Θετικά είναι τα μηνύματα για την εξέλιξη του θεσμού της παροχής κοινωφελούς εργασίας με τη συμπλήρωση ενός έτους λειτουργίας της πρότυπης ψηφιακής πλατφόρμας ένταξης φορέων απασχόλησης των καταδικασθέντων σε αυτή δυνάμει του υπ’ αριθμ. 136 άρθρου περ. γ) του ν. 5090/2024.
Ήδη τα πρώτα στοιχεία από την πορεία του θεσμού της κοινωφελούς εργασίας είναι ενθαρρυντικά και ιδιαίτερα η συμμετοχή των φορέων. Έως σήμερα έχουν ενταχθεί στην ψηφιακή εφαρμογή 233 φορείς του Δημοσίου Τομέα, ανάμεσα τους Ο.Τ.Α πρώτου βαθμού και Περιφέρειες, Νοσοκομεία, Πανεπιστήμια, Δικαστήρια και Εφορείες Αρχαιοτήτων, Ενδεικτικά αναφέρονται: ο Δήμος Αθηναίων, ο Δήμος Θεσσαλονίκης, η Εισαγγελία Πρωτοδικών Ιωαννίνων, η Εφορεία Αρχαιοτήτων Χανίων, το Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας, το Γενικό Νοσοκομείο Διδυμοτείχου, το Αρχαιολογικό Μουσείο Ηρακλείου Κρήτης, το Πρωτοδικείο Χαλκίδας, ο Δήμος Καστοριάς, ο Δήμος Νάξου και Μικρών Κυκλάδων, και άλλοι Φορείς του Δημοσίου Τομέα, που καλύπτουν γεωγραφικά όλες τις περιοχές της Χώρας.
Οι φορείς που έχουν ενταχθεί προσφέρουν 3.059 θέσεις απασχόλησης σε τομείς καθαριότητας, πρασίνου, φύλαξης κ.α. Από την 1η Μαΐου 2024 έως σήμερα, 742 καταδικασθέντες, βάσει δικαστικής απόφασης που τους επέβαλε την παροχή της κοινωφελούς εργασίας και κατόπιν αίτησης των τελευταίων, έχουν παράσχει κοινωφελή εργασία σε Φορείς κοινής ωφέλειας που έχουν δεσμευτεί μέσω της πρότυπης ψηφιακής πλατφόρμας του Υπουργείου Δικαιοσύνης. Μεταξύ αυτών είναι: ο Δήμος Αθηναίων, το Εφετείο Αθηνών, ο Δήμος Καρδίτσας, ο Δήμος Καβάλας, ο Δήμος Λοκρών, το Γενικό Νοσοκομείο Πρέβεζας, η Εφορεία Αρχαιοτήτων Χανίων κ.α.
Ο θεσμός της κοινωφελούς εργασίας θεσμοθετήθηκε στην Ελλάδα το 1997 αλλά παρέμενε μέτρο ανενεργό. Η εφαρμογή του υπηρετεί την πρόληψη και αποτροπή της παραβατικότητας, την αναμόρφωση και την ομαλή επανένταξη του παραβάτη μέσω της εργασίας σε τομείς κοινωνικού ενδιαφέροντος και προσφοράς, όπως νοσοκομεία, κοινωνικές υπηρεσίες των δήμων, ανασκαφές αρχαιοτήτων κ.ά.
Ο Υφυπουργός Δικαιοσύνης, κ. Ιωάννης Μπούγας, κληθείς να κάνει μια πρώτη αποτίμηση ανέφερε ότι “Ο συγκεκριμένος τρόπος έκτισης ποινών μέσω του θεσμού της κοινωφελούς εργασίας, θεωρείται ιδανικός για την πρόληψη και την καταπολέμηση της εγκληματικότητας μεσαίας κλίμακας, καθώς εξυπηρετεί κοινωνικούς, πολιτιστικούς και επιστημονικούς σκοπούς και η εκτέλεσή της γίνεται προς όφελος της κοινότητας που υπέστη την εγκληματική προσβολή, καθότι επιδιώκεται να καταδειχθεί, στον μεν δράστη το κοινωνικά επιβλαβές της πράξης του, στη δε κοινωνία, ότι υπάρχει και άλλη λύση για την καταστολή της παραβατικότητας” και επισήμανε ότι “Ο θεσμός βασίζεται σε μεγάλο βαθμό στην ανάγκη να επιβληθεί μία δίκαιη ποινή που θα εκλαμβάνεται ως ορθή και αναλογική, όχι μόνο από την έννομη τάξη, την κοινωνία και το θύμα, αλλά και τον ίδιο τον καταδικασθέντα, διότι συνεισφέρει στην πρόληψη της υποτροπής, στην αντεγκληματική πολιτική και στην παροχή ουσιώδους μετασωφρονιστικής αρωγής”.
Στο πλαίσιο αυτό, το Υπουργείο Δικαιοσύνης σε μια προσπάθεια να θωρακίσει τη λειτουργία του θεσμού διοργάνωσε στις 9/5/2025 διαδικτυακό εκπαιδευτικό σεμινάριο, με σκοπό την αποτελεσματική αντιμετώπιση ζητημάτων που προκύπτουν επί του πεδίου κατά τη διάρκεια της πρακτικής εφαρμογής του θεσμού της Κοινωφελούς Εργασίας.
Συμμετείχαν η κ. Παναγιώτα Ιωαννίδου, Εισαγγελέας Πρωτοδικών, Προϊσταμένη του Τμήματος Εκτέλεσης Ποινών της Εισαγγελίας Πρωτοδικών Αθηνών και Πρόεδρος της Επιτροπής Παρακολούθησης του Θεσμού Κοινωφελούς Εργασίας και ο κ. Ιωάννης Παναγόπουλος, Εισαγγελέας Πρωτοδικών, Αποσπασμένος στην Ειδική Νομική Υπηρεσία του Υπουργείου Δικαιοσύνης.
Το εκπαιδευτικό σεμινάριο παρακολούθησαν απομακρυσμένα, 60 Επιμελητές Κοινωνικής Αρωγής, όπου είχαν την ευκαιρία να καταθέσουν τους προβληματισμούς τους αλλά και την εμπειρία τους από την εφαρμογή του θεσμού. Πολύτιμη αποδείχτηκε η συμβολή του Υπουργείου Δικαιοσύνης ως προς την ουσιαστική επίλυση προβλημάτων, που έχουν εντοπιστεί αλλά και στην ενίσχυση της κοινής αντίληψης για την εφαρμογή των διαδικασιών και την υιοθέτηση ενιαίων πρακτικών από τους Επιμελητές.
Η παροχή κοινωφελούς εργασίας, όπως προβλέπεται στον Ποινικό Κώδικα, επιβάλλεται από το Δικαστήριο ως κύρια ποινή σε ήσσονος απαξίας πλημμελήματα, αλλά και ως εναλλακτικός τρόπος έκτισης επιβαλλόμενης ποινής φυλάκισης που δεν υπερβαίνει τα δύο έτη.
Discover more from socialpolicy.gr
Subscribe to get the latest posts sent to your email.