Ελένη Χρυσουλάκη, Δικηγόρος, ΠΜΣ Δίκαιο και Οικονομία, Παν/μιο Πειραιώς
Γεώργιος Θ. Ζώης, Δικηγόρος, Υπ. Διδάκτωρ Συνταγματικού Δικαίου ΕΚΠΑ, Υπότροφος ΙΚΥ
Σύμφωνα με τα επίσημα, πανελλαδικά στατιστικά στοιχεία που δημοσίευσε «Το Χαμόγελο του Παιδιού», το έτος 2020 πραγματοποιήθηκαν συνολικά 1123 αναφορές κακοποίησης παιδιών, εκ των οποίων μόλις οι 85 ήταν επώνυμες και οι 1038 ήταν ανώνυμες, ενώ ο συνολικός αριθμός των παιδιών τα οποία αφορούσαν οι αναφορές ανέρχεται σε 2009. Οι καταγγελλόμενες μορφές κακοποίησης ποικίλουν, με κυριότερες και σοβαρότερες την παραμέληση/εγκατάλειψη (την οποία αντιμετώπισαν μόλις 1026 παιδιά), τη σωματική κακοποίηση (την οποία έχουν υποστεί 814 παιδιά κατά το προηγούμενο έτος) και την ψυχολογική/συναισθηματική κακοποίηση (την οποία υπέστησαν 102 παιδιά)[1]. Περαιτέρω, σύμφωνα με διεθνή στατιστικά στοιχεία, ο θάνατος ενός παιδιού αναγνωρίζει περισσότερες πιθανότητες να επέλθει από σωματική/ψυχολογική βία ή αμέλεια κατά την επίβλεψή του, παρά από ένα ατύχημα. Το γεγονός ότι στην πλειονότητα των περιπτώσεων οι ευθυνόμενοι/θύτες είναι οι γονείς, ενεργοποίησε τόσο την Πολιτεία, όσο και την Ευρωπαϊκή και Διεθνή Κοινότητα να κινητοποιηθούν άμεσα, υιοθετώντας θετικά μέτρα αποτροπής της κακοποίησης των παιδιών. Δυστυχώς, εν έτει 2021 η παιδική κακοποίηση και εκμετάλλευση αποκτά όλο και περισσότερο έδαφος, αντί να αμβλύνεται, δημιουργώντας μια άνευ άλλου τινός κοινωνική ανάγκη που η αντιμετώπισή της αποκτά, περισσότερο από ποτέ, επιτακτικό χαρακτήρα. Προς τούτο, παράγοντες της επιστήμης της Κοινωνιολογίας, αλλά και της Ιατρικής και της Νομικής επιστήμης, συνεργάζονται με σκοπό τη διαμόρφωση μιας στρατηγικής διαφύλαξης των δικαιωμάτων των παιδιών, μέσω της δημιουργίας βέλτιστων συνθηκών διαβίωσης και αποκατάστασης των θιγόμενων δικαιωμάτων τους, παρέχοντας την απαιτούμενη υλική και ψυχολογική υποστήριξη.
Στο ελληνικό Σύνταγμα, η παιδική ηλικία τελεί υπό την εγγύηση του Κράτους, όπως ρητά προβλέπει το άρθρο 21, παράγραφοι 1 και 3 του Συντάγματος[2]. Το νομοθετικό πλαίσιο του δικαίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης δεν περιλαμβάνει ενιαίο, επίσημο ορισμό του «τέκνου», γεγονός που αντανακλά τη διαφορετικότητα του εν λόγω ορισμού στο πλαίσιο του ενωσιακού δικαίου, ανάλογα με το κανονιστικό πλαίσιο. Τοιουτοτρόπως, στη νομοθεσία της ΕΕ για τα δικαιώματα της ελεύθερης κυκλοφορίας των πολιτών της ΕΕ και των μελών των οικογενειών τους, ως «παιδιά» ορίζονται ρητά «οι απευθείας κατιόντες οι οποίοι είναι κάτω της ηλικίας των 21 ετών ή είναι συντηρούμενοι»[3]. Επιπρόσθετα, ούτε στην Ευρωπαϊκή Σύμβαση Δικαιωμάτων του Ανθρώπου (ΕΣΔΑ) περιλαμβάνεται αυτοτελής ορισμός του «παιδιού», συνάγεται όμως από το άρθρο 1 της Σύμβασης, σύμφωνα με το οποίο όλα ανεξαιρέτως τα κράτη μέλη οφείλουν να «αναγνωρίζουν, εις όλα τα εξαρτώμενα εκ της δικαιοδοσίας των πρόσωπα, τα καθοριζόμενα εις το πρώτον μέρος της Συμβάσεως δικαιώματα και ελευθερίες». Κατά την πάγια νομολογία του, το Δικαστήριο έχει αποδεχτεί τον ορισμό του «τέκνου», όπως αυτός διατυπώνεται στη Σύμβαση των Ηνωμένων Εθνών για τα Δικαιώματα του Παιδιού, ήτοι «κάθε ανθρώπινο ον μικρότερο των δεκαοκτώ ετών»[4]. Σε κάθε περίπτωση, τα παιδιά καθίστανται φορείς δικαιωμάτων, παρά αντικείμενο προστασίας, υπό την έννοια ότι απολαμβάνουν το σύνολο των θεμελιωδών δικαιωμάτων, και, μάλιστα, μια ειδική νομοθετική μεταχείριση ένεκα των ιδιαίτερων χαρακτηριστικών που διαθέτουν στη συγκεκριμένη ηλικιακή περίοδο της ζωής τους.
