Ζαφράς Ιωάννης
Προπτυχιακός Φοιτητής
Τμήμα Κοινωνιολογίας Πάντειο Πανεπιστήμιο**
Εν μέσω μιας πολυεπίπεδης και πολυπαραγοντικής κρίσης που ήδη μετρά τον 8ο χρόνο της παρουσίας της στη χώρα μας, το ασφαλιστικό σύστημα διέρχεται μια περίοδο αναπροσδιορισμού του ρόλου του σε ένα κράτος που συνεχώς πιέζεται έξωθεν να ακολουθήσει νεοφιλελεύθερες πολιτικές λιτότητας που αποδομούν τον Κοινωνικό του χαρακτήρα. Άλλωστε, αυτό είναι απόρροια ενός άλλοτε κοινωνικού συμβολαίου με ισχυρά λαϊκά ερείσματα. Στη συνέχεια θα παρουσιαστούν οι βασικότεροι δημογραφικοί και κοινωνικοί παράγοντες που οδήγησαν το σύστημα σε ένα αδιέξοδο.
Ας ξεκινήσουμε με τις βασικές αρχές που θεωρητικά υποστηρίζει το παρόν σύστημα της χώρας μας : την διαγενεακή αναδιανομή , δηλαδή τη μεταβίβαση βαρών από τα εργασιακά ανενεργά άτομα (συνταξιούχοι και κάθε άτομο που έχει συνταξιοδοτικό δικαίωμα) στα οικονομικά ενεργά άτομα, δηλαδή τα άτομα 15-64 ετών. Οι τωρινοί εργαζόμενοι πληρώνουν μέσω ασφαλιστικών εισφορών μέρος των συντάξεων και των επιδομάτων των συνταξιούχων με απώτερο σκοπό όταν θα φτάσουν σε ηλικία που θα τους απαγορεύει την εργασία να υπάρχει ένα «δίχτυ κοινωνικής προστασίας» και οι νέοι εργαζόμενοι να χρηματοδοτούν τις συντάξεις τους.
Η βιωσιμότητα ενός τέτοιου συστήματος έγκειται αφενός στη συμμετοχή όλων των πολιτών στο δημόσια χρηματοδοτούμενο αναδιανεμητικό σύστημα ,αφετέρου είναι λειτουργικό μόνο εάν οι εργαζόμενοι είναι περισσότεροι από τους εργασιακά ανενεργούς ,ώστε να διατηρείται μια διαγενεακή ισορροπία.
Το 1975 η αναλογία συνταξιούχων προς τους εργαζόμενους ήταν 3,66 : 1 [1]. Το 2009 αυτή η ισορροπία άλλαξε : 1,7 εργαζόμενοι αντιστοιχούσαν σε 1 συνταξιούχο [2]. Το 2017 οι περισσότερες εκτιμήσεις κυμαίνονται μεταξύ 1,4 -1,05 εργαζόμενοι : 1 συνταξιούχο [3]. Παρατηρούμε μια συνεχώς αυξανόμενη συμπίεση των εργαζομένων με μια παράλληλη αύξηση των ατόμων που κατοχυρώνουν συνταξιοδοτικά δικαιώματα με αποτέλεσμα το Σύστημα Κοινωνικής Ασφάλισης της χώρας να βρίσκεται σε μια «κρίση ταυτότητας».
Παρακάτω παρουσιάζονται συνοπτικά οι κυριότερες αιτίες :
- Υπογεννητικότητα σε συνδυασμό με την αύξηση του βιοτικού επιπέδου του Έλληνα που έχει ως αποτέλεσμα την εκτίναξη του μέσου προσδόκιμου ζωής, άρα και τη χρονικά μεγαλύτερη υποχρέωση του κράτους να συντηρεί τους ηλικιωμένους πολίτες του μέσω συνταξιοδοτικών προγραμμάτων και παροχών.
