Εντός της Ψυχοδυναμικής Θεωρίας του εγκλήματος βρίσκονται οι διαταραχές της διάθεσης. Οι δράστες εγκλημάτων μπορεί να πάσχουν από διαταραχές της διάθεσης που τελικά εκδηλώνονται ως κατάθλιψη, οργή, ναρκισσισμό και κοινωνική απομόνωση. Ένα παράδειγμα διαταραχής που παρατηρείται σε παιδιά είναι η διαταραχή της συμπεριφοράς. Τα παιδιά με διαταραχή συμπεριφοράς αντιμετωπίζουν δυσκολία στο να ακολουθήσουν τους κανόνες και να συμπεριφέρονται με κοινωνικά αποδεκτούς τρόπους (Boccaccini, Murrie, Clark, & Comell, 2008). Οι διαταραχές συμπεριφοράς εκδηλώνονται τελικά ως μια ομάδα συμπεριφορών και συναισθηματικών προβλημάτων σε νεαρούς ενήλικες. Είναι σημαντικό να σημειωθεί ότι παιδιά που έχουν διαγνωστεί με διαταραχή συμπεριφοράς αντιμετωπίζονται από τους ενήλικες, τα άλλα παιδιά, και τους κρατικούς φορείς ως «προβληματικά», «κακά», «παραβάτες» ή ακόμα και ως «ψυχικά ασθενείς». Είναι σημαντικό να ερωτηθούμε γιατί κάποια παιδιά αναπτύσσουν διαταραχή συμπεριφοράς και άλλα όχι. Υπάρχουν πολλές πιθανές εξηγήσεις και μερικές απο τις πιό σημαντικές περιλαμβάνουν την κακοποίηση, την εγκεφαλική βλάβη, τη γενετική, την κακή σχολική επίδοση και ένα τραυματικό γεγονός.
Τα παιδιά με διαταραχές συμπεριφοράς είναι πιο πιθανό να εκδηλώσουν επιθετικές συμπεριφορές προς τους άλλους (Boccaccini et al., 2008), και μπορεί να είναι βίαια απέναντι στα ζώα. Άλλες εκδηλώσεις περιλαμβάνουν: σχολικό εκφοβισμό, απειλές, ξεκίνημα καυγάδων, χρήση ενός όπλου, όπως ένα πυροβόλο όπλο, ένα μαχαίρι, κλπ. Οι έφηβοι με διαταραχές συμπεριφοράς μπορούν να αναγκάσουν κάποιον σε μη επιθυμητή σεξουαλική επαφή. Η καταστροφή περουσιών μπορεί να αποτελέσει θέμα επίσης, καθώς μπορεί κανείς να παρατηρήσει πως αυτά τα παιδιά ξεκινούν φωτιές με απώτερη πρόθεση την καταστροφή περιουσίας ή ακόμη και να σκοτώσουν κάποιον. Άλλες μη αποδεκτές συμπεριφορές που σχετίζονται με τη διαταραχή συμπεριφοράς είναι τα ψέματα και οι κλοπές, οι διαρρήξεις σε σπίτια ή σε ακατοίκητα κτήρια ή αυτοκίνητα, τα ψέματα ώστε να αποκτήσουν ότι επιθυμούν, και η αποφυγή υποχρεώσεων.
