Το Εθνικό Σχέδιο Δράσης για την Ισότητα των Φύλων 2021-2025 αναπτύσσεται σε τέσσερις (4) θεματικούς άξονες Προτεραιότητας:
- Πρόληψη και καταπολέμηση έμφυλης και ενδοοικογενειακής βίας
- Ισότιμη συμμετοχή των γυναικών στην αγορά εργασίας
- Ισότιμη συμμετοχή γυναικών σε θέσεις λήψης αποφάσεων / ηγετικούς ρόλους
- Ενσωμάτωση διάστασης φύλου σε τομεακές πολιτικές.
Οι άξονες εξειδικεύθηκαν με βάση τις προτεραιότητες της Γενικής Γραμματείας Οικογενειακής Πολιτικής και Ισότητας των Φύλων, τις κατευθυντήριες γραμμές και απαιτήσεις των ευρωπαϊκών και διεθνών οργανισμών καθώς και τις ανάγκες της σύγχρονης ελληνικής κοινωνίας.
Τεκμηρίωση στρατηγικών επιλογών ΕΣΔΙΦ 2021-2025
Η Ελλάδα κατατάσσεται στην τελευταία θέση της ΕΕ ως προς τον Δείκτη Ισότητας των Φύλων για το 2020 με στοιχεία του 2018, παραμένοντας στην ίδια θέση από το 2010, παρόλη τη μικρή βελτίωση του δείκτη σε σχέση με το 2010 και με το 2017. Οι καλύτερες σχετικές επιδόσεις της χώρας μας, καταγράφονται στους τομείς της υγείας και των οικονομικών, ενώ οι χαμηλότερες επιδόσεις άρα και το μεγαλύτερο περιθώριο για βελτίωση καταγράφονται στους τομείς της ισχύος και της εκπροσώπησης, του χρόνου για φροντίδα και δραστηριότητες και της εργασίας.
Εξακολουθούν, λοιπόν, να υφίστανται σημαντικές ανάγκες για την εξειδίκευση της εφαρμογής των ν.4531/2018 και ν.4604/2019 και την ενσωμάτωση της οπτικής του φύλου στις τομεακές πολιτικές αλλά και στο τοπικό επίπεδο, ενώ οι στερεοτυπικές αντιλήψεις και ανισότητες συνεχίζουν να είναι υπαρκτές και να διαχέονται σε όλους τους τομείς της ζωής, όπως της πολιτικής, κοινωνικής, προσωπικής και επαγγελματικής.
Ως προς τη θεματική της έμφυλης και ενδοοικογενειακής βίας, το έτος 2020 αποτέλεσε το έτος έναρξης της εφαρμογής του ν. 4531/2018 με τον οποίο κυρώθηκε η «Σύμβαση της Κωνσταντινούπολης», ενώ έπεται η αξιολόγηση της χώρας για την ορθή εφαρμογή της Σύμβασης από την εντεταλμένη Ανεξάρτητη Αρχή Εμπειρογνωμόνων του Συμβουλίου της Ευρώπης (GREVIO), τον Σεπτέμβριο του 2021, με χρονικό ορίζοντα αξιολόγησης τους 3 μήνες.
Σε σχέση με τη συμμετοχή των γυναικών στην κοινωνική και πολιτική ζωή, το 2020, το ποσοστό των γυναικών στο Υπουργικό Συμβούλιο ανέρχεται μόλις στο 10%, ενώ το 2013 το ποσοστό ήταν 16,1%. Αξίζει να αναφερθεί ότι το αντίστοιχο ποσοστό στην Ευρωπαϊκή Ένωση είναι 32%. Στα μέλη του Κοινοβουλίου οι γυναίκες συμμετέχουν με 21%, καταγράφοντας μία αύξηση έναντι του 2013, όπου το ποσοστό ανέρχονταν σε 16,1%, υπολείπεται όμως του ευρωπαϊκού μέσου που είναι 32%. Στα Περιφερειακά και Δημοτικά Συμβούλια, το 2019 φαίνεται οι γυναίκες να κατείχαν ποσοστό 21% των θέσεων, με μια μικρή αύξηση συγκριτικά με το 2013.
