Δέσποινα Καρασάββα
Οι ευάλωτες κοινωνικά ομάδες διαχρονικά έρχονται αντιμέτωπες με εμπόδια και προκλήσεις, που τις οδηγούν σε μια ζωή που χαρακτηρίζεται από στερήσεις και θυμίζει περισσότερο επιβίωση. Επακόλουθο αυτής της κατάστασης, είναι η δυσκολία δραστηριοποίησης των ομάδων αυτών εντός του κοινωνικού συνόλου, καθώς και η ύπαρξη φαινομένων κοινωνικού αποκλεισμού. Η ομαλή ένταξη των ατόμων αυτών, είναι ένα στοίχημα που μια κοινωνία οφείλει να κερδίσει. Μια από τις βασικές παραμέτρους υγιούς συμπερίληψης τους στην κοινωνία είναι η εργασιακή ενσωμάτωση των ευάλωτων κοινωνικά ομάδων.
Το βιβλίο των Μπάγκαβου και Κουραχάνη Όψεις Εργασιακής Ενσωμάτωσης των Προσφύγων (εκδόσεις Τόπος), πραγματεύεται το ζήτημα της ενσωμάτωσης των αιτούντων άσυλο και των προσφύγων στην ελληνική αγορά εργασίας. Συγκεκριμένα αναλύει τις ανεπαρκείς πολιτικές απασχόλησης που έχουν υιοθετηθεί τα τελευταία χρόνια, οι οποίες ουσιαστικά αποδυνάμωσαν το κράτος πρόνοιας, και κατά μια έννοια προετοίμασαν το εργατικό δυναμικό των προσφύγων ώστε να αναλωθεί σε θέσεις εργασίας που δικαίως χαρακτηρίζονται ως επικίνδυνες, κακοπληρωμένες και απαιτητικές (3D Jobs= Dangerous, Dirty, Demanding).
Αναλύονται επίσης η πολιτική της Ευρωπαϊκής Ένωσης για τη μετανάστευση, το πρόγραμμα HELIOS που αφορά την εργασιακή και στεγαστική στήριξη των προσφύγων, ο ρόλος της κοινωνίας πολιτών και των κοινωνικών εταίρων για την εργασιακή ενσωμάτωσή τους, αλλά και το ζήτημα της εργασιακής ένταξης μέσα από τις βιωμένες εμπειρίες του ίδιου του προσφυγικού πληθυσμού.
Όπως περιγράφουν λοιπόν οι Μπάγκαβος και Κουραχάνης, το ζήτημα της ενσωμάτωσης του προσφυγικού πληθυσμού, αποτελεί ένα από τα σημαντικότερα ζητήματα που καλείται να αντιμετωπίσει η εκάστοτε χώρα υποδοχής, αλλά και η Ευρωπαϊκή Ένωση. Ιδιαίτερα με την αύξηση των προσφυγικών ροών προς την Ευρώπη το καλοκαίρι του 2015 και τον εγκλωβισμό χιλιάδων αιτούντων άσυλο στην Ελλάδα μετά το κλείσιμο της Βαλκανικής οδού και την Κοινή Δήλωση Ευρωπαϊκής Ένωσης-Τουρκίας το 2016, η ενσωμάτωση του προσφύγων αποκτά ακόμα μεγαλύτερη σημασία.
Προσπαθώντας να οριστεί τι είναι κοινωνική ενσωμάτωση, γίνεται αντιληπτό πως η φύση της έννοιας αυτής είναι ιδιαίτερα περίπλοκη. Προκειμένου να εξασφαλισθεί το αίσθημα του «ανήκειν», πρέπει πέρα από τη γλωσσική και πολιτισμική εξοικείωση στη χώρα υποδοχής και την απόκτηση ιθαγένειας, να υπάρχει πρόσβαση σε ορισμένα αγαθά όπως η υγεία, η εκπαίδευση, η στέγαση, αλλά και η απασχόληση, στην οποία και θα δοθεί βαρύτητα στη συνέχεια.
Ποια λοιπόν η σημασία της εργασιακής ενσωμάτωσης για τον προσφυγικό πληθυσμό, και πώς συνδέεται με την κοινωνική του συμμετοχή; Οι πρόσφυγες όντας μια ομάδα που αντιμετωπίζει διαρκή κοινωνική καταπίεση, επηρεάζονται κάθε φορά εντονότερα από τις επικρατούσες οικονομικές και κοινωνικές συνθήκες. Εγκλωβίζονται λοιπόν σε μια κατάσταση, η οποία τους κάνει να κυνηγούν το αίσθημα της σταθερότητας που προσφέρει η ένταξη στο κοινωνικό σώμα, επιδιώκοντας παράλληλα την αξιοποίηση των υπηρεσιών και των κοινωνικών θεσμών της χώρας που τους υποδέχεται, και την αποδοχή τους από τις υπόλοιπες κοινωνικές ομάδες. Στην προσπάθεια τους λοιπόν να γίνουν ένα με το κοινωνικό σύνολο, βρίσκονται να κάνουν ολοένα και περισσότερους συμβιβασμούς στο όνομα της ένταξης -γεγονός που χαρακτηρίζει πολλές μειονότητες- και κυριότερα στον τομέα της εργασίας.
