Ο όρος «δασμός» έχει περάσει από τις σελίδες των οικονομικών εφημερίδων στα πρωτοσέλιδα τους τελευταίους μήνες, καθώς οι μεγάλες οικονομίες επιβάλλουν ή απειλούν με νέους δασμούς άλλες χώρες. Ωστόσο, οι δασμοί δεν αποτελούν απλώς ένα ωμό εργαλείο γεωπολιτικής αντιπαράθεσης. Εάν εφαρμοστούν στρατηγικά, μπορούν να συμβάλουν στην οικονομική ανάπτυξη των φτωχότερων χωρών.
Κάθε μήνα, η Διάσκεψη των Ηνωμένων Εθνών για το Εμπόριο και την Ανάπτυξη (UNCTAD) δημοσιεύει μια επικαιροποιημένη ανασκόπηση της παγκόσμιας εμπορικής δραστηριότητας. Στην έκθεση του Μαρτίου, το επίκεντρο ήταν οι δασμοί, με τα στοιχεία να δείχνουν ότι, ενώ το παγκόσμιο εμπόριο έφτασε σε ιστορικό υψηλό των 33 τρισεκατομμυρίων δολαρίων το 2024, οι προοπτικές για το 2025 παραμένουν αβέβαιες. Η εντεινόμενη γεωπολιτική ένταση, οι προστατευτικές πολιτικές και οι εμπορικές διαμάχες ενδέχεται να προκαλέσουν αναταράξεις τους επόμενους μήνες.
Η Λουθ Μαρία ντι λα Μόρα, διευθύντρια του Διεθνούς Τομέα Εμπορίου της UNCTAD, επιβλέπει τη σύνταξη της έκθεσης ενημέρωσης για το Παγκόσμιο Εμπόριο. Στο παρελθόν, υπήρξε μέλος της διαπραγματευτικής ομάδας του Μεξικού που διαμόρφωσε τη Συμφωνία Ελεύθερου Εμπορίου της Βόρειας Αμερικής (NAFTA) το 1992, η κληρονομιά της οποίας αμφισβητείται ακόμη και σήμερα.
Μιλώντας στο UN News, εξήγησε ότι οι δασμοί, από μόνοι τους, δε συνιστούν απαραίτητα πρόβλημα. Το πραγματικό ζήτημα είναι η αβεβαιότητα που δημιουργείται όταν οι μεγάλες οικονομίες ανατρέπουν τους κανόνες του διεθνούς εμπορίου.
Λουθ Μαρία ντι λα Μόρα: Οι δασμοί, που ουσιαστικά είναι φόρος επί των εισαγωγών, αποτελούν αναπόσπαστο μέρος του διεθνούς εμπορικού συστήματος εδώ και σχεδόν οκτώ δεκαετίες.
Αρχικά, το 1948, θεσπίστηκε η Γενική Συμφωνία Δασμών και Εμπορίου (GATT), η οποία το 1995 αντικαταστάθηκε από την Παγκόσμια Οργάνωση Εμπορίου (WTO). Οι οργανισμοί αυτοί διαμόρφωσαν ένα σταθερό πλαίσιο κανόνων, παρέχοντας ασφάλεια σε παραγωγούς, επενδυτές και εξαγωγείς ότι οι δασμοί δεν θα αλλάζουν αυθαίρετα από έτος σε έτος.
Οι δασμοί εφαρμόζονται ευρέως, αλλά υπόκεινται σε κανόνες που έχουν συμφωνηθεί είτε μέσω του WTO είτε στο πλαίσιο περιφερειακών εμπορικών συμφωνιών.
UN News: Οι υψηλότεροι δασμοί επιβάλλονται μεταξύ αναπτυσσόμενων χωρών. Γιατί;
Λουθ Μαρία ντι λα Μόρα: Οι αναπτυσσόμενες χώρες τείνουν να διατηρούν υψηλότερα επίπεδα προστατευτισμού για διάφορους λόγους. Ένας βασικός παράγοντας είναι η επιθυμία ανάπτυξης συγκεκριμένων βιομηχανιών, όπως ο τομέας της αυτοκινητοβιομηχανίας ή των χημικών προϊόντων. Ένας τρόπος ενίσχυσης μιας βιομηχανίας είναι η προστασία της από τον διεθνή ανταγωνισμό μέσω δασμών. Το μειονέκτημα αυτής της πολιτικής είναι ότι αυξάνει το κόστος των προϊόντων στην εγχώρια αγορά και αποθαρρύνει την ανταγωνιστικότητα.
Ένας δεύτερος λόγος είναι τα δημοσιονομικά έσοδα. Οι δασμοί αποτελούν φόρο, δηλαδή πηγή εσόδων για το κράτος, που μπορεί να χρησιμοποιηθεί για τη χρηματοδότηση κοινωνικών δαπανών, όπως η υγεία, η εκπαίδευση ή οι υποδομές. Ωστόσο, αυτό μεταφράζεται σε υψηλότερες τιμές για τους καταναλωτές.