Ενδεικτικά, ενώ το ισοζύγιο γεννήσεων-θανάτων το 2004 ήταν +715 [4] ,το σκηνικό άλλαξε το 2015, όταν το ισοζύγιο ήταν -21.592 (δηλαδή ισάριθμοι θάνατοι περισσότεροι από τις γεννήσεις)
Πίνακας 1: Στοιχεία σχετικά με τη «δημογραφική βόμβα» την οποία θα κληθεί να αντιμετωπίσει η χώρα μας
Σύμφωνα με την έκθεση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής «Ageing Report»[5]: «Τα ποσοστά γονιμότητας θα σημειώσουν ισχνή αύξηση της τάξης του 0,24% από το 2013 έως το 2060, ενώ μέχρι περίπου το 2030 ο ρυθμός γονιμότητας θα βρίσκεται οριακά πάνω από το μηδέν, με αποτέλεσμα οι ηλικιωμένοι να αυξάνονται σε σχέση με τους νέους», ενώ η αναλυτική σύνθεση του πληθυσμού ,ανάλογα με την ηλικιακή ομάδα είναι η εξής [6] :
- τα άτομα ηλικίας έως 14 ετών θα μειωθούν από το 14,6% του πληθυσμού στο 12,9% (μείωση -1,8%).
- Τα άτομα ηλικίας 25 – 54 θα υποχωρήσουν από το 42,6% στο 33,3% του πληθυσμού (μείωση 9,3%).
- Τα άτομα που βρίσκονται σε αυτό που ονομάζουμε παραγωγική ηλικία (15 – 64 ετών) θα μειωθούν από το 65,1% στο 54,2% του πληθυσμού (μείωση 10,9%).
- Το φαινόμενο της μαζικής μετανάστευσης νέων στο εξωτερικό ,το λεγόμενο «brain drain» που έχει στοιχίσει στα ασφαλιστικά ταμεία της χώρας 1,5 δις. πόρους και το βάρος της απώλειας των οποίων καλούνται να επωμιστούν δυσανάλογα οι Έλληνες εργαζόμενοι [7] . Εκτός αυτού, ο παραγωγικός ιστός της οικονομίας χάνει το πιο δυναμικό κομμάτι ,τους νέους με αυξημένα προσόντα που βρίσκονται σε παραγωγική ηλικία. Σύμφωνα με τα στατιστικά στοιχεία που έχει στη διάθεσή της η Τ.τ.Ε, ο αριθμός των μονίμως εξερχόμενων Ελλήνων ηλικίας 15-64 ετών, από το 2008 μέχρι σήμερα, ξεπερνά τις 427.000 [8]». Η Ελλάδα κατέχει την τέταρτη θέση στην Ε.Ε. στη μαζικότητα της μεταναστευτικής εκροής και στην αναλογία της στο εργατικό δυναμικό της χώρας, μετά την Κύπρο, την Ιρλανδία και τη Λιθουανία, και την τρίτη θέση μετά την Κύπρο και την Ισπανία όσον αφορά το ποσοστό των νέων σε ηλικία εξερχόμενων μεταναστών. Συγκεκριμένα, οι εξερχόμενοι Έλληνες, μόνο κατά το 2013, αντιπροσωπεύουν περισσότερο από το 2% του συνολικού εργατικού δυναμικού της χώρας, ενώ η αναλογία των νέων της πλέον παραγωγικής ηλικίας 25-39 ετών ξεπερνά το 50% στο σύνολο των εξερχομένων» [9].
Από τα παραπάνω αντιλαμβανόμαστε την έκταση του φαινομένου ,το οποίο «συνομιλεί» διαλεκτικά με τα ανωτέρω στοιχεία για την υπογεννητικότητα και το μέλλον του ασφαλιστικού συστήματος της χώρας μας.
