Ιωάννα Λάνου Καράπα
Κοινωνιολόγος
Αν και στην Ελλάδα τα τελευταία χρόνια παρατηρείται αύξηση της θεωρητικής και εμπειρικής ενασχόλησης με τα περιστατικά έμφυλης βίας, ο σκοτεινός αριθμός αυτών των εγκλημάτων παραμένει ανησυχητικά υψηλός, γεγονός που οφείλεται τόσο στις κοινωνικές αντιλήψεις που θέλουν τις κακοποιητικές συμπεριφορές ένα «ιδιωτικής φύσης» ζήτημα το οποίο δεν επιδέχεται δημοσιοποίησης, όσο και στην αναποτελεσματικότητα των επίσημων φορέων, η δράση των οποίων λειτουργεί αποθαρρυντικά και ανατρεπτικά αφού οδηγεί σε μια δευτερογενή θυματοποίηση της γυναίκας-θύματος η οποία πολλές φορές, μέσω μια επίπονης διαδικασίας, καλείται ακόμα και να αποδείξει την αθωότητά της. H κατάσταση γίνεται δυσχερέστερη όταν κάποιος αναζητήσει πληροφορίες σχετικά με την έμφυλη βία που ασκείται στις γυναίκες με αναπηρία. Τα θεωρητικά και εμπειρικά δεδομένα είναι σχεδόν δυσεύρετα γεγονός που αναδεικνύει και τη μειωμένη σημασία που δίνεται από τους κρατικούς φορείς στη τέλεση εγκληματικών συμπεριφορών κατά της συγκεκριμένης κατηγορίας ανθρώπων.
Τα στοιχεία του παρακάτω κείμενου έχουν συλλεχθεί από διάφορες χώρες που εξωτερικού (ΕΕ, ΗΠΑ, Καναδάς, Αυστραλία) και για περισσότερες πληροφορίες μπορεί κάποιος να επισκεφθεί τις διαδικτυακές πηγές που βρίσκονται στο τέλος του κειμένου.
Καταρχάς, πρέπει να επισημανθεί ότι η αναπηρία αποτελεί μια κοινωνική κατασκευή η οποία ανάλογα με τη κοινωνία και την εποχή στην οποία εμφανίζεται, σχηματίζει τα επιμέρους χαρακτηριστικά της. Με την πάροδο του χρόνου η μορφή της αναπηρίας αλλάζει και παράλληλα αλλάζει και ο τρόπος αντιμετώπισης των ατόμων με αναπηρία τόσο από το κοινωνικό τους περιβάλλον όσο και από τους κρατικούς θεσμούς και φορείς. Ένα σταθερό χαρακτηριστικό της συνεχίζει να είναι ο κοινωνικός αποκλεισμός που βιώνουν τα εν λόγω άτομα.
Τα άτομα με αναπηρία έχουν σχεδόν τριπλάσιες πιθανότητες να πέσουν θύματα κακοποιητικής συμπεριφοράς από τα άτομα χωρίς αναπηρία. Η πλειοψηφία των περιστατικών αφορά τις γυναίκες. Η αυξημένη συχνότητα κακοποίησης των γυναικών έναντι των ανδρών μπορεί να εξηγηθεί από μια σειρά παραγόντων: υψηλότερο ποσοστό ανεργίας γυναικών με αναπηρία (συγκεκριμένα στην ΕΕ το 44% των γυναικών δεν εργάζεται ενώ το αντίστοιχο ποσοστό των ανδρών είναι στο 25%) , χαμηλότεροι μισθοί (οι άνδρες με αναπηρία αμείβονται σχεδόν 55% περισσότερο από τις γυναίκες). Σύμφωνα με στοιχεία του ΟΟΣΑ ένα ποσοστό της τάξης του 38-65% των κοριτσιών και γυναικών με αναπηρία έχει κακοποιηθεί σεξουαλικά από το αντρικό φύλο μέχρι την ηλικία των 18 ετών. Ενδεικτικά αξίζει να αναφερθεί ότι ο αριθμός των γυναικών με αναπηρία ανέρχεται σε περίπου 300 εκατομμύρια παγκοσμίως. Ανάλογα με τη χώρα, το ποσοστό κυμαίνεται μεταξύ του 10-20% του γενικού πληθυσμού. Στον Καναδά έρευνα αναφέρει ότι 1 στις 5 γυναίκες εμφανίζει κάποιου είδους αναπηρία και το 40% αυτών των γυναικών έχει κακοποιηθεί τουλάχιστον μία φορά κατά τη διάρκεια της ζωής του ενώ το 60% είναι πιθανό να αντιμετωπίσει κάποιο συμβάν κακοποίησης κατά την ενήλικη ζωή του. Όσον αφορά τις παντρεμένες γυναίκες, εκείνες που παρουσιάζουν κάποια μορφή αναπηρίας έχουν