Νίκος Κουραχάνης
Μεταδιδακτορικός Ερευνητής,
Πάντειο Πανεπιστήμιο
Το άρθρο δημοσιεύθηκε την Κυριακή 24 Απριλίου στα Ενθέματα της Αυγής (Αρ. Φύλλου 885)
Αναδημοσίευση από – https://enthemata.wordpress.com/2016/04/24/kourahanis/
Πόσο ανεκτά μπορούν να θεωρούνται φαινόμενα ακραίου βασανισμού στις σύγχρονες μετανεωτερικές κοινωνίες; Η ιστορία του πλανήτη μας είναι η ιστορία της ανισότητας και της εκμετάλλευσης. Διαμέσου των αιώνων η κατασκευή και η ιεράρχηση πληθυσμιακών ομάδων ως κατώτερων οδήγησε, αναπόφευκτα, στη θυματοποίηση, ακόμη και στη θανάτωσή τους. Τα παραδείγματα είναι ποικίλα. Η ανθρώπινη εξαθλίωση, ο εργοδοτικός αυταρχισμός, ο ρατσισμός, ο σεξισμός και ο σπισισισμός (speciesism) διαχρονικά αποτελούν θύλακες ανισότητας και ακραίας εκμετάλλευσης της γήινης διαβίωσης. Ωστόσο, όλες αυτές οι μορφές καταπίεσης για αιώνες εκλαμβάνονταν ως καταστάσεις απολύτως φυσιολογικές.
Στην αρχαιότητα, οι δούλοι θεωρούνταν μια αποδεκτή και λογική συνθήκη σύμφωνα με τα κυρίαρχα πρότυπα αξιών. Στις φεουδαρχικές κοινωνίες οι δουλοπάροικοι εργάζονταν στους αγρούς σε συνθήκες εξαθλίωσης. Στην Αμερική, λίγους μόλις αιώνες πριν, οι έγχρωμοι σκλάβοι αντιμετωπίζονταν με αντίστοιχο τρόπο. Στις αστικές δημοκρατίες, μέχρι τον 19ο και τις αρχές του 20ού αιώνα, οι εργάτες δεν απολάμβαναν πλήρως θεμελιωμένα εργασιακά και κοινωνικά δικαιώματα. Οι γυναίκες στο δυτικό κόσμο, έως πολύ πρόσφατα, στερούνταν στοιχειωδών ελευθεριών και η ανισότητα έναντι των ανδρών θεωρούνταν μια κατάσταση ανεκτή. Εκτός Δύσης, σε πολλά μέρη η κατωτερότητα των γυναικών απέναντι στους άνδρες εξακολουθεί να συνιστά μια αδιαμφισβήτητη κανονικότητα θεμελιωμένη πρωτίστως σε θρησκευτικές δοξασίες. Η ομοφυλοφιλία σε πολλές χώρες αποτελεί, μέχρι σήμερα, αντικείμενο κοινωνικού στιγματισμού. Η εκμετάλλευση και η θανάτωση των ζώων, με σκοπό το εμπόριο ή την διατροφική απόλαυση, εξακολουθεί στις μέρες μας να εκλαμβάνεται σαν έλλογη πρακτική.
Ο θεωρητικός πλούτος και η συνεισφορά των νεότερων κοινωνικών κινημάτων του ’60 και του ’70 οδήγησε στην ανάδειξη νέων μορφών ανισότητας –με βάση αλλά και πέραν της ταξικής– όπως η φυλετική και η έμφυλη. Ωστόσο, η διάσταση του οικολογικού κινήματος, ακόμα και σήμερα, στον κυρίαρχο λόγο προβάλλεται με όρους μη πολιτικούς. Θεμελιώδεις πτυχές –όπως η πολιτική οικολογία ή το ζήτημα της βάναυσης καταπάτησης των δικαιωμάτων των ζώων– διαχρονικά παραγκωνίστηκαν.