Τέλος, τα παιδιά με διαταραχές συμπεριφοράς, είναι πιο πιθανόν να παραβιάσουν τις απαγορεύσεις που τους έχουν τεθεί από τους γονείς τους. Αυτά τα παιδιά είναι επίσης πιο πιθανό να το σκάσουν από το σπίτι και να καθυστερούν να γυρίσουν από το σχολείο ή να απουσιάζουν αδικαιολόγητα από αυτό. Δεν υπάρχει καμία αμφιβολία ότι τα παιδιά που εκδηλώνουν τις προαναφερόμενες συμπεριφορές πρέπει να υποβληθούν σε ιατρικές και ψυχολογικές εξετάσεις. Είναι σημαντικό να σημειωθεί ότι πολλά παιδιά με διαταραχή συμπεριφοράς θα μπορούσαν να παρουσιάζουν και άλλη μια υπάρχουσα κατάσταση, όπως άγχος, διαταραχή μετατραυματικού στρες, κατάχρηση ναρκωτικών ή αλκοόλ ή διαταραχή ελλειμματικής προσοχής (Siegal, 2008). Είναι σημαντικό να αναγνωρίσουμε ότι τα παιδιά με διαταραχές συμπεριφοράς είναι πιθανό να έχουν συνεχή και μακροχρόνια προβλήματα αν δεν λάβουν θεραπεία κατά την πρώιμη εμφάνιση τους. Ένα σημαντικό στοιχείο που θα πρέπει να εξετάσει ο ιατρός ή ο επαγγελματίας ψυχικής υγείας, είναι να πείσει το παιδί να αναπτύξει μια σωστή συμπεριφορά, να μάθει να συνεργάζεται, να εμπιστεύεται τους άλλους, και να εξαλείψει τον φόβο από τη ζωή του. Η συμπεριφορική θεραπεία και η ψυχοθεραπεία μπορεί να είναι απαραίτητες για να βοηθηθεί το παιδί να μάθει πώς να ελέγχει και να εκφράζει τον θυμό του. Επιπλέον, μπορεί να χρειαστεί ειδική αγωγή και εκπαίδευση για τα παιδιά με μαθησιακές δυσκολίες. Σε ορισμένες περιπτώσεις, η θεραπεία μπορεί να περιλαμβάνει φαρμακευτική αγωγή, αν και τα φάρμακα θα ήταν ιδανικότερη θεραπεία για τα παιδιά που αντιμετωπίζουν προβλήματα κατάθλιψης, προσοχής, ή σχετικά με τον αυθορμητισμό/παρορμητικότητα.
Ένα δεύτερο παράδειγμα διαταραχής που παρατηρήθηκε σε παιδιά είναι η αντιθετική προκλητική διαταραχή (Siegal, 2008). Η διαταραχή αυτή διαγιγνώσκεται πιο συχνά κατά την παιδική ηλικία. Εκδηλώσεις ή χαρακτηριστικά της αντιθετικής προκλητικής διαταραχής περιλαμβάνουν ανυπακοή, μη συνεργατικότητα, ευερεθιστότητα, μια πολύ αρνητική στάση και συμπεριφορά, μια τάση να χάνουν την ψυχραιμία τους και να παρουσιάζουν σκόπιμα ενοχλητικές συμπεριφορές προς τους συμμαθητές, γονείς, δάσκαλους και άλλους εκπροσώπους των αρχών, όπως π.χ. αστυνομικούς (Siegal, 2008).
Δεν υπάρχει καμία γνωστή αιτία της αντιθετικής προκλητικής διαταραχής. Ωστόσο, υπάρχουν δύο πρωτεύοντες θεωρίες που προσπαθούν να εξηγήσουν την ανάπτυξή της. Μια θεωρία προτείνει ότι τα προβλήματα αρχίζουν στα παιδιά νωρίς κατά τη νηπιακή ηλικία. Είναι σημαντικό να σημειωθεί ότι οι έφηβοι και τα μικρά παιδιά που αναπτύσσουν την αντιθετική προκλητική διαταραχή μπορεί να έχουν βιώσει μια δυσκολία κατά την ανάπτυξη αυτοτελών ή αυτόνομων δεξιοτήτων και κατά τον αποχωρισμό από τον φροντιστή τους ή τη «φιγούρα προσκόλλησης». Κατ ‘ ουσίαν, οι κακές συμπεριφορές που είναι χαρακτηριστικές της αντιθετικής προκλητικής διαταραχής αντιμετωπίζονται ως συνέχιση των αναπτυξιακών ζητημάτων που δεν επιλύθηκαν κατά τα πρώτα χρόνια ζωής του μικρού παιδιού.