Ήδη η Ευρωπαϊκή Επιτροπή θέτει στο επίκεντρο του προγραμματισμού για την κοινωνική ανάπτυξη και ευημερία, τα ζωτικής σημασίας για την κοινωνική πρόοδο συμφέροντα των παιδιών, μέσα από μια σειρά νομοθετικών πρωτοβουλιών και εφαρμογής θετικών μέτρων προς τούτο. Στις 24 Μαρτίου του 2021, έθεσε στη δημοσιότητα την «Ανακοίνωση προς το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, το Συμβούλιο, την Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή και την Επιτροπή των Περιφερειών», περί στρατηγικής της Ευρωπαϊκής Ένωσης για τα δικαιώματα του παιδιού, η οποία, μέσα από μια ακολουθία συστάσεων και πρακτικών τόσο σε εθνικό, όσο και σε ευρωπαϊκό επίπεδο, αποκλειστικά αποσκοπεί στην προστασία και προώθηση των δικαιωμάτων του παιδιού. Πρόκειται για έναν αξιοσημείωτο προγραμματισμό, ο οποίος ερείδεται στη βάση της επιτακτικής κοινωνικής ανάγκης προστασίας των παιδιών από ποικίλες κακοποιητικές συμπεριφορές, που επιδιώκει την οικοδόμηση ανθεκτικών, υγιών, ισότιμων και δίκαιων κοινωνιών για όλους.
Η σύγχρονη, ψηφιοποιημένη πραγματικότητα στην οποία εντάσσονται τα τέκνα ήδη από τη γέννησή τους, καθιστά αυτά, με την πάροδο του χρόνου, ενεργούς πολίτες ικανούς να παρακολουθούν τις κοινωνικές αλλαγές, στο μέτρο που προσλαμβάνουν και επεξεργάζονται ένα μέρος των πληροφοριών που διαχέονται. Προς τούτο, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή συνιστά – σε συνεργασία με το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και τις Οργανώσεις για τα Δικαιώματα του Παιδιού – την προώθηση εύληπτων και φιλικών προς τα παιδιά εκδόσεων «μορφότυπων του Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων και άλλων βασικών διατάξεων της ΕΕ», δίχως ψηφιακούς αποκλεισμούς, με παράλληλη τη δημιουργία ψηφιακής πλατφόρμας της ΕΕ, η οποία θα επιτρέπει στα παιδιά να συμμετέχουν στις διαδικασίες λήψης αποφάσεων σε επίπεδο Ευρωπαϊκής Ένωσης, ιδίως στο πλαίσιο της εκπαίδευσης για το κλίμα, την ενέργεια και το περιβάλλον. Συνάμα, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή θέτει στόχους για την εξασφάλιση ενός ικανοποιητικού βιοτικού επιπέδου, με ισότιμη συμμετοχή των παιδιών στην υγειονομική περίθαλψη και στην ποιοτική εκπαίδευση, από τα πρώτα κιόλας στάδια της ζωής τους. Με ένα ισχυρό σχέδιο στρατηγικής επενδύσεων για την ύπαρξη κατάλληλων υποδομών, εξοπλισμού και για την εξασφάλιση πρόσβασης των παιδιών σε βασικές, ποιοτικές υπηρεσίες, έργο με συμβολή του Ευρωπαϊκού Ταμείου Περιφερειακής Ανάπτυξης (ΕΤΠΑ) και του Μηχανισμού Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας, η Επιτροπή αποβλέπει (έως το 2030) στη μείωση κατά τουλάχιστον 15 εκατομμύρια του αριθμού των ατόμων στην ΕΕ που διατρέχουν κίνδυνο φτώχειας ή κοινωνικού αποκλεισμού, συμπεριλαμβανομένων τουλάχιστον 5 εκατομμυρίων παιδιών[5].
