Αλεξίου Πηνελόπη
MSc Προληπτικής Ψυχιατρικής
Τετάρτη 11 Μαρτίου 2020, Ελλάδα. Με κυβερνητική απόφαση από το προηγούμενο βράδυ, παύουν τη λειτουργία τους σχολεία, πανεπιστήμια, ΙΕΚ και κάθε αντίστοιχος χώρος, για την άρση της εξάπλωσης του κορονοϊού. Ένα πρώτο μούδιασμα, που, όπως φάνηκε, δεν ήταν αρκετό να προτρέψει τους ανθρώπους να περιορίσουν τις κοινωνικές τους επαφές και την εξάπλωση του ιού. Λίγες ημέρες αργότερα, τίθενται όλες/οι σε καραντίνα και στο νέο διάγγελμα του πρωθυπουργού στις 22/3, απαγορεύεται η κυκλοφορία. Μόνο μέσω της αποστολής ειδικού sms σε ορισμένο πενταψήφιο αριθμό μπορεί καμία/νείς να εξέλθει από την οικία της/του, έχοντας δώσει το «στίγμα» της/του σε έναν θεσμό που, πλέον, ελέγχει και πειθαρχεί.
Στίγμα. Ο Erving Goffman γράφει στο ομώνυμο βιβλίο του, το 1963 (ελλ. Αλεξάνδρεια, 2001), ότι «το στίγμα είναι (…) ένα ιδιαίτερο είδος σχέσης ανάμεσα στο αποδιδόμενο χαρακτηριστικό και το στερεότυπο», είναι η διπλή και συχνά αμφίδρομη σχέση μεταξύ απαξιωμένου και απαξιώσιμου (Goffman, 2001: 66). Το άτομο καλείται να λογοδοτήσει στην κεντρική εξουσία για την έξοδό του, έχοντας χάσει την ελευθερία της μετακίνησης. Στιγματίζεται με έναν αριθμό, αυτόν στον οποίο αντιστοιχεί ο λόγος για τον οποίο επιθυμεί να εξέλθει του κατ’ οίκον περιορισμού του. Η απρόσωπη κυβερνητική υπηρεσία αναλαμβάνει να του παραχωρήσει την άδεια εξόδου ως διαβατήριο για να διαπεράσει τα «σύνορα» του σπιτιού του, σύνορα που έχουν σμικρυνθεί και εσωκλείουν το άτομο στα λιγοστά τετραγωνικά που διαμένει. Η αυστηροποίηση των μέτρων για τη διασφάλιση της υγείας ακολουθεί μία γραμμική πορεία, η οποία δεν γνωρίζει αντιστάσεις, καθ’ ότι πρόκειται για το κοινό καλό.
Το οξύμωρο, ωστόσο, παραμένει: ο λόγος περί δημόσιας υγείας είναι αντιφατικός, αφού την ίδια στιγμή που προσπαθεί να επαναπροσδιορίσει τα όριά της βρίσκεται ήδη υπό κατάρρευση. Τα μέτρα λιτότητας που πάρθηκαν εντός της οικονομικής κρίσης στις χώρες της Ε.Ε. είχαν άμεσο αντίκτυπο στα εθνικά συστήματα υγείας, καθώς οι μειωμένες δαπάνες έφεραν έλλειψη προσωπικού, κλινών και υγειονομικού υλικού. Τα εθνικά συστήματα υγείας καλούνται να υποστούν το βάρος του ιού, ένα βάρος δυσανάλογα μεγάλο για τις δυνατότητες διαχείρισής του, που κατέληξε να γίνει ο κύριος λόγος της έκκλησης και μετέπειτα υποχρέωσης (δια νόμου) να παραμείνουμε στα σπίτια μας. Τα υγιή υποκείμενα καλούνται να διαφυλάξουν την υγεία και ευρωστία τους απέναντι στο φάντασμα του ιού που πλανάται, απειλεί και ενίοτε θανατώνει.
Όμως δεν είναι μόνο το φάντασμα του ιού αλλά και η/ο δυνητικά ή εν ενεργεία άρρωστη/ος. Κι εκεί το στίγμα κάνει ξανά την εμφάνισή του: το νοσούν υποκείμενο περιθωριοποιείται, θεωρείται ανεύθυνο, επικίνδυνο, μιαρό ενώ το υγιές υποκείμενο είναι το υπεύθυνο, το έγκλειστο, το παραγωγικό, το πειθαρχημένο.
