Οι κυβερνήσεις της ΕΕ οφείλουν να στηρίξουν όσους πλήττονται περισσότερο από την άνοδο των τιμών, είπαν σε συνέντευξή τους οι ευρωβουλευτές Λουντέκ Νίντερμαγιερ και Ντράγκος Πισλάρου.
Ο Ντράγκος Πισλάρου (Renew Europe, Ρουμανία), επικεφαλής της επιτροπής απασχόλησης και κοινωνικών υποθέσεων του Κοινοβουλίου, και ο Λουντέκ Νίντερμαγιερ (ΕΛΚ, Τσεχία), αντιπρόεδρος της επιτροπής οικονομικών και νομισματικών υποθέσεων, μίλησαν ζωντανά στις 23 Νοεμβρίου σχετικά με την κρίση του κόστους διαβίωσης που μαστίζει το μεγαλύτερο μέρος της Ευρώπης.
Πληθωρισμός: Οι διάφορες προσεγγίσεις
Σύμφωνα με τον Νίντερμαγιερ, ο πληθωρισμός αποτελεί βασικό πρόβλημα καθώς διαβρώνει το πραγματικό μας εισόδημα και μειώνει τη ζήτηση. “Πιθανότατα θα δούμε μια μικρή οικονομική πτώση, δυστυχώς όμως αυτή η πτώση είναι σχεδόν αναπόφευκτη αν θέλουμε να θέσουμε υπό έλεγχο τον πληθωρισμό“.
Σημειώνοντας ότι τα ποσοστά πληθωρισμού στα κράτη μέλη ποικίλλουν μεταξύ 5% και 20%, ο Τσέχος ευρωβουλευτής εξήγησε ότι οι διαφορές οφείλονται στην κατάσταση των εθνικών οικονομιών μετά την πανδημία και στους διάφορους τρόπους αντιμετώπισής του.
Ορισμένες κυβερνήσεις αποφάσισαν να μειώσουν τους ενεργειακούς φόρους, κάτι που κατά την άποψη του Νίντερμαγιερ συνιστά σωστή προσέγγιση, ενώ άλλες έχουν εισαγάγει προσωρινά πλαφόν στις τιμές της ενέργειας ή των τροφίμων. Στη δεύτερη ωστόσο περίπτωση, η άρση των πλαφόν ενδέχεται να πυροδοτήσει την αύξηση του πληθωρισμού, υπογραμμίζει.
Οι διαφορετικές προσεγγίσεις δυσκολεύουν το έργο της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, η οποία καλείται να διαχειριστεί τη νομισματική πολιτική στην ευρωζώνη. “Βλέπουμε όμως τώρα ότι η νομισματική πολιτική θα έπρεπε να είναι πιο αυστηρή“, πρόσθεσε.
“Το έργο της κεντρικής τράπεζας είναι πολύ λεπτό – το ζητούμενο δεν είναι καν η μετάβασή μας από πολύ υψηλό πληθωρισμό σε αρνητικό πληθωρισμό, αλλά η ένταξή μας στη ζώνη του χαμηλού πληθωρισμού“. Σύμφωνα με τον αντιπρόεδρο της επιτροπής οικονομικών και νομισματικών υποθέσεων, η φορολογική πολιτική των κυβερνήσεων πρέπει να συμβαδίζει με τη νομισματική πολιτική της ΕΚΤ σε μια προσπάθεια μείωσης του πληθωρισμού.
Παρότι τάσσεται υπέρ της παροχής στοχευμένης στήριξης στις επιχειρήσεις και τα νοικοκυριά, ο Νίντερμαγιερ προειδοποίησε ότι τα “υποστηρικτικά μέτρα ευρείας κλίμακας είναι δαπανηρά και ενδέχεται να δημιουργήσουν πληθωρισμό“.
Στήριξη του ευάλωτου πληθυσμού και πίεση για μεταρρυθμίσεις
“Τα ευάλωτα μέλη της κοινωνίας μας θα χρειαστεί ή πρέπει ήδη να επιλέξουν ανάμεσα στην εξόφληση λογαριασμών και την παροχή κανονικών γευμάτων στα παιδιά τους“, είπε ο Ντράγκος Πισλάρου. “Πρόκειται πράγματι για μια σημαντική κοινωνική κρίση“.
Ο επικεφαλής της επιτροπής κοινωνικών υποθέσεων ζήτησε “μια ενεργητική πολιτική για την αγορά εργασίας – ώστε να καταπολεμηθεί η ανεργία […] και να παρασχεθεί βοήθεια στους εργαζομένους που θέλουν να αναβαθμίσουν και να αναπροσαρμόσουν τις δεξιότητές τους“.
Τόνισε ότι πρέπει να προσφερθούν στις μικρές επιχειρήσεις προγράμματα παρόμοια με εκείνα που αναπτύχθηκαν κατά τη διάρκεια της πανδημίας Covid-19, ώστε οι εργαζόμενοι να διατηρούν τις θέσεις τους ακόμα και σε περιπτώσεις προσωρινής παύσης λειτουργίας.
Τα ευρωπαϊκά κονδύλια και πρωτοβουλίες μπορούν να βοηθήσουν στην αντιμετώπιση των επιπτώσεων της κρίσης, είπε ο Πισλάρου, δίνοντας ως παράδειγμα το σχέδιο REPowerEU, το οποίο στοχεύει στη μείωση της εξάρτησης της ΕΕ από τα ρωσικά ορυκτά καύσιμα, μέσω της ενίσχυσης της επένδυσης σε καθαρή ενέργεια και της διαφοροποίησης του ενεργειακού εφοδιασμού.
“Αυτό θα μας έδινε τη δυνατότητα να κάνουμε δύο πράγματα ταυτόχρονα: από τη μία πλευρά, να προωθήσουμε την πράσινη μετάβαση και από την άλλη, να καταστήσουμε τους πολίτες λιγότερο ευάλωτους απέναντι στην αστάθεια της ενεργειακής αγορά ενέργειας“, υπογράμμισε.
Σημείωσε δε ότι το σχέδιο ανάκαμψης της ΕΕ από την πανδημία εστιάζει στην υποστήριξη εθνικών μεταρρυθμίσεων και επενδύσεων. “Τα σχέδια ανάκαμψης και ανθεκτικότητας αρχίζουν τώρα να αποφέρουν καρπούς, το REPowerEU στοχεύει άμεσα τους πολίτες και παράλληλα έχουμε άλλα μέτρα στήριξης επενδύσεων στον ενεργειακό εφοδιασμό, μειώνοντας τη ζήτηση. Αυτός θα είναι ο τρόπος με τον οποίο θα αντιδράσει η Ευρώπη“.
“Η πολιτική της ΕΕ δεν πρέπει να αφορά λαϊκίστικές υποσχέσεις ή εθνικιστικές [ιδέες…] ή τη σπατάλη χρημάτων σε ελικόπτερα. Αλλά να βασίζεται στην ικανότητα των πολιτών να ενεργούν μαζί και να βγαίνουν ισχυρότεροι από κάθε κρίση. Οι μακροπρόθεσμες αυτές λύσεις, μεταρρυθμίσεις και επενδύσεις που εισηγούμαστε είναι αυτές που θα μας απαλλάξουν από την κρίση πληθωρισμού“, κατέληξε.
Δείτε ολόκληρη τη συνέντευξη
Πηγή: europarl.europa.eu
[irp posts=”128760″ ]