Σίμος Ανδρονίδης
Το βιβλίο της Λευκορωσίδας συγγραφέως και δημοσιογράφου, Σβετλάνα Αλεξίεβιτς (Νομπέλ Λογοτεχνίας 2015), με τον εύγλωττο τίτλο ‘Το τέλος του κόκκινου ανθρώπου’[1], συνιστά ένα βιβλίο-χρονικό, εντός του οποίου αναδύονται προσωπικές μαρτυρίες από την ιστορικότητα της Ένωσης Σοβιετικών Σοσιαλιστικών Δημοκρατιών, διαγράφοντας παράλληλα την πορεία της διαμέσου της απορίας, της αίσθησης της απώλειας και του βάρους της τραγικότητας της & της τραγικής της κατάληξης στα τέλη της δεκαετίας του 1980.
Η παρουσία και το βάρος της συντίθεται ‘από τα κάτω’, με την λογοτεχνική γλώσσα να μετατοπίζεται προς την κατεύθυνση συγκρότησης μίας λογοτεχνικής ‘νησιωτικότητας’ η οποία ανα-καλεί την αμεσότητα διαμέσου διά-κενων: η συγγραφέας, με ένα μαγνητόφωνο, ενώπιον της κάθε μίας Σοβιετικής ιστορίας..
Η Σβετλάνα Αλεξίεβιτς, φέροντας το βάρος της αφήγησης, δίνει τον λόγο σε απρόσωπες φωνές για να ‘προσωποποιήσει’ μία κατάσταση, αντιστέκεται στα προσίδια κελεύσματα της στατικής εξιδανίκευσης, ανασύροντας στην επιφάνεια μνήμες από το παρελθόν, από τον Σταλινικό γραφειοκρατικοποιημένο αυταρχισμό, από την αίσθηση του πανταχού παρόντος κόμματος[2], από την πορεία στα στρατόπεδα εξορίας, στα γκουλάγκ της εκτόπισης και της διασφάλισης της Σοσιαλιστικής, ‘ορθής’ πορείας.
Ιχνηλατώντας διαρκώς το παρελθόν για να ερμηνεύσει το παρόν, προσδιορίζει μεταβολές, Σοβιετικά πλαίσια εξουσίας, φθάνοντας στο σημαίνον της κατάρρευσης της Σοβιετικής Ένωσης στα τέλη της δεκαετίας του 1980, εκεί όπου συναρθρώνονται αντιφάσεις και προσδοκίες, εκεί όπου η κατάρρευση που για όλους νοείται ως ελευθερία, για όλους νοηματοδοτείται ως το συμβολικό και μη τέλος του αιώνα και της ζωής της ίδιας. Τι δύναται να σημάνει το τέλος του ‘Homo Sovieticus’; Οι βίαιοι μετασχηματισμοί που λαμβάνουν χώρα σε ένα περιβάλλον τάχιστης καπιταλιστικοποίησης; Η ανάδυση των ταυτοτικών εθνικισμών;..
Το τέλος αναφέρεται σχεδόν αβίαστα: ένα κλείσιμο του ματιού στην ιστορία, μία λεπτή όσο και ειρωνική θέαση στο Σοβιετικό-σοσιαλιστικό ‘μεγαλείο’. Η Σοβιετική Ένωση, η πρώην Σοβιετική Ένωση καθίσταται η απώλεια του ‘δεδικασμένου’.
Η ‘μεγάλη χώρα’ προσίδια ‘ανα-δομείται’ εκ νέου, υλικά: εν καιρώ αφηγήσεων, φανερού και κεκαλυμμένου βίου στα μικρά διαμερίσματα, στις ενδιάμεσες σιωπές. Από την Επανάσταση έως την κατάρρευση, η συμπύκνωση των αφηγήσεων. ‘Το τέλος του κόκκινου ανθρώπου’ ενέχει το τέλος μίας εποχής.. Η Πουτινική Ρωσία, νοηματοδοτεί, πολιτικά-ιδεολογικά, τους δικούς τους κομβικούς σταθμούς.
Στο ‘τέλος του κόκκινου ανθρώπου’, η συγγραφέας από την Λευκορωσία, εκ-διπλώνει την αφηγηματική τεχνική της μαρτυρίας που καθίσταται ιστορική αναφορά, συναρθρωμένη με τις ίδιες εκφάνσεις της αναπαράστασης μίας εποχής & του τύπου ανθρώπου που συγκρότησε..