Όσον αφορά στον κλάδο των επιχειρήσεων, από τα μέλη του Διοικητικού Συμβουλίου των μεγαλύτερων εταιρειών, μόλις 12% ήταν γυναίκες. Παρόλο που το ποσοστό συνεχίζει να είναι μικρό, υπήρξε διπλασιασμός από το 2013 που αποτελούσαν μόλις το 5,7%. Η ίδια εικόνα χαμηλής εκπροσώπησης και σημαντικής διαφοράς σε σχέση με τα ποσοστά σε επίπεδο ΕΕ καταγράφεται στις θέσεις των μελών των συλλογικών οργάνων της Κεντρικής Τράπεζας, των οργανισμών χρηματοδότησης της έρευνας, των δημοσίων ραδιοτηλεοπτικών οργανισμών, και των εθνικών οργανισμών ολυμπιακών αθλημάτων.
Απαιτούνται,συνεπώς, σημαντικές προσπάθειες σε επίπεδο κινητροδότησης, ευαισθητοποίησης και υποστήριξης, για την αύξηση της συμμετοχής των γυναικών σε θέσεις εξουσίας, ευθύνης και ηγεσίας, τη μείωση του χάσματος σε σχέση με τη συμμετοχή των ανδρών, αλλά και τις επιδόσεις σε επίπεδο ΕΕ, καθώς επίσης και για την ουσιαστική εφαρμογή των ποσοστώσεων που πλέον προβλέπονται στη νομοθεσία.
Ως προς τη συμμετοχή των γυναικών στην αγορά εργασίας, το 2018 το ποσοστό απασχόλησης των γυναικών, σε Ισοδύναμο Πλήρους Απασχόλησης (ΙΠΑ), ανερχόταν σε 31,4%, ενώ των ανδρών άγγιζε το 50%. Σε σχέση με τα αντίστοιχα ποσοστά του 2015 (29,8% και 47,2%), αν και η απασχόληση των γυναικών φαίνεται να βελτιώνεται, το χάσμα μεταξύ των φύλων αυξάνεται. Ιδιαίτερα σημαντικό είναι το χάσμα στο ποσοστό απασχόλησης σε ΙΠΑ γυναικών και ανδρών που έχουν σύντροφο και παιδιά (50% έναντι 79% αντίστοιχα), όπου φτάνει σχεδόν τις 30 εκατοστιαίες μονάδες (2018) και είναι μεγαλύτερο από αυτό που παρατηρείται στα ζευγάρια χωρίς παιδιά, στα οποία το χάσμα μεταξύ των φύλων ανέρχεται σε 6 εκατοστιαίες μονάδες.
Η χαμηλή συμμετοχή των γυναικών στην αγορά εργασίας αναγνωρίζεται ως ένα από τα βασικά προβλήματα της ελληνικής οικονομίας στην Έκθεση για το Σχέδιο Ανάπτυξης για την Ελληνική Οικονομία, με σημαντικό αντίκτυπο στην παραγωγικότητα, καθώς το μέσο μορφωτικό επίπεδο όσων βρίσκονται εκτός αγοράς εργασίας είναι υψηλό. Η χαμηλή συμμετοχή οφείλεται αφενός στη διαχρονικά χαμηλή συμμετοχή και πρόωρη συνταξιοδότηση των γυναικών, αφετέρου στις διακρίσεις που υφίστανται, ιδίως οι γυναίκες σε αναπαραγωγική ηλικία από τους εργοδότες. Κύριο εμπόδιο για τη συμμετοχή στην αγορά εργασίας είναι η απουσία υπηρεσιών ποιοτικής φροντίδας για παιδιά και ηλικιωμένους. Χαρακτηριστικό είναι το ποσοστό των γυναικών που δηλώνουν ότι η φροντίδα μικρών παιδιών επηρεάζει την εργασία τους, με το ποσοστό για τις γυναίκες να υπερβαίνει το διπλάσιο των ανδρών (32,0% έναντι 14,6%) (ΕΛΣΤΑΤ, 2018). Ειδικότερα δε, η διακοπή της καριέρας για τη φροντίδα των παιδιών αφορά κυρίως στις γυναίκες (49,7% έναντι 4,0%των ανδρών), ενώ το 10,9% των γυναικών δεν εργάστηκε προκειμένου να φροντίσει τα παιδιά του. Επιπλέον, καταγράφεται υστέρηση στην επαγγελματική ανέλιξη των γυναικών μέσα από το χαμηλό ποσοστό συμμετοχής τους σε διευθυντικές θέσεις.