Η δεύτερη θεωρία που εξηγήσει την αντιθετική προκλητική διαταραχή επικεντρώνεται στην μάθηση. Αυτή η θεωρία προτείνει πως τα αρνητικά χαρακτηριστικά της αντιθετικής προκλητικής διαταραχής είναι “μαθημένες” συμπεριφορές που δείχνουν τις επιπτώσεις των αρνητικών επιρροών από τους γονείς ή τα πρόσωπα με “εξουσία” (Siegal, 2009). Είναι σημαντικό να αναγνωρίσουμε ότι η πλειονότητα των συμπτωμάτων που παρατηρούνται σε εφήβους και παιδιά με αντιθετική προκλητική διαταραχή μπορεί επίσης να προκύψουν, κατά καιρούς, σε παιδιά που δεν παρουσιάζουν αυτή τη διαταραχή. Σχετικά παραδείγματα περιλαμβάνουν ένα παιδί που είναι πεινασμένο, κουρασμένο, ταραγμένο, ή παρακούει/διαφωνεί με τον γονέα. Είναι σημαντικό να σημειωθεί ότι οι έφηβοι και τα παιδιά με αντιθετική προκλητική διαταραχή συχνά εμφανίζουν συμπτώματα που παρεμποδίζουν τη μαθησιακή διαδικασία, και οδηγούν σε κακή προσαρμογή στο σχολείο και κατά πάσα πιθανότητα βλάπτουν τις σχέσεις του παιδιού με τους άλλους. Μερικά από τα συμπτώματα της αντιθετικής προκλητικής διαταραχής περιλαμβάνουν ξεσπάσματα θυμού, υπερβολικούς διαπληκτισμούς με ενήλικες, άρνηση συμμόρφωσης στα αιτήματα του ενήλικα, αμφισβήτηση κανόνων και άρνηση στο να τους ακολουθήσουν, συμπεριφορές που προορίζονται να ενοχλήσουν τους άλλους, κατηγορεί τους άλλους για τις δικές του συμπεριφορές και λάθη, ενοχλείται εύκολα από τους άλλους, μιλά σκληρά ή με αγένεια, και συμπεριφέρεται εσκεμμένα με τρόπους που δείχνουν πως αναζητά εκδίκηση.
Όσον αφορά τη διάγνωση, συχνά οι δάσκαλοι και οι γονείς είναι αυτοί που αναγνωρίζουν την αντιθετική προκλητική διαταραχή στο παιδί ή τον έφηβο. Ωστόσο, τα παιδιά θα πρέπει να λαμβάνουν μια επίσημη διάγνωση από έναν ειδικευμένο ιατρό ή/και επαγγελματία ψυχικής υγείας. Οι ιατροί θα ερευνήσουν το ιστορικό της συμπεριφοράς του παιδιού, η οποία περιλαμβάνει την άποψη όλων των ενδιαφερόμενων μερών (δηλαδή, των γονέων και των δασκάλων) και θα επιβεβαιώσει τα αποτελέσματα τυχόν προηγούμενων κλινικών παρατηρήσεων της συμπεριφοράς του παιδιού. Ψυχολογικά τεστ μπορεί να βοηθήσουν επίσης στην έκβαση μιας διάγνωσης. Όπως πάντα, η έγκαιρη ανίχνευση και θεραπεία είναι επιθυμητή. Στην πραγματικότητα, η έγκαιρη θεραπεία μπορεί συχνά να αποτρέψει προβλήματα στο μέλλον.
Η αντιθετική προκλητική διαταραχή μπορεί να συνυπάρχει με άλλα προβλήματα ψυχικής υγείας, συμπεριλαμβανομένων των διαταραχών διάθεσης και αγχωδών διαταραχών, τη διαταραχή συμπεριφοράς και διαταραχή ελλειμματικής προσοχής και υπερκινητικότητας. Η θεραπεία για παιδιά και εφήβους με αντιθετική προκλητική διαταραχή καθορίζεται από έναν γιατρό που λαμβάνει υπόψη του την ηλικία, την γενική υγεία και το ιατρικό ιστορικό του παιδιού. Ο ιατρός εξετάζει επίσης την έκταση ή το σύνολο των συμπτωμάτων του παιδιού, την ανοχή του παιδιού σε ορισμένα φάρμακα ή θεραπείες, τις προσδοκίες για την πορεία της κατάστασης, και τη γνώμη ή την προτίμηση του φροντιστή ή του γονέα. Το πιο σημαντικό, η θεραπεία μπορεί να περιλαμβάνει ψυχοθεραπεία που διδάσκει δεξιότητες επίλυσης, δεξιότητες επικοινωνίας, έλεγχο των παρορμήσεων και δεξιότητες διαχείρισης του θυμού. Η θεραπεία μπορεί επίσης να λαμβάνει τη μορφή της οικογενειακής θεραπείας. Εδώ, η προσέγγιση επικεντρώνεται στην πραγματοποίηση αλλαγών μέσα στο οικογενειακό σύστημα με επιθυμητό στόχο τη βελτιωμένη οικογενειακή αλληλεπίδραση και τις δεξιότητες επικοινωνίας. Η θεραπεία σε ζεύγη, η οποία εστιάζει στην ανάπτυξη κοινωνικών και διαπροσωπικών δεξιοτήτων, είναι επίσης μια επιλογή. Η τελευταία επιλογή και η λιγότερο επιθυμητή μορφή θεραπείας είναι η φαρμακευτική αγωγή.
