωρη σχολική διαρροή είναι το σχολικό περιβάλλον, τα ζητήματα ψυχικής υγείας και τραύματος, καθώς και τα προβλήματα επικοινωνίας με τους δασκάλους.
Ένα από τα χαρακτηριστικά των ενταξιακών συστημάτων εκπαίδευσης για όλους τους μαθητές είναι η παροχή συναισθηματικής υποστήριξης εντός και «περιμετρικά» των σχολείων. Απαιτείται, λοιπόν, μία ολιστική προσέγγιση για την πρόληψη της πρόωρης σχολικής διαρροής μέσω της εστίασης στην ψυχική υγεία και τη συναισθηματική κατάσταση μέσω της δημιουργίας ομάδων πολυτομεακής ειδίκευσης (multidisciplinary teams).
Η φτώχεια μπορεί να επιδρά στην ψυχική υγεία και η κατάσταση της ψυχικής υγείας επιδρά στην πρόωρη σχολική διαρροή. Αυτό γίνεται ξεκάθαρο ακόμη και έπειτα από μία σύντομη ανασκόπηση των διεθνών ερευνών σχετικά με το ζήτημα. Ακόμη και πέραν της κατάθλιψης που προκαλείται από προβλήματα φτώχειας, η συναισθηματική δυσφορία συνεισφέρει στο φαινόμενο της πρόωρης σχολικής διαρροής.
Υποστηρικτικές δράσεις στο επίπεδο του συστήματος απαιτούνται και μάλιστα με συνέπεια σε επίπεδο Ε.Ε., για παιδιά και νέους που έχουν βιώσει συναισθηματικά τραύματα όπως πένθος, βιασμό και σεξουαλική κακοποίηση, τραύματα τα οποία εμποδίζουν την ικανότητα παραμονής τους στο σχολικό σύστημα.
Αυτή η παροχή συναισθηματικής υποστήριξης εντός και «περιμετρικά των σχολείων» απαιτεί επίσης και τη δραστική αντιμετώπιση ενός ακόμη ζητήματος που άπτεται των συναισθηματικών αναγκών, και πιο συγκεκριμένα, του bullying. Τα «επίμονα πειράγματα» και το bullying στο σχολείο μπορεί να οδηγήσουν σε απομάκρυνση και αποφυγή του σχολείου, απόσπαση και μειωμένη προσοχή εντός της σχολικής αίθουσας, και, τελικώς, σε χειρότερη σχολική επίδοση. Είναι αξιοσημείωτο ότι το bullying που οδηγεί σε μη-παρακολούθηση στο σχολείο και αυξημένο κίνδυνο πρόωρης σχολικής διαρροής μπορεί να μην είναι μονάχα το αποτέλεσμα άμεσου εκφοβισμού κατά του ίδιου του ατόμου αλλά να προέλθει και από ένα σχολικό περιβάλλον «πειραγμάτων» και bullying.
Η έρευνα της Παγκόσμιας Οργάνωσης Υγείας (2012) σχετικά με την ευημερία των νέων ανθρώπων συνέστησε τροποποιήσεις στα σχολικά συστήματα όπως την καθιέρωση ενός περιβάλλοντος ενσυναίσθησης που να προωθεί την αυτονομία, να παρέχει θετικό αντίκτυπο, δίχως να ταπεινώνει δημόσια τους μαθητές που δεν αποδίδουν καλά. Είναι ευρέως αναγνωρισμένο ότι αν ένα αφεντικό ή προϊστάμενος κριτικάρει έναν υπάλληλο μπροστά από τους συναδέρφους του στο χώρο εργασίας, η πράξη αυτή είναι ντροπιαστική και δείχνει έλλειψη σεβασμού προς τον συγκεκριμένο υπάλληλο.
Οι ενήλικες τείνουν να μην ανέχονται τέτοιου είδους συμπεριφορές. Γιατί περιμένουμε από τα παιδιά και τους νέους να ανέχονται την κριτική και την ταπείνωση μπροστά από τους συνομηλίκους τους από μερικούς δασκάλους στο σχολείο; Δεν μπορούμε να περιμένουμε τίποτε άλλο εκτός από την επιθυμία τους να φύγουν από ένα τέτοιο περιβάλλον. Αυτές οι προβληματικές επικοινωνιακές πρακτικές συνεισφέρουν στην πρόωρη σχολική διαρροή. Μπορεί κάποιος να ισχυριστεί ότι οι αντιλήψεις των μαθητών δεν είναι παρά μόνο μία οπτική, αλλά οι αντιλήψεις είναι σημαντικές επηρεάζοντας τόσο τα κίνητρα όσο και τη συμπεριφορά.
Η αντίδραση ενός μαθητή, που εξέφρασε την επιθυμία να φύγει από το σχολείο πρόωρα, στην Μελέτη των Downes & Maunsell (2007) στην Ιρλανδία, απαιτεί έντονο συλλογισμό: «Μερικοί δάσκαλοι νομίζουν ότι το σχολείο τους ανήκει». Η απάντηση του μαθητή εγείρει ένα θεμελιώδες ζήτημα: Σε ποιόν ανήκει το σχολείο; Μόνο στους δασκάλους και στο σχολικό διευθυντή; Σε ποιο βαθμό εμπλέκονται σε όρους ισχύος και κατοχής των σχολικών δομών και διεργασιών οι μαθητές και οι γονείς; Πολύ συχνά αγνοείται το γεγονός ότι η κριτική ή δημόσια ταπείνωση από έναν δάσκαλο δεν αποτελεί απλώς έναν (αρνητικό) σχολιασμό προς ένα παιδί από ένα άτομο, αλλά αποτελεί έναν σχολιασμό από έναν εκπρόσωπο του κράτους (τουλάχιστον όσον αφορά τα δημόσια σχολεία) – αυτή είναι μια επιπρόσθετη εξουσία που ασκείται από τον δάσκαλο ή η άσκηση της εξουσίας του Κράτους πάνω στα παιδιά του ως υποκείμενα.
[..].. Παρ’ όλα αυτά δεν θα πρέπει να υποτιμούμε και την απεριόριστα θετική επιρροή που ασκούν πολλοί δάσκαλοι στους μαθητές τους ώστε να τους βοηθούν να διατηρηθούν εντός του σχολείου, ενώ είναι ορατός ο κίνδυνος της πρόωρης σχολικής διαρροής.
* Dr. Paul Downes is Director of the Educational Disadvantage Centre, St. Patrick’s College, Dublin City University, Ireland. He is a member of the Commission’s Network of Experts on the Social Aspects of Education and Training (NESET I & II) (2011-15).
Πηγή: schooleducationgateway.eu
socialpolicy.gr
Discover more from socialpolicy.gr
Subscribe to get the latest posts sent to your email.