Χαβαλεδάκη Έλενα
Πτυχιούχος Κοινωνικής Πολιτικής του Παντείου Πανεπιστημίου
M.A. Πολιτικής Επιστήμης και Κοινωνιολογίας του Ε.Κ.Π.Α.
Λέξεις κλειδιά: Παγκόσμιο Οικονομικό Φόρουμ 2017-2018, οικονομική κρίση, ελληνική οικονομία, επιχειρηματικότητα
Ο Παγκόσμιος Δείκτης Ανταγωνιστικότητας 2017-2018 καλύπτει 137 οικονομίες και υπολογίζει τον βαθμό ανταγωνιστικότητας κάθε χώρας, βάσει ενός συνόλου θεσμών, πολιτικών και παραγόντων που καθορίζουν το επίπεδο παραγωγικότητας.
Στην πρώτη θέση της κατάταξης βρίσκεται η Ελβετία και ακολουθείται από τις ΗΠΑ και τη Σιγκαπούρη. Η χώρα μας βρίσκεται στην 87η θέση από τις 137 παγκόσμιες οικονομίες και η γενική βαθμολογία της είναι 4,02 με άριστα το 7, από 4 που ήταν στην προηγούμενη έκθεση, όταν η χώρα μας βρισκόταν στην 86η θέση. Συγκριτικά, το προπερασμένο έτος η Ελλάδα βρισκόταν στην 81η θέση, γεγονός που δείχνει μια σταθερά πτωτική πορεία.
Σύμφωνα με την έκθεση του Παγκόσμιου Οικονομικού Φόρουμ [1], οι προβληματικοί παράγοντες για την επιχειρηματικότητα στην Ελλάδα είναι, οι φορολογικοί συντελεστές, η γραφειοκρατία, οι φορολογικοί κανόνες, η πολιτική αστάθεια, η πρόσβαση στη χρηματοδότηση και η διαφθορά.
Η χώρα μας είναι παγκόσμιος ουραγός στην επίδραση της φορολογίας στα κίνητρα για επενδύσεις, ενώ καταλαμβάνει την 115η θέση όσον αφορά τις επιπτώσεις των κρατικών κανονισμών στην προσέλκυση επενδύσεων από το εξωτερικό. Ακόμη, οι αναλυτές του Παγκόσμιου Οικονομικού Φόρουμ εκτιμούν ότι πάνω από το 50% των κερδών μιας επιχείρησης καταλήγουν σε φόρους.
Ανάλογα αρνητικές είναι και οι επιδόσεις στο μέτωπο της αγοράς εργασίας, όπου η χώρα μας είναι προτελευταία στο κατά πόσον η φορολόγηση επηρεάζει τη βούληση για απασχόληση και στην τελευταία εικοσάδα όσον αφορά στη δυνατότητα να προσελκύει και να συγκρατεί ταλαντούχους εργαζόμενους.
Ένα ακόμη μεγάλο εμπόδιο για το επιχειρείν είναι η αναποτελεσματική κρατική γραφειοκρατία, με την Ελλάδα να κατατάσσεται στην τελευταία επτάδα στην αποτελεσματικότητα των δημόσιων δαπανών, στην αποτελεσματικότητα της δικαιοσύνης στην διευθέτηση διαφορών και στο ‘’βάρος’’ των κρατικών ρυθμίσεων.
Επίσης, αποκαλυπτική είναι και η θέση που παίρνει με βάση τους 12 πυλώνες που εξετάζονται στην έκθεση:
- Σε ό,τι αφορά τους θεσμούς καταλαμβάνει την 87η θέση
- Στις υποδομές βρίσκεται στην 38η θέση
- Στο μακροοικονομικό περιβάλλον είναι στην 117η θέση
- Στην υγεία και τη βασική εκπαίδευση είναι στη 48η θέση
- Στην ανώτερη εκπαίδευση και στην επαγγελματική κατάρτιση είναι στη 44η θέση
- Με βάση την αποδοτικότητα της αγοράς προϊόντων βρίσκεται στην 93η θέση
- Με βάση την αποδοτικότητα της αγοράς εργασίας βρίσκεται την 110η θέση
- Στην ανάπτυξη των χρηματοοικονομικών αγορών είναι στην 133η θέση
- Στην τεχνολογική ετοιμότητα είναι στην 50η θέση
- Με βάση το μέγεθος αγοράς είναι στην 58η θέση
- Στην επιχειρηματική εξέλιξη βρίσκεται στην 73η θέση
- Στην καινοτομία είναι στην 75η θέση
Γιατί είναι δύσκολο να υπάρχουν επιχειρήσεις στην Ελλάδα;
Η Ελλάδα είναι μια μικρή αγορά με μεγάλη γεωγραφική διασπορά, νησιά και άρα υψηλά μεταφορικά κόστη. Επιπλέον, έχει λίγους υπερ-αναπτυγμένους κλάδους όπως τον τουρισμό, την ναυτιλία, τον τριτογενή τομέα και τους υπόλοιπους ασθενείς.
