Κωνσταντίνα Θανάση,
Φοιτήτρια Τμήματος Κοινωνικής και Εκπαιδευτικής Πολιτικής,
Πανεπιστήμιο Πελοποννήσου
Πηγή έμπνευσης αυτού του κειμένου αποτελούν οι κοινωνικές πολιτικές που μπορούν να αναδιανείμουν ευημερία στους εξαθλιωμένους συνανθρώπους μας, εν προκειμένω στους πρόσφυγες. Η ελληνική κοινωνία βρίσκεται σε παντελή απορρύθμιση. Το κράτος ευημερίας δεν υφίσταται ή ακόμη και αν θέλουμε να εθελοτυφλούμε και να πιστεύουμε ότι έχουμε κοινωνικό κράτος αυτό περιορίζεται σε προνοιακές, ανταποδοτικές ή αναλγητικής φύσεως πολιτικές. Ένα τέτοιο κοινωνικό κράτος, λοιπόν, τίνι τρόπω αντιμετωπίζει ένα τόσο κρίσιμο κοινωνικό φαινόμενο;
Η ελληνική περίπτωση αποτελεί ένα ξεκάθαρο κράμα αλληλεγγύης, ενεργών πολιτών και κράτους σε ρόλο διαιτητή. Η διαχείριση των εξήντα χιλιάδων περίπου προσφύγων που βρίσκονται στην Ελλάδα έχει ανατεθεί σχεδόν ολοκληρωτικά στην κοινωνία των πολιτών και η ένταξή τους επαφίεται στην αλληλεγγύη του κοινωνικού συνόλου. Το κράτος ως διαμεσολαβητής μεταξύ Ευρωπαϊκής Ένωσης και κοινωνίας διανέμει τους παρεχόμενους πόρους στην κοινωνία των πολιτών και την τοπική αυτοδιοίκηση με σκοπό να κάνουν το καλύτερο δυνατό για την αξιοπρεπή διαβίωση των προσφύγων. Μιλώντας για αξιοπρεπή διαβίωση εννοούμε μια σειρά πραγμάτων (σίτιση, στέγαση, υγειονομική περίθαλψη, εκπαίδευση, εργασία κ.ο.κ) κάποια εκ των οποίων υπονοούν την σταδιακή ενσωμάτωση του προσφυγικού πληθυσμού στην ελληνική κοινωνία. Μια διαδικασία εξ ορισμού δύσκολη, μακροχρόνια και σταδιακή η οποία δεδομένων των συνθηκών, δηλαδή της έλλειψης ενός καλοκουρδισμένου κοινωνικού μηχανισμού και της ύφεσης που βιώνει η οικονομία, γίνεται ολοένα και δυσχερέστερη.
Αποκλεισμένοι από ζωτικής σημασίας παροχές, ανύμποροι να ενεργήσουν, περιθωριοποιημένοι για μια σειρά λόγους, οι πρόσφυγες βιώνουν έναν ακραίο κοινωνικό αποκλεισμό. Πιο συγκεκριμένα, η κάλυψη των στεγαστικών τους αναγκών χαρακτηρίζεται από κατακερματισμό και ακολουθεί την οδό της προσωρινότητας. Κατά βάση υλοποιείται διαμέσου Hot spots, Camps, κέντρων κράτησης και χρηματοδοτούμενων διαμερίσματων φιλοξενίας (για τις πιο ευάλωτες πληθυσμιακές ομάδες). Ακόμη, παρατηρείται συχνά η οικειοθελής, ανιδιοτελής φιλοξενεία προσφύγων από πολίτες. Στις περισσότερες των περιπτώσεων την διαχείριση αυτών των χώρων και των προσφερόμενων υπηρεσιών αναλαμβάνουν Μη Κυβερνητικές Οργανώσεις. Παρ’ όλ’ αυτά οι λύσεις αυτές δεν είναι τίποτα παραπάνω από πολιτικές βραχυπρόθεσμου χαρακτήρα. Η αλληλεγγύη και ο εθελοντισμός εκ μέρους των απλών πολιτών και η παρέμβαση της κοινωνίας των πολιτών δίχως την δυναμική παρουσία του κοινωνικού κράτους δεν θα επιτύχουν τα βέλτιστα αποτελέσματα. Αντιθέτως, μια ισορροπημένη σύνθεση αυτών των τριών μπορεί να αποτελεί την απάντηση στα ερωτήματά μας.
Καλούμαστε όλοι να διαδραματίσουμε πρωταγωνιστικό ρόλο στην διαχείριση του προσφυγικού. Ως ενεργοί πολίτες, επιδεικνύοντας την αλληλεγγύη μας σε μια εξαθλιωμένη πληθυσμιακή ομάδα, ευνοώντας έτσι τη σταδιακή και ομαλή ένταξη ενός μέρους της ή αν καθίσταται εφικτό όλης. Ως κοινωνικοί επιστήμονες, σχεδιάζοντας πολιτικές κοινωνικής ένταξης αξιοποιώντας στο μέγιστο τους περιορισμένους πόρους και τον κρατικό μηχανισμό. Η κοινωνική πολιτική εξάλλου είναι καταδικασμένη να επιτυγχάνει τους ευγενείς σκοπούς της με περιορισμένους πόρους παρέχοντας βέλτιστες λύσεις. Σκοπός μας είναι να φωτιστεί το σκοτάδι της ζωής τους κι αν θέλει ακόμη πολύ φως εμείς δεν πρέπει να παραδεχτούμε την ήττα!