Της Έλενας Χαβαλεδάκη
Απόφοιτη του τμήματος Κοινωνικής Πολιτικής
Παντείου Πανεπιστημίου
Ο εθνικισμός αποτελεί ένα από τα πιο πολυσυζητημένα θέματα των κοινωνικών επιστημών. Άλλωστε, τα ερωτήματα γύρω από τις έννοιες του έθνους και του εθνικισμού συνεχίζουν να βρίσκονται στο επίκεντρο του επιστημονικού ενδιαφέροντος. Ωστόσο, αποτελεί ένα από τα δυσκολότερα και πολυπλοκότερα θέματα για ανάλυση στο πεδίο των κοινωνικών επιστημών. Διότι, εμπεριέχει έννοιες όπως το έθνος, η εθνική ιδεολογία και η εθνική ταυτότητα, οι οποίες κάθε φορά παρουσιάζουν διαφορετικά χαρακτηριστικά μέσα στο ευρύτερο κοινωνικό, πολιτισμικό και πολιτικό πλαίσιο που τις δημιουργεί.
Αναμφισβήτητα, το ιδεολογικό κίνημα του εθνικισμού έχει διεισδύσει σε κάθε γωνιά του πλανήτη και έχει διαδραματίσει αποφασιστικό ρόλο στη διαμόρφωση του σύγχρονου κόσμου. Δεν υπάρχει σχεδόν καμία περιοχή του κόσμου που να μην έχει σημαδευτεί από εθνικές συγκρούσεις ή στην οποία να μην έχουν παρατηρηθεί κινήματα που διεκδικούσαν την εθνική ανεξαρτησία του λαού τους. Στην ιστορία έχουν καταγραφεί γεγονότα, όπου χιλιάδες άνθρωποι έχουν δώσει τη ζωή τους για την πατρίδα και αυτή η σχεδόν μαζική αυτοθυσία συνεχίζεται μέχρι σήμερα.
Βασική επιδίωξη του παρόντος κειμένου είναι η γενική προσέγγιση του δόγματος του εθνικισμού με σκοπό την οριοθέτηση και τη κατανόηση της έννοιας. Θα πρέπει να σημειωθεί ότι, το συγκεκριμένο κείμενο θα προσπαθήσει να πάρει τη δυνατόν μεγαλύτερη απόσταση από γεγονότα και θεωρίες και να μελετήσει τον εθνικισμό με αντικειμενικότητα και αξιολογική ουδετερότητα.
Είναι αλήθεια ότι, δεν μπορεί να διατυπωθεί μια ‘’ενιαία’’ και ‘’καθαρή’’ θεωρία που να εφαρμόζεται σε όλα τα εθνικού τύπου φαινόμενα ανά τον κόσμο. Άλλωστε, η πλαστικότητα της έννοιας και η ποικιλομορφία των απόψεων που έχουν διατυπωθεί για το εθνικό φαινόμενο φανερώνουν ότι έχει διανύσει μια ασταθή πορεία στον επιστημονικό λόγο. Παρ’ όλα αυτά, θα μπορούσε να ειπωθεί ότι ο εθνικισμός γεννάται όταν ένας σχετικά μεγάλος αριθμός ανθρώπων αποκτά εθνική συνείδηση και κατέχεται από μια ισχυρή θέληση του συνανήκειν σε μια πολιτικά ή πολιτισμικά οργανωμένη συλλογικότητα. Η συλλογικότητα αυτή θα πρέπει να αναπαράγεται μέσα στον ιστορικό χρόνο, να αυτοπροσδιορίζεται ως εθνική και ταυτόχρονα να αναγνωρίζεται ως εθνική και από τους ‘’άλλους’’.
Δε θα πρέπει να ξεχνάμε ότι, ο εθνικισμός είναι ένα ιστορικό φαινόμενο και αρχική υποχρέωση της κοινωνικής επιστήμης είναι να το κατανοήσει στην ιστορική του διάσταση. Παράλληλα, δεν θα πρέπει να αδιαφορήσουμε για τα ερωτήματα, τους προβληματισμούς και τις θεωρίες που θα τεθούν στο μέλλον, μιας και ο εθνικός λόγος φιλοδοξεί να είναι τόσο σύγχρονος όσο και ζωντανός.
Αξίζει να ειπωθεί ότι, η ταυτότητα που οικοδομεί ο εθνικισμός στηρίζεται στην αναδιάταξη πληθώρας γνωρισμάτων, όπως είναι η θρησκεία, η γλώσσα και η μυθοπλασία, όπου στη νεοτερικότητα εθνικοποιούνται και αποκτούν πολιτική σημασία. Επίσης, η εθνική ταυτότητα αφορά υποκείμενα τα οποία έχουν αποκοπεί από τη παράδοση. Συνεπώς, είναι μια αφηρημένη, νοερή ταυτότητα, η οποία ζητά συνεχώς βιωματική νομιμοποίηση.