Δεδομένης της σπουδαίας φύσης της παιδικής ηλικίας, καθότι σε αυτήν ενεργοποιείται η πνευματική υπόσταση των παιδιών, καθορίζεται η σωματική και ψυχική τους υγεία και τίθενται τα θεμέλια των κατευθύνσεων και των γνωμόνων που θα διαμορφώσουν τη μελλοντική τους πορεία, η Επιτροπή συστήνει στα κράτη μέλη να θέσουν στην κορυφή των προτεραιοτήτων τους τα δικαιώματα των παιδιών στην υγεία και στην εκπαίδευση, χωρίς διακρίσεις. Αρκεί να επισημανθεί ότι προωθείται άμεσα, με επιμέλεια της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, η στενή συνεργασία των κρατών μελών με την ΕΕ, που αποσκοπεί στην ενίσχυση της στρατηγικής καταπολέμησης των ασθενειών που προλαμβάνονται με εμβολιασμό[6] και στη δημιουργία βέλτιστων πρακτικών – διά της παροχής πληροφόρησης – για την αποτελεσματική προστασία της ψυχικής υγείας των τέκνων, καθώς και για τη μείωση της διαδικτυακής προώθησης σε παιδιά προϊόντων με υψηλή περιεκτικότητα σε ζάχαρη, λιπαρά και αλάτι, στο πλαίσιο της διαμόρφωσης ενός υγιεινού προτύπου διαβίωσης για την καλύτερη εξέλιξή τους και την ανάπτυξη των ικανοτήτων τους. Επιπλέον, η καταπολέμηση της διαδεδομένης βίας κατά των παιδιών, σε όλες τις πιθανές μορφές της, συνιστά έναν από τους κυριότερους στόχους της στρατηγικής της ΕΕ, κοινωνική παθογένεια που γνώρισε ιδιαίτερη ένταση κατά την πανδημική κρίση του COVID – 19.
Η έκθεση σε κάθε μορφή βίας, αλλοιώνει τη σωματική, ψυχολογική και συναισθηματική ανάπτυξη του παιδιού, ανεξαρτήτως των αμυντικών μηχανισμών που αναπτύσσει. Σε αρκετές περιπτώσεις, οι συνέπειες της σωματικής και ψυχολογικής βίας είναι ανεπανόρθωτες. Η συγκεκριμένη μάστιγα τοποθετεί την εναρκτήρια βάση της στο οικογενειακό περιβάλλον (ενδοοικογενειακή βία) και επεκτείνεται στις σχολικές μονάδες, όπου τα παιδιά καλούνται απροειδοποίητα και σε πρώιμο στάδιο να αντιμετωπίσουν φαινόμενα σχολικού εκφοβισμού (σωματικό, λεκτικό, ψυχολογικό «school bullying»). Προς τούτο, τόσο η Πολιτεία όσο και η Ευρωπαϊκή Ένωση, καλούνται ξεχωριστά αλλά και από κοινού να προωθήσουν ένα ολοκληρωμένο σύστημα προστασίας των παιδιών από φαινόμενα βίας, μέσω της θέσπισης ειδικής νομοθεσίας για την καταπολέμηση της έμφυλης βίας κατά των γυναικών και της ενδοοικογενειακής βίας. Απαραίτητη καθίσταται η συμβολή της κρατικής πρόνοιας για την ενίσχυση της ευαισθητοποίησης αναφορικά με το φαινόμενο της παιδικής κακοποίησης και της άνισης μεταχείρισης των τέκνων, με ισχυρή προστασία των παιδιών που πραγματοποιούν καταγγελίες έως και εκκλήσεις υποστήριξης, με αυστηροποίηση του ποινικού κολασμού για πράξεις έμφυλης βίας και βιαιοπραγίας κατά των παιδιών, όπως επίσης και με τη δημιουργία μονάδων παροχής ποιοτικών υπηρεσιών φροντίδας (σωματικής και ψυχικής υγείας) των τέκνων.
