Χαβαλεδάκη Έλενα
Πτυχιούχος Κοινωνικής Πολιτικής του Παντείου Πανεπιστημίου
M.A. Πολιτικής Επιστήμης και Κοινωνιολογίας του Ε.Κ.Π.Α.
Λέξεις κλειδιά: κατανόηση του ανθρώπινου σώματος, το σώμα στην ύστερη νεωτερικότητα, κοινωνικές ταυτότητες και ανισότητες
Η σημασία του σώματος για την επιστήμη της κοινωνιολογίας αναδείχθηκε τη δεκαετία του 1980 και αποτέλεσε ξεχωριστό τομέα μελέτης και έρευνας. Ένα από τα σημαντικότερα κείμενα που έχουν γραφθεί αποτελεί το έργο του Bryan Turner ‘’Body and Society: explorations in social theory’’ του 1984. Σκοπός του συγκεκριμένου βιβλίου είναι να δείξει ότι οι κοινωνίες προσανατολίζονται στον έλεγχο του ανθρώπινου σώματος με σκοπό να επιβάλουν την κοινωνική τάξη. Ακόμη, αναφέρει τέσσερα βασικά κοινωνικά καθήκοντα που οδηγούν στην κοινωνική ομαλότητα: την αναπαραγωγή, την ανάγκη ρύθμισης των σωμάτων, την αναστολή και την αναπαράσταση του σώματος.
Εξίσου σημαντικό μπορεί να θεωρηθεί και το βιβλίο του Peter Berger και Thomas Luckman ‘’Η κοινωνική κατασκευή της πραγματικότητας’’ του 1984. Βασική θέση του συγκεκριμένου βιβλίου είναι ότι η πραγματικότητα κατασκευάζεται κοινωνικά και η διαδικασία της κατασκευής αυτής περιλαμβάνει τα στάδια της εξωτερίκευσης, της αντικειμενοποίησης και της εσωτερίκευσης. Το σώμα ως τμήμα της πραγματικότητας αποτελεί στοιχείο του κόσμου που κατασκευάζει το άτομο και με αυτόν τον τρόπο υλοποιεί την ανώτερη διανοητική του ικανότητα.[1] Επίσης, στο βιβλίο αυτό, το σώμα νοείται ως βασικό αντικείμενο για την κατανόηση του τρόπου λειτουργίας της κοινωνίας αλλά και στη διαλεκτική θεώρηση της σχέσης σώματος και πνεύματος.[2]
Έπειτα, την δεκαετία του 1990, η κοινωνιολογία του σώματος ανέπτυξε το δικό της θεωρητικό πλαίσιο. Εκείνη την εποχή εκδόθηκε το πρώτο επιστημονικό περιοδικό, ‘’Body and Society’’, για την μελέτη του σώματος καθώς και πολλά βιβλία. Ένα από τα σημαντικότερα αποτελεί το βιβλίο των Mike Featherstone, Mike Hepworth και Bryan Turner ‘’The body: social process and cultural theory’’ του 1991. Καθώς και το ‘’The body and social theory’’ του Chris Shilling του 1993 και το ‘’Τhe body social’’ του Anthony Synnott του 1993. Με βάση τη προσέγγιση του A. Synnott, η κοινωνιολογία του σώματος είναι η ανθρωπολογία, η ιστορία και η ψυχολογία του σώματος. ‘’Η κοινωνιολογία του σώματος αφορά το πώς είμαστε τα σώματά μας, το πώς ζούμε τα σώματά μας και τις αισθήσεις μας και το πώς τα χρησιμοποιούμε αλλά και τα πεθαίνουμε’’.[3]
