Κατά τον φετινό εορτασμό της Διεθνούς Ημέρας για την Εξάλειψη της Σεξουαλικής Βίας κατά τη διάρκεια Συγκρούσεων (2018), κλείνουν δέκα χρόνια από την έγκριση του εμβληματικού ψηφίσματος 1820 του Συμβουλίου Ασφαλείας των Ηνωμένων Εθνών (2008), το οποίο χαρακτήρισε τη χρήση της σεξουαλικής βίας που σχετίζεται με τις ένοπλες συγκρούσεις ως εμπόδιο για την αποκατάσταση της διεθνούς ειρήνης και ασφάλειας.
Κατά τη διάρκεια αυτής της δεκαετίας, πραγματοποιήθηκαν πρωτοποριακές εξελίξεις στην καταπολέμηση της σεξουαλικής βίας που σχετίζεται με τις συγκρούσεις, συμπεριλαμβανομένης της επιτυχούς δίωξης από εθνικά και διεθνή δικαστήρια κατά των δραστών που έμοιαζαν να είναι υπεράνω του νόμου – νομικές και νομοθετικές μεταρρυθμίσεις για την ενίσχυση της προστασίας και την εξασφάλιση της πρόσβασης στη δικαιοσύνη για τις επηζήσασες και τους μάρτυρες – ολοκληρωμένο σύνολο από εξειδικευμένες υπηρεσίες για τις επηζήσασες, συμπεριλαμβανομένων των πρωτοβουλιών κοινωνικής και οικονομικής αποκατάστασης και των αποζημιώσεων – κώδικες δεοντολογίας για τις δυνάμεις ασφαλείας ώστε να εξασφαλίζεται η ευαισθητοποίηση και η κατάρτιση σχετικά με τη σεξουαλική βία που σχετίζεται με συγκρούσεις – και μια γενική σφαιρική νοοτροπία που αποποιείται σθεναρά αυτά τα εγκλήματα και υποστηρίζει τις προσπάθειες των γυναικών και των οργανώσεών τους για την εξάλειψή τους.
Παρόλα αυτά, σε όλο τον κόσμο, η σεξουαλική βία εξακολουθεί να χρησιμοποιείται ως τακτική, αποτελεσματική και άνευ κόστους στρατηγική για την τρομοκρατία των κοινοτήτων και τη διευκόλυνση εδαφικών, πολιτικών και οικονομικών κερδών στον πολεμικό τομέα. Στη Λαϊκή Δημοκρατία του Κονγκό, η σεξουαλική βία έχει εξαπλωθεί στις επαρχίες που δεν είχαν επηρεαστεί πριν από την ένοπλη σύγκρουση – στη Μιανμάρ, κοινότητες αναγκάστηκαν να διαφύγουν λόγω σοβαρών παραβιάσεων των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, συμπεριλαμβανομένης της εκτεταμένης σεξουαλικής βίας.
Τα δεινά και τα δικαιώματα των παιδιών που γεννήθηκαν από τον πόλεμο
Οι συνέπειες της σεξουαλικής βίας που σχετίζεται με τις πολεμικές συγκρούσεις αντανακλώνται σε γενιές, μέσω του τραύματος, του στίγματος, της φτώχειας, της κακής υγείας και της ανεπιθύμητης εγκυμοσύνης. Τα παιδιά που γεννιούνται μέσα από τη σεξουαλική βία χαρακτηρίζονται ως «κακό αίμα» ή «παιδιά του εχθρού» και αποξενώνονται από την κοινωνική ομάδα της μητέρας τους. Τα παιδιά των οποίων η σύλληψη έγινε από βιασμούς κατά τη διάρκεια πολέμων συχνά αντιμετωπίζουν προβλήματα ταυτότητας και αίσθησης του ανήκειν για δεκαετίες μετά το τέλος του πολέμου. Γίνονται σπάνια αποδεκτά από την κοινωνία και η μη ασφαλής άμβλωση παραμένει η κύρια αιτία μητρικής θνησιμότητας σε περιοχές όπου επηρεάζονται από συγκρούσεις.
