Τον προηγούμενο μήνα (23/02/2023) πραγματοποιήθηκε ημερίδα του Ελληνικού Δικτύου για την Καταπολέμηση της Φτώχειας στο Πνευματικό Κέντρο του Δήμου Αθηναίων με την παρουσία εκπροσώπων της κυβέρνησης, πολιτικών κομμάτων, ακαδημαϊκών, εκπροσώπων επιμελητηρίων και ερευνητικών ινστιτούτων καθώς και οργανώσεων της κοινωνίας πολιτών στην Ελλάδα.
Την εκδήλωση, εκ μέρους του Διοικητικού Συμβουλίου και των εργαζομένων του Δικτύου, άνοιξε η νέα πρόεδρος, Μαριανέλλα Κλώκα, υπεύθυνη Διεκδίκησης Δικαιωμάτων του σωματείου PRAKSIS. Αφού καλωσόρισε τους φορείς και τις οργανώσεις, αναφέρθηκε στους καταστατικούς σκοπούς αλλά και τα βασικά εργαλεία που έχει το Δίκτυο στη διάθεσή του για την υλοποίησή τους. Υπογράμμισε την ανάγκη να τεθεί η αντιμετώπιση της φτώχειας κεντρική πολιτική προτεραιότητα και προς αυτή την κατεύθυνση την ανάγκη να υπάρξουν συστημικές αλλαγές και όχι ημίμετρα.
Ακολούθως, ο Σπύρος Ψύχας, υπεύθυνος για τη συγγραφή της ετήσιας Αναφοράς για τη Φτώχεια στην Ελλάδα, βασικό ερευνητικό εργαλείο του Δικτύου, τόνισε ότι η πραγματική κατάσταση είναι πολύ χειρότερη από ό,τι δείχνουν τα στατιστικά στοιχεία που είναι ενδεικτικά – λόγω του χαμηλού δείγματος των ερευνώμενων νοικοκυριών και της μη συμπερίληψης των ατόμων και των κοινωνικών ομάδων που δεν έχουν σταθερή στέγη- αλλά και του τρόπου που ορίζεται η σχετική φτώχεια με βάση το διάμεσο εισόδημα πράγμα.
Η Παναγιώτα Καλαποθαράκου, πρόεδρος της ΕΚΠΟΙΖΩ και της Πανελλήνιας Ομοσπονδίας Ενώσεων Καταναλωτών – ΠΟΜΕΚ “Η Παρέμβαση”, έβαλε στη συζήτηση τις παθογένειες και στρεβλώσεις στην Ελλάδα και τις εγγενείς αδυναμίες σε όλες τις αγορές που συντηρούν τις πρακτικές αισχροκέρδειας και την αδιαφάνεια στη διαμόρφωση των τιμών. Υπογράμμισε ότι υπολείπονται σημαντικά οι ελεγκτικοί μηχανισμοί και δήλωσε ότι ο οργανισμός δέχεται δεκάδες καταγγελίες από καταναλωτές κυρίως για τους λογαριασμούς ενέργειας -ανεβάζοντας αυτήν την κατηγορία στην πρώτη θέση των καταγγελιών από την τρίτη πριν ενάμιση χρόνο. Επισήμανε ότι η ενέργεια αποτελεί κοινωνικό αγαθό και πρέπει να είναι προσβάσιμη σε όλα τα νοικοκυριά. Για το ζήτημα των πλειστηριασμών κύριας κατοικίας τόνισε ότι δεν υπάρχει απολύτως καμία θεσμική προστασία ούτε για την κύρια κατοικία ούτε για τα ευάλωτα νοικοκυριά που θα καταλήξουν ενοικιαστές στα ίδια τους τα σπίτια όταν κατασχεθούν. Τέλος, προχώρησε σε προτάσεις για τη μείωση του ΦΠΑ, των ειδικών φόρων κατανάλωσης και των υπόλοιπων φόρων και για αύξηση μισθών και συντάξεων.
Ο Απόστολος Ραυτόπουλος, πρόεδρος της Ένωσης Εργαζόμενων Καταναλωτών Ελλάδας, παρουσίασε πρόσφατα στοιχεία έρευνας του Οικονομικού Πανεπιστημίου Αθηνών που καταδεικνύουν μια διαφορά 57% στην αύξηση των δαπανών ενός νοικοκυριού από το 2021 στο 2022. Τόνισε ότι η αγοραστική δύναμη του κατώτατου μισθού είναι μειωμένη κατά 40%, ενώ ενός μισθού 1000 – 1150 ευρώ παρουσιάζει μείωση 25-30%. Υπήρξε καταιγιστικός σε σχέση με τις αδικίες του market pass (πολύτεκνες οικογένειες, μητέρες που γέννησαν πριν 14 μήνες, οικογένειες με φιλοξενούμενα μέλη), κατέδειξε την αδυναμία της κυβέρνησης να ελέγξει τις καθημερινές διπλές αυξήσεις των προϊόντων στις αλυσίδες σουπερμάρκετ και έφερε στο προσκήνιο το ζήτημα της πραγματικότητας της ελληνικής επαρχίας και της αδυναμίας χρήσης του 100% του ποσού που διατίθεται για το market pass.