Σήμερα, ο τομέας της κοινωνιολογίας του σώματος αναπτύσσεται συνεχώς έτσι ώστε να μελετήσει τη νέα κοινωνική πραγματικότητα που συναντάται στις δυτικές μετα-νεωτερικές κοινωνίες. Οι κυριότεροι στόχοι της είναι η κατανόηση του σωματοποιημένου υποκειμένου, οι συνέπειες που προκύπτουν από την ταύτιση του εαυτού με το σώμα στις σύγχρονες κοινωνίες και ο ρόλος των συναισθημάτων και των φόβων του υποκειμένου. Παράλληλα, σκοπός της κοινωνιολογίας του σώματος είναι η προβολή του σημαντικού ρόλου που διαδραματίζει η κατανόηση του σώματος από το σύγχρονο υποκείμενο στη μορφοποίηση της ατομικής ταυτότητας και της κοινωνικής δράσης.[4]
Οι κυριότεροι παράγοντες που προκάλεσαν έντονο ενδιαφέρον για τη μελέτη του σώματος
Αξίζει να αναφερθεί ότι οι δημογραφικές μεταβολές και ιδιαίτερα η αύξηση του προσδόκιμου ζωής προκάλεσαν σημαντικά ερωτήματα σχετικά με το κύκλο της ζωής, τις αλλαγές που παρατηρούνται πάνω στο ανθρώπινο σώμα καθώς και στο πώς θα πρέπει οι δυτικές κοινωνίες να ρυθμίσουν, να διαχειριστούν και να φροντίσουν το γηράσκον σώμα. Οι εμπειρίες της γήρανσης επηρέασαν τους ανθρώπους σχετικά με την σημασία της εξωτερικής τους εμφάνισης για τη διατήρηση της κοινωνικής τους ταυτότητας καθώς και με θέματα που σχετίζονται με την ευθανασία. Επιπλέον, οι σύγχρονες δυτικές κοινωνίες χαρακτηρίζονται από έντονο εμπορικό και αισθητικό ενδιαφέρον γύρω από το σώμα, καθώς το όμορφο, νεανικό, αδύνατο, αθλητικό και υγιές σώμα είναι αυτό που κυριαρχεί σήμερα. Για αυτό τον λόγο, παρατηρείται εμφάνιση πολλών πρακτικών τροποποίησης του σώματος όπως είναι οι διάφορες δίαιτες, οι διατροφικές συνήθειες, η μόδα, το μακιγιάζ, η σωματική άσκηση και η κοσμητική χειρουργική, που έχουν ως σκοπό να ικανοποιήσουν τις ανάγκες των ανθρώπων.
Επιπρόσθετα, οι τεχνολογικές εξελίξεις όπως οι μεταμοσχεύσεις οργάνων, η προσθετική, οι προληπτικές εξετάσεις και η μαγνητική τομογραφία επηρεάζουν τα όρια του σώματος.[5] Επίσης, η εμφάνιση του Aids αύξησε το ενδιαφέρον για το σώμα, ανέδειξε τους περιορισμούς της ιατρικής τεχνολογίας και δημιούργησε νέα ερωτήματα σχετικά με τον κοινωνικό έλεγχο. Ακόμη, η φεμινιστική σκέψη ασχολήθηκε με την καταπίεση του γυναικείου σώματος και με το πώς το γυναικείο σώμα αντικειμενοποιείται μέσω των ιατρικών πρακτικών. Οι φεμινίστριες, έστρεψαν τη προσοχή τους στη πολιτική θέση του φυσικού σώματος και έδειξαν ότι λειτουργεί ως μέσο εκμετάλλευσης από τους άνδρες.
