Ντούνης Ανδρέας
Οι κοινωνιολογικές μελέτες και αναλύσεις για το φαινόμενο της αυτοκτονίας υπογραμμίζουν και αναδεικνύουν την κοινωνική αιτιολογία επί των αιτιών που έχουν ως επίκεντρο το άτομο. Από το έργο του Durkheim και μετέπειτα, η κατασκευή της κοινωνικής ενσωμάτωσης έχει καθοδηγήσει σημαντικό τμήμα των κοινωνιολογικών αναλύσεων.
Εν γένει, οι κοινωνικοί παράγοντες που σχετίζονται με την αυτοκτονία μπορούν να οριστούν ως αυτοί που είναι το αποτέλεσμα της αλληλεπίδρασης μεταξύ ατομοκεντρικών και εξωτερικών καταστάσεων. O Durkheim (1897) ήταν ένας από τους πρώτους κοινωνιολόγους που εξέλαβε την αυτοκτονία ως αποτέλεσμα κοινωνικών παραγόντων, εξετάζοντας τον ρόλο αυτών των παραγόντων χρησιμοποιώντας δεδομένα από αρκετές Ευρωπαϊκές χώρες.
Οι ιδέες του Emile Durkheim βασίζονται σε επιδημιολογικές μελέτες (ένα σημείο στο οποίο θα ασκηθεί κριτική από έτερους μελετητές). Η θεωρία του (συνοπτικά) αναφέρει ότι υφίστανται δύο σημαντικές διαστάσεις κοινωνικής επιρροής προς τα άτομα: η κοινωνική ενσωμάτωση, που αποτελεί τον βαθμό σύνδεσης μεταξύ του ατόμου και ενός (του) κοινωνικού δικτύου, και η κοινωνική ρύθμιση, που αποτελεί τον βαθμό επιρροής που ασκεί η κοινωνία επί του ατόμου.
Οι δύο αυτές διαστάσεις οδηγούν σε 4 διαφορετικούς τύπους αυτοκτονιών (α) εγωιστική αυτοκτονία (β) αλτρουιστική αυτοκτονία (γ) φαταλιστική αυτοκτονία και (δ) ανομική αυτοκτονία.
Η προσέγγιση του Durkheim θεωρείται θετικιστική. Επιχειρούσε να γενικεύσει το φαινόμενο της αυτοκτονίας σε έναν κοινωνικό νόμο, όπως τα φυσικά φαινόμενα οδηγούν σε φυσικούς νόμους. Η θετικιστική προσέγγιση στο φαινόμενο της αυτοκτονίας δέχθηκε κριτική από έτερα ρεύματα κοινωνιολογικής σκέψης, αλλά και έτεροι θετικιστές μελετητές του φαινομένου της αυτοκτονίας επιχείρησαν να εμπλουτίσουν τα ευρήματά του.
Ο Maurice Halbwachs (1930) ήταν συνεχιστής της θετικιστικής προσέγγισης του Durkheim αλλά πρόσθεσε νέα στοιχεία στη θεωρία του. Ο Halbwachs ισχυρίστηκε πώς οι διαφορές μεταξύ διαβίωσης σε αστικές και αγροτικές περιοχές αποτέλεσαν τις κύριες αιτίες των διαφοροποιήσεων στα ποσοστά αυτοκτονιών. Τα υψηλότερα ποσοστά αυτοκτονιών μεταξύ των Προτεσταντών, των ατόμων που ζούσαν μόνοι / μόνες κ.ο.κ. αποτέλεσαν επίδραση μάλλον της διαβίωσης τους σε αστικές περιοχές – οι συγκεκριμένες ομάδες ήταν πιο πιθανό να εντοπιστούν σε πόλεις, δηλαδή σε μέρη όπου οι άνθρωποι ζουν πιο απομονωμένες ζωές.
Ο Sainsbury (1955) βρήκε πώς οι αυτοκτονίες στα δημοτικά διαμερίσματα του Λονδίνου ήταν περισσότερες στα διαμερίσματα εκείνα στα οποία η κοινωνική αποδιοργάνωση ήταν μεγαλύτερη.
Οι Jack Gibbs και Walter Martin (1964) επιχείρησαν να πραγματοποιήσουν γενικεύσεις αιτίου-αποτελέσματος και προβλέψεις όπως και ο Durkheim. Παρόλα αυτά, ισχυρίζονται πώς ο Durkheim δεν προχώρησε σε ένα λειτουργικό ορισμό της έννοιας της ενσωμάτωσης – δεν την όρισε δηλαδή με τρόπο που να μπορεί να μετρηθεί. Οι Gibbs και Martin προχωρούν στον ορισμό της ενσωμάτωσης ως μία κατάσταση όπου υφίστανται σταθερές και μακρόχρονες σχέσεις. Ισχυρίζονται πώς αυτές τείνουν να υφίστανται όταν και για το άτομο υφίσταται αυξημένη κοινωνική ενσωμάτωση σε συσχέτιση με την κοινωνική θέση (μέσω της θεωρίας status integration που ανέπτυξαν), όπως και συμβατά στάτους – που δεν συγκρούονται μεταξύ τους – μία περίπτωση είναι αυτή κατά την οποία τα εκπαιδευτικά και επαγγελματικά στάτους ενός ατόμου συμβαδίζουν.
Προβλέπουν πώς σε κοινωνίες όπου υφίσταται χαμηλό ποσοστό κοινωνικής ενσωμάτωσης των ατόμων τα ποσοστά αυτοκτονίας θα είναι υψηλότερα.
Έτερες πτυχές της μελέτης του Durkheim τέθηκαν επίσης σε κριτική. Για παράδειγμα, οι δύο αυτοί μελετητές ισχυρίστηκαν πώς τα στατιστικά στοιχεία που χρησιμοποίησε ήταν αναξιόπιστα και ατελή – κατά τον 19ο αιώνα η ιατρική γνώση ήταν περιορισμένη. Παρομοίως, πολλές χώρες δεν είχαν στη διάθεσή τους τα μέσα που απαιτούνταν για τη συλλογή και ταξινόμηση αξιόπιστων στατιστικών δεδομένων σε εθνικό επίπεδο.
Πάντως, αυτοί οι ισχυρισμοί δεν αμφισβητούν τον βασικό στόχο της μελέτης του Durkheim, που επιχείρησε να οικοδομήσει μία (θετικιστική) επιστημονική εξήγηση της αυτοκτονίας.
Ως θεώρημα, που επιχειρεί να επιτύχει τη γενίκευση, η θεωρία status integration μπορεί να διατυπωθεί ως εξής: Τα ποσοστά αυτοκτονιών σε έναν πληθυσμό είναι αντιστρόφως ανάλογα με το ποσοστό ενσωμάτωσης σε αυτόν τον πληθυσμό. Το ποσοστό ενσωμάτωσης στον πληθυσμό είναι μετρήσιμο καθώς αποτελεί απλώς το ποσοστό ενός τμήματος του πληθυσμού (π.χ. όλες οι γυναίκες ηλικίας 40-44 ετών που διαμένουν σε μία συγκεκριμένη πόλη) που καταλαμβάνουν ένα συγκεκριμένο στάτους (οποιοδήποτε). Έτσι, εάν το .102 (0,102 ή 10,2%) ενός πληθυσμού είναι «χωρισμένοι/χωρισμένες», αυτό αποτελεί το ποσοστό ενσωμάτωσης για την συγκεκριμένη οικογενειακή κατάσταση.
socialpolicy.gr