Για να μπορέσουν να ζουν μια ζωή αξιοπρεπή, έχοντας πρόσβαση στις κρατικές υπηρεσίες, οι πρόσφυγες χρειάζονται άμεσες οικονομικές απολαβές. Εξαιτίας της ευάλωτης θέσης τους δεν θα πουν όχι σε εργασίες χαμηλού κύρους -τις οποίες πολύ συχνά δεν τις επιλέγουν οι γηγενείς- που τους καταδικάζει αυτόματα σε ένα καθεστώς επισφάλειας. Η εθνοτική τους προέλευση και οι στερεοτυπικές αντιλήψεις γύρω από την καταγωγή τους, το φύλο τους και η ηλικία τους, αλλά και πολλοί ακόμη παράγοντες, αποτελούν ανορθόδοξα κριτήρια επιλογής τους για εργασία. Άτυπη απασχόληση, υπερβολικά χαμηλοί μισθοί, επικίνδυνες εργασιακές συνθήκες και γενικότερα μια αρκετά δυσμενής εργασιακή κατάσταση, στρέφει τον προσφυγικό πληθυσμό αναγκαστικά στην εθελοδουλεία και στην προνοιακή εξάρτηση, φαινόμενο το οποίο οδηγεί στον στιγματισμό των προσφύγων, αφού ως ωφελούμενοι των κοινωνικών παροχών καταλήγουν να θεωρούνται ‘’βολεμένοι’’.
Οι Μπάγκαβος και Κουραχάνης υποστηρίζουν πως με την υιοθέτηση Νεοφιλελεύθερων πολιτικών και δίνοντας βάση στην απασχολησιμότητα έναντι της σταθερής και κατοχυρωμένης απασχόλησης, ενισχύοντας έτσι το αίσθημα του ατομισμού, και με την ανάγκη διαχείρισης των κοινωνικών κινδύνων (πχ. Πανδημία) να είναι επιτακτική, ο ρόλος του κοινωνικού κράτους αποδυναμώνεται και οι μηχανισμοί προστασίας των ευάλωτων κοινωνικά ομάδων χάνουν την ισχύ τους.
Οι ακραία φτωχές ομάδες πληθυσμού εκτίθενται σε μια διαρκή συνθήκη κοινωνικής επισφάλειας, γεγονός το οποίο αποτελεί κακό οιωνό και για το μέλλον τους. Επιπρόσθετα, η τοποθέτηση των προσφύγων σε φθηνό και αναλώσιμο εργατικό δυναμικό αναδεικνύεται βοήθημα ανάπτυξης του καπιταλιστικού συστήματος. Με το κέρδος να αποτελεί κινητήριο μοχλό του καπιταλισμού, αντιλαμβάνεται κανείς γιατί διαχρονικά επιλέγεται οι μετανάστες να αποτελούν το χαμηλού κύρους εργατικό δυναμικό, του οποίου η αξιοπρέπεια θυσιάζεται στο βωμό της κερδοφορίας. Η όξυνση των κοινωνικών ανισοτήτων, υπό αυτές τις συνθήκες, είναι αναπόφευκτη. Η καλύτερη ζωή για τους ξενιτεμένους συνεχίζει να αποτελεί άπιαστο όνειρο. Η ταλαιπωρία τους λοιπόν δεν σταματά και απλώς αλλάζει μορφή. Δημιουργείται έτσι ένας φαύλος κύκλος προβλημάτων, από τον οποίο αδυνατούν να ξεφύγουν. Το στερεότυπο που προκύπτει από όλη αυτή την κατάσταση θέλει τον ρόλο των προσφύγων στην κοινωνία χαμηλά, αποκλείοντάς τους έτσι περισσότερο από τον κοινωνικό ιστό.
Συνεπώς, η εργασιακή ενσωμάτωση των προσφύγων συναντά πολλά εμπόδια. Από τη στιγμή λοιπόν που αποτελεί βασική συνιστώσα της κοινωνικής ένταξης του ατόμου, δεν μπορούμε να μιλάμε για πετυχημένη ενσωμάτωση του προσφυγικού πληθυσμού, χωρίς να δίνεται η απαραίτητη βαρύτητα στην εργασιακή κατάσταση της συγκεκριμένης ομάδας.
Discover more from socialpolicy.gr
Subscribe to get the latest posts sent to your email.