Νέο κείμενο εργασίας από την έκθεση της UNESCO “Global Education Monitoring Report” (GEM Report) αναφέρει ότι το 40% του παγκόσμιου πληθυσμού δεν έχει πρόσβαση στην εκπαίδευση σε γλώσσα που να κατανοεί. Το κείμενο πολιτικής: «Εάν δεν κατανοείς, πώς μπορείς να μάθεις;» που κυκλοφόρησε στο πλαίσιο της Διεθνούς Ημέρας Μητρικής Γλώσσας (21 Φεβρουαρίου 2016), υποστηρίζει ότι η διδασκαλία σε μια γλώσσα διαφορετική από τη μητρική μπορεί να επηρεάσει αρνητικά τη μάθηση των παιδιών, ειδικά εκείνων που ζουν σε συνθήκες φτώχειας.
Όπως ανέφερε η Γενική Διευθύντρια της UNESCO Irina Bokova, είναι απαραίτητη η ενθάρρυνση και ο πλήρης σεβασμός της χρήσης της μητρικής γλώσσας στη διδασκαλία και τη μάθηση, καθώς και η προώθηση της γλωσσικής πολυμορφίας. Η μάθηση παρουσιάζει βελτίωση στις χώρες που έχουν επενδύσει σε δίγλωσσα προγράμματα. Στη Γουατεμάλα, οι μαθητές σε δίγλωσσα σχολεία έχουν χαμηλότερα ποσοστά επανάληψης και εγκατάλειψης. Έχουν επίσης υψηλότερες βαθμολογίες σε όλες τις θεματικές. Παιδιά στην Αιθιοπία που συμμετείχαν σε δίγλωσσα προγράμματα για οκτώ χρόνια βελτίωσαν τη μάθησή τους σε μαθήματα σε όλη τη διδακτέα ύλη.
Η Παγκόσμια Βάση Δεδομένων για την Ανισότητα στην Εκπαίδευση – Inequality Database on Education (WIDE), της έκθεσης της UNESCO “GEM Report” , δείχνει τις κατανομές της μάθησης των χωρών, ανάλογα με τη γλώσσα αξιολόγησης:
- Στην Ακτή του Ελεφαντοστού, το 55% των μαθητών της 5ης τάξης που μιλούν τη γλώσσα μάθησης στο σπίτι, έμαθαν τα βασικά στην ανάγνωση το 2008, σε σύγκριση με το 25% εκείνων που μιλούν μια διαφορετική γλώσσα.
- Στην Ισλαμική Δημοκρατία του Ιράν, το 80% των μαθητών της 4ης τάξης που δεν μιλούν φαρσί στο σπίτι, εμάθαν τα βασικά στην ανάγνωση, σε σύγκριση με περισσότερο από το 95% των μαθητών που μιλούν Φαρσί.
- Στην Ονδούρα, το 2011, το 94% των μαθητών της 6ης τάξης που μιλούσαν τη γλώσσα διδασκαλίας στο σπίτι, έμαθαν τα βασικά στην ανάγνωση σε σύγκριση με το 62% των μαθητών που δεν μιλούσαν την ίδια γλώσσα στο σπίτι.
- Στην Τουρκία το 2012, περίπου το 50% των φτωχών μη τουρκόφωνων μαθητών ηλικίας 15 ετών, επέτευξαν ελάχιστα στην ανάγνωση, σε αντίθεση με τον εθνικό μέσο όρο του 80%.
Σε πολυεθνικές κοινωνίες, συμπεριλαμβανομένης της Τουρκίας, του Νεπάλ, του Πακιστάν, του Μπαγκλαντές και της Γουατεμάλα, το κείμενο εργασίας δείχνει ότι η επιβολή μιας κυρίαρχης γλώσσας μέσα από ένα σχολικό σύστημα – που μερικές φορές είναι μια αναγκαία επιλογή – συχνά αποτελεί πηγή αδικιών που συνδέονται με ευρύτερα θέματα κοινωνικών και πολιτιστικών ανισοτήτων.
Ο Aaron Benavot, Διευθυντής της Έκθεσης GEM της UNESCO αναφέρει ότι η γλώσσα μπορεί να χρησιμεύσει ως ένα δίκοπο μαχαίρι. “Ενώ ενισχύει τους κοινωνικούς δεσμούς και την αίσθηση του ανήκειν μιας εθνοτικής ομάδας, μπορεί επίσης να αποτελέσει τη βάση για την περιθωριοποίησή τους. Η εκπαιδευτική πολιτική πρέπει να διασφαλίσει ότι όλοι οι εκπαιδευόμενοι, συμπεριλαμβανομένων των ομιλούντων μειονοτικών γλωσσών, έχουν προσβαση σε ένα σχολείο που χρησιμοποιεί μια γλώσσα που γνωρίζουν. “
Το κείμενο εργασίας παρουσιάζει βασικές συστάσεις για να διασφαλίσει ότι τα παιδιά διδάσκονται σε γλώσσα που κατανοούν:
- Τουλάχιστον έξι χρόνια διδασκαλίας στη μητρική γλώσσα είναι απαραίτητα, έτσι ώστε να διασφαλιστούν τα ωφέλη από τη διδασκαλία στη μητρική γλώσσα στα πρώτα χρόνια.
- Οι πολιτικές εκπαίδευσης θα πρέπει να αναγνωρίσουν τη σημασία της μητρικής γλώσσας στη διδασκαλία. Μια αξιολόγηση των πλάνων εκπαίδευσης 40 χωρών διαπιστώνει ότι μόνο λιγότερα από τα μισά εκπαιδευτικά σχέδια αναγνωρίζουν τη σημασία της διδασκαλίας των παιδιών στη μητρική τους γλώσσα, ιδιαίτερα στις μικρές τάξεις.
- Οι εκπαιδευτικοί πρέπει να εκπαιδευτούν για να διδάξουν σε δύο γλώσσες και να κατανοήσουν τις ανάγκες των εκπαιδευομένων σε δεύτερη γλώσσα. Οι εκπαιδευτικοί σπάνια προετοιμάζονται για την πραγματικότητα των δίγλωσσων αιθουσών διδασκαλίας, μεταξύ άλλων και με αποκλειστικό διδακτικό υλικό και τις κατάλληλες στρατηγικές αξιολόγησης. Στη Σενεγάλη, μόνο το 8%, και στο Μάλι, μόνο το 2% των εκπαιδευμένων δασκάλων εξέφρασαν την ετοιμότητα τους για να διδάξουν στις τοπικές γλώσσες.
socialpolicy.gr