Ο ‘Homo Sovieticus‘, πέρα και πάνω από τις προσλήψεις της επιβεβαιωμένης σταθερότητας έτσι όπως αποτυπώθηκε στο υπόδειγμα: ‘οι άνθρωποι στη Σοβιετική Ένωση ζουν καλά γιατί έχουν την δουλειά τους‘, συντίθεται από την δυναμική των αναφορών του, βιώνει υπό το πρίσμα της ‘σκιάς’ του, εγγράφει τις αντιθέσεις και τις αντινομίες του Ψυχρού πολέμου και της κάθε φορά Σοβιετικής-Σοσιαλιστικής απόκρισης σε αυτόν.. Μεταξύ λογοτεχνικών σημάνσεων (Λέον Τολστόι, Φιόντορ Ντοστογιέφσκι) και Σοσιαλιστικού ρεαλισμού, ο ‘Homo Sovieticus’ αναφέρει διαρκώς την οριακότητα: τι δύναται να σημάνει η Σοβιετική Ένωση δίχως τις επάλληλες, πολιτικές όσο και ιδεολογικές προσλήψεις της;..
Όπως επισημαίνει η Αθηνά Αθανασίου, δίδοντας έμφαση στη Φουκωϊκή προβληματική περί εξουσίας: «η εξουσία, από την άλλη, δεν υφίσταται ως μονολιθική ολότητα που επιβάλλεται σ’ ένα προϋπάρχον υποκείμενο, αλλά συνιστά ένα πλέγμα διάχυτων σχέσεων που συγκροτούν το υποκείμενο».[3]
Εντός αυτού του πλαισίου, καθίσταται ορατή η παρουσία του ‘Homo Sovieticus’ στο πεδίο του κοινωνικού, η ίδια η διαδικασία, για πολλούς, απόσπασης από αυτό που αποκτήθηκε..
Η ιστορική μεταιχμιακότητα της κατάρρευσης της Σοβιετικής Ένωσης υπό τις δεικτικές ‘επευφημίες’ περί ‘τέλους της ιστορίας‘, ανα-τρέπει συμβατικούς κανόνες, εκφάνσεις της καθημερινότητας, προσδιορίζοντας δομικές μεταβολές που εγγίζουν τον ‘πυρήνα’ της ατομικής και της εθνικής κουλτούρας και αισθητικής της καθημερινότητας. Η νέα μετα-Σοβιετική Ρωσία[4] καταλαμβάνει την θέση της πάλαι ποτέ αυτοκρατορίας, εκεί όπου τα κοινωνικά υποκείμενα φέρουν τους μετασχηματισμούς δίχως την παρουσία συνεκτικών εννοιολογικών εργαλείων πρόσληψης και επιτέλεσης εντός αυτού που επιτελείται..
Η νοσταλγική αναφορά στην άλλοτε Σοβιετική καθημερινότητα δεν αποτελεί παρά μαρτυρία της Σοβιετικής συμβαντικότητας, στην αδυναμία προσαρμογής, στην έλλειψη προκείμενων: στη νέα χώρα, οι αυτοκτονίες αυξάνονται, ως μήνυμα & ως απόφανση, με το πεδίο του κοινωνικού να ρηγματώνεται από αξιώσεις, από ‘νέες’ ολιγαρχικές εντάσεις, από την φτωχοποίηση για πολλούς καθώς και από την δόμηση ‘νησίδων’ κοινωνικής ανισότητας.. Η τραγικότητα συνιστά το ίδιο το διά-κενο, το ‘παραμορφωτικό’ διά-κενο..
Οι αντιθέσεις και τα κοινωνικά ρήγματα αναπαράγονται, όπως και οι τάσεις της νέας υλικής-κεφαλαιοκρατικής συσσώρευσης.. Δύναται να κάνουμε λόγο για μία ιστορικοπολιτική και κοινωνική ‘μετουσίωση’ με τον τρόπο που το/την θέτει ο Θάνος Λίποβατς: εκεί όπου αναδύεται «ένα νέο έργο, ένα νέο σημαίνον»[5], που καθιστά παραδεδεγμένες αναφορές κενές περιεχομένου..
Δίχως να στερείται την ευρύτητα της κριτικής στην πρώην Ένωση Σοβιετικών Σοσιαλιστικών Δημοκρατιών[6], στον πατερναλιστικό κρατισμό, και, δίχως την υπαρξιακή αναζήτηση αταβιστικών σημαινομένων, ή διαφορετικά ειπωμένων, μίας νοσταλγικής-παρηγορητικής ‘παρελθοντολαγνείας’, η Σβετλάνα Αλεξίεβιτς προσιδιάζει προς την αναφορά μίας λογοθετικότητας η οποία συντίθεται από τα ανασυντιθέμενα όρια του περάσματος ή της μετάβασης στη νέα Ρωσία, προσδιορίζοντας τους όρους υπό τους οποίους έλαβε χώρα, την έλλειψη ενός συνεκτικού ιστού, τον ‘κατακερματισμό’ των αφηγήσεων που όσο είναι ‘κοινή’ άλλο τόσο βιώνεται ατομικά..