Πίνακας 2 : Το νέο (μικρότερο των 45 ετών ) παραγωγικό κομμάτι της κοινωνίας αναδεικνύεται ως το νούμερο 1 εξαγώγιμο προϊόν της χώρας μας
- Ακόμη ένα φαινόμενο που επιδεινώνει την κατάσταση του ήδη επιβαρυμένου Εθνικού ασφαλιστικού συστήματος είναι η έκταση που έχει λάβει η ανασφάλιστη –μαύρη εργασία στη χώρα μας. Ο όρος «αδήλωτη εργασία» είναι πάλι αρκετά διευρυμένος και περιλαμβάνει την ‘’ανασφάλιστη εργασία, την καταστρατήγηση του βασικού πενθήμερου και της αργίας της Κυριακής χωρίς την απαιτούμενη άδεια, την υπέρβαση του ωραρίου μερικής απασχόλησης και τη μη αναγγελία των υπερωριών’’ [10] Τα οφέλη από την αδήλωτη εργασία είναι αμοιβαία τόσο για τους εργοδότες ,όσο και για τους εργαζόμενους . Μειώνεται μεν το μη μισθολογικό κόστος , δηλαδή οι φόροι που πληρώνουν οι εργοδότες καθώς δε και το κόστος συμμετοχής τους στην ασφαλιστική κάλυψη των εργαζομένων (ασφαλιστικές εισφορές) [11]. Σημαντικό ρόλο στην αδήλωτη εργασία έχει και η υπερφορολόγηση των επιχειρήσεων και οποιασδήποτε επικερδούς δραστηριότητας στη χώρα , με αποτέλεσμα την αναγκαστική προσφυγή στην αδήλωτη εργασία ,ώστε να είναι ανταγωνιστική μια επιχείρηση. Οι εργαζόμενοι, καθώς καθίσταται όλο και πιο δύσκολο να βρουν εργασία ή απασχόληση στην επίσημη αγορά, λόγω της οικονομικής απραξίας, καταφεύγουν στην ανεπίσημη αγορά και την παραοικονομία .
Η αδήλωτη εργασία, ενώ φαινομενικά μειώνει την ανεργία, εφόσον, έστω και παράτυπα, υπάρχει απασχόληση και τα άτομα εξασφαλίζουν κάποιο εισόδημα, εντούτοις ενισχύει την κακή εικόνα των στατιστικών ανεργίας της χώρας, καθώς οι επίσημες στατιστικές εκθέσεις δεν είναι σε θέση να γνωρίζουν και να καταγράφουν αυτές τις οικονομικές δραστηριότητες. Ακόμη, η αδήλωτη και η μαύρη εργασία είναι καταστρεπτικές για το δημόσιο σύστημα ασφάλισης ,καθώς χάνονται πόροι (ασφαλιστικές εισφορές) που χρησιμοποιούνται για τη χρηματοδότηση των συντάξεων. Σύμφωνα με το Ευρωπαϊκό Σώμα Επιθεώρησης Εργασίας (ILO) ,το 24% του Α.Ε..Π της χώρας (1/4 σχεδόν) προέρχεται από τη μαύρη και αδήλωτη εργασία [12].
Τα παραπάνω φαινόμενα αφορούν στις κοινωνικές-δημογραφικές αιτίες του αδιεξόδου του συστήματος ασφάλισης. Είναι κατανοητό ότι τα προβλήματα δεν περιορίζονται εδώ. Παθογένειες οικονομικής-πολιτικής και δημοσιονομικής φύσης συνέβαλαν εξίσου στη συνδιαμόρφωση της άκρως προβληματικής εικόνας του ασφαλιστικού. Ενδεικτικά θα αναφέρουμε την κακοδιοίκηση των ταμείων καθόλη τη διάρκεια της μεταπολίτευσης [13], την αδυναμία του κράτους να διανείμει ισότιμα και δίκαια τον κοινωνικό πλούτο στις ομάδες που το είχαν πραγματικά ανάγκη[14], τη διογκωμένη συνταξιοδοτική δαπάνη, η οποία ακόμη και μετά την κρίση δεν προσαρμόστηκε στις αλλαγές που έπρεπε να γίνουν στη χώρα αναδεικνύοντας τη διαπραγματευτική δύναμη ορισμένων κοινωνικών ομάδων έναντι του κράτους[15] αλλά και την πραγματικά σκανδαλώδη διαχείριση των αποθεματικών των ταμείων όλα αυτά τα χρόνια από άτομα των κυβερνήσεων που δεν αντιπροσώπευαν το συμφέρον του Ελληνικού λαού.
