Λευτέρης Μαργαρίτης
Η ελληνική κοινωνία, αν και ποτέ δεν υπήρξε μονοπολιτισμική, αφού ανέκαθεν συνυπήρχαν στον ελληνικό χώρο πληθυσμιακές ομάδες με διαφορετικό πολιτισμικό υπόβαθρο επηρεάζεται συνεχώς από τις διάφορες κοινωνικο-οικονομικές και πολιτισμικές συνθήκες και μεταβλήθηκε σε πολυπολιτισμική. Ένα σημαντικό στοιχείο που μορφοποιεί την νέα ελληνική πραγματικότητα είναι η μαζική εισροή μεταναστών, προσφύγων και αιτούντων ασύλου, μία πρωτόγνωρη κατάσταση καθώς η ελληνική κοινωνία δεν ήταν προϊδεασμένη για αυτό που θα επακολουθούσε. Η Ελλάδα είναι πλέον μία διαπολιτισμική χώρα στην οποία η υιοθέτηση και η συμφιλίωση με την διαπολιτισμικότητα αποτελεί βασικό ζήτημα διάπλασης του μαθητικού δυναμικού καθώς και του ανθρώπινου δυναμικού της κοινωνίας.
Η διαπολιτισμική εκπαίδευση εξακολουθεί να αποτελεί αντικείμενο διαπραγματεύσεων μεταξύ της πολιτείας, της διεθνούς ακαδημαϊκής κοινότητας και των εκπαιδευτικών. Διατυπώνεται, συνεπώς, το συμπέρασμα ότι η διαπολιτισμική πολιτική επιχειρηματολογία δεν είναι στατική ή κατ’ ανάγκη συνεκτική. Αντιθέτως, αντικατοπτρίζει τις σύγχρονες κοινωνικο-πολιτικές εξελίξεις. Για το λόγο αυτό, επιχειρείται διαρκώς ο επαναπροσδιορισμός και η οριοθέτηση της έννοιας και του τοπίου της διαπολιτισμικής εκπαίδευσης. Κτίζεται το επιχείρημα ότι η διαπολιτισμική εκπαίδευση δεν περιορίζεται μόνο στη μεταρρύθμιση των εκπαιδευτικών πολιτικών, αλλά επιδιώκει να αναδιαρθρώσει το πολιτισμικό και πολιτικό συγκείμενο της σχολικής εκπαίδευσης.
Επομένως, δεν προσανατολίζεται αποκλειστικά προς την ακαδημαϊκή επιτυχία των μεταναστευτικής προέλευσης μαθητών, αλλά επιδιώκει ευρύτερες μεταρρυθμίσεις στο σχολείο και στην κοινωνία μέσω μιας ανθρωπιστικής προσέγγισης των διαπροσωπικών σχέσεων. Ως εκ τούτου, η διαπολιτισμική εκπαίδευση συνιστά ένα ευρύτερο φάσμα κοινωνικο-ακτιβιστικών πολιτικών, οι οποίες προϋποθέτουν την ύπαρξη μιας εκπαιδευτικής ατζέντας ενάντια στην προκατάληψη, την ανάγκη δημιουργίας διαπολιτισμικής σχολικής κουλτούρας μέσω διεπιστημονικών και διαθεματικών προσεγγίσεων και τον εμποτισμό των πολιτικών με διαπολιτισμικά στοιχεία. Στόχος της είναι η καλλιέργεια της κριτικής σκέψης και των δεξιοτήτων λήψης αποφάσεων, προκειμένου να προετοιμαστούν όλοι ανεξαιρέτως οι μαθητές ως κοινωνικά ενεργοί πολίτες.
Στην σημερινή εποχή που ο κόσμος εξακολουθεί να αντιμετωπίζει εθνοκεντρικές ιδέες και θρησκευτικές προσηλώσεις που επιφέρουν διαμάχες και κατακερματισμό ισχυρών άλλοτε χωρών, η επιστροφή στις πανανθρώπινες αξίες του πολιτισμού αποτελεί το εχέγγυο και τη μοναδική οδό για ειρηνική συνύπαρξη των λαών. Στην προσπάθεια αυτή η διαπολιτισμική εκπαίδευση αποτελεί σημαντικό εργαλείο πλήρους εγκόλπωσης της διαφορετικότητας, το οποίο συμβάλλει στη συγκρότηση αμοιβαίας αλληλεγγύης και εμπιστοσύνης των λαών.
