Κριτσίκης Αλέξανδρος
Δικηγόρος – Διδάκτωρ Νομικής
Μεταδιδακτορικός ερευνητής
https://socialpolicy.panteion.gr/people/kritsikis
Στο παγκόσμιο οικονομικό σύστημα κυριαρχεί το ολιγοπώλιο ή και μονοπώληση των οικονομικών σχέσεων από μεγάλες οικονομικές επιχειρήσεις. Συγχρόνως όμως η μονοπώληση αυτή επιφέρει προβλήματα, που αφορούν τόσο την ανταγωνιστική θέση των κρατών στο σύγχρονο κόσμο, όσο και την όξυνση φαινομένων ανισοκατανομής των εισοδημάτων στο σύγχρονο κόσμο[1].
Τα βασικά χαρακτηριστικά της παγκοσμιοποίησης της οικονομίας είναι η ολοκλήρωση σε παγκόσμιο επίπεδο των εθνικών, των περιφερειακών και των τοπικών οικονομιών με συνέπεια την ελεύθερη διακίνηση προϊόντων κεφαλαίου, αλλά και εργατικής δύναμης. Η κατάργηση των οικονομικών συνόρων μεταξύ των κρατών, η ανεμπόδιστη διακίνηση αγαθών, προϊόντων και χρηματοπιστωτικού κεφαλαίου, που διευκολύνθηκε από την αξιοποίηση των δυνατοτήτων, που παρείχε η τεχνολογία της πληροφορικής και του διαδικτύου, επέφεραν το άνοιγμα των παραγωγικών σχέσεων και την ολοκλήρωση των οικονομιών[2]. Εξαιτίας του χαμηλού πλέον κόστους παραγωγής και των ιδιαίτερα χαμηλών τιμών των «παγκοσμιοποιημένων» προϊόντων οξύνθηκε ο διεθνής ανταγωνισμός. Οι παραδοσιακές οικονομίες αναγκάστηκαν να εντατικοποιήσουν την παραγωγή τους, προκειμένου να επιβιώσουν οικονομικά στο νέο διεθνές περιβάλλον[3].
Τις τελευταίες δεκαετίες στην παγκοσμιοποιημένη οικονομία η ρυθμιστική παρέμβαση του κράτους στις κοινωνικοοικονομικές σχέσεις συρρικνώνεται όλο και περισσότερο, ενώ οι οικονομικοί φορείς έχουν αποκτήσει τέτοια δύναμη, ώστε να αναγορεύονται ως σημαντικότατη παράμετρος των διεθνών εξελίξεων[4]. Οι μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις βρέθηκαν έκθετες σε ένα σκληρό ανταγωνιστικό πλαίσιο, που αμφισβητεί την ίδια την ύπαρξη τους[5]. Η βαθύτατη κρίση του χρηματοπιστωτικού συστήματος όχι μόνο ανέδειξε την φενάκη της κερδοσκοπικής κεφαλαιαγοράς να επιτύχει με αόρατο χέρι μια αυτορρυθμιζόμενη οικονομία, αλλά οδήγησε σε ελάχιστο χρονικό διάστημα σε συνολική αμφισβήτηση του κυρίαρχου μοντέλου οικονομικής ανάπτυξης[6].
Η παγκοσμιοποίηση της οικονομίας γέννησε τεράστιες ανισότητες και ενέτεινε το φαινόμενο της φτώχειας παγκοσμίως. Κυριαρχεί, λοιπόν, μια παγκόσμια οικονομία που δεν ελέγχεται ούτε από τις αποδυναμωμένες κρατικές έννομες τάξεις, ούτε από μια ακόμα ανύπαρκτη παγκόσμια κανονιστική τάξη. Οι οικονομικές εξουσίες λειτουργούν πιο αυτόνομα και αυθαίρετα έναντι των πολιτικών εξουσιών, που εμφανίζονται ολοένα πιο ετερόνομες και τιθασευμένες. Υποστηρίζεται, ότι βρισκόμαστε ενώπιον μιας Παγκόσμιας Οικονομικής Διακυβέρνησης, η οποία αυτορυθμίζεται. Συνέπεια τούτου του γεγονότος είναι να συγκροτείται ένα πρωτοφανές στην έκτασή του σύστημα αυθαίρετων και αυταρχικών εξουσιών[7]. Παρατηρείται μείωση της κρατικής παρέμβασης στην οικονομία και παρουσιάζονται συστήματα αυτορρύθμισης[8].
