Πολλές φορές και μόνο το άκουσμα της λέξης αυτισμός προκαλεί φόβο στους γονείς, πόσο μάλλον όταν μια τέτοια διάγνωση δίνεται στο παιδί τους. Είναι λογικό τότε οι γονείς να βρίσκονται αντιμέτωποι με ποικίλα ερωτήματα, όπως τι είναι ο αυτισμός, πώς μπορούν να καταλάβουν αν το παιδί τους εμφανίζει κάποια συμπτώματα που οδηγούν στην διάγνωσή του, αλλά και τι μπορούν να κάνουν για να βοηθήσουν το παιδί τους.
Αποτελεί γεγονός πως η διεθνής επιστημονική κοινότητα έχει σημειώσει σημαντική πρόοδο στη μελέτη του αυτισμού. Λόγω του εύρους της συμπτωματολογίας και προκειμένου να καλυφθεί η ποικιλομορφία των περιπτώσεων, ο ορισμός που πλέον έχει δοθεί είναι «Διαταραχές στο Φάσμα του Αυτισμού». Αυτό σημαίνει πως κάθε περίπτωση είναι μοναδική, γεγονός που δυσχεραίνει τη διάγνωση.
Παρόλα αυτά, υπάρχουν κάποια βασικά κριτήρια που εμφανίζονται πιο συχνά στις διαγνωσμένες περιπτώσεις διαταραχών στο φάσμα του αυτισμού. Πιο συγκεκριμένα, πρόκειται για τα εξής τρία κριτήρια:
1. Ελλείμματα στις κοινωνικές δεξιότητες. Τα ελλείμματα αυτά μπορούν να διαγνωστούν στα πρώτα δύο χρόνια της ζωής των παιδιών. Κατά τη βρεφική ηλικία η εικόνα που είναι πιο χαρακτηριστική είναι για βρέφη απομονωμένα, τα οποία δεν δείχνουν συναισθηματικό δέσιμο με τους γονείς τους και δεν παρουσιάζουν βλεμματική επαφή με τα άτομα που τα φροντίζουν. Σε μεταγενέστερη ηλικία, πρόκειται για παιδιά που έχουν δυσκολία να μοιράζονται τα συναισθήματά τους, ενώ ταυτόχρονα δε συμμετέχουν σε ομαδικές δραστηριότητες και έχουν λίγους ή καθόλου φίλους.
2. Ελλείμματα στην επικοινωνία. Πρόκειται για καθυστερήσεις στην ανάπτυξη του λόγου. Συνήθως, οι γονείς μπορούν να αντιληφθούν το έλλειμμα αυτό στους πρώτους 18 μήνες του παιδιού. Χαρακτηριστικά παρατηρούνται στερεοτυπικές χρήσεις λέξεων, δηλαδή τα παιδιά επαναλαμβάνουν απλά κάποιες εκφράσεις που ακούν. Ένα ακόμη χαρακτηριστικό είναι η ηχολαλία, όπου το παιδί επαναλαμβάνει ήχους, στερεοτυπικά χωρίς να γνωρίζει το νόημά τους, είτε εκείνη την στιγμή που τους ακούει είτε ετεροχρονισμένα.
3. Στερεοτυπικές συμπεριφορές, στερεοτυπικά ενδιαφέροντα και δραστηριότητες. Πρόκειται για ρουτίνες, τελετουργικά, κινητικά στερεότυπα όπως χτυπήματα χεριών ή στερεοτυπικές κινήσεις σώματος, όπως το να κινούν το σώμα τους μπρος πίσω συνεχόμενα. Συνήθως τα συμπτώματα αυτά είναι εμφανή πριν τα 3 χρόνια του παιδιού.
Είναι σημαντικό να επισημανθεί πως η ένταση και η συχνότητα των συμπτωμάτων μπορεί να διαφέρει από παιδί σε παιδί, γεγονός που κάνει ακόμη πιο δύσκολη τη διάγνωση. Αξίζει όμως να σημειωθεί ότι οι επιστημονικές έρευνες έχουν καταδείξει πόσο σημαντική είναι η πρώιμη διάγνωση, μέχρι την ηλικία του ενός έτους. Είναι πολύ συχνό το φαινόμενο η διάγνωση να γίνεται κατά την σχολική ηλικία, όπου οι εκπαιδευτικοί παρατηρούν τις δυσκολίες και τα ελλείμματα των παιδιών μέσα στο πλαίσιο της σχολικής αίθουσας.