Και θα λειτουργήσει προς όφελος και της ελληνικής κοινωνίας αλλά και της ευρωπαϊκής να κατανοήσουν ότι ο πολιτισμός των «άλλων» δεν είναι ο «νεκρός φλοιός» της διαμάχης μεταξύ εθνοτικών και φυλετικών ομάδων, αλλά αποτελεί το περιεχόμενο και την ίδια τη γενεσιουργό αιτία αυτής της αντιπαράθεσης.
Απαιτείται αρκετός χρόνος μέχρι η ελληνική κοινωνία να βρει τις ισορροπίες που χρειάζονται ώστε με αφετηρία την αλληλοκατανόηση και τον αλληλοσεβασμό να προχωρήσει σε ένα διαφορετικό μέλλον. Οι αλλαγές που χρειάζεται να πραγματοποιηθούν είναι επιβεβλημένες και αφορούν όλους τους πολίτες της κοινωνίας άμεσα ή έμμεσα.
Όσον αφορά τον ιδεολογικό προσανατολισμό, καθοριστικός είναι ο ρόλος της αγωγής και της εκπαίδευσης. Ως στόχος σε αυτό το πλαίσιο αναφέρεται συχνά η διαμόρφωση πολυπολιτισμικών προσωπικοτήτων. Ο όρος αυτός περιγράφει τον άνθρωπο-πολίτη εκείνο, ο οποίος είναι εξοπλισμένος με το πολιτισμικό κεφάλαιο που έχει αποκτήσει μέσα από τη διαδικασία της κοινωνικοποίησής του, από την άλλη πλευρά όμως έχει την ετοιμότητα και την ικανότητα να υιοθετεί επιπλέον στοιχεία από διαφορετικά πολιτισμικά πλαίσια. Επίσης, έχει αποκτήσει την ικανότητα να επικοινωνεί αποτελεσματικά με ανθρώπους με διαφορετικό πολιτισμικό κεφάλαιο.
Όσο νωρίτερα έρθει ο γηγενής πληθυσμός σε επαφή με διαφορετικής πολιτισμικής, θρησκευτικής, ταξικής προέλευσης τόσο πιο εύκολα θα γνωρίσει και θα αποδεχτεί την πολυπολιτισμικότητα ως φυσιολογική κατάσταση καθημερινότητας. Κάποιοι ερευνητές πιστεύουν ότι οι δυνατότητες παρέμβασης του σχολείου και των εκπαιδευτικών είναι περιορισμένες διότι μπορεί να έρθουν σε σύγκρουση με άλλους φορείς κοινωνικοποίησης όπως το οικογενειακό περιβάλλον και τα μέσα μαζικής ενημέρωσης. Είναι αρκετές οι φορές που οι μαθητές μπαίνουν στο σχολείο με ήδη δομημένα στερεότυπα-προκαταλήψεις. Στις μικρές ηλικίες, όμως, αν και έχει το παιδί αναπτύξει ήδη κάποιους μηχανισμούς αυτοάμυνας και στερεότυπα, εντούτοις επιδέχεται εξαιτίας του νεαρού της ηλικίας του αλλαγή.
Ο χώρος του σχολείου συγκεντρώνει πλέον μεγάλο όγκο αλλοδαπών μαθητών. Ο αλλοδαπός μαθητής είναι ένα παιδί που έχει μετακινηθεί από ένα οικείο περιβάλλον εξαιτίας διαφορετικών δυσμενών συνθηκών που επικρατούν στη χώρα του. Όπως υποστηρίζει ο Νικολάου Γ. έχει μάθει να επικοινωνεί με τη μητρική του γλώσσα για την επίτευξη κοινωνικοποίησης, αποδοχής και καταξίωσης από τους άλλους. Ξαφνικά η βάση αυτή χάνεται. Το ίδιο και το παιδί που χρησιμοποιεί τη γλώσσα αυτή. Η κατάσταση χειροτερεύει ακόμη περισσότερο όταν το παιδί φτάνει σε μία νέα κοινωνία με διαφορετική κουλτούρα, ταυτότητα και διαφορετικές νόρμες κοινωνικοποίησης και επικοινωνίας.