Το κράτος πρόνοιας συρρικνώθηκε, [9]όπως και τα κοινωνικά δικαιώματα[10], με αποτέλεσμα να επιβαρύνεται η θέση των οικονομικά και πολιτικά ασθενέστερων κρατών, καθώς και των πολιτών τους.
Περαιτέρω, οι εξελίξεις αυτές προκάλεσαν φαινόμενα πολλαπλού κοινωνικού αποκλεισμού. Η άσκηση των κοινωνικών δικαιωμάτων καθίσταται αδύνατη, όταν το άτομο ή η ομάδα βιώνει διαδικασίες αποκλεισμού. Η σχέση, που συνδέει το κοινωνικό δικαίωμα και τον αποκλεισμό σε καμία περίπτωση δεν πρέπει να θεωρηθεί ως σχέση αιτίου-αιτιατού. Η αδυναμία πρόσβασης στα κοινωνικά δικαιώματα προκαλεί φαινόμενα κοινωνικού αποκλεισμού. Ο αποκλεισμός έχει κυρίως σχέση με τη διαδικασία μετάβασης από τη μία κοινωνική κατάσταση σε άλλη και την ώθηση του μέλους της κοινωνίας προς τις παρυφές του κοινωνικού συστήματος λόγω ακριβώς της αδυναμίας συμμετοχής του στις εκφάνσεις της καθημερινής ζωής της κοινωνίας[11]. Οι προαναφερθείσες δυσμενείς εξελίξεις προκάλεσαν οδυνηρές επιπτώσεις στην ζωή των πολιτών και έστρεψαν το ενδιαφέρον στον τομέα της κοινωνικής οικονομίας και τις επιχειρήσεις του, ιδίως τις συνεταιριστικές επιχειρήσεις, οι οποίες αποτελούν και τον κορμό της[12]. Ο κοινωνικός τομέας της οικονομίας αφορά σε δραστηριότητες που στοχεύουν στην επίτευξη οικονομικών σκοπών όπως η παραγωγή, μεταποίηση, διάθεση και κατανάλωση υλικών αγαθών και υπηρεσιών, χωρίς κερδοσκοπική διαμεσολάβηση και εφαρμόζουν δημοκρατικές αρχές οργάνωσης, διοίκησης και διαχείρισης[13].
Η εμπειρία έχει δείξει, ότι η κοινωνική οικονομία μέσω των επιχειρήσεων της δημιουργεί θέσεις εργασίας, συνεισφέρει στην οικονομική ανάπτυξη ακόμη και των υποβαθμισμένων περιοχών και κυρίως των οικονομικά αδύναμων κοινοτήτων, προσφέροντας εντέλει μια πλουραλιστική διάσταση στην οικονομία. Οι επιχειρήσεις της κοινωνικής οικονομίας με τις δραστηριότητες τους ακόμη αποτελούν παράγοντα ενίσχυσης της πίστης στα κοινωνικά και ηθικά κίνητρα, την προσήλωση στην αρχή της αυτευθύνης, της αυτοβοήθειας, της κοινωνικής αλληλεγγύης και συντείνουν κατά αυτόν τον τρόπο στην κοινωνική συνοχή[14].
