Η απώλεια ενός μωρού κατά την εγκυμοσύνη λόγω αποβολής ή θνησιγένειας εξακολουθεί να αποτελεί θέμα ταμπού παγκοσμίως, συνδεόμενο με στίγμα και ντροπή. Πολλές γυναίκες εξακολουθούν να μην λαμβάνουν την κατάλληλη φροντίδα και σεβασμό που απαιτείται όταν το μωρό τους πεθαίνει κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης ή του τοκετού.
Η αποβολή είναι ο συνηθέστερος λόγος απώλειας ενός μωρού κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης. Οι εκτιμήσεις ποικίλλουν, αν και ο οργανισμός March of Dimes που εργάζεται για την υγεία της μητέρας και του παιδιού, υποδεικνύει ποσοστό αποβολής 10-15% σε γυναίκες που γνώριζαν ότι κυοφορούσαν. Η απώλεια μιας εγκυμοσύνης ορίζεται διαφορετικά σε ολόκληρο τον κόσμο, αλλά γενικότερα, ένα μωρό που πεθαίνει πριν από τις 28 εβδομάδες εγκυμοσύνης αναφέρεται ως αποβολή ενώ τα μωρά που πεθαίνουν κατά ή μετά τις 28 εβδομάδες είναι θνησιγενή. Κάθε χρόνο, 2,6 εκατομμύρια μωρά είναι θνησιγενή και πολλοί από αυτούς τους θανάτους θα μπορούσαν να αποφευχθούν. Ωστόσο, οι αποβολές και οι θνησιγένειες δεν καταγράφονται συστηματικά, ακόμη και στις ανεπτυγμένες χώρες, γεγονός που υποδηλώνει ότι οι αριθμοί θα μπορούσαν να είναι ακόμη μεγαλύτεροι.
Σε όλο τον κόσμο, οι γυναίκες έχουν διαφορετικό βαθμό πρόσβασης σε υπηρεσίες υγειονομικής περίθαλψης, και τα νοσοκομεία και οι κλινικές σε πολλές χώρες αντιμετωπίζουν πολύ συχνά έλλειψη πόρων και έλλειψη προσωπικού. Παρότι η εμπειρία της απώλειας ενός μωρού είναι διαφορετική για την κάθε γυναίκα, το στίγμα, η ντροπή και η ενοχή αποτελούν κοινά ζητήματα σε όλο τον κόσμο.
Όπως αναφέρουν γυναίκες μέσα από τις προσωπικές τους εμπειρίες, εκείνες που χάνουν τα μωρά τους αισθάνονται ότι πρέπει να παραμένουν σιωπηλές και να μην εκφράζουν την θλίψη τους, είτε επειδή η αποβολή και η θνησιγένεια εξακολουθούν να είναι συχνά φαινόμενα, είτε επειδή θεωρούνται αναπόφευκτα.
“Ως κλινική ψυχολόγος, ειδικεύομαι στην αναπαραγωγική και τη μητρική ψυχική υγεία των γυναικών, αντικείμενο με το οποίο ασχολούμαι για πάνω από μια δεκαετία. Μόλις βίωσα προσωπικά μια αποβολή στην 16η εβδομάδα της εγκυμοσύνης μου, μπόρεσα να καταλάβω πραγματικά την απελπισία και την συνεχόμενη θλίψη για την οποία μιλούσαν οι ασθενείς μου για τόσα χρόνια. Μετά την αποβολή μου, εξέτασα την έρευνα που δείχνει ότι η πλειονότητα των γυναικών αναφέρουν πως νιώθουν αισθήματα ντροπής, αυτο-κατηγορίας και ενοχής μετά από μια απώλεια εγκυμοσύνης. ”
Jessica Zucker, κλινική ψυχολόγος, συγγραφέας, ΗΠΑ
Όλο αυτό έχει ένα τεράστιο ψυχικό κόστος στις γυναίκες. Πολλές αναπτύσσουν προβλήματα ψυχικής υγείας που διαρκούν για μήνες ή και χρόνια – ακόμη και μετά την απόκτηση ενός υγιούς μωρού. Οι πολιτισμικές και κοινωνικές αντιλήψεις για την απώλεια ενός μωρού μπορεί να ποικίλλουν σημαντικά σε όλο τον κόσμο. Στην υποσαχάρια Αφρική, μια κοινή πεποίθηση είναι ότι ένα μωρό μπορεί να είναι θνησιγενές λόγω μαγείας ή κακών πνευμάτων.