Στο συγκεκριμένο βιβλίο, ανατέμνει αναλυτική τους όρους της καθημερινής ύπαρξης, το ή τα ‘παίγνια’ της ελλειπτικότητας της ιστορίας έτσι όπως αντανακλώνται και σε καθημερινό επίπεδο.. Εν μέσω και καιρώ προσίδιων αντιφάσεων, σκιαγραφεί το τοπίο..
—————– ————————
[1] To βιβλίο ως άλλο μετα-Σοβιετικό πόνημα, το διατρέχει εγκάρσια αυτό που τονίζει η Ιωάννα Λαλιώτου, αναφερόμενη στο έργο της σχολής των ‘Subaltern Studies’, ήτοι η αναλυτική σχολή της ‘υπεξουσιότητας’. Σε αυτό το πλαίσιο, «η πάλη μεταξύ προνομιούχων και υπεξούσιων υποκειμενικοτήτων με επίδικο τον ορισμό της συλλογικότητας παραμένει στο επίκεντρο της ιστοριογραφικής οπτικής που διαμορφώθηκε μέσα από την SSG». Η ως άνω θεώρηση θεωρούμε ότι διατρέχει και δια-περνά ‘το τέλος του κόκκινου ανθρώπου’, με διακύβευμα τον ιστορικό ορισμό της Σοβιετικής ατομικότητας & συλλογικότητας, τον προσδιορισμό και την καθημερινή, πρακτική του ‘Homo Sovieticus’, ή την δυνατότητα της καθημερινής του πραγμάτωσης.. Η «πάλη προνομιούχων και υπεξούσιων υποκειμενικοτήτων», συνθέτει τις όψεις του ‘Homo Sovieticus’, εγγράφοντας επωνυμίες, εκφάνσεις μίας κοινωνικής πολλαπλότητας..
[2] Το Κομμουνιστικό κόμμα, αυτή η ιδιαίτερη «πρωτοπορία της πρωτοπορίας», (Ανδρέας Παπανδρέου), δύναται να αναπαραχθεί στην εμπρόθετη στρατηγική του: στην κατάδοση και στη διαμόρφωση μικρο-κοινοτήτων εμπροσθοβαρών κατηγοριοποιήσεων και ταυτίσεων. Ο ψίθυρος σημαίνει, σκιαγραφεί την ‘ενοχή’.
[3] Βλέπε σχετικά, Αθανασίου Αθηνά, ‘Λογοκρισία και επιτελεστικότητα: Ρυθμίζοντας τα όρια του νόμιμου λόγου’, στο: Ζιώγας Γιάννης, Καραμπίνης Λεωνίδας, Σταυρακάκης Γιάννης & Χριστόπουλος Δημήτρης, ‘Όψεις Λογοκρισίας στην Ελλάδα’, Εκδόσεις Νεφέλη, Αθήνα, 2008, σελ. 161.
[4] Στη μετα-Σοβιετική Ρωσία, επιτελείται ο μετασχηματισμός του καπιταλισμού σε ‘κλεπτοκρατία’, εκεί όπου διευρύνονται οι όροι κοινωνικής αναπαραγωγής της ‘νέας’ ολιγαρχίας γύρω από τον άξονα του κράτους και των κρατικών πολιτικών όπως επισημαίνει με αναλυτική ενάργεια ο Βρετανός ιστορικός Tony Judt. Βλέπε σχετικά, Judt Tony, ‘Η Ευρώπη μετά τον Πόλεμο’, Μετάφραση: Σταματάκης Νικηφόρος & Αστερίου Ελένη, Εκδόσεις Αλεξάνδρεια, Αθήνα, 2012.
[5] Βλέπε σχετικά, Λίποβατς Θάνος, ‘Τέχνη και Κριτική…ό.π., σελ. 177.
[6] Στη Σοβιετική Ένωση διαμεσολαβήθηκε η πλαισίωση ενός ‘αντεστραμμένου Σοσιαλισμού’ της κομματικής νομιμότητας: το ίδιο το κόμμα ως πρόθεση, αποτελούσε όσο και διεύρυνε τα όρια της επιτρεπτής ‘αγοράς’.