Για παράδειγμα στην Ευρωπαϊκή Ένωση οι επιχειρήσεις κοινωνικής οικονομίας – συνεταιρισμοί, ιδρύματα, σύλλογοι και ενώσεις κοινωνικής αλληλεγγύης – απασχολούν πάνω από 11 εκ. άτομα που αντιστοιχεί στο 6% της συνολικής απασχόλησης. Οι εν λόγω επιχειρήσεις απαντώνται στον τραπεζικό κλάδο, στον κλάδο των ασφαλίσεων και των συνταξιοδοτικών ταμείων, στον κλάδο της πρόληψης και της υγείας, στον τομέα της κοινωνικής δράσης, στον αγροτικό τομέα, στον κλάδο της κατανάλωσης, στο τομέα του εμπορίου, στο τομέα της συνεργατικής παραγωγής και στον κλάδο της κοινωνικής κατοικίας[15].
Στην Ελλάδα η θεσμοθέτηση της συνεταιριστικής επιχειρηματικής δραστηριότητας έλαβε χώρα με τον ν. 602/1915 και οδήγησε στην ανάπτυξη του τομέα της κοινωνικής οικονομίας καθόλα την επόμενη περίοδο. Ο Έλληνας νομοθέτης ασχολήθηκε πάλι με τα θέματα της Κοινωνικής Οικονομίας με τον νόμο 4430/2016. Συγκεκριμένα στο άρθρο 2 παρ. 1 του νόμου αυτού ορίστηκε, ότι κοινωνική οικονομία είναι[16] το σύνολο των οικονομικών δραστηριοτήτων που στηρίζονται σε μία εναλλακτική μορφή οργάνωσης των σχέσεων παραγωγής, διανομής, κατανάλωσης και επανεπένδυσης, βασισμένη στις αρχές της δημοκρατίας, της ισότητας, της αλληλεγγύης, της συνεργασίας, καθώς και του σεβασμού στον άνθρωπο και το περιβάλλον. Περαιτέρω, στο άρθρο 3 παρ. 1 του ίδιου νόμου ως Φορείς Κοινωνικής και Αλληλέγγυας Οικονομίας προσδιορίζονται:
α. Οι Κοινωνικές Συνεταιριστικές Επιχειρήσεις του άρθρου 14 του ίδιου νόμου (Κοιν.Σ.Επ), β. οι Κοινωνικοί Συνεταιρισμοί Περιορισμένης Ευθύνης (Κοι.Σ.Π.Ε.) που διέπονται από τις διατάξεις του άρθρου 12 του Ν. 2716/1999, γ. οι Συνεταιρισμοί Εργαζομένων, που συστήνονται με το άρθρο 24 του ν. 4430/2016, δ. οι αγροτικοί συνεταιρισμοί του ν. 4673/2020 , ε. οι αστικοί συνεταιρισμοί του ν. 1667/1986, στ. Αστικές Εταιρίες των άρθρων 741 επ. του Α.Κ[17].
Γενικά ο νομοθέτης του ν. 4430/2016 αντιλαμβάνεται τον τομέα κοινωνικής οικονομίας ως ένα σύστημα επιχειρηματικής δραστηριότητας που αναπτύσσεται αυτόνομα από τον κρατικό και κερδοσκοπικό ιδιωτικό τομέα οικονομίας και έχει στο επίκεντρο τον άνθρωπο και τις ανάγκες του κι όχι το κέρδος.
Οι συνεταιρισμοί στο νέο παγκοσμιοποιημένο οικονομικό περιβάλλον αντιμετωπίζουν σειρά προκλήσεων στις οποίες πρέπει να απαντήσουν με τρόπο που να επιτρέπει την υπεράσπιση της επιβίωσης τους, τόσο με την οργανωτική ανασυγκρότηση τους όσο και με αύξηση των ανταγωνιστικών τους πλεονεκτημάτων[18]. Οι συνεταιρισμοί αποτελούν παράγοντα ενίσχυσης της απασχόλησης[19], παράγοντα ελέγχου και μείωσης των κοινωνικών ανισοτήτων και της φτώχειας και με τον τρόπο αυτό να συνεχίσουν να συμβάλουν στην κοινωνική συνοχή[20]. Με τους συνεταιρισμούς οι μικρές οικονομίες αποκτούν τη δυνατότητα να ασκήσουν από κοινού επιχειρηματική δραστηριότητα, ώστε να αποφύγουν την εκμετάλλευση από τους οικονομικά ισχυρότερους.