Το στίγμα που σχετίζεται με τη σεξουαλική βία μπορεί να έχει δια βίου συνέπειες, και ορισμένες φορές θνησιγόνες, τόσο για τις επιζήσασες όσο και για τα παιδιά που συλλαμβάνονται μέσω των βιασμών. Η υποστήριξη της κοινωνικοοικονομικής επανένταξης, με στόχο την άμβλυνση του στιγματισμού και την εξυγίανση του κοινωνικού ιστού, θα πρέπει επομένως να συμπεριληφθεί σε όλες τις προσπάθειες ανασυγκρότησης και ανάκαμψης μετά τη σύγκρουση.
Τη σημερινή ημέρα, γίνεται μια προσπάθεια ενίσχυσης της αλληλεγγύης για τις επιζήσασες που υπομένουν πολλαπλά, διασταυρούμενα στίγματα στον απόηχο της σεξουαλικής βίας, συμπεριλαμβανομένου του στίγματος της σύνδεσης με μια ένοπλη ή τρομοκρατική ομάδα, και της κυοφορίας παιδιών που έχουν συλληφθεί μέσω βιασμού από τον εχθρό. Συχνά, αυτές οι γυναίκες και τα παιδιά θεωρούνται ως συνεργοί, αντί για θύματα, ένοπλων και βίαιων εξτρεμιστικών ομάδων. Αυτά τα παιδιά μπορεί να μένουν σε κατάσταση ανιθαγένειας, σε νομικό κενό, να είναι ευάλωτα σε στρατολόγηση, ριζοσπαστικοποίηση, εμπορία και εκμετάλλευση, με ευρύτερες επιπτώσεις για την ειρήνη και την ασφάλεια, καθώς και για τα ανθρώπινα δικαιώματα. Ωστόσο, το ζήτημα των παιδιών που γεννήθηκαν από τον πόλεμο λείπει τόσο από το διεθνές πλαίσιο για τα ανθρώπινα δικαιώματα όσο και από το διάλογο για την ειρήνη και την ασφάλεια, καθιστώντας τα μια κατηγορία θυμάτων δίχως φωνή.

Η “Sameera” (όχι το πραγματικό της όνομα) είναι μεταξύ των Rohingya προσφύγων που βρήκαν καταφύγιο στους συνωστισμένους καταυλισμούς της περιφέρειας Cox’s Bazar στο νοτιοανατολικό Μπαγκλαντές. Η 17χρονη ήταν παντρεμένη μόνο για δυο μήνες όταν σκοτώθηκε ο σύζυγός της. Βιάστηκε μόλις λίγες ημέρες μετά το θάνατό του, όταν τρεις στρατιώτες εμφανίστηκαν στην πόρτα της μαζί με δύο άλλα κορίτσια Rohingya, τα οποία βιάστηκαν επίσης. “Όταν θα γεννήσω αυτό το μωρό, θα είναι δικό μου, ανεξάρτητα από το ποιος είναι ο πατέρας”, ανέφερε στη UNICEF. Από τον Αύγουστο, περισσότερα από 16.000 μωρά γεννήθηκαν στους καταυλισμούς προσφύγων, σύμφωνα με την υπηρεσία του ΟΗΕ. Είναι δύσκολο να προσδιοριστεί με ακρίβεια πόσες συλλήψεις από αυτές έγιναν από βιασμούς , δήλωσε η Pramila Patten, Ειδική Εντεταλμένη του Γενικού Γραμματέα του ΟΗΕ για τη σεξουαλική βία κατά τη διάρκεια των ένοπλων συγκρούσεων.
Πηγές: un.org, unwomen.org
Απόδοση/Επιμέλεια: Τομπέα Ελένη
socialpolicy.gr