Με τον όρο σπισισισμός νοείται κυρίως η νοοτροπία μεροληψίας κάποιου είδους γήινης ύπαρξης υπέρ των συμφερόντων του, συνοδευόμενη από την αδιαφορία για την οδύνη που προξενεί στα θύματα του. [1]
Ο «αντισπισισμός» είναι ένα πεδίο κοινωνικής πολιτικής το οποίο μελλοντικά μπορεί να ανθήσει, όταν αυτή απεμπολήσει τον μονοδιάστατα ουμανιστικό χαρακτήρα της. Σύμφωνα με αυτή την προσέγγιση, ο άνθρωπος έχει διαχρονικά καταστεί εξουσιαστής του φυσικού κόσμου. Τα μη ανθρώπινα ζώα δεν έχουν τις ίδιες δυνατότητες αντίληψης με τα ανθρώπινα. Ωστόσο, έχουν παρόμοιες επιθυμίες για ασφαλή διαβίωση και, φυσικά, για αποφυγή οποιουδήποτε αισθήματος πόνου. [2] Επίσης διαθέτουν συνείδηση και επιθυμούν τη ζωή, την ανάπτυξη, την ευημερία. [3] Τα μη-ανθρώπινα ζώα μετατρέπονται σε αντικείμενο εκμετάλλευσης από τον άνθρωπο με δύο, κυρίως, τρόπους: πρώτον, προσφέροντας τα προϊόντα τους (π.χ. μαλλί, γούνα, γάλα, αυγά) ή με τη μορφή του εμπορεύματος [4] (όπου ως εμπόρευμα νοείται η ίδια η σάρκα τους).
Πως είναι όμως δυνατόν φιλελεύθερες αστικές δημοκρατίες, απαλλαγμένες από μεταφυσικές ιδεοληψίες και προτάσσοντας το επιχείρημα της πολιτισμένης διαβίωσης βασισμένης στην ανεκτικότητα και την αποδοχή του άλλου, να αποσιωπούν μορφές κυνικού βασανισμού; Μέχρι σήμερα, ελάχιστες παρεμβάσεις σημειώθηκαν που τηρούνται, από ελάχιστους, ελάχιστα. Μια από αυτές ήταν η Διακήρυξη των Δικαιωμάτων των Ζώων του 1978 στο Παρίσι.[5] Διαχρονικά δεν εφαρμόζεται. Η Ελλάδα βρίσκεται έτη φωτός πίσω, με εξαίρεση μειοψηφικές πρωτοβουλίες που ξεπηδούν κυρίως από το κίνημα του οικοαναρχισμού.
Μια κοινωνία που εθελοτυφλεί στα δεινά και στα βασανιστήρια που προξενεί στα έμβια όντα είναι μια κοινωνία που δεν μπορεί να εφαρμόσει την κοινωνική πολιτική της χειραφέτησης, της ελευθερίας, της οικουμενικής –μη ανθρωποκεντρικής– ευημερίας. Είναι μια κοινωνία, στην κοινωνική πολιτική της οποίας η αναδιανεμητική επίδραση θα διαβρώνεται ολοένα και περισσότερο, εγκαταλείποντας τα ισχνά πρότυπα ανθρωποκεντρικής ισότητας που προσέγγισε μεταπολεμικά. Η εδραίωση ενός αντισπισιστικού λόγου, ανταγωνιστικού προς τον κυρίαρχο στις σύγχρονες καπιταλιστικές κοινωνίες θεωρείται ακόμη πρώιμη. Επομένως, τι αξία μπορεί να διαθέτει η διατύπωση θέσεων και ιδεών για μια κοινωνική πολιτική πέραν των δεσμών του ανθρωποκεντρισμού, όταν η ίδια στο σύγχρονο πλαίσιο κινείται προς μια αντιουμανιστική, αλλά προς τα αντίθετα, κατεύθυνση; Τι νόημα έχει να αντιμαχόμαστε τον ουμανισμό από μια προοδευτικότερη κοινωνικά και οικολογικά σκοπιά, όταν ο πρώτος έχει ηττηθεί κατά κράτος από το νεοφιλελεύθερο παράδειγμα αυταρχικού καπιταλισμού; Η επιμονή στην ανάδειξη τέτοιου είδους στοχεύσεων έχουν οπωσδήποτε ιδιαίτερη σημασία. Όσο πολύ φως κι αν θέλει ακόμη για να ξημερώσει, η ελπίδα πάντοτε θα βρίσκεται στην αντοχή της μη παραδοχής της ήττας.
————————————
[1] R. Ryder, «Speciesism Again: the Original Leaflet», Critical Society Issue, 2 (2010), σ. 1-2.
[2] Βλ. το ντοκιμαντέρ Earthlings (2005)
[3] P.A. Svard, «Protecting the Animals? An Abolitionist Critique of Animal Welfarism and Green Ideology», στο R. Sollund R. (επιμ.), Global Harms. Ecological Crime and Speciesism, Nova Science Publishers, Nέα Υόρκη, 2008.
[4] Β. Torres, Making a Killing. The Political Economy of Animal Rights, AK Press, Όκλαντ, 2007.
[5] UNESCO, «Universal Declaration of Animal Rights», Παρίσι 1978.
Discover more from socialpolicy.gr
Subscribe to get the latest posts sent to your email.