ΚΙΝΔΥΝΟΣ ΦΤΩΧΕΙΑΣ
Έρευνα Εισοδήματος και Συνθηκών Διαβίωσης των Νοικοκυριών: Έτος 2018
(Περίοδος αναφοράς εισοδήματος 2017)
Η Ελληνική Στατιστική Αρχή (ΕΛΣΤΑΤ) ανακοινώνει τα αποτελέσματα της δειγματοληπτικής Έρευνας Εισοδήματος και Συνθηκών Διαβίωσης των Νοικοκυριών (SILC) έτους 2018, με περίοδο αναφοράς εισοδήματος το έτος 2017. Η έρευνα αποτελεί τη βασική πηγή αναφοράς των συγκριτικών στατιστικών για την κατανομή του εισοδήματος και τον κοινωνικό αποκλεισμό. Τα αποτελέσματα της έρευνας έτους 2019, με περίοδο αναφοράς εισοδήματος το έτος 2018, θα ανακοινωθούν στις 19 Ιουνίου 2020.
Α. Δείκτες της Στρατηγικής της Ευρωπαϊκής Ένωσης «Ευρώπη 2020»
Στο πλαίσιο της Ευρώπης 2020, αναφορικά με την καταπολέμηση της φτώχειας, έχει τεθεί ως στόχος “να μειωθούν κατά 20 εκατομμύρια τα άτομα που βρίσκονται ή που κινδυνεύουν να βρεθούν σε κίνδυνο φτώχειας ή κοινωνικό αποκλεισμού [1]” έως το 2020.
Με βάση τα στοιχεία της Έρευνας Εισοδήματος και Συνθηκών Διαβίωσης των Νοικοκυριών 2018, o πληθυσμός που βρίσκεται σε κίνδυνο φτώχειας ή κοινωνικό αποκλεισμό ανέρχεται στο 31,8% (3.348.500 άτομα) του πληθυσμού της χώρας, παρουσιάζοντας μείωση σε σχέση με το 2017 κατά 3,ο ποσοστιαίες μονάδες (3.701.800 άτομα που αντιστοιχούσαν στο 34,8% του πληθυσμού). Το Γράφημα 1 παρουσιάζει την εξέλιξη του δείκτη την τελευταία δεκαετία.
Γράφημα 1. Ποσοστό πληθυσμού σε κίνδυνο φτώχειας ή σε κοινωνικό αποκλεισμό: 2005, 2008-2018
[1] Πληθυσμός σε κίνδυνο φτώχειας ή κοινωνικό αποκλεισμό (δηλαδή πληθυσμός που στερείται τουλάχιστον 4 από έναν κατάλογο 9 αγαθών και υπηρεσιών) νοικοκυριά με χαμηλή ένταση εργασίας (περισσότερες πληροφορίες στις επεξηγηματικές σημειώσεις).
—————– ———————— —————————–
- Ειδικότερα:
- Ο κίνδυνος φτώχειας ή κοινωνικού αποκλεισμού είναι υψηλότερος στην περίπτωση των ατόμων ηλικίας 18-64 ετών (35,0%) (Πίνακας 1).
- Ο πληθυσμός ηλικίας 18-64 ετών που βρίσκεται σε κίνδυνο φτώχειας ή κοινωνικό αποκλεισμό εκτιμάται ότι το 33,0% είναι Έλληνες και το 56,5% είναι αλλοδαποί που διαμένουν στην Ελλάδα (Πίνακας 2).
- Από τους αλλοδαπούς που διαμένουν στην Ελλάδα, ηλικίας 18-64 ετών και βρίσκονται σε κίνδυνο φτώχειας ή κοινωνικό αποκλεισμό το 55,1% γεννήθηκαν σε άλλη χώρα, ενώ το 32,1% είναι αλλοδαποί που γεννήθηκαν και διαμένουν στην Ελλάδα (Πίνακας 3).
- Το ποσοστό του πληθυσμού που βρίσκεται σε κίνδυνο φτώχειας αλλά διαβιεί σε νοικοκυριά χωρίς υλική στέρηση και χωρίς χαμηλή ένταση εργασίας ανέρχεται σε 8,5% (Πίνακας 5).
- Το ποσοστό του πληθυσμού που ενώ δε βρίσκεται σε κίνδυνο φτώχειας διαβιεί σε νοικοκυριά με υλική στέρηση αλλά χωρίς χαμηλή ένταση εργασίας ανέρχεται σε 8,3% (Πίνακας 5).