Αρχή μιας καινούργιας προσπάθειας διάσωσης των κεκτημένων του Ελληνικού λαού θα ήταν αφενός η συντονισμένη και δυναμική παρέμβαση του κράτους ,τόσο στην προσπάθεια επαναπατρισμού των νέων παραγωγικών Ελλήνων που εργάζονται και ζουν στο εξωτερικό, όσο και μια οργανωμένη κοινωνική οικογενειακή πολιτική που θα προσπαθεί να αναδείξει τα οφέλη της Ελληνικής οικογένειας και να στηρίξει τους νέους ανθρώπους να δημιουργήσουν οικογένειες, ώστε να αποφευχθεί η εικόνα μιας μελλοντικής κοινωνίας γερόντων που θα αποτελέσει τη χαριστική βολή στο ασφαλιστικό σύστημα της χώρας.
** Μεγάλο μέρος των στοιχείων του παρόντος άρθρου ελήφθη από την εργασία του γράφοντος : «Κοινωνιολογικές και Δημογραφικές διαστάσεις της Ανεργίας και της Μη Προστατευόμενης εργασίας» με επιβλέποντα καθηγητή τον Τ. Κωστόπουλο, Πάντειο Πανεπιστήμιο Κοινωνικών και Πολιτικών Επιστημών.
———————————–
[1] «Η ακτινογραφία του ασφαλιστικού» Γ.Στρατόπουλος, Εφημερίδα Protagon 11/4/2016.
[2] Ό.π
[3] Ό.π
[4] Το πρόσημο στον αριθμό του ισοζυγίου δηλώνει ,αν πρόκειται περί θετικής ή αρνητικής μεταβολής.
[5] Ό.π
[6] Ό.π
[7] «Ασφαλιστικά Ταμεία : Αιμορραγία 1,5 δις. από τη φυγή νέων επιστημόνων», Η. Γεωργάκης ,Τα Νέα 22/3/2017.
[8] «Το τρίτο μεταναστευτικό κύμα των Ελλήνων», Σ.Καρακασίδης ,Καθημερινή ,2/7/2016.
[9] «Η Ελλάδα το 2060», Ημερησία οn line, 10/11/2014.
[10] «Αδήλωτη εργασία και ευέλικτες μορφές απασχόλησης: Η περίπτωση της μερικής απασχόλησης» Κ. Λαμπέα , ΕΚΚΔΑ ,Τμήμα Διοίκησης Οργανισμών Κοινωνικής Πολιτικής ,ανάκτηση 12/4/2017.
[11] «Η Αδήλωτη εργασία στην Ελλάδα : Αξιολόγηση των σύγχρονων μέτρων καταπολέμησης του φαινομένου», Καψάλης Α. , ΙΝΕ/ΓΣΕΕ, Ιανουάριος 2015.
[12] «Στο 24% του ΑΕΠ η μαύρη εργασία στην Ελλάδα», CNN Greece, 3/2/2016.
[13] «Η Κοινωνική πολιτική σε δύσκολους καιρούς» Κριτική, Αθήνα 2013, σελ.36-59, Ματσαγγάνης Μ.
[14] «Οικονομική κρίση και κοινωνικό κράτος», Επίκεντρο, Αθήνα 2013, σελ. 103-104, Ρομπόλης Σ.
[15] «Ασφαλιστικό: Μια μέθοδος ανάγνωσης», Κριτική, Αθήνα 2010, Κεφάλαια 2-3, Τήνιος Π.