“Η αντιμετώπιση της αποβολής μου ήταν τραυματική. Το ιατρικό προσωπικό συνέβαλε πολύ στη θλίψη μου παρά το γεγονός ότι είμαι και εγώ γιατρός. Ένα άλλο ζήτημα είναι η πολιτιστική στάση. Στις περισσότερες παραδοσιακές αφρικανικές κουλτούρες, οι άνθρωποι πιστεύουν ότι μπορεί να χάσεις ένα μωρό λόγω μιας κατάρας ή μαγείας. Εδώ, η απώλεια παιδιών περιβάλλεται από στίγμα, επειδή ορισμένοι πιστεύουν ότι κάτι δεν πάει καλά με μια γυναίκα που είχε επαναλαμβανόμενες απώλειες, πως μπορεί να ήταν αμφιβόλου ηθικής και έτσι η απώλεια θεωρείται ως τιμωρία από τον θεό.”
Larai, 44 ετών φαρμακοποιός, Νιγηρία
Υπάρχουν πολλοί λόγοι για τους οποίους μπορεί να συμβεί μια αποβολή, συμπεριλαμβανομένων των ανωμαλιών του εμβρύου, της ηλικίας της μητέρας και των λοιμώξεων- πολλές από τις οποίες μπορούν να αποφευχθούν όπως η ελονοσία και η σύφιλη, αν και η ακριβής αιτία είναι συχνά δύσκολα ανιχνεύσιμη.
Οι γενικές συμβουλές για την πρόληψη της αποβολής επικεντρώνονται στην υγιεινή διατροφή, την άσκηση, την αποφυγή του καπνίσματος, της χρήσης ναρκωτικών και αλκοόλ, τον περιορισμό της καφεΐνης, τον έλεγχο του στρες και την διατήρηση ενός υγιούς βάρους. Αυτό δίνει έμφαση στους παράγοντες που συνδέονται με τον τρόπο ζωής, οι οποίοι, ελλείψει συγκεκριμένων απαντήσεων, μπορούν να οδηγήσουν τις γυναίκες να αισθάνονται ένοχες ότι έχουν προκαλέσει την αποβολή τους.
“Είχα τέσσερις αποβολές. Κάθε φορά που συμβαίνει, ένα κομμάτι σου πεθαίνει. Η πιο τραυματική εμπειρία ήταν η πρώτη. Ήμασταν πολύ ενθουσιασμένοι για τον ερχομό του μωρού μας. Αλλά όταν πήγαμε για υπέρηχο στις 12 εβδομάδες, μου είπαν ότι είχα παλίνδρομο κύηση, που ονομάζεται επίσης ως σιωπηλή αποβολή, πράγμα που σήμαινε ότι το μωρό πέθανε πριν από πολύ καιρό, αλλά το σώμα μου δεν είχε δείξει σημάδια. Ήμουν συντετριμμένη. Επίσης, δεν μπορούσα να πιστέψω ότι επρόκειτο να με στείλουν μόνη στο σπίτι με το νεκρό μου μωρό ακόμα μέσα μου, και καμία συμβουλή για το τι έπρεπε να κάνω. ”
Lisa, 40 ετών, marketing manager, Ηνωμένο Βασίλειο
Όπως και με άλλα ζητήματα υγείας, γύρω από τα οποία υπάρχει ακόμη τεράστιο ταμπού, όπως είναι η ψυχική υγεία, πολλές γυναίκες αναφέρουν ότι ανεξάρτητα από τον πολιτισμό, την εκπαίδευση ή την ανατροφή τους, οι φίλοι και η οικογένειά τους δεν θέλουν να μιλήσουν για την απώλεια τους. Αυτό φαίνεται να συνδέεται με τη σιωπή που καλύπτει γενικά τη θλίψη.