Στην προσπάθεια τους οι συνεταιρισμοί να αναπτύξουν την διασυνεταιριστική επιχειρηματική συνεργασία διεθνώς, αλλά και να παραμείνουν ανταγωνιστικοί, αντιμετωπίζουν μια ποικιλία προβλημάτων, που είναι κοινά σε όλες τις επιχειρήσεις, όπως εξελισσόμενη γνώση για τις νέες αγορές, υιοθέτηση νέων προϊόντων, αύξηση κεφαλαίου κτλ. Η δυνατότητα κυκλοφορίας του κεφαλαίου διεθνώς έφερε αντιμέτωπους τους συνεταιρισμούς με τις μεγάλες διεθνείς κερδοσκοπικές εταιρίες, που πλεονεκτούν από πλευράς κεφαλαιακής συγκρότησης [21]. Η πρόκληση είναι αν οι συνεταιρισμοί θα αναπτυχθούν, τηρώντας ταυτόχρονα τις διεθνείς συνεταιριστικές αρχές. Εκτός από τις προκλήσεις οι συνεταιρισμοί καλούνται σήμερα να απαντήσουν και σε ειδικότερα θέματα, τα οποία αφορούν στον σχηματισμό του κεφαλαίου των συνεταιριστικών επιχειρήσεων, στην αμοιβή του κεφαλαίου[22], στις επενδύσεις, στον ρόλο των συνεταιριστικών υπαλλήλων και εργατών, καθώς και στις σχέσεις των συνεταιρισμών και του κράτους, αλλά και της περιτρέχουσας κοινωνίας[23].
Η τήρηση των διεθνών συνεταιριστικών αρχών προϋποθέτει την αναγκαία εξέλιξη τους σε σχέση με το μεταβαλλόμενο κοινωνικό περιβάλλον [24]. Με την εξέλιξη της διεθνούς οικονομίας, την ανάπτυξη των αγορών και τη δημιουργία έντονου ανταγωνισμού, προκλήθηκε η ανάγκη για μεταβολή ορισμένων στοιχείων του συνεταιρισμού. Ειδικότερα, οι εξελίξεις και οι μεταβολές λόγω της παγκοσμιοποίησης κατέστησαν, για παράδειγμα αναγκαία την εισαγωγή στις συνεταιριστικές νομοθεσίες της συνέλευσης των αντιπροσώπων, την απομάκρυνση από την αρχή της απεριόριστης προσωπικής ευθύνης, την δημιουργία δευτεροβάθμιων και τριτοβάθμιων συνεταιρισμών, την συγχώνευση των συνεταιρισμών και μαζί με άλλες αλλαγές στις συνεταιριστικές νομοθεσίες επιτρέπουν την προσαρμογή των συνεταιρισμών στα δεδομένα των νέων διεθνών οικονομικών δομών. Οι μεταβολές αυτές είναι συμβατές με τον χαρακτήρα της συνεταιριστικής οργάνωσης ως οργάνωση παροχής υπηρεσιών και αυτούσιων ωφελειών στα μέλη της και κινούνται εντός του πλαισίου των διεθνών συνεταιριστικών αρχών, που είναι και το κριτήριο ενσωμάτωσης στο συνεταιριστικό δίκαιο θεσμών των κερδοσκοπικών εταιριών[25].
Γενικά, η ανάγκη προσαρμογής των συνεταιρισμών στο μεταβαλλόμενο οικονομικό και κοινωνικό περιβάλλον επιβάλλει τη διαμόρφωση και εφαρμογή στρατηγικών εξειδίκευσης και συνεργασίας[26].
[1] Βλ. Αρβανιτόπουλο Κ, Κοινωνικός φιλελευθερισμός, Για την Ελλάδα της ελευθερίας και της κοινωνικής αλληλεγγύης, Αθήνα, εκδόσεις Ποιότητα, 2012, σελ. 28.