Τα διαρθρωτικά της προβλήματα είναι:
- Ο υπερβολικά διογκωμένος δημόσιος τομέας
- Η κρατική παρέμβαση στα περισσότερα πεδία της οικονομίας, με αποτέλεσμα αυτό είναι αντιπαραγωγικό
- Τα υψηλά γραφειοκρατικά βάρη, η κακονομία, η πολυνομία
- Η διαφθορά και η παραοικονομία
- Τα προβλήματα στο ασφαλιστικό
- Η δημογραφική γήρανση, η μείωση του πληθυσμού, η αύξηση θανάτων και η μείωση των γεννήσεων
Όλα αυτά δημιουργούν μία κατάσταση οικονομίας που είναι δύσκολο να ενταχθεί στο ευρωπαϊκό και διεθνές οικονομικό γίγνεσθαι. Αυτή η κατάσταση αναδείχθηκε ακόμα περισσότερο με την είσοδο στην ΟΝΕ, γιατί η ΟΝΕ προϋποθέτει οικονομίες που είναι προσηλωμένες σε συγκεκριμένους στόχους αλλά και με όρους πειθαρχίας. Η ελληνική οικονομία ήταν προβληματική προ ΟΝΕ, εισήχθη σε αυτή αλλά δεν ακολούθησε αυτές τις λογικές.
Κατά συνέπεια, τα εγγενή προβλήματα της ελληνικής οικονομίας διογκώθηκαν με αποτέλεσμα να βρεθούμε το 2010 σε αδυναμία πλήρωσης των δανειακών μας υποχρεώσεων, υπό την έννοια ότι αυξήθηκε η απόδοση του κρατικού ομολόγου και αυτό είναι αρνητικό γιατί σημαίνει ότι οι δανειστές δανείζουν ακριβά γιατί δεν εμπιστεύονται την Ελλάδα ως οφειλέτη. Έτσι, από το 2010 μέχρι σήμερα, η χώρα μας έχει υπογράψει τρία προγράμματα δημοσιονομικής προσαρμογής και δανειακή σύμβαση.
Η ελληνική οικονομία δεν εφάρμοσε τα προγράμματα δημοσιονομικής προσαρμογής λόγω πολιτικής αστάθειας, κουλτούρας, κοινωνικών αντιστάσεων και συντεχνιακών συμφερόντων με αποτέλεσμα να πέσουν οι μισθοί, αλλά όχι οι τιμές (εσωτερική υποτίμηση). Το γεγονός ότι δεν έπεσαν οι τιμές οφείλεται στο ότι δεν έσπασαν τα ολιγοπώλεια στην ελληνική οικονομία και αυξήθηκε η φορολογία.
Είναι γεγονός ότι, όταν υπάρχει ύφεση και μειώνονται οι δημόσιες δαπάνες και αυξάνεται η φορολογία, τότε αυξάνεται και η ύφεση. Επιπλέον σκοπός ήταν να έρθουν επενδύσεις, που δεν ήρθαν και να γίνουν νέες επιχειρηματικές δραστηριότητες.
Μέτρα αντιμετώπισης της κρίσης, Στρατηγική 2020
Οι 3 άξονες για την αντιμετώπιση:
- Η τήρηση δημοσιονομικής πειθαρχίας. Θα πρέπει να έχει υψηλή δημόσια οικονομικά, κάθε κράτος- μέλος να καλύπτει τα πρωτογενή έξοδα με τα κρατικά έσοδα.