UN News: Συμμετείχατε ενεργά στη διαμόρφωση της συμφωνίας Συμφωνία Ελεύθερου Εμπορίου της Βόρειας Αμερικής (NAFTA) [μεταξύ των Ηνωμένων Πολιτειών, του Μεξικού και του Καναδά]. Ποια ήταν τα αποτελέσματά της και γιατί παραμένει αμφιλεγόμενη;
Λουθ Μαρία ντι λα Μόρα: H NAFTA ήταν ένα ρηξικέλευθο εγχείρημα, καθώς αποτέλεσε την πρώτη συμφωνία ελεύθερου εμπορίου μεταξύ ανεπτυγμένων και αναπτυσσόμενων χωρών, ένα πείραμα που δεν είχε δοκιμαστεί ποτέ στο παρελθόν. Πρακτικά, οι δασμοί μεταξύ των ΗΠΑ, του Καναδά και του Μεξικού καταργήθηκαν σχεδόν εξ ολοκλήρου.
Η συμφωνία μετέβαλε ριζικά την οικονομία του Μεξικού, προσελκύοντας επενδύσεις στον βιομηχανικό τομέα και δημιουργώντας χιλιάδες νέες θέσεις εργασίας. Σήμερα, το Μεξικό είναι η τέταρτη μεγαλύτερη παραγωγός χώρα αυτοκινήτων παγκοσμίως. Aπέδειξε ότι η οικονομική ολοκλήρωση μπορεί να ενισχύσει την αποδοτικότητα και να δημιουργήσει νέες ευκαιρίες.
UN News: Οι επικριτές της συμφωνίας υποστηρίζουν ότι η άρση των δασμών κατήργησε την προστασία ορισμένων κλάδων, με αποτέλεσμα να χαθούν θέσεις εργασίας. Πιστεύετε ότι τελικά οι εργαζόμενοι βγήκαν κερδισμένοι σε κάθε χώρα;
Λουθ Μαρία ντι λα Μόρα: Σε κάθε συμφωνία ελεύθερου εμπορίου υπάρχουν κερδισμένοι και χαμένοι. Δεν ισχυρίζομαι ότι όλα εξελίχθηκαν ιδανικά. Ορισμένοι τομείς επλήγησαν και κάποιες επιχειρήσεις δεν κατάφεραν να επιβιώσουν. Όμως, αν εξετάσουμε τη συνολική εικόνα, οι περιοχές που εντάχθηκαν στην εφοδιαστική αλυσίδα της Βόρειας Αμερικής γνώρισαν ουσιαστική οικονομική ανάπτυξη, οπότε μπορείτε να δείτε ότι υπήρξε θετικό αποτέλεσμα.
Όμως, η εμπορική πολιτική πρέπει να συνοδεύεται από πολιτικές στήριξης για τους εργαζόμενους που πλήττονται από τις μεταβολές στο εμπόριο. Χρειάζεται κάποιου είδους κυβερνητική παρέμβαση για να μπορέσετε να διατηρήσετε τους ανθρώπους στο εργατικό δυναμικό.
Στο Μεξικό, για παράδειγμα, εφαρμόστηκαν προγράμματα ενίσχυσης του αγροτικού τομέα, προκειμένου οι παραγωγοί να αντεπεξέλθουν στον ανταγωνισμό από τις ΗΠΑ και τον Καναδά.
Ξεκίνησαν επίσης να ενισχύουν την παραγωγή στον τομέα των φρούτων και λαχανικών, έναν κλάδο που ουσιαστικά δεν υπήρχε στο Μεξικό πριν, και σήμερα η χώρα είναι ο κορυφαίος εξαγωγέας ντοματών, αβοκάντο, μούρων και άλλων φρέσκων προϊόντων προς τις Ηνωμένες Πολιτείες. Αυτό συνέβαλε στη βελτίωση της διατροφής των Αμερικανών καταναλωτών, καθιστώντας τη πιο ισορροπημένη και υγιεινή. Αντίστοιχα, το Μεξικό επωφελείται από την εύκολη πρόσβαση σε δημητριακά, σιτάρι, καλαμπόκι, σόργο, καθώς και σε διάφορα είδη βοδινού, χοιρινού και πουλερικών.
UN News: Βρισκόμαστε σε μια περίοδο που οι διεθνείς εμπορικές συμφωνίες αμφισβητούνται. Πιστεύετε ότι βρισκόμαστε στο χείλος ενός παγκόσμιου εμπορικού πολέμου;
Λουθ Μαρία ντι λα Μόρα: Σημαντικοί παράγοντες του παγκόσμιου εμπορίου, όπως οι Ηνωμένες Πολιτείες, η Ευρωπαϊκή Ένωση και η Κίνα, επιβάλλουν δασμούς ή άλλα μέτρα που δεν συνάδουν πάντα με τις δεσμεύσεις τους στο πλαίσιο της Παγκόσμιας Οργάνωσης Εμπορίου.