[2] Βλ. Μυλόπουλο Γ, Τα Αν της Ανάπτυξης, Η διέξοδος στους νεοφιλελεύθερους μονόδρομους, Αθήνα, Εκδ. Α. Α. Λιβάνη, 2016 σελ. 39.
[3] Βλ. Μυλόπουλο Γ, 2016 ο.π σελ. 40-41.
[4] Βλ. Σωτηρέλη Γ, Ποια Αριστερά; Ανιχνεύοντας την προοδευτική ταυτότητα στην Ευρώπη της κρίσης. Αθήνα, Εκδόσεις Πόλις, 2017, σελ. 110
[5] Βλ. Σωτηρέλη Χ. Γιώργο,Ποια αριστερά; Ανιχνεύοντας την προοδευτική ταυτότητα της κρίσης, Εκδόσεις Πόλις, 2017, σελ. 91.
[6] Βλ. Σωτηρέλη Χ. Γιώργο, Ποια αριστερά; 2017 Σελ. 77
[7] βλ. Τσουκαλά Κ. Η Δημοκρατία στην εποχή της παγκόσμιας ανομίας, άρθρο, δημοσιευμένο στις Νέες Εποχές στην εφημερίδα ΒΗΜΑ, 21/1/2001.
[8] Βλ. Παυλόπουλο Π, Το λυκόφως των πολιτικών ηγεσιών, Αθήνα, Εκδ. Λιβάνη 2011, ο.π σελ. 107-108.
[9] Βλ. Ρεθυμιωτάκη Ε, Πηγές του Δικαίου και νομικός πλουραλισμός στην Ευρωπαϊκή Ένωση, Αθήνα-Θεσσαλονίκη, Εκδόσεις Σάκκουλα, 2012 σελ. 85-86.
[10] Bλ. Χρυσόγονο Κ, Συνταγματικό Δίκαιο, Αθήνα-Θεσσαλονίκη, Εκδόσεις Σάκκουλα, 2014, σελ. 7
[11] Βλ. Παπαδοπούλου Δ, Κοινωνιολογία του αποκλεισμού στην εποχή της Παγκοσμιοποίησης, Αθήνα, Εκδόσεις Τόπος, 2012, σελ. 34-35, 40, Καλτσώνη Δ, Δίκαιο και Κοινωνία στον 21ο αιώνα, Δίκαιο, Οικονομική κρίση και Δημοκρατία, Αθήνα Εκδόσεις Τόπος, 2014, σελ. 206
[12] Βλ. Σακελλαρόπουλο Θ, Η μεταρρύθμιση του κοινωνικού κράτους, Τόμος Α, Αθήνα, Κριτική, 1999.
[13] Βλ. Κασσαβέτη Δ, Η κοινωνική επιχειρηματικότητα στην Ελλάδα, Κοινωνική Οικονομία, Θεωρία, εμπειρία και Προοπτικές, εναλλακτικές εκδόσεις/Δοκίμιο 20, 2013, σελ. 45-46. «Κοινωνική Συνεταιριστική Επιχείρηση» Δ. Κασσαβέτης Δ, Φορείς κοινωνικής οικονομίας, τοπική και περιφερειακή ανάπτυξη, στο συλλογικό τόμο Οι συνεταιρισμοί μπροστά στις προκλήσεις του 21ου αιώνα, Εκδόσεις ΤΕΙ Μεσολογγίου, 1996, Κασσαβέτη Δ, Θεσμοθετημένες δυνατότητες επιχειρηματικής ανάπτυξης της κοινωνικής οικονομίας στην Ελλάδα, στον Συλλογικό τόμο Παγκοσμιοποίηση και Κοινωνική Οικονομία, Εκδόσεις ΤΕΙ Μεσολογγίου, Κασσαβέτη Δ, Η οικονομική ανάπτυξη των τοπικών κοινωνιών στα περιθώρια της παγκοσμιοποιημένης οικονομίας
[14] Βλ. Η κοινωνική οικονομία στην Ευρώπη: Ορισμοί, εμπειρία και προοπτικές, επιμ. Κων/νος Γεώρμας, Αθήνα, Εναλλακτικές εκδόσεις, 2013 σελ. 39.
