Γιώτα Μαστροσαββάκη
Απόφοιτη Ψυχολογίας Ευρωπαϊκού Πανεπιστημίου Κύπρου
Μεταπτυχιακή φοιτήτρια Κοινωνικής & Αναπτυξιακής Ψυχολογίας
Οι προσεγγίσεις των κοινωνικών επιστημών στην αλλαγή του κλίματος ασχολούνται με την κατανόηση του τρόπου με τον οποίο αυτό το περιβαλλοντικό πρόβλημα αντιπροσωπεύεται στην κοινωνία, αφενός, και πώς οι άνθρωποι σκέφτονται και αισθάνονται γι’ αυτό, αφετέρου. Το θεωρητικό μοντέλο προσπαθεί να αναλύσει και τα δύο αυτά θέματα σε ένα ολοκληρωμένο πλαίσιο που βασίζεται στη Θεωρία των Κοινωνικών Αναπαραστάσεων (Moscovici, 1988).
Η θεωρία αντιμετωπίζει σοβαρά τις πληροφορίες που κυκλοφορούν στην κοινωνία (π.χ. στα μέσα ενημέρωσης, στα σχολικά εγχειρίδια και τη λογοτεχνία) και τις ιδέες στο μυαλό των ανθρώπων (Moscovici, 1988). Παρέχει ένα πλαίσιο για την κατανόηση και διερεύνηση του τρόπου με τον οποίο η επιστημονική γνώση, όπως αυτή που σχετίζεται με τη συζήτηση για την κλιματική αλλαγή, διαχέεται στην κοινωνία και μπορεί να συσχετιστεί με διαμαρτυρίες εξουσιών (Γκάρας και συν., 2019).
Μια κοινωνική αναπαράσταση ορίζεται ως ένα σύστημα αξιών, ιδεών και πρακτικών σχετικά με το δεδομένο κοινωνικό αντικείμενο, καθώς και η επεξεργασία αυτού του αντικειμένου από μια ομάδα με σκοπό την επικοινωνία και τη συμπεριφορά. Κατά συνέπεια, παρέχει σε μια δεδομένη ομάδα μια κοινή κοινωνική «πραγματικότητα» και «κοινή συνείδηση» έναντι ενός συγκεκριμένου κοινωνικού αντικειμένου (Κώτσιος, 2009). Οι κοινωνικές αναπαραστάσεις της κλιματικής αλλαγής διευκολύνουν τη λογική ενός δυνητικά σκοτεινού και εσωτερικού περιβαλλοντικού φαινομένου, που προέρχεται από τον επιστημονικό τομέα. Μια προσέγγιση στην κλιματική αλλαγή επιτρέπει στους ερευνητές να αποκτήσουν γνώσεις σχετικά με ποιους τρόπους η κλιματική αλλαγή αντιπροσωπεύεται στα κανάλια κοινωνικής πληροφόρησης και στους τρόπους με τους οποίους αναπτύσσεται γνωστικά και ρητορικά, από κοινωνικούς παράγοντες στην επικοινωνία (Jaspal et al., 2014).
Ο Moscovici (1988) προέβαλε τρεις τύπους κοινωνικής αναπαράστασης: ηγεμονικός, χειραφετημένος και πολεμικός. Μια ηγεμονική αναπαράσταση είναι αυτή που μοιράζεται συναινετικά από μέλη μιας ομάδας, είναι καταναγκαστική και ομοιόμορφη. Η αντίληψη ότι το κλίμα αλλάζει σε μεγάλο βαθμό ως αποτέλεσμα των ανθρωπογενών βιομηχανικών εξελίξεων στον δυτικό κόσμο αποτελεί ηγεμονική αναπαράσταση στην παγκόσμια επιστημονική κοινότητα (Olausson, 2011).
Μια χειραφετημένη αναπαράσταση αναπτύσσεται από υποομάδες μέσα σε μια μεγαλύτερη κοινωνική συλλογική ως αποτέλεσμα της ανάπτυξης πληροφοριών και διακριτικών γνώσεων σε αυτές τις υποομάδες. Οι απελευθερωμένες αναπαραστάσεις αποτελούν «εξελίξεις» ή μικρές τροποποιήσεις της γενικής ηγεμονικής αναπαράστασης (Smith & Joffe, 2013). Για παράδειγμα, ενώ η ηγεμονική αναπαράσταση ορίζει ότι η ανθρωπογενής κλιματική αλλαγή θα έχει αρνητικά αποτελέσματα, μια χειραφετημένη αναπαράσταση μεταξύ π.χ. των Μαλδιβών αποτελεί ότι η κλιματική αλλαγή είναι πιθανό να οδηγήσει στην πλήρη βύθιση των Μαλδιβών, που οδηγεί σε ένα τεράστιο πρόβλημα προσφύγων (Mivinan News, 2012).