Ψυχική ασθένεια και έγκλημα
Οι σοβαρότερες μορφές της διαταραχής προσωπικότητας θα οδηγήσουν σε ψυχικές διαταραχές. Οι πιο σοβαρές ψυχικές διαταραχές αναφέρονται ως ψυχώσεις (Siegal, 2008). Παραδείγματα διαταραχών ψυχικής υγείας περιλαμβάνουν τη διπολική διαταραχή και τη σχιζοφρένεια. Η διπολική διαταραχή χαρακτηρίζεται από ακραίες αλλαγές της διάθεσης – το άτομο εναλλάσσει συμπεριφορά μεταξύ του ενθουσιασμού, της αποφασιστικότητας και της έντονης συμπεριφοράς και της ληθαργικής, απαθούς και μελαγχολικής συμπεριφοράς. Μια δεύτερη διαταραχή ψυχικής υγείας είναι η σχιζοφρένεια. Τα άτομα με σχιζοφρένεια παρουσιάζουν συχνά παράλογες και ασυνάρτητες διεργασίες σκέψης και συχνά στερούνται της εικόνας για τη συμπεριφορά τους και δεν αντιλαμβάνονται την πραγματικότητα. Ένα άτομο με παρανοϊκή σχιζοφρένεια εκδηλώνει επίσης πολύπλοκες παραισθήσεις που αφορούν κάποιο αδίκημα ή διώξεις (Jacoby, 2004).
Είναι σημαντικό να σημειωθεί πως οι γυναίκες παραβάτες φαίνεται πως παρουσιάζουν μεγαλύτερη πιθανότητα εμφάνισης σοβαρών συμπτωμάτων ψυχικής νόσου από ό, τι οι άντρες παραβάτες. Σε αυτά περιλαμβάνονται τα συμπτώματα σχιζοφρένειας, παράνοιας, και καταναγκαστικών διαταραχών. Την ίδια στιγμή, μελέτες σχετικά με άνδρες που κατηγορήθηκαν για φόνο έχουν διαπιστώσει ότι τα τρία τέταρτα αυτών θα μπορούσε να χαρακτηριστεί πώς εκδηλώνουν κάποια μορφή ψυχικής ασθένειας. Τέλος, οι έρευνες δείχνουν ότι τα παιδιά που εκδηλώνουν παραβατική συμπεριφορά έχουν ένα υψηλότερο ποσοστό κλινικών ψυχικών διαταραχών σε σύγκριση με τους εφήβους στο γενικό πληθυσμό (Siegal, 2008).
——–
Boccaccini, M., Murrie, D., Clark, J., & Comell, D. (2008). Describing, diagnosing, and naming psychopathy: How do youth psychopathy labels influence jurors? Behavioral Sciences & the Law, 26, 487–510.
Jacoby, J. (2004). Classics of criminology (3rd ed.). Long Grove, IL: Waveland Press.
Siegal, L. (2008). Criminology: The core (3rd ed.). Belmont, CA: Cengage Learning.
Siegal, L. (2009). Criminology (10th ed.). Belmont, CA: Cengage Learning.
Silver, E. (2002). Extending social disorganization theory: A multilevel approach to the study of violence among persons with mental illness. Criminology, 40, 191–212.
——-
Τομπέα Ελένη
socialpolicy.gr