Ο αλλοδαπός μαθητής βρίσκεται ανάμεσα σε δυο διαφορετικά πολιτισμικά πρότυπα που είναι αντικρουόμενα. Από τη μία υπάρχει ακόμη το πολιτιστικό υπόβαθρο στις οικογενειακές του συναναστροφές από την άλλη όμως η νέα πολιτισμική καθημερινότητα και η εκμάθηση μιας νέας γλώσσας στη χώρα υποδοχής, στοιχεία στα οποία πρέπει να ανταπεξέλθει. Με τα νέα αυτά δεδομένα φαίνεται να έχει δυο επιλογές ή να αποδεχτεί τις αλλαγές και να ενταχθεί στη νέα πραγματικότητα μέσα της καινούριας γλώσσας επικοινωνίας ή να παραμείνει στις αναμνήσεις του πολιτιστικού του παρελθόντος.
Το σχολείο από μόνο του δεν μπορεί να λύσει το πρόβλημα του ρατσισμού και της ξενοφοβίας στην κοινωνία. Χρειάζεται μια πολυθεσμική προσέγγιση. Σαν μια μικρογραφία της κοινωνίας μπορεί και οφείλει να συμβάλει στην εξάλειψη των διακρίσεων και των ανισοτήτων. Να «μπολιάσει» τους αυριανούς πολίτες με την ομορφιά της πολυχρωμίας, την αποδοχή της διαφορετικότητας και του σεβασμού στο καινούριο.
Η λογική εδώ είναι ότι, εάν οι μαθητές μάθουν να ζουν με τον «άλλο», τον διαφορετικό (UNESCO 2002) στο μικροεπίπεδο του σχολείου, τότε θα είναι μελλοντικά σε θέση να αλληλεπιδρούν με επιτυχία με τους ανθρώπους που προέρχονται από διαφορετικά γλωσσικά και πολιτισμικά περιβάλλοντα και στο μακροεπίπεδο της κοινωνίας. Με τον τρόπο αυτόν προσδοκούμε τόσο την παροχή της δυνατότητας σε όλα τα άτομα, που κατοικούν σε μια χώρα, ανεξαρτήτως πολιτισμικής και γλωσσικής καταγωγής, για προσωπική ανάπτυξη και αυτοπραγμάτωση, αλλά και τη δημιουργία μιας κοινωνίας, η οποία δεν θα ταλανίζεται από τα φαινόμενα του κοινωνικού αποκλεισμού, της ξενοφοβίας και του ρατσισμού.
Η διαπολιτισμική εκπαίδευση δεν αφορά μόνο τις μειονότητες και την εκπαίδευσή τους, αντιμετωπίζοντας την τελευταία ως παιδαγωγικό πρόβλημα, αλλά απευθύνεται και στην πλειονότητα. Αυτό σημαίνει ότι η διαπολιτισμική εκπαίδευση κινείται στο πλαίσιο μιας «Παιδαγωγικής για Όλους» και αφορά όλα τα σχολεία, ακόμα και εκείνα στα οποία δεν φοιτά κανένας πολιτισμικά διαφορετικός μαθητής. Η διαπολιτισμική ικανότητα προσελκύει όλο και περισσότερο την προσοχή στην εκπαίδευση του 21ου αιώνα. Αναφέρεται στην ικανότητα κατανόησης των πολιτισμών και στην αξιοποίηση της κατανόησης αυτής για την επιτυχή επικοινωνία με ανθρώπους διαφορετικού πολιτισμικού υποβάθρου. Αρκετά βασικά στοιχεία των ικανοτήτων διαπολιτισμικής επικοινωνίας, όπως το ανοιχτό πνεύμα, η υψηλή ανεκτικότητα στην ασάφεια, η πολιτισμική ενσυναίσθηση απαιτούνται για την οικοδόμηση επιτυχημένης επικοινωνίας μεταξύ των σύγχρονων κοινωνιών.
Υπάρχουν πολλά στοιχεία που μπορούν να βοηθήσουν τους εκπαιδευτικούς να εντοπίσουν τις δυνάμεις και τις αδυναμίες των μαθητών για την προσαρμοστικότητα των διαφορετικών πολιτισμών στη διαπολιτισμική επικοινωνία. Τα σημαντικότερα στοιχεία που συντείνουν προς την κατεύθυνση αυτή είναι η ανίχνευση του δικού μας εθνοκεντρισμού και η σταδιακή προσπάθεια της τοποθέτησης βάσεων ανοχής απέναντι στα στοιχεία εκείνα που φαίνονται πολιτισμικά «περίεργα» και «ξένα». Δια μέσου του εποικοδομητικού διαλόγου και της συζήτησης για το φαινόμενο του ρατσισμού και της ξενοφοβίας θα μπορέσουμε να αποδεχτούμε τις εθνικές και εθνοτικές διαφορές δίνοντας έμφαση στα κοινά στοιχεία και δημιουργώντας αίσθημα ενθάρρυνσης της αλληλεγγύης.