υποστεί κακοποίηση σε ποσοστό 51% από τον σύζυγό τους. Το αντίστοιχο ποσοστό για τις μη ανάπηρες γυναίκες ανέρχεται στο 36%. Στην Αμερική σύμφωνα με το Πανεπιστήμιο του Μίσιγκαν το 40% των γυναικών με αναπηρία βιώνει σεξουαλική κακοποίηση ή και σωματική κακοποίηση, ενώ τα άτομα με νοητική αναπηρία (άνδρες και γυναίκες) είναι θύματα σεξουαλικής βίας σε μια συχνότητα 7:1 συγκριτικά με τα άτομα χωρίς αναπηρία. Τα δεδομένα είναι και πάλι περιορισμένα εξαιτίας της ελλιπούς εκπροσώπησης της κοινότητας των ατόμων με αναπηρία, η οποία καταλήγει στην απομόνωση των θυμάτων και των ιστοριών τους. Στην Αυστραλία σύμφωνα με την Disability Royal Commission σχεδόν τα 2/3 των ατόμων με αναπηρία έχουν βιώσει σεξουαλική ή σωματική κακοποίηση. Σύμφωνα με την επιτροπή στην ηλικιακή ομάδα 18-29 οι γυναίκες με αναπηρία έχουν διπλάσια πιθανότητα να βιώσουν σεξουαλική κακοποίηση από τις γυναίκες χωρίς αναπηρία. Σε αναπτυσσόμενες χώρες τα δεδομένα είναι σχεδόν ανύπαρκτα, όπως στην περίπτωση της Ινδίας όπου η πρόσβαση των γυναικών στο σύστημα απονομής της ποινικής δικαιοσύνης είναι εξαιρετικά δύσκολη τόσο λόγω των κοινωνικών στερεοτύπων όσο και του κοινωνικού στίγματος που στην περίπτωση των γυναικών με αναπηρία είναι διπλό. Πάντως τα ποσοστά κακοποίησης είναι εξαιρετικά υψηλά.
Το κλειδί για να γίνει κατανοητή η βία κατά των γυναικών με αναπηρία είναι η εικόνα που η κοινωνία δημιουργεί για αυτές καθώς και ο τρόπος που οι ίδιες αντιλαμβάνονται τον εαυτό τους. Η αυτοεκτίμηση της κάθε γυναίκας εξαρτάται σε ένα μεγάλο βαθμό από το πόσο ταιριάζει στα κυρίαρχα πρότυπα ομορφιάς που επικρατούν στην εκάστοτε κοινωνία. Τα ιδανικά και οι κατευθυντήριες γραμμές της ομορφιάς που ορίζονται από τον κυρίαρχο πολιτισμό παρουσιάζονται στη δημοσιότητα και ερμηνεύονται ως κοινωνικά επιθυμητά, προκαλώντας την ανάγκη αλλαγής των ατελών χαρακτηριστικών. Το μήνυμα είναι σαφές: αν δεν είστε όμορφες, με αδύνατο σώμα και καλοσχηματισμένο πρόσωπο, δεν μπορείτε να είστε αποδεκτές, πόσο μάλλον επιτυχημένες. Η αναπηρία φυσικά δεν έχει θέση στο παραπάνω μήνυμα, αφού η ύπαρξή της θεωρείται έλλειμμα και το ιδανικό που επιβάλλεται δεν είναι εφικτό. Το αποτέλεσμα είναι η μείωση της αυτοεκτίμησης της γυναίκας με αναπηρία. Η μειωμένη αυτοεκτίμηση ενισχύεται από την οικογένεια και το κοινωνικό περιβάλλον της γυναίκας από τα πρώτα κιόλας χρόνια της ζωής της. Ταυτόχρονα η γυναίκα με αναπηρία θεωρείται ως ανίκανη να επιτελέσει τον παραδοσιακό ρόλο της γυναίκας και επομένως να αναπτύξει «φυσιολογικές» κοινωνικές σχέσεις. Το γεγονός ότι η γυναίκα με αναπηρία δεν μπορεί να συμβαδίσει με τα κοινωνικά πρότυπα και να εκτελέσει τους προκαθορισμένους ρόλους της οδηγεί στην «αορατότητα» της. Δεν μπορεί να γίνει μητέρα ή σύζυγος, ούτε να εργαστεί κάπου όπου η αρεστή εξωτερική εμφάνιση είναι απαραίτητη. Από τα παραπάνω προκύπτει και η στρεβλή άποψη ότι τα άτομα με αναπηρίες είναι μη σεξουαλικά όντα, δεν μπορούν δηλαδή να έχουν ενεργή σεξουαλική ζωή, γεγονός που εξηγεί γιατί αποφεύγουν να απευθυνθούν στους κρατικούς φορείς αλλά και γιατί όταν το κάνουν υπάρχει ο κίνδυνος η ιστορία τους να μην γίνει πιστευτή.
