Οι επιστήμονες εκτιμούν ότι κάθε επιπλέον έτος εκπαίδευσης μειώνει τη θνησιμότητα κατά 2%.
Σημαντικά ευρήματα
-
Η ολοκλήρωση της πρωτοβάθμιας εκπαίδευσης μειώνει τον κίνδυνο θνησιμότητας κατά 13% σε σύγκριση με τη μη συμμετοχή στην σχολική εκπαίδευση.
-
Η αποφοίτηση από τη δευτεροβάθμια εκπαίδευση μειώνει τον κίνδυνο θνησιμότητας κατά 25% σε σύγκριση με όσους/όσες δεν συμμετείχαν στη σχολική εκπαίδευση.
-
Η ολοκλήρωση 18 ετών εκπαίδευσης μειώνει τον κίνδυνο θνησιμότητας κατά 34% και είναι συγκρίσιμη με την πρακτική εφαρμογή της υγιεινής διατροφής.
-
Η μη συμμετοχή στη σχολική εκπαίδευση θεωρείται επιβλαβής παράγοντας για την υγεία στον ίδιο βαθμό όσο και η κατανάλωση πέντε ή περισσότερων αλκοολούχων ποτών την ημέρα ή το κάπνισμα 10 τσιγάρων την ημέρα για 10 χρόνια.
Η εκπαίδευση σώζει ζωές ανεξάρτητα από την ηλικία, το φύλο, την τοποθεσία και το κοινωνικό και δημογραφικό υπόβαθρο, σύμφωνα με την τελευταία και μεγαλύτερη έρευνα του είδους που δημοσιεύθηκε χθες (24.1.2024) στο The Lancet Public Health. Η έρευνα διεξήχθη από το Κέντρο Έρευνας για τις Ανισότητες στην Παγκόσμια Υγεία (CHAIN) και το Ινστιτούτο Μετρήσεων και Αξιολόγησης της Υγείας (IHME).
Οι ερευνητές γνώριζαν ότι όσοι/όσες ολοκληρώνουν μεγαλύτερα επίπεδα εκπαίδευσης ζουν περισσότερο, αλλά δεν ήξεραν σε ποιο βαθμό. Αυτό που διαπίστωσαν ήταν ότι ο κίνδυνος θνησιμότητας μειώνεται κατά 2% με κάθε επιπλέον έτος εκπαίδευσης. Αυτό σημαίνει ότι όσοι/όσες ολοκλήρωσαν έξι χρόνια πρωτοβάθμιας εκπαίδευσης αντιμετώπιζαν χαμηλότερο κίνδυνο θνησιμότητας κατά μέσο όρο 13%. Μετά την αποφοίτησή τους από τη δευτεροβάθμια εκπαίδευση, ο κίνδυνος θνησιμότητας μειώθηκε κατά σχεδόν 25% και τα 18 χρόνια εκπαίδευσης μείωσαν τον κίνδυνο κατά 34%.
Οι ερευνητές/ερευνήτριες συνέκριναν επίσης τις επιπτώσεις της εκπαίδευσης με άλλους παράγοντες κινδύνου, όπως η υγιεινή διατροφή, το κάπνισμα και η υπερβολική κατανάλωση αλκοόλ και διαπίστωσαν ότι το αποτέλεσμα για την υγεία είναι παρόμοιο. Για παράδειγμα, το όφελος 18 ετών εκπαίδευσης μπορεί να συγκριθεί με αυτό της κατανάλωσης ιδανικής ποσότητας λαχανικών, σε αντίθεση με την μηδενική κατανάλωση λαχανικών. Η μη-συμμετοχή στη σχολική εκπαίδευση είναι το ίδιο επιβλαβής για την υγεία όσο και η κατανάλωση πέντε ή περισσότερων αλκοολούχων ποτών την ημέρα ή το κάπνισμα δέκα τσιγάρων την ημέρα για 10 χρόνια.
«Η εκπαίδευση είναι σημαντική από μόνη της, όχι μόνο για τα οφέλη της στην υγεία, αλλά καθώς πλέον είμαστε σε θέση να ποσοτικοποιήσουμε το όφελος αυτό αποτελεί μια σημαντική εξέλιξη», δήλωσε ο Δρ. Terje Andreas Eikemo, συν-συγγραφέας και επικεφαλής του Κέντρου Έρευνας για τις Ανισότητες στην Παγκόσμια Υγεία (CHAIN) στο Νορβηγικό Πανεπιστήμιο Επιστήμης και Τεχνολογίας (NTNU).