Ο Γενικός Γραμματέας Εμπορίου Σωτήρης Αναγνωστόπουλος απαντώντας αναφέρθηκε στο διεθνές εμπόριο και τις οικονομικές θεωρίες που προσφέρουν λύσεις στα εν λόγω προβλήματα ενώ τόνισε ότι ο πληθωρισμός αποτελεί παγκόσμια κατάσταση απέναντι στην οποία πρέπει να αμυνθούμε κυρίως υπέρ των πλέον ευάλωτων. Κατά τη γνώμη του η κυβέρνηση δεν διαθέτει άπειρες δημοσιονομικές λύσεις. Τόνισε ότι τα χρήματα του ελληνικού λαού ανακυκλώνονται σε επιδόματα και βοηθήματα για τους πιο ευάλωτους ενώ αντικρούοντας τις προτάσεις της ΕΚΠΟΙΖΩ δήλωσε ότι δεν γίνεται και αύξηση μισθών και συντάξεων και μείωση των φόρων. Αναφέρθηκε, τέλος, στην ανάγκη της κατάλληλης ενημέρωσης του καταναλωτή μέσω των ηλεκτρονικών εργαλείων που είναι πλέον διαθέσιμα.
Η Γεωργία Καπλάνογλου, καθηγήτρια στο τμήμα Οικονομικών Επιστημών του ΕΚΠΑ, παρουσίασε την έρευνα με τίτλο «Ποιοι πληρώνουν τους φόρους στην Ελλάδα;» δίνοντας μια συνολικότερη εικόνα του ζητήματος. Σύμφωνα με την έρευνα η αύξηση της φορολογικής επιβάρυνσης με στόχο τη συμμόρφωση με τα μνημόνια ήρθε για να μείνει, αυξήθηκε δε κατά 8,5 μονάδες του ΑΕΠ και δεν συγκρίνεται με καμιά άλλη χώρα της ΕΕ. Μίλησε για τη στρέβλωση του ζητήματος της άντλησης φόρων από το κράτος σε μια Ελλάδα που ενώ είναι αναπτυγμένη οικονομικά έχει χαρακτηριστικά αναπτυσσόμενης χώρας ως προς τη διάρθρωση των φορολογικών εσόδων ενώ η έμμεση φορολογία είναι αναντίστοιχη άλλων αναπτυγμένων χωρών. Τέλος, ανέφερε ότι έχουμε πολύ υψηλούς φορολογικούς συντελεστές που μας κατατάσσουν 8ους στην ΕΕ αλλά 25ους στα έσοδα, πράγμα που δείχνει ότι δεν πληρώνουν όλοι και παρέθεσε στοιχεία που καταδεικνύουν ότι τα εισοδήματα από τη φορολογία του 2019 ήταν κατά 83% από μισθούς και συντάξεις, κατά 9% από ακίνητη περιουσία, κατά 4% από όλη την επιχειρηματική δραστηριότητα των ελεύθερων επαγγελματιών εκτός των αγροτών και κατά 3% από μερίσματα. Κατά τη γνώμη της υπάρχει πολύς χώρος για δικαιότερη φορολογική πολιτική με βάση τα καταγεγραμμένα ποσοστά.
Ο Άλκης Καφετζής από το ΕΤΕRON παρουσίασε την έρευνα για τη στέγαση στη χώρα που αναδεικνύει το ζήτημα της αύξησης των ενοικίων και το διαδικτυακό εργαλείο που εκείνος και η ερευνητική ομάδα του ινστιτούτου δημιούργησαν https://eteron.org/research/stegasi360/. Μέσω της έρευνας διαπιστώθηκε ότι το όνειρο της ιδιοκατοίκησης στην Ελλάδα βρίσκεται σε κίνδυνο με τους νέους και τις νέες να έχουν υποστεί τις τρομερές επιπτώσεις της οικονομικής κρίσης στο στεγαστικό τομέα και με τις ευάλωτες ομάδες ανθρώπων να επιβαρύνονται περισσότερο λόγω του αποθέματος κατοικιών κακής ποιότητας στο οποίο υποχρεώνονται να καταφεύγουν.