[15] Βλ. Claude V, Η Κοινωνική οικονομία, Αθήνα, Εκδόσεις Πολύτροπο, 2008, Κασσαβέτη Δ, Η κοινωνική επιχειρηματικότητα στην Ελλάδα, άρθρο δημοσιευθέν στο Κοινωνική Οικονομία, Θεωρία, εμπειρία και Προοπτικές, Αθήνα, εναλλακτικές εκδόσεις/Δοκίμιο 20, 2013
[16] Ο νόμος δημοσιεύθηκε στο ΦΕΚ Α 205 και τέθηκε σε ισχύ στις 31/10/2016
[17] Βλ. Αιτιολογική έκθεση στο σχέδιο νόμου «Κοινωνική και αλληλέγγυα οικονομία και ανάπτυξη των φορέων της και άλλες διατάξεις» του ν. 4430/2016.
[18] Βλ. Κλήμη Α., «Η δράση ισχυρών πραγματικών συνεταιρισμών συνιστά το αντίδοτο στην παγκοσμιοποίηση», Συνεταιρισμοί 100 χρόνια, Επετειακή έκδοση, Υπουργείο Γεωργίας, 2002, Κολύμβα, N., “ο συνεργατισμός περιέχει τη σωστή σύνθεση ουτοπίας και πραγματικότητας”, Συνεταιρισμοί 100 χρόνια, Επετειακή έκδοση, Υπουργείο Γεωργίας, 2002.
[19] Βλ. Cooperatives in a Global Economy: Key Economic Issues, Recent Trends, and Potential for Development Stephen C. Smith Jonathan Rothbaum, September 2013, page 2.Αιτιολογική Έκθεση Νόμου του νόμου 4384/2016 για τους Αγροτικούς Συνεταιρισμούς, 2015, όπου μεταξύ άλλων αναφέρεται: «…Η επιτυχία των συνεταιρισμών αποδόθηκε στη συνύπαρξη δύο παραγόντων. Ο ένας περιλαμβάνει τους κανόνες που χρησιμοποιήθηκαν, ενώ ο δεύτερος αναφέρεται στο πνεύμα ενότητας και αλληλεγγύης που χαρακτήριζε τα μέλη. Από τους δύο αυτούς παράγοντες, οι κανόνες γρήγορα μεταφυτεύθηκαν και σε άλλες χώρες, σε σημείο ώστε πριν από το τέλος του 19ου αιώνα να ιδρυθεί η Διεθνής Συνεταιριστική Ένωση (International Cooperative Alliance), με έδρα τότε το Λονδίνο. Ο δεύτερος, δηλαδή η ενότητα και η αλληλεγγύη, αλλά και η συνέπεια, η ανεκτικότητα, η ειλικρίνεια και πολλά ποιοτικά στοιχεία, συναρτώνται με την παιδεία και τον πολιτισμό των ατόμων και των λαών που καλούνται να εφαρμόσουν τους κανόνες. Δεν μεταφυτεύονται, αλλά καλλιεργούνται, όπου το έδαφος είναι πρόσφορο.
Όμως, παρά τις ποικιλόμορφες δυσκολίες, ο συνεταιριστικός θεσμός διαδόθηκε σε ολόκληρο τον κόσμο, σε σημείο ώστε κατά τα τέλη του 20ου αιώνα να αριθμεί 750 εκατομμύρια μέλη, σε παγκόσμιο επίπεδο, που αν αναχθούν σε οικογένειες, ισοδυναμούν με περίπου τις μισές οικογένειες του πλανήτη. Όπως έγραφε ο βαθύς μελετητής των συνεταιρισμών Καναδός Δρ. Λέιντλο (Laidlaw), δεν υπάρχει δραστηριότητα στην οποία να μην ασχολούνται οι συνεταιρισμοί κάπου στον κόσμο, με εξαίρεση ίσως τους σιδηροδρόμους.