Μια πολεμική αναπαράσταση είναι αυτή που δημιουργείται κατά τη διάρκεια της κοινωνικής σύγκρουσης, και χαρακτηρίζεται από ανταγωνιστικές σχέσεις μεταξύ των ομάδων. Ένα ζωντανό παράδειγμα αυτού είναι η αντιπαλότητα μεταξύ της πλειονότητας των επιστημόνων του κλίματος, οι οποίοι υποστηρίζουν ότι η κλιματική αλλαγή είναι επικίνδυνη και εξαρτάται σε μεγάλο ποσοστό από την ανθρώπινη δραστηριότητα, και τους κριτικούς του κλίματος, οι οποίοι αμφισβητούν τη νομιμότητα αυτής της ηγεμονικής αναπαράστασης (Jaspal et al., 2014).
Οι ηγεμονικές, χειραφετημένες και πολεμικές αναπαραστάσεις φαίνεται να επηρεάζουν διαφορετικά την ατζέντα της κλιματικής αλλαγής. Οι ηγεμονικές αναπαραστάσεις είναι συνήθως πιο πιθανό να διαμορφώσουν στάσεις επειδή είναι καταναγκαστικές, μοιράζονται σε μαζική κλίμακα και έτσι είναι δύσκολο να ανακατασκευαστούν ή να απορριφθούν (Breakwell, 1999). Αντίθετα, οι πολεμικές συχνά θεωρούνται περιφερειακές στη σκέψη και ως εκ τούτου άξια προσοχής (McCright, 2007· όπ. αναφ. στους Jaspal et al., 2014). Έτσι, είναι εύλογο οι σχετικές ομάδες να προσπαθήσουν να «αναβαθμίσουν» την πολεμική τους ή χειραφετημένη αναπαράσταση της κλιματικής αλλαγής σε ηγεμονική κατάσταση προκειμένου να προωθήσουν τους προσωπικούς / συλλογικούς τους στόχους (Jaspal et al., 2014).
Αντιλήψεις κινδύνου & μοντέλο αντίληψης κινδύνου κλιματικής αλλαγής.
Σε έρευνα που έγινε από τους Παπανικολάου & Πολλάκη (2015) στην Ελλάδα, συγκεκριμένα σε Μυτιλήνη, Αθήνα και Αράχοβα για την διερεύνηση των αντιλήψεων, των εννοιολογικών προσεγγίσεων και των στάσεων των πολιτών σχετικά με τις κλιματικές αλλαγές, παρατηρήθηκε στην πλειοψηφία η χρήση λέξεων όπως «ανησυχία», «ευθύνη» και «αφύπνιση». Συγκεκριμένα όπως αναφέρουν οι Παπανικολάου & Πολλάκη “Φάνηκε και στην έρευνα πως υπάρχει περισσότερο αίσθημα «ανασφάλειας» (38,4%) παρά «ασφάλειας» (1,7%), περισσότερο «απαισιοδοξίας» (32%) παρά «αισιοδοξίας» (7,8%). Το μεγαλύτερο ποσοστό της έρευνας με βάση των εννοιολογικών λέξεων δείχνει την κυριαρχία αρνητικών συναισθημάτων από τους συμμετέχοντες στην έρευνα” (2015, σελ, 63).
Σε ανάλογη έρευνα των Leviston & Walker (2011, όπ. αναφ. στους Παπανικολάου & Πολλάκη, 2015), τα αρνητικά συναισθήματα που πρωταγωνιστούσαν ήταν ο θυμός, φόβος, αισιοδοξία, αδυναμία, εκνευρισμός. Σύμφωνα με τον Leisrorwitz (2007) συναισθήματα όπως φόβος ή θυμός, μας οδηγούν σε «συναγερμό» και μας παρακινούν να ενημερωνόμαστε και να ψάχνουμε περισσότερες πληροφορίες για το πρόβλημα. Φυσικά από την θετική σκοπιά ενδεχομένως να καθοδηγούν το άτομο σε καλύτερη γνώση και αντίληψη του κινδύνου. Η θετική έκβαση και αντίληψη κοινωνικών προβλημάτων ενδέχεται να συνυπάρχει και με μεγαλύτερη υποστήριξη των ηγεμόνων και πολιτών και επακολούθως να μετατραπεί η απάθεια, σε δράση (Leisrorwitz, 2007).