Δείτε επίσης: Η ντροπή και η παραπληροφόρηση για την έμμηνο ρύση συνδέονται με σοβαρές ανησυχίες για τα ανθρώπινα δικαιώματα
Οι θνησιγένειες συμβαίνουν αργότερα κατά την εγκυμοσύνη και 1 στις 2 συμβαίνουν κατά τη διάρκεια του τοκετού, πολλές από τις οποίες μπορούν να προληφθούν. Περίπου το 98% των τοκετών λαμβάνουν χώρα σε χώρες χαμηλού και μεσαίου εισοδήματος. Η παροχή φροντίδας καλύτερης ποιότητας κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης και του τοκετού θα μπορούσε να αποτρέψει περισσότερες από μισό εκατομμύριο θνησιγένειες παγκοσμίως. Ακόμη και σε χώρες με υψηλό εισόδημα, η κακή ποιότητα στην φροντίδα είναι ένας σημαντικός παράγοντας για την θνησιγένεια.
Υπάρχουν σαφείς τρόποι με τους οποίους μπορεί να μειωθεί ο αριθμός των μωρών που πεθαίνουν κατά την εγκυμοσύνη – βελτιώνοντας την πρόσβαση στην προγεννητική φροντίδα (σε ορισμένες περιοχές του κόσμου, οι γυναίκες έρχονται σε επαφή με υγειονομικό προσωπικό ενώ βρίσκονται ήδη σε εγκυμοσύνη αρκετούς μήνες), εισάγοντας τη συνέχεια της φροντίδας μέσω της μαιευτικής φροντίδας και με την παροχή κοινοτικής περίθαλψης όπου είναι δυνατόν.
Η ενσωμάτωση της θεραπείας λοιμώξεων κατά την εγκυμοσύνη, η παρακολούθηση του καρδιακού ρυθμού του εμβρύου και η παρακολούθηση του τοκετού, ως μέρος ενός ολοκληρωμένου πακέτου φροντίδας θα μπορούσαν να σώσουν 1,3 εκατομμύρια μωρά που διαφορετικά θα είχαν γεννηθεί νεκρά.
Ο τρόπος με τον οποίο αντιμετωπίζονται οι γυναίκες κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης συνδέεται με τα σεξουαλικά και αναπαραγωγικά τους δικαιώματα, για τα οποία πολλές γυναίκες σε όλο τον κόσμο δεν έχουν αυτονομία.
Οι κοινωνικές πιέσεις σε πολλά μέρη του κόσμου μπορούν να σημαίνουν ότι οι γυναίκες μένουν έγκυες όταν δεν είναι σωματικά ή ψυχολογικά έτοιμες. Ακόμα και το 2019, 200 εκατομμύρια γυναίκες που θέλουν να αποφύγουν την εγκυμοσύνη δεν είχαν πρόσβαση στη σύγχρονη αντισύλληψη. Και όταν μένουν έγκυες, 30 εκατομμύρια γυναίκες δεν γεννούν σε κάποιο κέντρο υγείας ενώ 45 εκατομμύρια λαμβάνουν ανεπαρκή ή καθόλου προγεννητική φροντίδα, θέτοντας τόσο τις ίδιες όσο και το μωρό του σε πολύ μεγαλύτερο κίνδυνο επιπλοκών και θανάτου.