Πρόκειται για έναν ορισμό της υγείας και της ασθένειας που ξεπερνά το βιολογικό υπόβαθρο και επαναπροσδιορίζεται μέσα από το κοινωνικά χαρακτηριστικά, που διαμορφώνονται σε ένα πλαίσιο υποταγής στο βιοπολιτικό πρόταγμα. Όπως σημειώνει εύστοχα ο Φουκώ για τη βιοεξουσία, που αν μη τι άλλο βιώνουμε εντονότερα από ποτέ στις μέρες μας και δείχνει τη διαχρονικότητα και επικαιρότητα της θεωρίας του για μία περίοδο που περιγράφει με αφετηρία τον 19ο αιώνα, «η απόκτηση εξουσίας επί του ανθρώπου ως έμβιου όντος, θα λέγαμε, μια κρατικοποίηση τρόπον τινά της βιολογικής κατάστασης, ή τουλάχιστον μία τάση που οδηγεί στην κρατικοποίηση της βιολογικής κατάστασης» (Για την υπεράσπιση της Κοινωνίας, 2002, σελ. 294).
Τι υποκείμενα παράγονται μέσα σε αυτή τη συνθήκη; Το κράτος πειθαρχεί τα σώματα, οριοθετεί αυστηρά και περιχαρακώνει την υγεία, λειτουργεί αποκλείοντας τον ιό και μετατοπίζει την ευθύνη από το πολιτικό στο ατομικό. «Φερόμαστε υπεύθυνα και μένουμε σπίτι». Μία θέση συμπερίληψης και αποκλεισμού ταυτόχρονα. Συμπερίληψης για όσες/ους δύνανται να το κάνουν και αποκλεισμού για τις/τους απολυμένες/ους, το ιατρικό προσωπικό, τις/ους υπαλλήλους σε καταστήματα εστίασης, διανομείς, υπαλλήλους των supermarket και άλλα άτομα που χρειάζεται να έχουν φυσική παρουσία στον εργασιακό τους χώρο. Αυτά τα άτομα δεν έχουν επιλογή και εκτίθενται καθημερινά σε έναν κίνδυνο. Η επισφάλεια της εργασίας τους δεν αναγνωρίζεται, παρά μόνο περιπτωσιολογικά με επιφανειακά χειροκροτήματα στα μπαλκόνια, τη στιγμή που οι άνθρωποι συνεχίζουν να φέρονται «ανεύθυνα» κυκλοφορώντας έξω, θέτοντας έτσι σε ακόμη μεγαλύτερο κίνδυνο τους ανθρώπους αυτούς.
Ωστόσο υπάρχουν και οι Ρομά, οι επαίτες και οι άστεγοι άνθρωποι, οι οποίοι δεν ανήκουν πουθενά και λειτουργούν ως «ύλη εκτός τόπου», όπως θα τόνιζε η Mary Douglas. Αποτελούν σώματα μιαρά, που ζουν έξω (παρόλο που η έλλειψη στέγης είναι αποτέλεσμα του καπιταλισμού και όχι επιλογής τους), βρίσκονται συνεχώς υπό καθεστώς κινδύνου και η παρουσία τους γεμίζει με φόβο, προκαλεί απειλή.
Σώματα πειθήνια, σώματα επιτηρούμενα, σώματα που, μέσω της νοσηρότητάς τους, παράγουν γνώση. Σώματα ευάλωτα που, σε ένα οριακό παρόν, βρίσκονται εκτεθειμένα σε μία ταχύτατα μεταβαλλόμενη πραγματικότητα, η οποία προσπαθεί να δημιουργήσει αυστηρότερες γραμμές, σκληρότερες πολιτικές, περισσότερο εγκλεισμό, μεγαλύτερο σωφρονισμό. Η ερώτηση που πλανάται δεν μπορεί να είναι άλλη παρά για το αύριο. Σε ποια νέα πραγματικότητα θα οδηγήσει ο κορονοϊός; Τί θα γίνει όταν η πανδημία τελειώσει; Πώς θα είναι η ζωή στην μετά κορονοϊού εποχή; Ποιες πολιτικές θα μονιμοποιήσει και νομιμοποιήσει η ανάμνηση της επισφάλειας εν μέσω καραντίνας; Ποιες ανισότητες θα γιγαντώσει; Θα είναι μία αφορμή για πιο αυστηρά μέτρα; Θα είναι το εφαλτήριο νέων εθνικιστικών κινημάτων με ιατρικό πρόσχημα και, ενδεχομένως, διατήρησης του κλεισίματος των συνόρων από ορισμένες χώρες προς άλλες; Τί μπορεί να σημαίνει αυτό για μεταναστευτικούς και προσφυγικούς πληθυσμούς;
Ερωτήματα όπως αυτά δεν δημιουργούν μόνο σκέψεις για το μέλλον αλλά προκαλούν και αναστοχασμό για τις πρακτικές που έχουν εφαρμοστεί μέχρι σήμερα. Κλειστά εθνικά σύνορα και προσφυγικοί πληθυσμοί στο περιθώριο. Άνθρωποι, των οποίων η ζωή δεν έχει την ίδια αξία με αυτήν των νόμιμων πολιτών των εθνών-κρατών, στοιβάζονται και απωθούνται μαζικά. Και η λύση σε όλα αυτά έρχεται αβίαστα και «φυσικά» καθώς εμείς #μένουμε_σπίτι…