Κατά τον σχολιασμό, ο Νικόλαος Κογιουμτσής, Β’ Αντιπρόεδρος του Επαγγελματικού Επιμελητηρίου Αθηνών, συμφώνησε ότι η δημοσιονομική πολιτική είναι ατελέσφορη και τροφοδοτεί την επιδοματική πολιτική. Θύμισε ότι οι μειώσεις φόρου ως μέτρο στο πρόσφατο παρελθόν έφεραν αύξηση στα δημόσια ταμεία. Έθεσε, επίσης, το ζήτημα της επικέντρωσης της αύξησης της κατανάλωσης στις μεγάλες επιχειρήσεις με αποτέλεσμα να βάζουν λουκέτο οι μικρές επιχειρήσεις.
Η Δέσποινα Βαλάση, επιστημονικό στέλεχος του ΙΜΕ-ΓΣΕΒΕΕ, μίλησε για τη σφοδρότητα με την οποία επλήγησαν οι επιχειρήσεις και αναφέρθηκε στην προ ημερών δημοσίευση της έρευνας εισοδημάτων για το 2022 του Ινστιτούτου από την οποία καταφαίνεται ότι τα εισοδήματα ενός νοικοκυριού φτάνουν μόλις για τις 18 μέρες πρώτες μέρες κάθε μήνα. Αναφέρθηκε στην πολυπαραγοντικότητα του φαινομένου, αναδεικνύοντας την πολιτιστική και εκπαιδευτική φτώχεια.
Ο Γιώργος Πλανήτερος, από το Υπουργείο Εργασίας και Κοινωνικών Υποθέσεων δήλωσε ότι απαιτούνται γερές δημόσιες πολιτικές ενώ ο πρώην Γενικός Γραμματέας Καταπολέμησης της Φτώχειας και νυν ερευνητής Δημήτρης Καρέλλας μίλησε για τη λύση του καθολικού εισοδήματος η χρηματοδότηση του οποίου μπορεί να προέλθει από τη φορολόγηση των γιγάντων της ενέργειας, από τράπεζες, αλυσίδες σουπερμάρκετ και μεγάλες επιχειρήσεις.
Η Έφη Μπέκου, τομεάρχης Κοινωνικής Συνοχής και Ένταξης του ΠΑΣΟΚ – ΚΑ τόνισε το αναγκαίο της φορολογικής αναδιανομής με όρους κοινωνικής δικαιοσύνης και ισότητας.
Ο Σάκης Ζαχάρος, από το ΜέΡΑ 25, πρότεινε ως ελάχιστο για την καταπολέμηση της φτώχειας την αυτόματη τιμαριθμική αναπροσαρμογή, τη μείωση των συντελεστών ΦΠΑ, την επιβολή προστίμων στα καρτέλ καθώς και τη μείωση του φορολογικού συντελεστή για τις μικρές επιχειρήσεις – και την αντίστοιχη αύξηση για τις μεγάλες – αλλά και την κατάργηση του σχεδίου Ηρακλής και του χρηματιστηρίου ενέργειας.
Κατά το δεύτερο μέρος της ημερίδας οργανώσεις-μέλη του Ελληνικού Δικτύου για την Καταπολέμηση της Φτώχειας ανέδειξαν τα ιδιαίτερα ζητήματα που αντιμετωπίζουν οι ωφελούμενοί τους αλλά και οι οργανώσεις. Από το Δίκτυο για τα Δικαιώματα του Παιδιού, ο Πελοπίδας Νικολόπουλος έδωσε ανησυχητικά στοιχεία για την παιδική φτώχεια και τα χαμηλής έντασης εργασίας νοικοκυριά στα οποία πολλά παιδιά διαβιούν σε μια χώρα που κατατάσσεται τρίτη από το τέλος σε παιδική φτώχεια στην ΕΕ – με πιο ευάλωτα τα παιδιά των μετακινούμενων πληθυσμών. Έθιξε το σοβαρό ζήτημα της ελλιπούς και μη σωστής διατροφής των παιδιών, τα οποία άνω του 80% της ηλικίας 6-12 καλύπτεται από το πρόγραμμα «Σίτιση στα σχολεία» πράγμα που δείχνει την ανάγκη που υπήρχε κατά την πανδημία η οποία όχι μόνο παραμένει αλλά και αυξάνεται. Δήλωσε ότι η ακρίβεια έχει επηρεάσει την επιλογή φαγητού με αποτέλεσμα και την κακή στοματική υγιεινή καθώς και ότι υφίσταται πλέον και το πρόβλημα της απουσίας από το σχολείο κοριτσιών λόγω της αδυναμίας αγοράς προϊόντων υγιεινής.