Δείτε επίσης Παγκόσμια Ημέρα Πληθυσμών 2018: “Ο οικογενειακός προγραμματισμός είναι ανθρώπινο δικαίωμα”
Πολιτιστικές πρακτικές όπως ο ακρωτηριασμός των γυναικείων γεννητικών οργάνων (FGM) και ο παιδικός γάμος βλάπτουν σε μεγάλο βαθμό τη σεξουαλική και αναπαραγωγική υγεία των κοριτσιών και την υγεία των μωρών τους. Η απόκτηση μωρού σε πολύ μικρή ηλικία είναι επικίνδυνη τόσο για τις μητέρες όσο και για τα μωρά. Οι έφηβες μητέρες (ηλικίας 10-19 ετών) είναι πολύ πιο πιθανό να παρουσιάσουν εκλαμψία ή λοιμώξεις της μήτρας από τις γυναίκες ηλικίας 20-24 ετών, γεγονός που μπορεί να αυξήσει τον κίνδυνο θνησιγένειας. Τα μωρά που γεννιούνται από γυναίκες ηλικίας κάτω των 20 ετών είναι επίσης πιθανότερο να έχουν χαμηλό βάρος κατά τη γέννηση, να είναι πρόωρα ή να έχουν σοβαρές νεογνικές παθήσεις, τα οποία μπορεί να αυξήσουν τον κίνδυνο θνησιγένειας.
Ο FGM αυξάνει τον κίνδυνο μιας γυναίκας για παρατεταμένο τοκετό και δυστοκία, αιμορραγία, σοβαρό τραυματισμό και ανάγκη για υποβοηθούμενο τοκετό. Το μωρό της είναι πολύ πιο πιθανό να χρειαστεί ανάνηψη κατά τον τοκετό και αντιμετωπίζει υψηλό κίνδυνο θανάτου κατά τη διάρκεια του τοκετού ή μετά τη γέννηση.
Η τοποθέτηση των γυναικών στο επίκεντρο της φροντίδας είναι ζωτικής σημασίας για μια θετική εμπειρία εγκυμοσύνης – οι βιοϊατρικές και φυσιολογικές πτυχές της φροντίδας πρέπει να συνδυάζονται με κοινωνική, πολιτιστική, συναισθηματική και ψυχολογική υποστήριξη.
Ωστόσο, πολλές γυναίκες, ακόμη και σε ανεπτυγμένες χώρες με πρόσβαση στην καλύτερη δυνατή υγειονομική περίθαλψη, λαμβάνουν ανεπαρκή φροντίδα μετά την απώλεια ενός μωρού. Η γλώσσα που χρησιμοποιείται γύρω από την αποβολή και την θνησιγένεια μπορεί να είναι τραυματική από μόνη της – ορολογία που αναφέρεται σε έναν “ανεπαρκή τράχηλο” ή σε ένα “διογκωμένο ωάριο”.
“Όταν ήμουν στην 12η εβδομάδα της εγκυμοσύνης μου, πήγα για ένα check-up και έκανα έναν υπέρηχο. Ο γιατρός μου είπε ότι κάτι δεν πήγαινε καλά χωρίς να μου διευκρινίσει τι ακριβώς. Την επόμενη μέρα ξύπνησα και παρατήρησα ότι τα σεντόνια είχαν λερωθεί με αίμα. Δεν έλαβα καμία πληροφορία σχετικά με την αποβολή μου και γιατί προέκυψε αυτό. Οι νοσοκόμες ήταν πολύ απόμακρες και εχθρικές και συμπεριφέρθηκαν σαν να ήταν απλώς μια ιατρική διαδικασία. Ανάμεσα σε όλο το προσωπικό του νοσοκομείου, ο μόνος που είχε λίγη ανθρωπιά ήταν ο γιατρός, ο οποίος αργότερα με διαβεβαίωσε ότι θα μπορούσα να προσπαθήσω ξανά να μείνω έγκυος.”
Andrea, 28 ετών, στυλίστρια, Κολομβία
Ανάλογα με την πολιτική του νοσοκομείου, τα σώματα των μωρών μπορεί να αντιμετωπίζονται ως κλινικά απόβλητα και να αποτεφρώνονται. Μερικές φορές όταν μια γυναίκα ανακαλύπτει ότι το μωρό της έχει πεθάνει, απαιτείται να συνεχίζει να κυοφορεί το νεκρό μωρό για αρκετές εβδομάδες πριν μπορέσει να το γεννήσει. Αν και μπορεί να υπάρχουν κλινικοί λόγοι για αυτήν την καθυστέρηση, αυτό μπορεί να είναι οδυνηρό για τη γυναίκα και τον σύντροφό της. Ακόμη και στις ανεπτυγμένες χώρες, οι γυναίκες μπορεί να γεννήσουν το νεκρό μωρό τους σε μονάδες μητρότητας, περιτριγυρισμένες από γυναίκες με υγιή μωρά.
