Ορισμός
Ως παχυσαρκία ορίζεται η ανώμαλη ή υπερβολική συσσώρευση λίπους που μπορεί να βλάψει την υγεία. Σε βρέφη και παιδιά κάτω των 5 ετών η παχυσαρκία αξιολογείται σύμφωνα με τα Πρότυπα του ΠΟΥ για την Παιδική Ανάπτυξη (βάρος-προς-μήκος, βάρος-προς-ύψος) ενώ για τις ηλικίες από τα 5-19 χρόνια από την σχετική αναφορά του ΠΟΥ (δείκτης μάζας σώματος-προς- ηλικία).
- Η παχυσαρκία έχει υπερδιπλασιαστεί σε όλο τον κόσμο από το 1980.
- Το 2014, περισσότεροι από 1.900 εκατομμύρια ενήλικες, 18 ετών και άνω, ήταν υπέρβαροι (39%). Από αυτούς πάνω από 600 εκατομμύρια ήταν παχύσαρκοι (13%).
- Το μεγαλύτερο μέρος του παγκόσμιου πληθυσμού ζει σε χώρες όπου το υπερβολικό βάρος και η παχυσαρκία σκοτώνει περισσότερους ανθρώπους από ότι η έλλειψη βάρους.
- 42 εκατομμύρια παιδιά κάτω των 5 ετών ήταν υπέρβαρα ή παχύσαρκα το 2013.
- Αν συνεχιστούν οι σημερινές τάσεις, 70 εκατομμύρια μικρά παιδιά θα είναι υπέρβαρα ή παχύσαρκα μέχρι το 2025. [/box]
Συνέπειες της παχυσαρκίας στην υγεία κατά την παιδική ηλικία
Τα παχύσαρκα βρέφη και παιδιά είναι πιθανό να συνεχίσουν να είναι παχύσαρκα και κατά τη διάρκεια της ενήλικης ζωής τους και είναι πιο πιθανό να αναπτύξουν μια σειρά από προβλήματα υγείας ως ενήλικες. Σε αυτά τα προβλήματα υγείας περιλαμβάνονται:
- καρδιαγγειακή νόσος
- αντίσταση στην ινσουλίνη (συχνά ένα πρώιμο σημάδι ενός επικείμενου διαβήτη)
- μυοσκελετικές διαταραχές (ιδιαίτερα οστεοαρθρίτιδα – μια ιδιαίτερα εκφυλιστική νόσο των αρθρώσεων)
- ορισμένοι καρκίνοι (ενδομητρίου, μαστού και παχέος εντέρου)
- Αναπηρίες
Συντελεστές παχυσαρκίας σε βρέφη και παιδιά
Κάθε πτυχή του περιβάλλοντος στο οποίο τα παιδιά συλλαμβάνονται, γεννιούνται και μεγαλώνουν μπορεί να συμβάλει στον κίνδυνο ώστε να γίνουν υπέρβαρα ή παχύσαρκα. Κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης, ο διαβήτης κύησης (μια μορφή διαβήτη που συμβαίνει κατά τη διάρκεια της κύησης) μπορεί να οδηγήσει σε αυξημένο σωματικό βάρος κατά τη γέννηση, με κίνδυνο για παχυσαρκία του παιδιού αργότερα στη ζωή.
Η επιλογή υγιεινών τροφίμων για βρέφη και μικρά παιδιά είναι κρίσιμη, διότι οι προτιμήσεις των τροφών διαμορφώνονται στην πρώιμη παιδική ηλικία. Η διατροφή των βρεφών με τρόφιμα υψηλής ενεργειακής πυκνότητας, υψηλής περιεκτικότητας σε λιπαρά, υψηλής περιεκτικότητας σε ζάχαρη και υψηλής περιεκτικότητας σε αλάτι, είναι ένας βασικός παράγοντας που συμβάλλει στην παιδική παχυσαρκία.
Η έλλειψη πληροφοριών σχετικά με ασφαλείς επιλογές διατροφής όσο και η ελλιπής διάθεση αλλά και η οικονομική προσιτότητα των υγιεινών τροφίμων συμβάλλουν στο πρόβλημα. Το επιθετικό μάρκετινγκ τροφίμων υψηλής ενεργειακής πυκνότητας και ποτών για τα παιδιά και τις οικογένειες επιδεινώνουν το πρόβλημα περαιτέρω. Σε ορισμένες κοινωνίες, τα μακρόχρονα πολιτιστικά πρότυπα (όπως η ευρέως διαδεδομένη πεποίθηση ότι ένα παχύ μωρό είναι ένα υγιές μωρό) μπορεί να ενθαρρύνει τις οικογένειες να υπερ-θρέψουν τα παιδιά τους.
Ο όλο και πιο αστικοποιημένος και ψηφιοποιημένος κόσμος μας προσφέρει λιγότερες ευκαιρίες για σωματική δραστηριότητα μέσω ενός υγιούς παιχνιδιού. Όντας υπέρβαρα ή παχύσαρκα, οι ευκαιρίες των παιδιών να συμμετέχουν σε ομαδικές φυσικές δραστηριότητες μειώνονται περαιτέρω. Στη συνέχεια γίνονται ακόμα λιγότερο σωματικά δραστήρια, γεγονός που καθιστά πιθανό να γίνουν ακόμα πιο υπέρβαρα με την πάροδο του χρόνου.
Πρόληψη της παιδικής παχυσαρκίας
Το υπερβολικό βάρος και η παχυσαρκία μπορούν να προληφθούν σε ένα μεγάλο βαθμό. Οι υποστηρικτικές πολιτικές, τα περιβάλλοντα, τα σχολεία και οι κοινότητες έχουν θεμελιώδη σημασία στη διαμόρφωση των επιλογών των γονέων και των παιδιών, καθιστώντας την πιο υγιεινή επιλογή των τροφίμων και τη τακτική σωματική δραστηριότητα την ευκολότερη επιλογή (προσβάσιμη, διαθέσιμη και προσιτή), και ως εκ τούτου προλαμβάνοντας την παχυσαρκία.
Για τα βρέφη και τα μικρά παιδιά, ο ΠΟΥ συνιστά:
- πρώιμη έναρξη του θηλασμού μέσα σε μία ώρα από τη γέννηση
- αποκλειστικό θηλασμό για τους πρώτους 6 μήνες της ζωής
- εισαγωγή διατροφικά επαρκών και ασφαλών συμπληρωματικών (στερεών) τροφίμων στην ηλικά των 6 μηνών, μαζί με τη συνέχιση του θηλασμού μέχρι δύο ετών ή και περισσότερο.
Τα παιδιά σχολικής ηλικίας και οι έφηβοι θα πρέπει:
- να περιορίσουν το όριο της πρόσληψης ενέργειας από τα λιπαρά και τα σάκχαρα
- να αυξήσουν την κατανάλωση φρούτων και λαχανικών, καθώς και τα όσπρια, τα δημητριακά ολικής αλέσεως και τους ξηρούς καρπούς
- να συμμετάσχουν σε τακτική σωματική δραστηριότητα (60 λεπτά την ημέρα).
Πηγή: who.int
socialpolicy.gr