- Το ποσοστό του πληθυσμού που δε βρίσκεται σε κίνδυνο φτώχειας και διαβιεί σε νοικοκυριά χωρίς υλική στέρηση αλλά με χαμηλή ένταση εργασίας ανέρχεται σε 4,0% (Πίνακας 5).
- Στον Πίνακα 4 παρουσιάζονται οι συνιστώσες του δείκτη για το ποσοστό του πληθυσμού που βρίσκεται σε κίνδυνο φτώχειας ή κοινωνικό αποκλεισμό. Προκύπτει λοιπόν ότι, το 18,5% του πληθυσμού βρίσκεται σε κίνδυνο φτώχειας (μετά τις κοινωνικές μεταβιβάσεις), το 16,7% σε υλική στέρηση και το 16,3% του πληθυσμού ηλικίας 0-59 ετών διαβιεί σε νοικοκυριά με χαμηλή ένταση εργασίας.
- Στον Πίνακα 19 παρουσιάζεται ο δείκτης κινδύνου φτώχειας ή κοινωνικού αποκλεισμού ετών 2008-2018 για όσες ευρωπαϊκές χώρες είναι διαθέσιμα τα αποτελέσματα της έρευνας έτους 2018 τη δεδομένη χρονική στιγμή.
Β. Πληθυσμός σε κίνδυνο φτώχειας [2] και κατώφλι κινδύνου φτώχειας μετά τις κοινωνικές μεταβιβάσεις
- Το κατώφλι της φτώχειας ανέρχεται στο ποσό των 4.718 ευρώ ετησίως ανά άτομο και σε 9.908 ευρώ για νοικοκυριά με δύο ενήλικες και δύο εξαρτώμενα παιδιά ηλικίας κάτω των 14 ετών (Πίνακας 6) και ορίζεται στο 60% του διάμεσου συνολικού ισοδύναμου διαθέσιμου εισοδήματος των νοικοκυριών, το οποίο εκτιμήθηκε σε 7.863 ευρώ, ενώ το μέσο ετήσιο διαθέσιμο εισόδημα των νοικοκυριών της Χώρας εκτιμήθηκε σε 15.556 ευρώ.
- Το έτος 2018, το 18,5% του συνολικού πληθυσμού της Χώρας ήταν σε κίνδυνο φτώχειας [3]. Ο δείκτης αυτός που κατά το 2005 (με περίοδο αναφοράς εισοδήματος το 2004) ανερχόταν στο 19,6%, σημείωσε αυξητική πορεία έως το 2012 όπου εκτιμήθηκε στο 23,1% ενώ άρχισε να μειώνεται από το 2014, όπως αποτυπώνεται στο Γράφημα 2.
—————- ———————— ————-
[2] Ως κίνδυνος φτώχειας μετά τις κοινωνικές μεταβιβάσεις ορίζεται το ποσοστό των ατόμων που ζουν σε νοικοκυριά, των οποίων το συνολικό ισοδύναμο διαθέσιμο εισόδημα είναι χαμηλότερο του 60% του εθνικού διάμεσου ισοδύναμου διαθέσιμου εισοδήματος.
[3] Σημειώνεται ότι οι πληθυσμιακές ομάδες που κατά τεκμήριο είναι φτωχές, όπως άστεγοι, άτομα σε ιδρύματα, παράνομοι οικονομικοί μετανάστες, Ρομά που μετακινούνται και αλλάζουν τόπο διαμονής κλπ., υπο-αντιπροσωπεύονται στην έρευνα.
————– ———————- ————–
Γράφημα 2. Ποσοστό πληθυσμού σε κίνδυνο φτώχειας: 2005, 2008 – 2018
Τα νοικοκυριά που βρίσκονται σε κίνδυνο φτώχειας εκτιμώνται σε 763.174 σε σύνολο 4.125.263 νοικοκυριών και τα μέλη τους σε 1.954.400 στο σύνολο των 10.542.856 ατόμων του πληθυσμού της Χώρας.
- Ο κίνδυνος φτώχειας για παιδιά ηλικίας 0-17 ετών (παιδική φτώχεια) ανέρχεται σε 22,7% σημειώνοντας μείωση κατά 1,8 ποσοστιαίες μονάδες σε σχέση με το 2017, ενώ για τις ομάδες ηλικιών 18-64 ετών και 65 ετών και άνω ανέρχεται σε 19,8% και 11,6%, αντίστοιχα (Πίνακας 7).