Σήμερα, συνεταιρισμοί υπάρχουν σε όλες τις χώρες του κόσμου, ανεπτυγμένες και αναπτυσσόμενες, και αναπτύσσουν ποικιλία δραστηριοτήτων:
– Οι αγροτικοί συνεταιρισμοί διαθέτουν στην αγορά περισσότερο από 50% της παραγωγής πολλών γεωργικών προϊόντων στις Η.Π.Α., στον Καναδά, στην Ιαπωνία, στην Ινδία, στη Βραζιλία, στην Αργεντινή και στην Αφρική.
– Οι καταναλωτικοί συνεταιρισμοί κατατάσσονται μεταξύ των μεγαλυτέρων επιχειρήσεων λιανεμπορίου στις Σκανδιναβικές χώρες, στην Ελβετία, στην Ιταλία και στην Ιαπωνία.
– Οι συνεταιριστικές τράπεζες διαχειρίζονται το 17% των αποταμιεύσεων στην Ευρωπαϊκή Ένωση, ενώ οι αποταμιευτικοί και οι πιστωτικοί συνεταιρισμοί έχουν μέλη τους το 35% με 45% των ενηλίκων στην Αυστραλία, στον Καναδά, στην Ιρλανδία και στις Η.Π.Α..
– Οι συνεταιρισμοί εργατών παρέχουν εργασία σε 60 εκατομμύρια μέλη στην Ινδία, την Ινδονησία, την Κίνα και την Ευρώπη.
– Οι συνεταιρισμοί προσφοράς υπηρεσιών κατέχουν την πρώτη θέση στην προσφορά υπηρεσιών υγείας (Βραζιλία), αγροτικού εξηλεκτρισμού (Η.Π.Α.), μεταφορών (Ισραήλ) και κατοικίας (Σκανδιναβικές χώρες).»
[20] Βλ. Laidlaw A.F.L, Cooperative in the year 2000 ICA, 1980 σελ. 52-53. Kασσαβέτη Δ.-Μαυρόγιαννη Δ. Κείμενα Συνεταιριστικού Δικαίου και πολιτικής, Αθήνα-Κομοτηνή Εκδ. Α.Ν Σάκκουλα, 1998, σελ. 104-110, Κασσαβέτης Δ., Φορείς κοινωνικής οικονομίας, τοπική και περιφερειακή ανάπτυξη, Πρακτικά Συνεδρίου, εκδ. ΤΕΙ Μεσολογγίου 1996, σελ. 59-67.
[21] Βλ. McPhersonJan,«Συνεταιριστικές Αρχές για τον 21ο αιώνα», ΙΣΕΜ, 1997, σελ. 6 επ.
[22] Βλ. AbrahamsenΜ. Α, «Cooperative Business Enterprise», Mc Grow Hill Book Company, 1960,σ. 60
[23] Βλ. Μαυρόγιαννη Δ, Η αναθεώρηση των διεθνών κανόνων λειτουργίας των συνεταιρισμών στο ΙΣΕΜ, 1995,σελ. 1991, Co-operatives in a global economy. The challenges of co-operation across borders. Edited by DarryL Reed and J.J. McMurtry, 2009, Cambridge Scholars Publishing σελ. 104, 35-36.
[24]Cooperatives in a global economy. The challenges of cooperation across borders. Edited by DarryL Reed and J.J.McMurtry,Cambridge Scholars Publishing , 2009, σελ. 89-103.
[25] Βλ. Κιντή Σ, Ι, 2004,ο.πσελ. 37.
[26] Βλ. Cooperatives in a global economy. The challenges of co-operation across borders. Edited by Darryl Reed and McMurtr. J.J, Cambridge Scholars Publishing, 2009.
Discover more from socialpolicy.gr
Subscribe to get the latest posts sent to your email.