Σε έρευνα των Nicholson-Cole (2004) έχει φανεί πως οι πολίτες που νιώθουν κουρασμένοι και εξουθενωμένοι από τα αρνητικά συναισθήματα για ένα πρόβλημα, παρά το ενδιαφέρον που μπορεί να έχουν, τους καθορίζει μεγάλη ανεπάρκεια για να λάβουν μέτρα και δράση για το πρόβλημα. Συναισθήματα φόβου και ανεπάρκειας για την κλιματική αλλαγή μπορεί να οδηγούν στην οικουμενική ψύξη του προβλήματος και επακολούθως στην πιθανή αγνόηση του. Αντίθετα με τους Markowitz & Shariff (2012), θετικές αντιλήψεις αποτελούν μια υποσχόμενη στρατηγική για την καλύτερη επικοινωνία της κλιματικής αλλαγής. Κάθε συναισθηματική απόκριση με θετική έκβαση αποτελεί επιρροή για την γνωστική επεξεργασία των πληροφοριών.
Σύμφωνα έτσι με τις παραπάνω έρευνες και το μοντέλο αντίληψης κινδύνου κλιματικής αλλαγής του Van der Linden (2016), στόχος είναι η οργάνωση των προγνωστικών παραγόντων σε τέσσερα μεταβλητά σύνολα: κοινωνιοδημογραφικοί, γνωστικοί, βιωματικοί και κοινωνικοπολιτιστικοί παράγοντες. Τα κοινωνικο-δημογραφικά χαρακτηριστικά του ενδιαφέροντος είναι το φύλο, η σχέση με την πολιτική, το εισόδημα και το επίπεδο εκπαίδευσης. Ο Van der Linden (2016) διαπίστωσε ότι η κοινωνικο-δημογραφική διάσταση αντιπροσώπευε το μικρότερο ποσοστό διακύμανσης στην αντίληψη κινδύνου (6%) και των τεσσάρων μεταβλητών. Αυτό συμβαδίζει με τις περισσότερες προηγούμενες έρευνες που βρίσκουν ότι οι κοινωνικο-δημογραφικές μεταβλητές είναι σχετικά ασήμαντες στην πρόβλεψη της αντίληψης του κινδύνου (Van der Linden, 2016). Οι γνωστικοί παράγοντες μετρούν το βαθμό στον οποίο τα άτομα γνωρίζουν τις αιτίες, τις επιπτώσεις και τις αποτελεσματικές αντιδράσεις στην κλιματική αλλαγή. Ο Van der Linden (2016) συμπεριέλαβε αυτές τις μεταβλητές γνώσης, επειδή η απλή γνώση για την κλιματική αλλαγή είναι απαραίτητη προϋπόθεση για τη συλλογιστική σχετικά με τον κίνδυνο αλλαγής του κλίματος.
Προηγούμενη έρευνα έχει πράγματι εντοπίσει ότι η ακριβής γνώση της κλιματικής αλλαγής είναι ένας σημαντικός προγνωστικός παράγοντας της αντίληψης του κινδύνου για την κλιματική αλλαγή. Διαπιστώθηκε ότι ο σωστός εντοπισμός των αιτίων της κλιματικής αλλαγής (π.χ. «οδήγηση αυτοκινήτου» είναι αιτία, ενώ «η τρύπα στο στρώμα του όζοντος» δεν είναι) αποτελούν οι επιπτώσεις της (π.χ., «αύξηση της παγκόσμιας στάθμης της θάλασσας») και οι αποτελεσματικές αντιδράσεις (π.χ., «μετάβαση από ορυκτά καύσιμα σε ανανεώσιμες πηγές») οι οποίες συσχετίστηκαν με μεγαλύτερη αντίληψη κινδύνου (Van der Linden, 2016).