- Γενικά, το ποσοστό του κινδύνου φτώχειας σημείωσε μείωση το 2018 σε σχέση με το 2017 για διάφορες υποκατηγορίες του πληθυσμού, τόσο ως προς τους τύπους νοικοκυριών όσο και ως προς την κατηγοριοποίηση κατά φύλο και κατάσταση απασχόλησης, καθώς και την κατηγοριοποίηση κατά φύλο, ομάδες ηλικιών και ιδιοκτησιακό καθεστώς της κύριας κατοικίας, με τις σημαντικότερες διαφορές (μείωση) να σημειώνονται ως εξής:
– Κατά 4,1 ποσοστιαίες μονάδες (15,3%) για το ποσοστό του πληθυσμού με τρεις ή περισσότερους ενήλικες χωρίς εξαρτώμενα παιδιά (Πίνακας 9).
– Κατά 2,8 ποσοστιαίες μονάδες (20,4%) για το ποσοστό πληθυσμού ανδρών ηλικίας 18-64 ετών που διαβιούν σε νοικοκυριά όπου ενοικιάζουν την κύρια κατοικία τους (Πίνακας 11).
– Κατά 2,5 ποσοστιαίες μονάδες (12,5%) για το ποσοστό των εργαζόμενων ανδρών (Πίνακας 10).
- Αναφορικά με την κατηγοριοποίηση του πληθυσμού ως προς το φύλο και την κατάσταση απασχόλησης σημειώθηκε μείωση:
– κατά 1,1 ποσοστιαίες μονάδες (24,6%) για τις μη οικονομικά ενεργές (εκτός συνταξιούχων) γυναίκες (Πίνακας 10) και
– κατά 1,0 ποσοστιαία μονάδα (24,7%) για τον λοιπό μη οικονομικά ενεργό (εκτός των συνταξιούχων) πληθυσμό (Πίνακας 10).
- Αναφορικά με την κατηγοριοποίηση του πληθυσμού ως προς το φύλο, τις ομάδες ηλικιών και το ιδιοκτησιακό καθεστώς κύριας κατοικίας καταγράφηκε μείωση του ποσοστού κινδύνου φτώχειας από 0,7 έως 1,2 ποσοστιαίες μονάδες, σε αρκετές περιπτώσεις και συγκεκριμένα για το σύνολο των ιδιοκτητών στις ηλικιακές ομάδες 60+ετών, 65+ετών, 75+ετών.
- Τέλος, μείωση κατά 2,2 ποσοστιαίες μονάδες (21,5%) παρουσιάζεται για την ομάδα ηλικιών 18-64 ετών των ενοικιαστών και κατά 2,8 ποσοστιαίες μονάδες (20,4%) για τους άνδρες ενοικιαστές της ίδιας ομάδας ηλικιών. (Πίνακας 11).
- Αναφορικά με τον τύπο νοικοκυριού αύξηση κατά μισή ποσοστιαία μονάδα (32,8%) παρουσιάζεται στο ποσοστό του κινδύνου φτώχειας μόνο για τα μονογονεϊκά νοικοκυριά με, τουλάχιστον, ένα εξαρτώμενο παιδί (Πίνακας 9).
Ο κίνδυνος φτώχειας, υπολογιζόμενος με κατώφλια διαφορετικά του 60% του διάμεσου συνολικού διαθέσιμου ισοδύναμου εισοδήματος, ανέρχεται σε:
– 8,1%, αν το κατώφλι οριστεί στο 40% του διάμεσου συνολικού διαθέσιμου ισοδύναμου εισοδήματος,
– 12,9%, αν το κατώφλι οριστεί στο 50% του διάμεσου συνολικού διαθέσιμου ισοδύναμου εισοδήματος και
– 26,4%, αν το κατώφλι οριστεί στο 70% του διάμεσου συνολικού διαθέσιμου ισοδύναμου εισοδήματος, αντίστοιχα.