Στις επόμενες παραγράφους θα γίνει ειδική αναφορά στη θρησκεία, στη γλώσσα και στη μυθοπλασία καθώς και στο πώς αλλάζουν και πολιτικοποιούνται ως προς τις χρήσεις και τη λειτουργικότητά τους με σκοπό να χρησιμοποιηθούν από την ιδεολογία του εθνικισμού.
Ο εθνικισμός και η θρησκεία είναι δύο διαφορετικοί τρόποι σκέψης και πράξης. Ο εθνικισμός διαφέρει από τη θρησκεία λόγω της εγκοσμιότητας του περιεχομένου, της μεθοδολογίας και των επιδιώξεών του. Παράλληλα, εμπνέει τους οπαδούς του με διαφορετικού τύπου συναισθήματα, προτρέπει διαφορετικού τύπου ενέργειες και εξαρτάται από διαφορετικού τύπου μηχανισμούς εδραίωσης και επέκτασης. Από την άλλη πλευρά, η θρησκεία δεν είναι προϊόν του εκσυγχρονισμού αλλά σώμα δοξασιών με μεταφυσικό περιεχόμενο. Επιπλέον, η θρησκεία δε συνιστά εκ ορισμού πολιτική ιδεολογία, όπως συνιστά ο εθνικισμός. Ακόμη, οι δεσμοί με τους οποίους ο εθνικισμός συγκρατεί τους οπαδούς του είναι διαφορετικοί από αυτούς με τους οποίους η θρησκεία διατηρεί τους δικούς της πιστούς. Στην ιδεολογία του εθνικισμού οι στόχοι, οι αξίες και οι κυρώσεις έχουν εγκόσμιο περιεχόμενο, ενώ στη θρησκεία το μεταφυσικό περιεχόμενο των δοξασιών παραπέμπει σε εμπειρικούς ελέγχους και περιορισμούς. Στα εθνικιστικά δόγματα η θρησκεία αλλάζει και πολιτικοποιείται ως προς τις χρήσεις και τη λειτουργικότητά της. Ταυτόχρονα, οι εθνικισμοί ισχυρίζονται ότι αποδεικνύουν την ύπαρξη του Θεού και αναπτύσσουν μεταφυσικού χαρακτήρα επιχειρηματολογίες.
Εκτός από τη θρησκεία και η γλώσσα εμπεριέχει τα διακριτικά γνωρίσματα στα οποία καταφεύγει η εθνικιστική ιδεολογία. Στη φιλοσοφία του, ο Γ. Γκ. Φίχτε, αντιλαμβάνεται το έθνος ως φυσική γλωσσική κοινότητα. Επίσης, με βάση τον φιλόσοφο, Φ. Σλαϊερμάχερ, η γλώσσα αποτελεί το εξωτερικό και πρόδηλο σημάδι των διαφορών που ξεχωρίζουν το ένα έθνος από το άλλο. Επιπλέον, η γλώσσα είναι το σπουδαιότερο κριτήριο για την αναγνώριση της ύπαρξης ενός έθνους και του δικαιώματός του να αποκτήσει κράτος. Ακόμη, όπως διακήρυττε τον 18ο αιώνα ο φιλόσοφος, Γ. Γκ. Χέρντερ, κάθε λαός θα πρέπει να έχει τη δική του εθνική διαμόρφωση και γλώσσα.
Ο εθνικισμός αποζητά σημεία αναφοράς για την ενίσχυση της συνοχής του εθνικού σώματος και την επέκταση της εθνικής ομοιογένειας και η γλώσσα, είτε στην ολοκληρωμένη είτε την εμβρυακή της μορφή, προσφέρεται για αυτό τον σκοπό. Ιδιαίτερα, οι εθνικές έντυπες γλώσσες έχουν τεράστια ιδεολογική και πολιτική σημασία. Γενικά, ο εθνικισμός θέλει να κατέχεται από μια ξεχωριστή γλωσσική κληρονομιά για να τεκμηριώνει τη πολιτισμική του ιδιαιτερότητα. Έχει τη τάση να αναβαπτίζει το γλωσσικό κριτήριο από απλό πολιτισμικό γνώρισμα σε κυρίαρχο εθνικό χαρακτηριστικό. Παράλληλα, εθνικοποιεί τις σωζόμενες γλώσσες, τις συλλέγει, τις κατατάσσει, τις περιοδολογεί και μελετά τα γραπτά μνημεία του έθνους. Ωστόσο, θα πρέπει να σημειωθεί ότι, η γλώσσα από μόνη της δεν παράσχει το κριτήριο της εθνικής διαφοροποίησης, δεν αποτελεί εργαλείο αποκλεισμού κι ούτε αποδεικτικό τεκμήριο της αρχαιότητας των εθνικών διακρίσεων.