Η διάδραση και ο εποικοδομητικός διάλογος θα αποτελέσουν έτσι στοιχεία που θα οδηγήσουν στην συνειδητοποίηση της αποτελεσματικότητας της δύναμης της συνεργατικής μάθησης και θα συντείνουν στον εμπλουτισμό της ζωής μέσω της πολιτισμικής επαφής. Ενώ θα επιβοηθήσουν και στην κατάρτιση λογικών τεχνικών επίλυσης προβλημάτων και ειδικότερα πολιτισμικών συγκρούσεων. Είναι σημαντικό να σημειωθεί ότι η απόκτηση διαπολιτισμικής ικανότητας δεν είναι μια μονόδρομη διαδικασία, αλλά μία διαδραστική ανάπτυξη που απαιτεί τόσο την ικανότητα να τονίζει κανείς τις κοινές πτυχές της ανθρώπινης ζωής όσο και τη βούληση επίλυσης των συγκρούσεων που προκύπτουν από τις διαφορές μεταξύ ανθρώπων με διαφορετικό πολιτισμικό υπόβαθρο.
Η διαπολιτισμική ικανότητα είναι από τις κύριες δεξιότητες που χρειάζονται οι μαθητές για να λειτουργούν αποτελεσματικά στην κοινωνία της πληροφορίας. Μπορούμε να πούμε ότι η ατομική διαπολιτισμική ικανότητα είναι το αποτέλεσμα της ανάπτυξης διαπροσωπικών δεξιοτήτων που προκύπτουν από το κίνητρο για αποτελεσματική επικοινωνία με κάποιον από διαφορετικό πολιτισμό, την ετοιμότητα εκμάθησης δεξιοτήτων που απαιτούνται για την αποτελεσματική επικοινωνία, την ικανότητα χρησιμοποίησης αυτής της γνώσης. Για τους μετανάστες και τους πρόσφυγες, επίσης, η διαπολιτισμική ικανότητα είναι απαραίτητη για την ένταξη στην κοινωνία.
Βιβλιογραφία
Γκότοβος, Α., (1997) Εθνική Ταυτότητα και Διαπολιτισμική εκπαίδευση. Η Λέσχη των εκπαιδευτικών
Νικολάου, Γ., (2000) Ένταξη και εκπαίδευση των αλλοδαπών μαθητών στο δημοτικό σχολείο. Αθήνα: Ελληνικά Γράμματα
Νικολάου, Γ., (2011) Διαπολιτισμική Διδακτική, Το Νέο Περιβάλλον- Βασικές Αρχές, Πεδίο
Καψάλης, Α., Μπονίδης, Κ., Σιπητάνου, Α., (επιμ.) (2000) Η εικόνα του «άλλου»/ γείτονα στα σχολικά βιβλία των βαλκανικών χωρών, Πρακτικά Διεθνούς Συνεδρίου, Αθήνα: Τυπωθήτω
Παλαιολόγου, Ν., Ευαγγέλου, Ο., (2012) Μετανάστες μαθητές δεύτερης γενιάς στο ελληνικό εκπαιδευτικό σύστημα, εκδ. Πεδίο
Χρυσαφίδης, Κ., (2007) Προλεγόμενα: Διαπολιτισμική Εκπαίδευση και Αναλυτικά Προγράμματα. Στο Ο. Ευαγγέλου (επιμ.), Διαπολιτισμικά Αναλυτικά Προγράμματα (σελ. 9-21). Αθήνα: Τυπωθήτω- Γιώργος Δαρδανός
Χατζησωτηρίου, Χ.,Ξενοφώντος, Κ., (επιμ.) (2014) Διαπολιτισμική Εκπαίδευση:προκλήσεις, παιδαγωγικές θεωρήσεις και εισηγήσεις, Σειρά: Έρευνα Εκπαίδευση, Καβάλα:Σαΐτα
Auernheimer, G., (2003³) Einführung in die Interkulturelle Pädagogik, Darmstadt: Wissenschaftliche Buchgesellschaft
Barrett, M., (2013) Developing the Intercultural competence through Education (διαθέσιμο στην ηλεκτρονική διεύθυνση: http://www.academia.edu/3150166/Developing_Intercultural_Competence_through_Education )