Δεν μπορούν όλα τα νοσοκομεία ή οι κλινικές να υιοθετήσουν νέες πολιτικές ή να παρέχουν περισσότερες υπηρεσίες. Πρόκειται για μια πραγματικότητα των υπερφορτωμένων συστημάτων υγειονομικής περίθαλψης. Ωστόσο, η ενθάρρυνση μεγαλύτερης ευαισθησίας στην αντιμετώπιση των πενθούντων ζευγαριών και η άρση του ταμπού και του στίγματος γύρω από την απώλεια μωρών δεν χρειάζεται να κοστίσει χρηματικούς πόρους.
“Ο σύζυγός μου και εγώ ήμασταν υπερβολικά χαρούμενοι όταν έμεινα έγκυος σε δίδυμα κορίτσια και συγκλονιστήκαμε όταν χάσαμε ένα από αυτά την 34η εβδομάδα- την είχαμε ονομάσει Isla. Τρομοκρατήθηκα ότι θα χάναμε και το άλλο μας μωρό και επέμεινα να παραμείνω στο νοσοκομείο. Την επόμενη μέρα γέννησα τα κορίτσια με καισαρική τομή. Σε γενικές γραμμές το νοσοκομείο ήταν απίστευτα υποστηρικτικό και μας δόθηκε ένα ιδιωτικό δωμάτιο και χρόνος για να περάσουμε με την Isla. Ωστόσο, ορισμένοι γιατροί έδειξαν πλήρη αναισθησία, με κάποιον να ρωτάει ακόμη γιατί έκλαιγα και ότι έπρεπε να γελάω”.
Becky, 38 ετών, εκπαιδευτικός, Βιετνάμ /Ηνωμένο Βασίλειο
Το υγειονομικό προσωπικό μπορεί να δείξει ευαισθησία και ενσυναίσθηση, να αναγνωρίσει πώς αισθάνονται οι γονείς, να παράσχει σαφείς πληροφορίες και να καταλάβει ότι οι γονείς μπορεί να χρειάζονται ειδική υποστήριξη τόσο στην αντιμετώπιση της απώλειας τους όσο και στην πιθανή προσπάθεια να αποκτήσουν ένα άλλο μωρό. Η παροχή φροντίδας με βάση τα ανθρώπινα δικαιώματα, που είναι κοινωνικο-πολιτισμικά σχετιζόμενη, με σεβασμό και αξιοπρέπεια είναι εξίσου απαραίτητη για την κατάλληλη μητρική και νεογνική φροντίδα, όπως είναι και η κλινική επάρκεια.
“Οι θνησιγένειες είναι πολύ κοινές στην Αυστραλία, επηρεάζουν περίπου 2000 οικογένειες κάθε χρόνο. Ο ρυθμός τους δεν έχει αλλάξει τα τελευταία 20 χρόνια και για τους αυτόχθονους Αυστραλούς είναι δύο φορές υψηλότερος. Ωστόσο πριν συμβεί σε εμένα, και γίνω αυτή η 1 στις 6 γυναίκες, δεν είχα σκεφτεί ποτέ πως τα μωρά μπορούν να πεθάνουν μέσα στη μήτρα. Ο γιατρός μου είπε για τον αυξημένο κίνδυνο για πρόπτωση ομφάλιου λώρου λόγω πολυυδράμνιου (κατάσταση στην οποία ο όγκος του αμνιακού υγρού στο δεύτερο μισό της κύησης υπερβαίνει τα 2000 ml) αλλά κανείς δεν ανέφερε ότι είχα αυξημένο κίνδυνο εμβρυϊκού θανάτου.”
Sarah, 40 ετών, δημόσια υπάλληλος, Αυστραλία
Πηγή: who.int
Απόδοση/Επμέλεια: Τομπέα Ελένη
socialpolicy.gr