Γ. Κοινωνικές μεταβιβάσεις και κίνδυνος φτώχειας
- Το ποσοστό κινδύνου φτώχειας πριν από όλες τις κοινωνικές μεταβιβάσεις (δηλαδή μη συμπεριλαμβανομένων των κοινωνικών επιδομάτων [4] και των συντάξεων [5] στο συνολικό διαθέσιμο εισόδημα των νοικοκυριών) ανέρχεται σε 50,0% ενώ, όταν περιλαμβάνονται μόνο οι συντάξεις και όχι τα κοινωνικά επιδόματα, μειώνεται στο 23,2% (Γράφημα 3, Πίνακες 14 και 15). Αναφορικά με τα κοινωνικά επιδόματα, επισημαίνεται ότι αυτά περιλαμβάνουν παροχές κοινωνικής βοήθειας (όπως το κοινωνικό μέρισμα, το επίδομα μακροχρόνια ανέργων κλπ.), οικογενειακά επιδόματα (όπως επιδόματα τέκνων), καθώς και επιδόματα ή βοηθήματα ανεργίας, ασθένειας, αναπηρίας ή ανικανότητας, ή και εκπαιδευτικές παροχές.
- Δεδομένου ότι, όπως προαναφέρθηκε, το ποσοστό κινδύνου φτώχειας μετά τις κοινωνικές μεταβιβάσεις ανέρχεται σε 18,5%, διαπιστώνεται ότι τα κοινωνικά επιδόματα συμβάλλουν στη μείωση του ποσοστού του κινδύνου φτώχειας κατά 4,7 ποσοστιαίες μονάδες, ενώ εν συνεχεία, οι συντάξεις κατά 26,8 ποσοστιαίες μονάδες. Το σύνολο των κοινωνικών μεταβιβάσεων μειώνει το ποσοστό του κινδύνου φτώχειας κατά 31,5 ποσοστιαίες μονάδες (Γράφημα 3, Πίνακες 7, 14 και 15).
Γράφημα 3. Κίνδυνος φτώχειας (%)
[4] Κοινωνικά επιδόματα είναι η κοινωνική βοήθεια (Κοινωνικό Μέρισμα, Κοινωνικό Εισόδημα Αλληλεγγύης, ΕΚΑΣ, επίδομα θέρμανσης, εισοδηματικές ενισχύσεις οικογενειών ορεινών και μειονεκτικών περιοχών, καθώς και οικογενειών με χαμηλά εισοδήματα και τέκνα υποχρεωτικής εκπαίδευσης, παροχές παλιννοστούντων, προσφύγων, αποφυλακισμένων, τοξικομανών, επίδομα μακροχρόνια ανέργων ηλικίας 20-66 ετών, βοηθήματα για αντιμετώπιση πρώτων αναγκών ατόμων πληγέντων από σεισμό, πλημμύρα κλπ.), τα οικογενειακά επιδόματα, τα επιδόματα/βοηθήματα ανεργίας, τα επιδόματα/βοηθήματα ασθένειας, τα επιδόματα/βοηθήματα αναπηρίας – ανικανότητας και οι εκπαιδευτικές παροχές.
[5] Ως συντάξεις θεωρούνται οι συντάξεις γήρατος από εργασία και οι συντάξεις/βοηθήματα από τον/τη σύζυγο.
—————- ———————
Το ποσοστό κινδύνου φτώχειας πριν από όλες τις κοινωνικές μεταβιβάσεις (δηλαδή μη συμπεριλαμβανομένων των κοινωνικών επιδομάτων και των συντάξεων στο συνολικό διαθέσιμο εισόδημα) για άτομα ηλικίας 65 ετών και άνω εκτιμάται σε 86,8%, ενώ όταν δεν συμπεριλαμβάνονται τα κοινωνικά επιδόματα αλλά συμπεριλαμβάνονται οι συντάξεις εκτιμάται σε 13,7% (Πίνακες 14, 15).
- Ο κίνδυνος φτώχειας πριν από όλες τις κοινωνικές μεταβιβάσεις (δηλαδή μη συμπεριλαμβανομένων των κοινωνικών επιδομάτων και των συντάξεων στο συνολικό διαθέσιμο εισόδημα) για άτομα ηλικίας 18-64 ετών εκτιμάται σε 40,9%, ενώ όταν δεν συμπεριλαμβάνονται τα κοινωνικά επιδόματα αλλά συμπεριλαμβάνονται οι συντάξεις εκτιμάται σε 24,2% (Πίνακες 14, 15).