Σύμφωνα με τον Van der Linden (2016) η προσωπική εμπειρία αποτελεί ένα διχοτόμο μέτρο για το αν κάποιος είχε βιώσει κάποιο ακραίο καιρικό συμβάν στην περιοχή του τα τελευταία πέντε χρόνια. Η προσωπική εμπειρία θεωρείται ότι επηρεάζει την αντίληψη του κινδύνου μέσω της ικανότητάς της να προκαλεί ζωντανά συναισθήματα που επηρεάζουν έντονα τις κρίσεις της αντίληψης του κινδύνου. Ο Van der Linden (2016) διαπίστωσε ότι όσοι είχαν βιώσει ένα ακραίο καιρικό φαινόμενο τείνουν να έχουν υψηλότερη αντίληψη κινδύνου από ό, τι εκείνοι που δεν είχαν.
Το παρόν άρθρο παρέχει προκαταρκτική εικόνα για ένα ολοκληρωμένο θεωρητικό πλαίσιο στο οποίο μπορούν να εξεταστούν συλλογικά οι κοινωνικές αναπαραστάσεις και επιρροή της κλιματικής αλλαγής. Αυτό το πλαίσιο συμβάλλει σημαντικά στην έρευνα των κοινωνικών επιστημών για την αλλαγή του κλίματος, δεδομένου πως θεωρεί τις σχέσεις μεταξύ κατασκευής, αντίληψης και συμπεριφοράς. Είναι απαραίτητο να ληφθούν υπόψιν οι ψυχοκοινωνικές έννοιες που μπορούν να εμπεριέχουν τόσο το κλίμα, όσο και η επιβαλλόμενη αλλαγή συμπεριφοράς, για τις διάφορες ομάδες και κοινότητες που επηρεάζονται από την κλιματική αλλαγή, ένα παγκόσμιο κοινωνικό, ψυχολογικό και περιβαλλοντικό ζήτημα.
Βιβλιογραφικές Αναφορές
Breakwell, G. M. (2010). Resisting representations and identity processes. Papers on social representations, 19(1), 6-1.
Γκάρας, Γ., Σταθά, Α., Κατσιάπη, Ν., & Πόλκας, Λ. (2019). Κλιματική αλλαγή, Κοινωνία και Περιβαλλοντική ηθική. Open Schools Journal for Open Science, 1(2), 301-310.
Jaspal, R., Nerlich, B., & Cinnirella, M. (2014). Human responses to climate change: Social representation, identity and socio-psychological action. Environmental Communication, 8(1), 110-130.
Κώτσιος, Β. Σ. (2009). Περιβάλλον και ανάπτυξη. Κοινωνικές αναπαραστάσεις εκπαιδευτικών (Master’s thesis).
Leiserowitz, A. (2007). International public opinion, perception, and understanding of global climate change. Human development report, 2008, 1-40.
Markowitz, E. M., & Shariff, A. F. (2012). Climate change and moral judgement. Nature Climate Change, 2(4), 243-247.
Minivan News (2012). Silicon Valley joins the Maldives on sea level rise threat list: Forbes. Minivan News, April 15 2012. http://minivannews.com/news-inbrief/silicon-valley-joins-the-maldives-on-sea-level-rise-threat-list-forbes-35455
Moscovici, S. (1988). Notes towards a description of social representations. European journal of social psychology, 18(3), 211-250.
Nicholson-Cole, S. (2004). Imag (in) ing climate change: Exploring people’s visual imagery, issue salience and personal efficacy (Doctoral dissertation, University of East Anglia).
Olausson, U. (2011). “We’re the ones to blame”: Citizens’ representations of climate change and the role of the media. Environmental Communication: A journal of nature and culture, 5(3), 281-299.
Παπανικολάου, Α., & Πολλάκη, Σ, Π. (2015), Γνώσεις, Αντιλήψεις και Αναπαραστάσεις Σχετικά Με Την Κλιματική Αλλαγή Δείγματος Πολιτών Τριών Περιοχών: Αθήνα, Μυτιλήνη, Αράχοβα. Πρακτικά 8ου Πανελλήνιου Συνεδρίου Περιβαλλοντικής Πολιτικής & Διαχείρισης (σελ. 56-65). Τμήμα Περιβάλλοντος, Πανεπιστήμιο Αιγαίου.
Smith, N., & Joffe, H. (2013). How the public engages with global warming: A social representations approach. Public Understanding of Science, 22(1), 16-32.
Van der Linden, S. (2016). The social-psychological determinants of climate change risk perceptions, attitudes, and behaviours: a national study. Environmental Education Research, 22(3), 434-435.