Αυτό δημιουργεί αβεβαιότητα και ανησυχία στον ιδιωτικό τομέα, διότι όταν οι μεγάλοι παίκτες αρχίζουν να χαράσσουν τους δικούς τους κανόνες αντί να ακολουθούν τους κανονισμούς του ΠΟΕ, εγείρονται ερωτήματα: Γιατί το κάνουν αυτό; Γιατί δεν αξιοποιούν το σύστημα και τους κανόνες που έχουμε στη διάθεσή μας για να αντιμετωπίσουν τα προβλήματά τους;
Πάντοτε υπήρχαν διαφορές μεταξύ των χωρών, με ορισμένους τομείς να επηρεάζονται περισσότερο από τις αλλαγές σε σχέση με άλλους, και οι οικονομικές συνθήκες μερικές φορές επιβάλλουν την ανάγκη συγκεκριμένων παρεμβάσεων.
Όταν όμως τα κράτη-μέλη λαμβάνουν μονομερείς αποφάσεις χωρίς να περνούν μέσα από τον ΠΟΕ ή το σύστημα των Ηνωμένων Εθνών, αυτό μπορεί να πυροδοτήσει αβεβαιότητα, η οποία ενδέχεται να οδηγήσει σε επιβράδυνση των επενδυτικών αποφάσεων του ιδιωτικού τομέα, στη μείωση του εμπορίου, της οικονομικής ανάπτυξης και της δημιουργίας θέσεων εργασίας.
UN News: Αν η παγκόσμια οικονομία επιβραδυνθεί, ποιοι θα πληγούν περισσότερο;
Λουθ Μαρία ντι λα Μόρα: Οι αναπτυσσόμενες χώρες. Ενενήντα πέντε αναπτυσσόμενες οικονομίες εξαρτώνται από τις εξαγωγές τους, γεγονός που τις καθιστά ευάλωτες στις διεθνείς διακυμάνσεις των τιμών και στην πορεία της παγκόσμιας οικονομίας.
Αυτές οι χώρες χρειάζονται ένα αξιόπιστο διεθνές εμπορικό σύστημα, το οποίο να προσφέρει σταθερότητα, να διασφαλίζει διαφάνεια ως προς τους κανονισμούς που αντιμετωπίζουν και να μην επιτρέπει αιφνίδιες, αδιαπραγμάτευτες αλλαγές στους κανόνες χωρίς προειδοποίηση.
Γι’ αυτό είναι ζωτικής σημασίας η διατήρηση της πολυμερούς συνεργασίας στο εμπόριο.
Οι δασμοί με μια ματιά
- Ο ΟΗΕ ορίζει τους δασμούς ως «τελωνειακούς φόρους επί των εισαγωγών εμπορευμάτων, οι οποίοι επιβάλλονται είτε ως ποσοστό επί της αξίας είτε σε σταθερή βάση (π.χ. 7 ευρώ ανά 100 κιλά)».
- Οι δασμοί μπορούν να χρησιμοποιηθούν για να προσφέρουν συγκριτικό πλεονέκτημα σε εγχώρια παραγόμενα προϊόντα και να αυξήσουν τα κρατικά έσοδα.
- Οι ανεπτυγμένες χώρες συχνά εντάσσουν τους δασμούς σε ευρύτερες οικονομικές πολιτικές με στόχο την προστασία συγκεκριμένων βιομηχανιών ή την προσαρμογή σε διεθνείς εμπορικές εξελίξεις. Αντίθετα, οι αναπτυσσόμενες χώρες εφαρμόζουν δασμούς κυρίως για την προστασία αναδυόμενων βιομηχανιών και τη στήριξη της οικονομικής ανάπτυξης.
- Οι ανεπτυγμένες οικονομίες συμμετέχουν συνήθως σε περίπλοκες διεθνείς εμπορικές συμφωνίες που περιλαμβάνουν μειώσεις δασμών και άλλα μέτρα διευκόλυνσης του εμπορίου. Αντιθέτως, οι αναπτυσσόμενες χώρες έχουν λιγότερες τέτοιες συμφωνίες και συχνά χρησιμοποιούν τους δασμούς ως εργαλείο διαπραγμάτευσης για ευνοϊκότερους όρους.
Πηγή: Περιφερειακό Κέντρο Πληροφόρησης ΟΗΕ
Discover more from socialpolicy.gr
Subscribe to get the latest posts sent to your email.













