Ο Τάσος Υφαντής, από τους Γιατρούς του Κόσμου, αναφέρθηκε στην επιδείνωση της κατάστασης και την αύξηση του αριθμού των αιτούντων βοήθεια σε μια Ελλάδα που είναι ουραγός στην επίλυση αντίστοιχων προβλημάτων. Είπε ότι η προσβασιμότητα των πολύ ευάλωτων ατόμων σε κατάλληλες υπηρεσίες υγείας είναι ιδιαίτερα επισφαλής με το 1/5 του φτωχότερου πεμπτημορίου εισοδήματος να μην καλύπτει τις ανάγκες του έχοντας χάσμα με το αντίστοιχο 3% των πλουσιότερων (παραθέτοντας στοιχεία από την έκθεση του ΟΟΣΑ). Με βάση έρευνα προσβασιμότητας που διενήργησε η οργάνωση σε συνεργασία με την GIVMED και το Press Project, 75 εκατoμμύρια άνθρωποι θα προστεθούν στα ήδη 95 εκατομμύρια ανθρώπων που βιώνουν φτώχεια. Τέλος, τόνισε ότι η προτεραιότητα των ανθρώπων είναι η εξασφάλιση ενός ελάχιστου βιοτικού επιπέδου με αποτέλεσμα την παραμέληση της υγείας τους, που θυμίζει μια κατάσταση που ως οργάνωση αντιμετώπισαν ξανά την περίοδο 2010-2012.
Η Κατερίνα Σούρδα, από το Κέντρο Κοινωνικής Δράσης και Καινοτομίας – ΚΜΟΠ πρόσθεσε το ζήτημα της εργασιακής επισφάλειας που επιδεινώθηκε μέσα στην πανδημία και παραμένει, με τις γυναίκες και τους μετανάστες να έχουν υποστεί τις μεγαλύτερες απώλειες ευημερίας και να τρέφουν τους δείκτες ανισότητας. Αναφέρθηκε στη πιο δίκαιη εφαρμογή του Ελάχιστου Εγγυημένου Εισοδήματος και στην ενίσχυση του πληθυσμού με συμπληρωματικές κοινωνικές υπηρεσίες και δομές στήριξης (ανοιχτά κέντρα ημέρας, φαρμακεία, παντοπωλεία, υπνωτήρια) ως όπλα για την αντιμετώπιση της κατάστασης τονίζοντας ότι Ελλάδα δεν είναι μόνο η Αθήνα. Σε αυτό το πλαίσιο μοιράστηκε
ανησυχητικά στοιχεία για την Κεντρική Μακεδονία, μέσα από το Παρατηρητήριο Κοινωνικής Ένταξης της χώρας του ΚΜΟΠ.
Ο Γιάννης Κοντογιαννάκης, υπεύθυνος του δικτύου πωλητών του περιοδικού δρόμου Σχεδία, σημείωσε την αύξηση των αιτημάτων για βοήθεια σε θέματα σίτισης από ευάλωτα άτομα πέραν των αστέγων, το πισωγύρισμα που διαπιστώνεται στην αυτονομία που είχαν αποκτήσει μερικοί πωλητές και πωλήτριες του περιοδικού με την κατακόρυφη αύξηση των τιμών στα είδη πρώτης ανάγκης και στους λογαριασμούς ρεύματος, αλλά και στην εμφανή αδυναμία των αγοραστών της έκδοσης να στηρίξουν σταθερά την προσπάθεια.
Η ημερίδα έκλεισε με την τοποθέτηση της Σίσσυς Μπούγα, από το σωματείο PRAKSIS, η οποία συνηγόρησε στα ζητήματα που είχαν ήδη αναφερθεί ως προς τις νέες επιτακτικές ανάγκες των ωφελούμενων, όπως αυτές δημιουργούνται από την ακρίβεια. Ανέδειξε παράλληλα τις αρνητικές επιπτώσεις της ακρίβειας στις ίδιες τις οργανώσεις της κοινωνίας πολιτών, καθώς βρίσκονται αποκλεισμένες από τις κυβερνητικές πολιτικές επιδότησης την ίδια στιγμή που τα λειτουργικά κόστη έχουν διπλασιαστεί.
Στο διάλογο που ακολούθησε τις τοποθετήσεις των οργανώσεων, τονίστηκε η ανάγκη να εστιάσουμε στους πλέον ευάλωτους πληθυσμούς, με ειδική αναφορά στους μετακινούμενους, η ανάγκη να ενδυναμωθούν οι άνθρωποι που βιώνουν φτώχεια και να αντιληφθούμε ότι πλέον το φαινόμενο χτυπά την πόρτα και σε εργαζόμενους/ες και ότι οι τρόποι που είναι δομημένα τα κριτήρια για τις επιδοματικές πολιτικές που εφαρμόζει η κυβέρνηση για να αντιμετωπίσει τη φτώχεια προσβάλλουν την αξιοπρέπεια των ανθρώπων που βρίσκονται σε ανάγκη.
Την ημερίδα συντόνισε ο δημοσιογράφος Ανδρέας Παπασταματίου.
Discover more from socialpolicy.gr
Subscribe to get the latest posts sent to your email.