Ελένη Τομπέα – Πριν από το 1950, όλες οι έρευνες επικεντρώνονταν στα παιδιά και δεν υπήρχαν πολλά στοιχεία σχετικά με το πώς μαθαίνουν οι ενήλικες. Ο όρος “ανδραγωγική”, αν και γνωστός από το 1833 όταν ο Γερμανός Alexander Kapp τον χρησιμοποίησε για να αναφερθεί σε μια θεωρία του Πλάτωνα, ουσιαστικά στη σύγχρονη εκπαίδευση εμφανίζεται μόνο μετά από το 1960. Το 1960 χρησιμοποιήθηκε για να εκφράσει τα ευδιάκριτα χαρακτηριστικά των ενήλικων εκπαιδευομένων που επηρεάζουν όχι μόνο το κίνητρο μάθησης, αλλά και της ικανότητα μάθησης τους, σε σχέση με τα παιδιά.
1.Μαθησιακή Συμπεριφορά
Οι ενήλικοι μαθητές είναι αυτο-κατευθυνόμενοι. Έχουν τον έλεγχο της διαδικασίας της μάθησης και είναι 100% υπεύθυνοι για την μόρφωση τους. Επίσης έχουν έντονη σχέση όχι μόνο με τον σχεδιασμό, αλλά και με την αξιολόγηση της μάθησής τους, καθώς γνωρίζουν τις γνώσεις που θέλουν να αποκτήσουν. Αντίθετα, οι νεαροί μαθητές δεν είναι αυτο-κατευθυνόμενοι, αλλά εξαρτώνται από τους καθηγητές καθόλη τη διαδικασία της μάθησης. Ως εκ τούτου, οι δάσκαλοι τους πρέπει να είναι υπεύθυνοι όχι μόνο για το τι θα διδάσκονται, αλλά και το πώς θα διδάσκονται και πως θα αξιολογούνται.
2. Ο ρόλος της εμπειρίας των μαθητών
Οι ενήλικοι μαθητές έχουν σαφώς μεγαλύτερη εμπειρία από τα παιδιά και τους έφηβους. Η εμπειρία τους γίνεται η κύρια πηγή τόσο της μάθησής όσο και της προσωπικής ταυτότητας που έχουν αναπτύξει, καθώς όσο πιο πλούσια και πιο διαφοροποιημένη η εμπειρία τους, τόσο περισσότερη ποικιλία μπορούν να φέρουν στη δική τους μάθηση. Τα παιδιά από την άλλη, παρουσιάζουν μικρή προσωπική εμπειρία, και έτσι είναι αδύνατο αυτή η εμπειρία να χρησιμεύσει ως πηγή εκμάθησης, παρά μονάχα ως βάση.
3. Προσανατολισμός στη μάθηση
Για τι είδους γνώση ενδιαφέρονται περισσότερο οι ενηλίκες ; Οι ενήλικοι μαθητές αναζητούν πληροφορίες που είναι χρήσιμες στην προσωπική τους ζωή και στο εργασιακό τους περιβάλλον. Η εκμάθηση των νεαρών μαθητών, αντίθετα, έχει ως επίκεντρο το μάθημα, δηλαδή το θέμα καθορίζει την ακολουθία σύμφωνα με την οποία το διδακτικό περιεχόμενο θα παρουσιαστεί και θα διδαχθεί.
4. Προθυμία για μάθηση
Η προθυμία των ενήλικων μαθητών μπορεί να προκληθεί από -κυριολεκτικά- οτιδήποτε. Μια ξαφνική αλλαγή στη ζωή τους, η ανάγκη να αντιμετωπίσουν τα ζητήματα και τα προβλήματα της ζωής με μεγαλύτερη επιτυχία, η επιθυμία για αυτο-βελτίωση και αυτ -ανάπτυξη, και ούτω καθεξής. Οι ενήλικες θα πρέπει να γνωρίζουν το λόγο που πρέπει να μάθουν κάτι. Μόλις απαντήσουν στο ερώτημα αυτό, είναι έτοιμοι να ξεκινήσουν την μάθηση. Στα παιδιά, από την άλλη πλευρά, συνήθως λέγεται τι πρέπει να μάθουν και ο λόγος πίσω από τη μάθησή τους αφορά την ανάπτυξη των δεξιοτήτων τους για την επίτευξη του επόμενου επιπέδου μάθησης.
5. Κίνητρο για μάθηση
Τι παρακινεί τους ενήλικες να βρουν χρόνο για τη μάθησή τους στο πολυάσχολο πρόγραμμά τους; Ως επί το πλείστον τα κίνητρα είναι εγγενή: αυτοεκτίμηση, αυτοπεποίθηση, επιθυμία για καλύτερη ποιότητα ζωής, περιέργεια, αυτο-ανάπτυξη και αναγνώριση είναι μόνο μερικοί παράγοντες που παρακινούν τους ενήλικες για μάθηση. Τα εγγενή κίνητρα είναι πολύ πιο ισχυρά από τα εξωγενή, και κατά συνέπεια οι ενήλικες μαθητές είναι περισσότερο ικανοποιημένοι με τη διαδικασία της μάθησης, περισσότερο εστιασμένοι, και πιο επίμονοι και πρόθυμοι να εφαρμόσουν τις γνώσεις τους, πιο συχνά και με μεγαλύτερη επιτυχία από τους μικρούς μαθητές. Από την άλλη πλευρά, τα παιδιά παρακινούνται ως επί το πλείστον από εξωγενείς παραγόντες, όπως το να πάρουν καλούς βαθμούς ή να αποφύγουν τις συνέπειες της αποτυχίας.
Πηγή: elearningindustry.com
socialpolicy.gr