Όσον αφορά τη μυθοπλασία, ο μύθος είναι η γνώση που διαχέεται για το παρελθόν επειδή αξιοποιεί και μεταπλάθει τις προσλαμβάνουσες παραστάσεις του σύγχρονου υποκειμένου για τον κόσμο. Έπειτα, τις εμπλουτίζει με προσδοκίες και φαντασιώσεις. Επίσης, υπηρετεί την ανάγκη του υποκειμένου να προσδιοριστεί έναντι του ‘’άλλου’’, του αλλοεθνή. Επιπλέον, οι μύθοι αποτελούν τμήματα της πραγματικότητας και δεν μπορούν να εξοριστούν στο χώρο του φανταστικού και εξωπραγματικού. Ιδιαίτερα, όταν αποτελούν ιδέες τις οποίες τις ενστερνίζονται ολόκληρες κοινωνικές ομάδες.
Ο εθνικισμός έχει τη τάση να διαμορφώνει την εικόνα για το παρελθόν, το παρόν και το μέλλον του έθνους. Επίσης, η εθνικιστική ιδεολογία αναφέρεται και αναδεικνύει συγκεκριμένα γεγονότα του παρελθόντος, τα οποία ‘’συνέχονται από το ίδιο κεντρικό κατηγόρημα: την διαχρονική διαδρομή μιας νοερής κοινότητας του παρόντος που προβάλλεται αναδρομικά στο παρελθόν ως κατ’ ουσίαν αναλλοίωτη.’’ Όμως, η διαμάχη μεταξύ των εθνικισμών έχει να κάνει με το περιεχόμενο και την πειστικότητα των μύθων και όχι με τη πράξη της παραγωγής των εθνικών μύθων καθεαυτήν.
Κλείνοντας, το ιδεολογικό κίνημα του εθνικισμού κατάφερε να διεισδύσει και να αποκτήσει θεμελιώδη σημασία σε ολόκληρο τον κόσμο. Από όλες τις συλλογικές ταυτότητες που μοιράζονταν και συνεχίζουν να μοιράζονται τα κοινωνικά υποκείμενα, η εθνική ταυτότητα είναι η πιο θεμελιώδης και η πιο περιεκτική. Δεν υπάρχει σχεδόν καμία περιοχή του κόσμου που να μην έχει σημαδευτεί από εθνικές συγκρούσεις ή στην οποία να μην έχει παρατηρηθεί η εμφάνιση κινημάτων που διεκδικούσαν την εθνική ανεξαρτησία του εκλεκτού λαού τους. Συνεπώς, η παγκοσμιοποίηση του εθνικισμού είναι μια παντοδύναμη πραγματικότητα η οποία διέπει τις πολιτισμικές μας αντιλήψεις, τα πολιτικά μας εγχειρήματα και εμπνέει τους διάφορους λαούς με αντίσταση, αγώνες και σύγκρουση.
[irp]
Βιβλιογραφία:
Λέκκας, Π., 2011, ‘’Η Εθνικιστική ιδεολογία. Πέντε υποθέσεις εργασίας στην ιστορική κοινωνιολογία’’, Αθήνα: Παπαζήση
Λέκκας, Π., 2011, ‘’Το παιχνίδι με τον χρόνο. Εθνικισμός και νεοτερικότητα’’, Αθήνα: Παπαζήση
Anderson, B., 1997, ‘’Φαντασιακές Κοινότητες. Στοχασμοί για τις απαρχές και τη διάδοση του Εθνικισμού’’, Αθήνα: Νεφέλη
Gellner, E., 1983, ‘’Έθνη και Εθνικισμός’’, Αθήνα: Αλεξάνδρεια
Αν και το παραπάνω είναι ένα, σε γενικές γραμμές, ψύχραιμο κείμενο η χρήση της λέξης “δόγμα” (βλ. η γενική προσέγγιση του δόγματος του εθνικισμού)υπήρξε εξαιρετικά ατυχής. Διότι ο εθνικισμός δεν είναι δόγμα, αλλά ένα πολυπαραγοντικό ιστορικό φαινόμενο.