Ο διαχωρισμός λόγω φύλου στην αγορά εργασίας αποτελεί πραγματικότητα τόσο για τις γυναίκες όσο και για τους άνδρες. Τα ποσοστά απασχόλησης στους κλάδους της εκπαίδευσης, της ανθρώπινης υγείας και της κοινωνικής εργασίας είναι 22,8% για τις γυναίκες έναντι αυτού των ανδρών που είναι μόλις 8,2%. Όσον αφορά στο μισθολογικό χάσμα, τα δεδομένα της ΕΛΣΤΑΤ για το 2018 δείχνουν ότι η διαφορά στις μέσες ετήσιες αποδοχές των γυναικών είναι 20,6% χαμηλότερες από αυτές των ανδρών.
Σε σχέση με τις ψηφιακές δεξιότητες του γενικού πληθυσμού, το χάσμα μεταξύ των φύλων εμφανίζεται να είναι μικρότερο: 63% των γυναικών χρησιμοποιούν καθημερινά το διαδίκτυο σε σχέση με το 66% των αντρών (Eurostat, 2021), 22% των γυναικών κατέχουν ψηφιακές δεξιότητες που ξεπερνούν τον απλό χειρισμό έναντι 25% των ανδρών. Όμως, σε σχέση με την εκπαίδευση και την αγορά εργασίας στους κλάδους ΤΠΕ και στην έρευνα και μηχανική, ο διαχωρισμός των φυλών είναι αξιοσημείωτος. Οι απόφοιτοι ΤΠΕ για το 2018 είναι κατά 39% γυναίκες και 61% άντρες, ενώ οι επιστήμονες και μηχανικοί σε κλάδους υψηλής τεχνολογίαςείναι γυναίκες σε ποσοστό μόλις 21% σε αντίθεση με το 79% που ανήκει στους άντρες.
Ένα συνεχιζόμενο ζήτημα είναι η ισορροπία των φύλων στις σπουδές φυσικών επιστημών, τεχνολογίας, επιστήμης των μηχανικών και μαθηματικών (STEM) και τη σταδιοδρομία. Σε όλη την ΕΕ28, το 14% των γυναικών αποφοιτούν σε ένα τομέα STEM έναντι του 40% των ανδρών φοιτητών. Συνεπώς, η προσπάθεια εστιάζεται στην αύξηση του αριθμού των γυναικών που επιλέγουν STEM σπουδές.
Στον τομέα της οικονομίας, η αρχή της ένταξης της διάστασης του φύλου στους προϋπολογισμούς (genderbudgeting) εισήχθη για πρώτη φορά στην κεντρική διοίκηση με τον ν.4604/2019 και θα απαιτηθεί προσπάθεια και συνεργασία για την ορθή εφαρμογή των προβλέψεων και την αξιοποίηση αυτού του εργαλείου από τα Υπουργεία. Η προώθηση της ισότητας των φύλων σε τοπικό επίπεδο αποτελεί την κυριότερη πρόκληση για την ουσιαστική βελτίωση της θέσης των γυναικών στις τοπικές κοινωνίες.
Ως προς τα άτομα με αναπηρία, οι γυναίκες αναφέρουν υψηλότερα επίπεδα μη καλυπτόμενων αναγκών σε σύγκριση με τους άνδρες (30% έναντι 28%), και όσων δεν έχουν αναπηρία (20% έναντι 21%).
Εθνικό Σχέδιο Δράσης για την Ισότητα των Φύλων 2021-2025