Οι διαδοχικές παγκόσμιες κρίσεις με τις οποίες ήρθε αιφνίδια αντιμέτωπη η ανθρωπότητα (οικονομική κρίση, πανδημική κρίση) ανέδειξαν δυστυχώς μια πλειονότητα κοινωνικών παθογενειών, με βαθιές ιστορικές και κοινωνικοπολιτικές ρίζες. Η αποκατάσταση των θιγόμενων δικαιωμάτων και ο προληπτικός προγραμματισμός διαφύλαξης αυτών, και, ιδίως των παιδιών, αποτελεί πολύτιμο νομικό και κοινωνικό κεκτημένο, μια παρακαταθήκη, η διαφύλαξη και η επάνδρωση της οποίας συνιστούν καθήκον του ανθρώπου και χρέος του για τις επόμενες γενεές. Για την ποιοτική εξέλιξη του κοινωνικού συνόλου, το δικαίωμα που πρέπει να διασφαλιστεί είναι η έκφραση. Για να καταστεί δυνατή η ενεργός συμμετοχή και των παιδιών στο δημοκρατικό βίο, πρέπει πρωθύστερα να αντιμετωπιστούν οι κοινωνικές ανισότητες, οι διακρίσεις και η φτώχεια. Το βέβαιο είναι πως μόνο με τη συντονισμένη δράση ατόμου και Πολιτείας, κράτους μέλους και Ευρωπαϊκής Ένωσης, δύνανται να επιτευχθούν οι ανωτέρω στόχοι και να θεμελιωθεί ένα σύστημα δικαιοσύνης και προστασίας του παιδιού, ικανό να εμφυσήσει στα νεαρά άτομα τις πανανθρώπινες αξίες και την αγάπη για τον άνθρωπο, τόσο στην ατομική, όσο και στην κοινωνική του διάσταση. Άλλως, να εμπνεύσει κάθε παιδί να εξελιχθεί και να αγωνιστεί για την προαγωγή της καλύτερης ποιότητας της ανθρωπότητας.
[1] Βλ. Πανελλαδικά Στατιστικά Στοιχεία 2020, Αναφορές Κακοποίησης Παιδιών, στοιχεία δημοσιευθέντα από «Το χαμόγελο του παιδιού», διαθέσιμο στον ιστότοπο: https://www.hamogelo.gr/media/uploads_file/2021/02/03/p1etjp7orcmlj1mrp1g5pthe1jkbt.pdf, τελευταία ενημέρωση: 22/8/2021.
[2] Άρθρο 21, παρ. 1 & 3 του Συντάγματος: «1. Η οικογένεια, ως θεμέλιο της συντήρησης και προαγωγής του Έθνους, καθώς και ο γάμος, η μητρότητα και η παιδική ηλικία τελούν υπό την προστασία του Κράτους. Το Κράτος μεριμνά για τη διασφάλιση συνθηκών αξιοπρεπούς διαβίωσης όλων των πολιτών μέσω ενός συστήματος ελάχιστου εγγυημένου εισοδήματος, όπως νόμος ορίζει. […] 3. Tο Kράτος μεριμνά για την υγεία των πολιτών και παίρνει ειδικά μέτρα για την προστασία της νεότητας, του γήρατος, της αναπηρίας και για την περίθαλψη των απόρων.», Βλ. Αναλυτικά Χ. Ανθόπουλο, «Πανδημία, δικαίωμα στην υγεία και καθήκον αλληλεγγύης», ΕφημΔΔ, Τεύχος 1/2020, σ. 28-34.
[3] Βλ. Εγχειρίδιο σχετικά με την ευρωπαϊκή νομοθεσία για τα δικαιώματα του παιδιού, Οργανισμός Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης και Συμβούλιο της Ευρώπης (σε συνεργασία με το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου), 2015.
[4] Βλ. Νομολογία ΕΔΔΑ, και ειδικότερα: Güveç κατά Τουρκίας, Αριθ. 70337/01, 20 Ιανουαρίου 2009, καθώς και Çoşelav κατά Τουρκίας, Αριθ. 1413/07, 9 Οκτωβρίου 2012.
[5] Συνδυαστικά με το σχέδιο δράσης για την εφαρμογή του ευρωπαϊκού πυλώνα κοινωνικών δικαιωμάτων COM/2021/102 final, διαθέσιμο στον ιστότοπο: https://eur-lex.europa.eu/legal-content/EL/ALL/?uri=COM:2021:102:FIN, τελευταία ενημέρωση: 22/8/2021.
[6] Βλ. Σύσταση του Συμβουλίου σχετικά με την ενίσχυση της συνεργασίας για την καταπολέμηση των ασθενειών που προλαμβάνονται με εμβολιασμό (2018/C 466/01).
[irp]