- Οι κοινωνικές μεταβιβάσεις (συμπεριλαμβανομένων των συντάξεων) αποτελούν το 32,4% του συνολικού διαθέσιμου εισοδήματος των νοικοκυριών της Χώρας, εκ του οποίου οι συντάξεις αναλογούν στο 84,4%, ενώ τα κοινωνικά επιδόματα στο 15,6%.
Δ. Χαρακτηριστικά πληθυσμού σε κίνδυνο φτώχειας
- Το ποσοστό κινδύνου φτώχειας κατά τα προηγούμενα έτη ήταν ελαφρώς υψηλότερο για τις γυναίκες σε σχέση με τους άνδρες. Το 2014 και 2015 διαμορφώθηκε σε πολύ κοντινά επίπεδα, υψηλότερο κατά 0,2 και 0,3 ποσοστιαίες μονάδες αντίστοιχα για τους άνδρες, ενώ με βάση τα στοιχεία του 2018, όπως συνέβη και το 2016 και το 2017, εμφανίζεται ίδιο μεταξύ ανδρών και γυναικών και ίδιο με το ποσοστό του συνολικού πληθυσμού (και για τα δύο φύλα), δηλαδή 18,5% (Πίνακας 7).
- Επίσης, το ποσοστό κινδύνου φτώχειας για το συνολικό πληθυσμό (και κατά συνέπεια και για τα δύο φύλα) σημείωσε μείωση κατά 1,7 ποσοστιαίες μονάδες το 2018 σε σχέση με το 2017 (Πίνακας 7).
- Ο κίνδυνος φτώχειας για άτομα ηλικίας άνω των 65 ετών εκτιμάται σε 12,6% για τις γυναίκες και σε 10,4% για τους άνδρες (Πίνακας 7).
- Ο κίνδυνος φτώχειας για άτομα ηλικίας άνω των 75 ετών εκτιμάται σε 11,0% ενώ για άτομα ηλικίας κάτω των 75 ετών σε 19,4% (Πίνακας 8).
- Ο κίνδυνος φτώχειας για τις γυναίκες άνω των 75 ετών εκτιμάται σε 12,4% ενώ για τους άνδρες της αντίστοιχης ηλικιακής ομάδας εκτιμάται σε 9,1% (Πίνακας 8).
- Ο κίνδυνος φτώχειας για τους διάφορους τύπους νοικοκυριών σημείωσε πτώση το 2018 σε σχέση με το 2017 με μόνη εξαίρεση την περίπτωση μονογονεϊκού νοικοκυριού με τουλάχιστον ένα εξαρτώμενο παιδί, όπου σημείωσε αύξηση κατά 2,3 ποσοστιαίες μονάδες (32,8%). Οι μειώσεις του ποσοστού του κινδύνου φτώχειας για όλες τις άλλες κατηγορίες νοικοκυριών κυμαίνονται από 0,2 ποσοστιαίες μονάδες, στην περίπτωση των νοικοκυριών με τρεις ή περισσότερους ενήλικες με εξαρτώμενα παιδιά (ποσοστό 29,1%) έως 4,1 ποσοστιαίες μονάδες, στην περίπτωση των νοικοκυριών με τρεις ή περισσότερους ενήλικες χωρίς εξαρτώμενα παιδιά (ποσοστό 15,3%). Η αμέσως επόμενη μεγαλύτερη μείωση αφορά στην περίπτωση των νοικοκυριών με δύο ενήλικες κάτω των 65 ετών χωρίς εξαρτώμενα παιδιά, κατά 2,3 ποσοστιαίες μονάδες, με το αντίστοιχο ποσοστό να είναι 15,7% και ακολουθεί η περίπτωση μονοπρόσωπου νοικοκυριού – άνδρας , κατά 2,1 ποσοστιαίες μονάδες, με το αντίστοιχο ποσοστό να είναι 17,7% (Πίνακας 9).