Ενώ τα οφέλη της εκπαίδευσης είναι μεγαλύτερα για τους νέους, όσοι είναι άνω των 50 ή ακόμη και 70 ετών εξακολουθούν να επωφελούνται από τα προστατευτικά αποτελέσματα της εκπαίδευσης.
Οι ερευνητές/ερευνήτριες δεν βρήκαν σημαντική διαφορά στις επιπτώσεις της εκπαίδευσης μεταξύ χωρών που έχουν φτάσει σε διαφορετικά στάδια ανάπτυξης. Αυτό σημαίνει ότι περισσότερα έτη εκπαίδευσης είναι εξίσου αποτελεσματικά σε όλες τις χώρες ανεξαρτήτως επιπέδου εισοδήματος.
“Πρέπει να αυξήσουμε τις κοινωνικές επενδύσεις για να επιτρέψουμε την πρόσβαση σε καλύτερη και περισσότερη εκπαίδευση σε όλο τον κόσμο ώστε να σταματήσουμε τις επίμονες ανισότητες που κοστίζουν ζωές”, δήλωσε η Mirza Balaj, συν-επικεφαλής συγγραφέας και μεταδιδακτορική συνεργάτιδα στο Τμήμα Κοινωνιολογίας και Πολιτικών Επιστημών του NTNU. «Περισσότερη εκπαίδευση οδηγεί σε καλύτερη απασχόληση και υψηλότερο εισόδημα, καλύτερη πρόσβαση στην υγειονομική περίθαλψη και μας βοηθά στην φροντίδα της υγείας μας. Οι άνθρωποι με υψηλό μορφωτικό επίπεδο τείνουν επίσης να αναπτύσσουν ένα μεγαλύτερο σύνολο κοινωνικών και ψυχολογικών πόρων που συμβάλλουν στην υγεία και στο προσδόκιμο ζωής τους.
«Η γεφύρωση του εκπαιδευτικού χάσματος σημαίνει γεφύρωση του χάσματος θνησιμότητας και θα πρέπει να διαρρήξουμε τον φαύλο κύκλο της φτώχειας και των αποτρέψιμων θανάτων με τη βοήθεια της διεθνούς δέσμευσης», δήλωσε η Claire Henson, συν-επικεφαλής συγγραφέας και ερευνήτρια στο Ινστιτούτο Μετρήσεων και Αξιολόγησης Υγείας (IHME) στην Ιατρική Σχολή του Πανεπιστημίου της Ουάσιγκτον. «Προκειμένου να μειωθούν οι ανισότητες στη θνησιμότητα, είναι σημαντικό να επενδύσουμε σε τομείς που προωθούν τις ευκαιρίες των ανθρώπων για την πρόσβαση στην εκπαίδευση. Αυτό μπορεί να έχει θετική επίδραση στην υγεία του πληθυσμού σε όλες τις χώρες».
Η έρευνα εντόπισε δεδομένα από 59 χώρες και συμπεριέλαβε πάνω από 10.000 πηγές δεδομένων που συλλέχθηκαν από περισσότερα από 600 δημοσιευμένα άρθρα. Οι περισσότερες από τις μελέτες που εξετάστηκαν για αυτή την έρευνα προέρχονταν από περιβάλλοντα υψηλού εισοδήματος, υπογραμμίζοντας την ανάγκη για περισσότερες έρευνες σε χώρες χαμηλού και μεσαίου εισοδήματος, ιδιαίτερα από την υποσαχάρια Αφρική και τη βόρεια Αφρική, όπου τα δεδομένα είναι σπάνια.
«Η εστίασή μας τώρα πρέπει να είναι σε περιοχές του κόσμου όπου γνωρίζουμε ότι η πρόσβαση στην εκπαίδευση είναι χαμηλή και όπου υφίσταται επίσης περιορισμένη έρευνα σχετικά με την εκπαίδευση ως καθοριστικός παράγοντας του επιπέδου υγείας», δήλωσε η Δρ Εμμανουέλα Γακίδου, συν-συγγραφέας και καθηγήτρια στο IHME.
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΤΗΝ ΕΡΕΥΝΑ ΣΤΟ THE LANCET PUBLIC HEALTH
Πηγή: eurohealthnet.eu
socialpolicy.gr
[irp posts=”139696″ ]
Discover more from socialpolicy.gr
Subscribe to get the latest posts sent to your email.