Η UNESCO γιορτάζει τις “Γλώσσες χωρίς σύνορα” για τη φετινή Διεθνή Ημέρα Μητρικής Γλώσσας (21 Φεβρουαρίου). Οι τοπικές και διασυνοριακές γλώσσες μπορούν να προωθήσουν τον ειρηνικό διάλογο και να συμβάλουν στη διατήρηση της κληρονομιάς των αυτοχθόνων λαών. Η πολιτιστική και γλωσσική ποικιλομορφία είναι καθοριστική για τις βιώσιμες κοινωνίες και βοηθά στη διατήρηση των διαφορών μεταξύ των πολιτισμών και των γλωσσών που προάγουν την ανοχή και το σεβασμό προς τους άλλους.
Σε ολόκληρο τον κόσμο, ορισμένες τοπικές γλώσσες, αντί να εξαφανίζονται, στην πραγματικότητα ακμάζουν. Πολλές από αυτές τις ταχέως εξελισσόμενες γλώσσες είναι διασυνοριακές γλώσσες. Για παράδειγμα, τόσο οι τοπικές παραλλαγές των Μάορι – που ομιλούνται στη Νέα Ζηλανδία, στις Νήσους Κουκ, όσο και η Σάμι, που μιλιέται σε ολόκληρη τη Βόρεια Ευρώπη, επωφελήθηκαν από τις προσπάθειες των κυβερνήσεων να αναζωογονήσουν αυτές τις γλώσσες, η οποία ξεκίνησε στη δεκαετία του 1980.
Τα σύνορα σε πολλά μέρη του κόσμου έχουν χαραχθεί τεχνητά. Από την υποσαχάρια Αφρική, τη Μέση Ανατολή έως τη Λατινική Αμερική, πολλά σύνορα αποτέλεσαν αντικείμενο διαπραγμάτευσης και χαράχθηκαν αυθαίρετα χωρίζοντας τις κοινότητες, που υπήρχαν εδώ και αιώνες. Αυτή η διαδικασία συνέβαλε στη δημιουργία συγκρούσεων σε όλο τον κόσμο. Οι γλωσσολόγοι που ειδικεύονται στις διασυνοριακές γλώσσες έχουν επισημάνει ότι για τέτοιες κοινότητες πολύ συχνά δεν υπάρχουν «επίσημα σύνορα». Συνεχίζουν να εμπορεύονται, να μοιράζονται πολιτιστικές πρακτικές και να επικοινωνούν σε μια κοινή τοπική γλώσσα. Οι διασυνοριακές γλώσσες έχουν μία φυσική δυναμική διότι υπάρχει η γόνιμη αλληλεπίδραση μεταξύ των ανθρώπων από δύο ή και περισσότερες χώρες.
Μεταξύ πολλών άλλων διασυνοριακών γλωσσών, η Kiswahili είναι ένα τέτοιο παράδειγμα. Αυτή η υποσαχάρια αφρικανική γλώσσα ομιλείται από 120 έως 150 εκατομμύρια ανθρώπους. Είναι μια υβριδική γλώσσα που αποτελείται από γλωσσικά στοιχεία της Νότιας Αφρικής, της Αραβίας, της Ευρώπης και της Ινδίας. Η εξέλιξή της παρουσιάζει μια πλούσια ιστορία μετανάστευσης, εμπορίου, δουλείας και αποικιοκρατίας. Σήμερα, είναι η πιο σημαντική lingua franca (κοινή γλώσσα συνεννόησης) της υποσαχάριας Αφρικής, και μια δυναμική που προωθεί την αφρικανική ενότητα και τη διπλωματία. Είναι εθνική και επίσημη γλώσσα στην Ηνωμένη Δημοκρατία της Τανζανίας, εθνική γλώσσα στην Κένυα και στη Λαϊκή Δημοκρατία του Κονγκό. Πρόκειται για διασυνοριακή γλώσσα lingua franca στην Ουγκάντα, τη Ρουάντα, το Μπουρούντι, τη βόρεια Μοζαμβίκη και τη νότια Σομαλία και, σε μικρότερο βαθμό, στο Μαλάουι, τη Ζάμπια και το νότιο Σουδάν.
Η Quechua είναι ένα άλλο παράδειγμα. Η γλώσσα της αρχαίας αυτοκρατορίας των Ίνκα, εξελίχθηκε για να γίνει η οικογένεια συναφών αυτοχθόνων γλωσσών, που μιλάνε περίπου 8 με 10 εκατομμύρια άνθρωποι στο Περού, τη Βολιβία, τον Εκουαδόρ, τη Χιλή, την Κολομβία και την Αργεντινή.
Δείτε επίσης: Διεθνής Ημέρα Μητρικής Γλώσσας / 2019 Διεθνές Έτος Αυτοχθόνων Γλωσσών
Η δυναμική των διασυνοριακών γλωσσών σημαίνει ότι μπορούν να παράσχουν χώρο για να ευδοκιμήσουν οι πολιτισμοί και οι παραδόσεις των αυτοχθόνων. Υπό τις κατάλληλες συνθήκες, μπορούν επίσης να αποτελέσουν ισχυρά εργαλεία για την προώθηση της ειρήνης μεταξύ γειτονικών χωρών. Οι δεσμοί της συμπάθειας και της κοινής κληρονομιάς και στις δύο πλευρές των συνόρων και μεταξύ αρκετών χωρών μιας περιοχής, αυξάνουν την αλληλεγγύη μεταξύ των γειτονικών λαών και επιτρέπουν στους ανθρώπους να γιορτάσουν την πολυπλοκότητα των πολυεπίπεδων ταυτοτήτων τους.
Η ανάπτυξη της πολυγλωσσικής εκπαίδευσης με βάση τη διδασκαλία της μητρικής γλώσσας όχι μόνο βελτιώνει τα μαθησιακά αποτελέσματα, αλλά συμβάλλει επίσης στη διατήρηση της γλωσσικής πολυμορφίας και της πολυγλωσσίας, στοιχείο κλειδί για την κοινωνική ένταξη. Οι διασυνοριακές γλώσσες έχουν τη δυνατότητα να ενθαρρύνουν ισχυρούς συναισθηματικούς και πολιτιστικούς δεσμούς μεταξύ γειτονικών κοινοτήτων που συχνά ζουν στις δύο πλευρές των διεθνών συνόρων.
Πηγή: unesco.org
Απόδοση/Επιμέλεια: Τομπέα Ελένη
socialpolicy.gr
Discover more from socialpolicy.gr
Subscribe to get the latest posts sent to your email.