- Οι εργαζόμενοι αντιμετωπίζουν χαμηλότερο κίνδυνο φτώχειας σε σύγκριση με τους ανέργους και τους οικονομικά μη ενεργούς (νοικοκυρές κλπ.). Το ποσοστό κινδύνου φτώχειας για τους εργαζομένους ανέρχεται σε 11,0%, σημειώνοντας μείωση κατά 1,9 ποσοστιαίες μονάδες σε σχέση με το 2017. Μείωση κατά 1,1 ποσοστιαίες μονάδες παρουσίασε το ποσοστό κινδύνου φτώχειας για τις εργαζόμενες γυναίκες, ενώ για τους εργαζόμενους άνδρες παρουσίασε μείωση κατά 2,5 ποσοστιαίες μονάδες δηλαδή σε 8,8% και 12,5% αντίστοιχα. Για τους ανέργους, όπως ήδη αναφέρθηκε, ο κίνδυνος φτώχειας ανέρχεται σε 43,3%, παρουσιάζοντας σημαντική διαφορά μεταξύ ανδρών και γυναικών (49,1% και 37,9% αντίστοιχα). Ο κίνδυνος φτώχειας για όσους είναι οικονομικά μη ενεργοί (μη συμπεριλαμβανομένων των συνταξιούχων) μειώθηκε κατά 1,0 ποσοστιαία μονάδα. Η αντίστοιχη μεταβολή (μείωση) για τις γυναίκες είναι 1,1 ποσοστιαίες μονάδες, ενώ για τους άνδρες (μείωση) 0,4 ποσοστιαίες μονάδες και τα σχετικά ποσοστά ανέρχονται σε 24,7%, 24,6% και 25,1% (Πίνακας 10).
- Ο κίνδυνος φτώχειας για τους εργαζομένους με πλήρη απασχόληση ανέρχεται σε 9,5%, ενώ για τους εργαζομένους με μερική απασχόληση ανέρχεται σε 24,6% (Γράφημα 4, Πίνακας 13).
Στην περίπτωση των νοικοκυριών, που η κατοικία που διαμένουν είναι ιδιόκτητη, ο κίνδυνος φτώχειας ανέρχεται σε 17,8%, ενώ για τα νοικοκυριά που διαμένουν σε ενοικιασμένη κατοικία ο κίνδυνος φτώχειας είναι υψηλότερος και ανέρχεται σε 21,3%. Ο κίνδυνος φτώχειας για παιδιά ηλικίας 0-17 ετών που η κατοικία τους είναι ιδιόκτητη ανέρχεται σε 22,1%, ενώ για τα άτομα της ίδιας ομάδας ηλικών που η κατοικία τους είναι ενοικιασμένη, ο κίνδυνος αυξάνεται σε 24,0%. Ο κίνδυνος φτώχειας ατόμων ηλικίας 18-64 ετών που η κατοικία τους είναι ιδιόκτητη ανέρχεται σε 19,3%, ενώ για τα άτομα της ίδιας ηλικιακής ομάδας που η κατοικία τους είναι ενοικιασμένη, ο κίνδυνος αυξάνεται σε 21,5% (Πίνακας 11).
Ε. Βάθος (χάσμα) του κινδύνου φτώχειας
Το βάθος (χάσμα) κινδύνου φτώχειας αναφέρεται στην εισοδηματική κατάσταση των ατόμων που βρίσκονται κάτω από το κατώφλι της φτώχειας. Για την εκτίμησή του υπολογίζεται η διαφορά μεταξύ του κατωφλιού του κινδύνου φτώχειας για το σύνολο του πληθυσμού και του διάμεσου ισοδύναμου διαθέσιμου εισοδήματος του φτωχού πληθυσμού, η οποία εκφράζεται ως ποσοστό επί του κατωφλιού του κινδύνου φτώχειας.
Για το 2018, το βάθος (χάσμα) κινδύνου φτώχειας ανήλθε σε 29,1% του κατωφλιού του κινδύνου φτώχειας, σημειώνοντας μείωση σε σχέση με το προηγούμενο έτος (Γράφημα 5, Πίνακας 17). Με βάση το ποσοστό αυτό, εκτιμάται ότι το 50% των φτωχών κατέχουν εισόδημα μικρότερο από το 70,9% του κατωφλιού του κινδύνου φτώχειας (το οποίο ανέρχεται σε 4.718 ευρώ), δηλαδή κάτω από 3.345 ευρώ, ετησίως, ανά άτομο.
- Όπως παρουσιάζεται στο Γράφημα 5, το βάθος (χάσμα) κινδύνου το 2005 ήταν 23,9%, ενώ, σημειώνοντας αυξητική πορεία στη διάρκεια της δεκαετίας, ανήλθε σε 32,7% το 2013 (μέγιστη τιμή). Έκτοτε, παρουσιάζει αυξομειώσεις, σημειώνοντας τιμή 29,1% για το 2018, δηλαδή μείωση κατά 1,2 ποσοστιαίες μονάδες σε σχέση με το 2017.