Υπάρχουν όμως κάποια πρώιμα συμπτώματα τα οποία μπορούν να παρατηρήσουν οι γονείς σε ένα βρέφος προκειμένου να απευθυνθούν έγκαιρα στον παιδίατρο. Συγκεκριμένα, η εικόνα ενός βρέφους που δεν εμφανίζει συναίσθημα χαράς, ζεστασιάς, δεν παρουσιάζει κάποιο συναισθηματικό δέσιμο με τη μητέρα, δεν αναγνωρίζει τη φωνή της ή του ατόμου που έχει αναλάβει τη φροντίδα του, είναι μερικά από τα πρώιμα συμπτώματα. Μπορεί, επίσης, να ανταποκριθεί σε έναν ήχο, όπως για παράδειγμα το άνοιγμα από ένα σακουλάκι, όμως δεν θα έχει καμία αντίδραση στον ήχο της φωνής κάποιου ατόμου. Επιπλέον, το βρέφος δεν μιμείται τις εκφράσεις του προσώπου της μητέρας, συμπεριφορά που είναι συχνή κατά τη βρεφική ηλικία.
ΑΙΤΙΟΛΟΓΙΑ
Αν και έχει σημειωθεί μεγάλη πρόοδος στη διάγνωση και στην αντιμετώπιση των διαταραχών που ανήκουν στο φάσμα του αυτισμού, οι αιτίες στις οποίες οφείλονται οι διαταραχές αυτές δεν είναι ακόμη γνωστές. Έχουν υπάρξει πολλές διαφορετικές θεωρίες οι οποίες όμως δεν έχουν επιβεβαιωθεί. Συνήθως γίνεται αναφορά σε γενετικούς ή σε περιβαλλοντικούς παράγοντες. Τίποτα από αυτά όμως δεν είναι επιβεβαιωμένο, γεγονός που τα καθιστά συχνά αντικείμενο έρευνας και συζήτησης στο πλαίσιο της επιστημονικής κοινότητας.
ΠΑΡΕΜΒΑΣΗ-ΘΕΡΑΠΕΙΑ
Σε επίπεδο θεραπείας, έχει υπάρξει μεγάλη εξέλιξη τις τελευταίες δεκαετίες ως προς τις μεθόδους που χρησιμοποιούνται. Είναι σημαντικό να αντιληφθούν οι γονείς ότι πρόκειται για κάτι που θα ακολουθεί το παιδί σε όλη του τη ζωή και για αυτό πρέπει να δοθεί στο παιδί η κατάλληλη βοήθεια προκειμένου να βελτιωθεί η καθημερινότητά του. Συνήθως, οι προτεινόμενες θεραπείες είναι λογοθεραπεία και εργοθεραπεία. Έρευνες έχουν δείξει πως τα οφέλη είναι σημαντικά, ιδιαίτερα στις γλωσσικές και κοινωνικές δεξιότητες, ενώ είναι σημαντικό να σημειωθεί πως όσο πιο νωρίς ξεκινάνε οι παρεμβάσεις τόσο πιο μεγάλη είναι η βελτίωση. Όσον αφορά την εκπαίδευση, στο ελληνικό εκπαιδευτικό σύστημα υπάρχει η πρόβλεψη της παράλληλης στήριξης των παιδιών που είναι διαγνωσμένα με αυτισμό. Είναι όμως αμφιλεγόμενη η χρήση φαρμακευτικής αγωγής, καθώς οι έρευνες δεν καταλήγουν σε αποδεδειγμένα οφέλη.
Για οποιαδήποτε περαιτέρω πληροφορία ή διευκρίνιση μπορείτε να καλέσετε στην «Ευρωπαϊκή Γραμμή Υποστήριξης Παιδιών 116111» ώστε να συζητήσετε με έναν ψυχολόγο όλα αυτά που μπορεί να σας απασχολούν σε σχέση με το παιδί σας.
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
Bryson SE, Rogers SJ and Fombonne E (2003). Autism Spectrum Disorders: Early Detection, Intervention, Education, and Psychopharmacological Management. Can J Psychiatry, Volume 48 (No8), pp 506–516
Plauche´ Johnson C, Myers SM (2007). Identification and Evaluation of Children With Autism Spectrum Disorders. Official Journal of the American Academy of Pediatrics, Volume 12 (No5), pp 1183-1215
Warren Z, McPheeters ML, Sathe N, Foss-Feig JH, Glasser A and Veenstra-VanderWeele J. (2011). A Systematic Review of Early Intensive Intervention for Autism Spectrum Disorders. Journal of the American Academy of Pediatrics, Volume 127 (No5), pp 1303-1311