Στόχος τους ήταν να αποκτήσουν ξανά τον έλεγχο πάνω στο σώμα τους σε έναν ανδροκρατούμενο κόσμο. Επιπλέον, η ανάλυση του M. Foucault έκανε φανερό το γεγονός ότι, δε μπορούμε να θεωρούμε τίποτα δεδομένο για το σώμα και ενέπλεξε το σώμα σε σχέσεις εξουσίας. Σύμφωνα με τον Foucault, η σημασία της σεξουαλικότητας και η ανάγκη ρύθμισης και επιτήρησης έχει καταστήσει το σώμα πολιτικό στόχο και πεδίο εμφάνισης της πολιτικής τεχνολογίας της ζωής.[6]
Οι τρεις προσεγγίσεις που έχουν γραφθεί για την κοινωνιολογία του σώματος
Υπάρχουν δύο πολωμένες προσεγγίσεις για το σώμα, η νατουραλιστική και η προσέγγιση της κοινωνικής μορφοποίησης, ενώ, η φαινομενολογική προσέγγιση αποτελεί τη γέφυρα μεταξύ των δύο προσεγγίσεων. Η νατουραλιστική θέση, όπου κυριάρχησε τον 18ο και τον 19ο αιώνα, αντιμετωπίζει το σώμα ως μια βιολογική οντότητα και το θεωρεί ανεξάρτητο από το κοινωνικό πλαίσιο στο οποίο εμφανίζεται. Επίσης, οι ικανότητες και οι περιορισμοί των ανθρώπινων σωμάτων ορίζουν την ατομικότητα και παράγουν τις κοινωνικές, πολιτικές και οικονομικές σχέσεις.[7]
Η βιολογική διάσταση του σώματος θεωρούσε ότι οι άνδρες και οι γυναίκες έχουν διαφορετικές ζωές και δραστηριότητες από τη στιγμή που έχουν διαφορετικά σώματα. Για πολλά χρόνια, αυτή η θεωρία χρησιμοποιήθηκε και διαιώνισε τις ανισότητες μεταξύ ανδρών και γυναικών. Από την άλλη, η κοινωνική μορφοποίηση άσκησε κριτική στη νατουραλιστική προσέγγιση, θεωρούσε ότι ο τρόπος με τον οποίο κατανοούμε και διαχειριζόμαστε το σώμα στις κοινωνικές σχέσεις είναι αποτέλεσμα μιας κοινωνικής διαδικασίας.[8]
Τέλος, η φαινομενολογική προσέγγιση αντιμετωπίζει το σώμα ως ένα ενεργητικό στοιχείο του ατόμου, μέσω του οποίου υλοποιείται η ανθρώπινη δράση. Η φαινομενολογική προσέγγιση διατυπώθηκε κυρίως από τον Maurice Merleau-Ponty, ο οποίος θεωρούσε ότι το σώμα δεν είναι αντικείμενο αλλά συνθήκη και πλαίσιο μέσω του οποίου τοποθετούμαστε στον κόσμο.[9]
Για να ξεπεραστούν οι ανεπάρκειες των άνω προσεγγίσεων, ο Shilling ανέπτυξε μια νέα θεωρητική προσέγγιση. Σύμφωνα με τον οποίο, το σώμα στην ύστερη νεωτερικότητα έχει γίνει ένα σχεδίασμα, ένα body project, μέσα από το οποίο κατασκευάζεται η ταυτότητα του εαυτού. Έτσι, η εμφάνιση, το μέγεθος, το σχήμα και η αποδοχή του σώματος είναι πάντα ανοιχτά σε αναδιαμόρφωση, σύμφωνα με τις προθέσεις του ατόμου. Παράλληλα, η θεωρητική προσέγγιση του Turner στο βιβλίο του ‘’Regulating bodies’’ συνδυάζει το μοντέλο της κοινωνικής μορφοποίησης και της φαινομενολογικής προσέγγισης. Ο Turner θεωρεί ότι το σώμα είναι τόσο κοινωνικά μορφοποιούμενο όσο και οργανικά προσδιορισμένο.[10]
Συνοψίζοντας, μπορεί να διατυπωθεί ότι, οι σύγχρονες δυτικές κοινωνίες δημιουργούν μια αίσθηση αβεβαιότητας και ρευστότητας στο άτομο ως προς το θέμα της ταυτότητας του. Μέσα σε ένα κόσμο που συνεχώς αλλάζει, το σώμα δε μπορεί να θεωρηθεί ως ένας τόπος κοινωνικά ουδέτερος αλλά γίνεται αντιληπτό ως αντικείμενο ανασχηματισμού και τροποποίησης. Συγκεκριμένα, η κοινωνικοπολιτισμική πίεση, τα νέα πρότυπα ομορφιάς και τα μέσα μαζικής ενημέρωσης ασκούν έντονη επίδραση στη διαμόρφωση της εικόνας του σώματος τόσο στις γυναίκες όσο και στους άνδρες. Σήμερα, η φροντίδα του σώματος επικεντρώνεται στην εξωτερική εμφάνιση και την δημόσια προβολή. Επίσης, η κατάκτηση ενός νέου, αδύνατου, γυμνασμένου σώματος χωρίς σημάδια βρίσκεται στο επίκεντρο των πρακτικών τροποποίησης.