- Συνέχιση της χαλαρής νομισματικής πολιτικής. Η Ελλάδα είναι αναγκαίο να μπει άμεσα στο πρόγραμμα προκειμένου να μας ξαναεμπιστευτεί η Ε.Κ.Τ και οι αγορές προϊόντος και χρήματος.
- Η αναγκαία συνθήκη είναι αυτό που λείπει, οι επενδύσεις. Στοχευμένη επενδυτική πολιτική εντός της ευρωπαϊκής οικονομίας. Για παράδειγμα: καλύτερη αξιοποίηση των κοινοτικών κονδυλίων, (ΕΣΠΑ 2014-2020) και πρόβλεψη νέων επενδυτικών εργαλείων, που θα έχουν στόχο τις πιο ελλειμματικές χώρες.
Τι μπορεί να κάνει η Ελλάδα για να προσελκύσει περισσότερες επιχειρήσεις;
Σε μία εποχή όπου το ποσοστό ανεργίας είναι από τα υψηλότερα της Ευρωπαϊκής Ένωσης, σε συνδυασμό με τη φυγή ανθρωπίνου κεφαλαίου στο εξωτερικό για αναζήτηση εργασίας με καλύτερους όρους και προοπτικές (brain drain) είναι επιτακτικό το κράτος να παρέμβει άμεσα με αναπτυξιακές πολιτικές και στοχευμένη επενδυτική πολιτική. Ειδικότερα, το κράτος θα πρέπει να ενισχύσει την επιχειρηματικότητα και ιδιαίτερα να βοηθήσει τους πολίτες να ξεκινήσουν τη δική τους επιχειρηματική δραστηριότητα.
Πρώτα από όλα, απαραίτητη είναι η καθοδήγηση των επιχειρηματιών, καθώς κάθε χρηματοδότηση χωρίς το κατάλληλο mentoring μπορεί να αποτύχει. Για αυτό ενδείκνυται η μέριμνα του κράτους για χρηματοοικονομική καθοδήγηση και εκπαίδευση.
Επιπλέον, το κράτος μπορεί να δώσει στους επιχειρηματίες πρόσβαση σε εναλλακτικές πηγές χρηματοδότησης, όπως για παράδειγμα φορολογικά και άλλα κίνητρα σε εταιρείες διαχείρισης επενδυτικών κεφαλαίων, επιχειρηματικών συμμετοχών και σχήματα μαζικής χρηματοδότησης για την ανάπτυξη πρωτοβουλιών που δημιουργούν εναλλακτικές πηγές κεφαλαίων.
Επιπρόσθετα, σκόπιμη είναι η χρηματοδότηση χαμηλού κόστους προς τις νεοφυείς επιχειρήσεις μέσα από στοχευόμενα τραπεζικά δάνεια. Παράλληλα, είναι απαραίτητο η δημιουργία τοπικών πυρήνων επιχειρηματικότητας και η συνεργασία μεταξύ των επιχειρήσεων με στόχο τη δημιουργία ανταγωνιστικού πλεονεκτήματος.
Ένας ακόμη παράγοντας είναι η δημιουργία του κατάλληλου κλίματος με τη συμμετοχή όλων των εμπλεκόμενων φορέων καθώς το αρνητικό κλίμα κάνει τα άτομα πιο διστακτικά και εν γένει υπονομεύει την άνθηση της επιχειρηματικότητας. Για την επίτευξη του στόχου αυτού απαιτείται η συντονισμένη δράση όλων των μηχανισμών του κράτους.
Κλείνοντας, η άνθηση της επιχειρηματικότητας μπορεί να αποτελέσει αντίδοτο για τη μείωση της ανεργίας, της φυγής των νέων στο εξωτερικό αλλά και λύση στα οικονομικά και κοινωνικά προβλήματα της χώρας.
————————
[1] http://reports.weforum.org/global-competitiveness-index-2017-2018/countryeconomy-profiles/#economy=GRC , τελευταία πρόσβαση 12/10/17
[irp]
Discover more from socialpolicy.gr
Subscribe to get the latest posts sent to your email.