- Το βάθος κινδύνου φτώχειας για τα παιδιά ηλικίας 0-17 ετών εκτιμάται σε 30,2%, αυξημένο κατά 0,6 ποσοστιαίες μονάδες σε σχέση με το 2017, ενώ για τα άτομα ηλικίας 65 ετών και άνω εκτιμάται σε 18,4%, παρουσιάζοντας μείωση κατά 1,3 ποσοστιαίες μονάδες σε σχέση με το 2017 (Πίνακας 17).
ΣΤ. Κίνδυνος φτώχειας μετά τις κοινωνικές μεταβιβάσεις υπολογιζόμενος με το κατώφλι φτώχειας έτους 2008 (εκφρασμένου σε τιμές του 2017 με βάση τον Εναρμονισμένο Δείκτη Τιμών Καταναλωτή)
Ο κίνδυνος φτώχειας μετά τις κοινωνικές μεταβιβάσεις υπολογιζόμενος με το κατώφλι φτώχειας σε μια σταθερή χρονική στιγμή ─ και συγκεκριμένα το έτος 2008 ─ αποτελεί ένδειξη για το εάν το επίπεδο διαβίωσης για τα χαμηλότερα εισοδήματα παρουσιάζει βελτίωση με το πέρασμα του χρόνου. Ο σκοπός αυτής της σύγκρισης είναι να καταγράψει πώς μεταβάλλεται ο κίνδυνος φτώχειας σε απόλυτους και όχι σε σχετικούς όρους, δηλαδή όταν το κατώφλι φτώχειας παραμένει διαχρονικά σταθερό σε όρους πραγματικής αγοραστικής δύναμης.
Το ποσοστό του πληθυσμού σε κίνδυνο φτώχειας για το έτος 2018, υπολογιζόμενο με το κατώφλι φτώχειας έτους 2008 (δηλαδή το ποσοστό των ατόμων που ζουν σε νοικοκυριά, των οποίων το συνολικό ισοδύναμο διαθέσιμο εισόδημα κατά το 2017 είναι χαμηλότερο του 60% της διαμέσου του ισοδύναμου διαθέσιμου εισοδήματος του 2008 εκφρασμένου σε τιμές του 2017 με βάση τον Εναρμονισμένο Δείκτη Τιμών Καταναλωτή), εκτιμάται σε 44,9%. Συμπεραίνεται, λοιπόν, ότι το 44,9% του πληθυσμού του 2018 θα κατατασσόταν ως εκτεθειμένο στον κίνδυνο φτώχειας με βάση τις συνθήκες του 2008. (Πίνακας 16).
Ζ. Πληθυσμός που διαβιεί σε νοικοκυριά με χαμηλή ένταση εργασίας
Το ποσοστό πληθυσμού ηλικίας 18-59 ετών που διαβιεί σε νοικοκυριά με χαμηλή ένταση εργασίας υπολογίζεται σε 16,3% επί του συνόλου του πληθυσμού αυτής της ομάδας ηλικιών, εμφανίζοντας μείωση κατά 1,3 ποσοστιαίες μονάδες σε σχέση με το 2017. Το ποσοστό για τους άνδρες ανέρχεται σε 14,5% και για τις γυναίκες σε 18,1% (Πίνακας 18).
Για τον πληθυσμό ηλικίας 0-59 ετών, το ποσοστό που διαβιεί σε νοικοκυριά με χαμηλή ένταση εργασίας υπολογίζεται σε 14,6% επί του συνόλου του πληθυσμού αυτής της ομάδας ηλικιών, εμφανίζοντας, επίσης, μείωση κατά 1 ποσοστιαία μονάδα σε σχέση με το 2017. Το ποσοστό για τους άνδρες ανέρχεται σε 13,2% και για τις γυναίκες σε 16,0% (Πίνακας 18).
Το ποσοστό των ατόμων ηλικίας κάτω των 18 ετών που διαβιούν σε νοικοκυριά με χαμηλή ένταση εργασίας εκτιμάται για το 2018 σε 9,0% επί του συνόλου του πληθυσμού που ανήκει σε αυτή την ηλικιακή ομάδα (Πίνακας 18).
ΠΙΝΑΚΕΣ – ΕΠΕΞΗΓΗΜΑΤΙΚΕΣ ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