Η κοινωνιολογία του σώματος, σαν ξεχωριστός τομέας μελέτης και επιστήμης, εξετάζει τα κοινωνικά φαινόμενα, ακολουθεί μια διεπιστημονική προσέγγιση του θέματος και αντιμετωπίζει το σώμα ως ‘’σχεδίασμα’’, όπως έχει πει και ο Shilling, μέσα στο οποίο διαμορφώνεται η αίσθηση του εαυτού, της ταυτότητας και παρατηρείται η ρευστότητα της μετα-νεωτερικής κοινωνίας.
Ωστόσο, θα ήταν ορθό το άτομο να μην υποκύπτει στις κυρίαρχες αντιλήψεις σχετικά με το σώμα, να μην το αντιμετωπίζει ως αντικείμενο τροποποίησης και να μην γίνεται θύμα ενός συστήματος που καταπιέζει, με σκοπό να κοινωνικοποιηθεί και να εξασφαλίσει μια αποδεκτή εικόνα του εαυτού του προς τα έξω.
—————————-
Βιβλιογραφία
Berger, P., and Luckman, T., 2003, ‘’Η κοινωνική κατασκευή της πραγματικότητας’’, Αθήνα: Νήσος
Foucault, M., 1978, ‘’H ιστορία της σεξουαλικότητας’’, Αθήνα: Pάππας
Shilling, C., 1993, ‘’The body and social theory’’, London: Sage Publications Ltd,
Synnott, A., 1993, ‘’Τhe body social’’, London: Routledge
Turner, B., 1992β, ‘’Regulating bodies, essays in medical sociology’’, London: Routledge
Αλεξιάς, Γ. Τ., 2006, ‘’Κοινωνιολογία του σώματος’’, Αθήνα: Ελληνικά Γράμματα
Μακρυνιώτη, Μ., (επιµ.), 2004,‘’Τα όρια του σώµατος – διεπιστηµονικές προσεγγίσεις’’ , Αθήνα: Νήσος
[1] P. Berger and Τ. Luckman, ‘’Η κοινωνική κατασκευή της πραγματικότητας’’, Αθήνα, 2003, Νήσος, σελ. 102
[2] Στο ίδιο, σελ. 330
[3] A. Synnott, ‘’Τhe body social’’, London, 1993, Routledge, σελ. 262-263
[4] Γ.Τ. Αλεξιάς, ‘’Κοινωνιολογία του σώματος’’, Αθήνα, 2006, Ελληνικά Γράμματα, σελ. 262,28.
[5]Δ. Μακρυνιώτη (επιµ.), ‘’Τα όρια του σώµατος – διεπιστηµονικές προσεγγίσεις’’, Αθήνα, 2004, Νήσος, σελ. 25-26
[6] M. Foucault, ‘’H ιστορία της σεξουαλικότητας’’, Αθήνα, 1978, Pάππας, σελ. 170-171
[7] C. Shilling, ‘’The body and social theory’’, London, 1993, Sage Publications Ltd, σελ. 41
[8] Στο ίδιο, σελ. 70
[9] Δ. Μακρυνιώτη (επιµ.), ‘’Τα όρια του σώµατος – διεπιστηµονικές προσεγγίσεις’’ , Αθήνα, 2004, Νήσος, σελ. 18
[10] B. Turner, ‘’Regulating bodies, essays in medical sociology’’, London, 1992β, Routledge, σελ. 23