Το κλειδί για να γίνει κατανοητή η βία κατά των γυναικών με αναπηρία είναι η εικόνα που η κοινωνία δημιουργεί για αυτές καθώς και ο τρόπος που οι ίδιες αντιλαμβάνονται τον εαυτό τους.
Η χαμηλή αυτοεκτίμηση, τα κοινωνικά στερεότυπα, η δυσκολία των γυναικών με αναπηρία να εργαστούν, να αμειφθούν επαρκώς, η δυσχέρεια να καταφύγουν στο σύστημα ποινικής δικαιοσύνης και η κατάσταση που αντιμετωπίζουν αν τελικά καταφύγουν είναι μερικοί από τους παράγοντες που κατατάσσουν τις γυναίκες με αναπηρία στην κορυφή της κατηγορίας υψηλού κινδύνου, σε μία εποχή που το να είσαι γυναίκα, από μόνο του αποτελεί απειλή για τη σωματική ακεραιότητα και την ψυχική μας υγεία. Η γυναίκα με αναπηρία έρχεται λοιπόν αντιμέτωπη καθημερινά με έναν διπλό κίνδυνο: την αορατότητα του να είναι και γυναίκα.
Η αντιμετώπιση της κακοποίησης των γυναικών με αναπηρία είναι μία εξαιρετικά δυσχερής υπόθεση η οποία εξαρτάται από ποικίλους παράγοντες και πρέπει να γίνει σε πολλά στάδια ταυτόχρονα. Σε χώρες με ελλιπείς κοινωνικές δομές και φτωχή κουλτούρα κοινωνικής πολιτικής το πρόβλημα είναι ακόμα μεγαλύτερο. Αρκεί να αναλογιστεί κάνεις την έλλειψη γενικότερης κρατικής μέριμνας τόσο για τα άτομα με αναπηρίες όσο και για την αντιμετώπιση της έμφυλης βίας. Αν και έχουν γίνει κάποιες προσπάθειες για αυστηρότερες ποινές που σχετίζονται με εγκλήματα προσβολής της γενετήσιας ελευθερίας και αξιοπρέπειας το νομικό πλαίσιο πρέπει να γίνει ακόμα πιο συγκεκριμένο έτσι ώστε να μην αφήνεται καμία αξιόποινη πράξη εκτός. Επίσης, η παραγραφή των εν λόγω εγκλημάτων σε διάστημα 15 ετών αποτελεί ένα ακόμα τροχοπέδη στην καταπολέμηση της έμφυλης βίας. Οι στερεοτυπικές αντιλήψεις και η έλλειψη εξειδικευμένου προσωπικού σε υποθέσεις που αφορούν γυναίκες με αναπηρία αποτελούν επίσης μέρος της διαιώνισης του προβλήματος. Πέρα όμως από το θεσμικό και νομικό πεδίο, η πραγματική αλλαγή θα έρθει από την αλλαγή της κοινωνίας που γεννάει τα πρότυπα, τα στερεότυπα, τις προκαταλήψεις και τον αποκλεισμό. Η κοινωνική επαγρύπνηση και η συλλογική προσπάθεια αποδόμησης των προτύπων που υποχρεώνουν τις γυναίκες να φέρουν συγκεκριμένα χαρακτηριστικά για να είναι αποδεχτές, είναι ζωτικής σημασίας για τη διαβίωση και σε τελική ανάλυση για την ίδια την επιβίωσή της σημερινής γυναίκας. Ο αγώνας για τη καταπολέμηση των κυρίαρχων στερεοτύπων και προκαταλήψεων είναι υποχρέωση όλης της κοινωνίας και κυρίως όλων των γυναικών, τόσο αυτών που γεννήθηκαν γυναίκες όσο και αυτών που νιώθουν γυναίκες. Μέχρι και η τελευταία γυναίκα να μη φοβάται να ορθώσει το ανάστημά της. Μέχρι το δικαίωμα της αυτοδιάθεσης των σωμάτων μας να γίνει σεβαστό από όλους.
Πηγές:
https://now.org/wp-content/uploads/2018/05/Disabled-Women-Sexual-Violence-4.pdf
https://www.dawncanada.net/issues/women-with-disabilities-and-violence/
https://www.independentliving.org/docs1/iglesiasetal1998.html#_Toc446678914