Ντούνης Ανδρέας
Μία ημέρα πριν την παρουσίαση του βιβλίου του Νίκου Κουραχάνη με τίτλο Πολιτικές Στέγασης Προσφύγων συζητήσαμε μαζί του για τους βασικούς άξονες της προβληματικής και τις διαπιστώσεις του πονήματος, την ουσία και το περιεχόμενο της “σύγχρονης κοινωνικής πολιτικής”, την κυρίαρχη ιδεολογία των καιρών μας όπως και τη βιοπολιτική διαχείριση των προσφυγικών και μεταναστευτικών πληθυσμών.
Μπορούμε εν τέλει να είμαστε αισιόδοξοι πώς η κοινωνική πολιτική μπορεί να υπηρετήσει ένα μοντέλο καθολικής κοινωνικής ένταξης και να υπερβεί τη “νεοφιλελεύθερη τροχιά”;
(α) Η βασική προβληματική του βιβλίου είναι πώς οι μεταναστευτικοί και προσφυγικοί πληθυσμοί αποτελούν εν ουσία αντικείμενα προνοιακής εξάρτησης με ειδικότερο πεδίο αυτό της στέγασης. Θεωρείτε πώς είναι δυνατή η διαχείριση της προσφυγικής κρίσης υπό ένα καθολικότερο μοντέλο κοινωνικής ένταξης;
Ουσιαστικά αυτή είναι η διαπίστωση του βιβλίου, η οποία απορρέει μέσα από την ανάπτυξη μιας ευρύτερης προβληματικής. Για να θέσουμε τη βάση του διαλόγου σε ένα πιο μακροσκοπικό πλαίσιο, το βιβλίο καταπιάνεται με το αν σύγχρονες πολιτικές διαστάσεις της κοινωνικής πολιτικής, όπως το παράδειγμα των πολιτικών στέγασης, υπηρετούν τις ακαδημαϊκές της αξίες ή όχι. Όπως είναι γνωστό η κοινωνική πολιτική ως επιστημονικό αντικείμενο αποσκοπεί στην άμβλυνση των κοινωνικών ανισοτήτων στοχεύοντας στην κοινωνική δικαιοσύνη. Αυτό που υποστηρίζω είναι ότι οι σύγχρονες κοινωνικές πολιτικές στον πραγματικό κόσμο δεν υπηρετούν τα όσα αναφέρονται σε επίπεδο ακαδημαϊκών αρχών. Αντίθετα, το κυρίαρχο πολιτικό πρόγραμμα των ημερών μας επιδιώκει την ελαχιστοποίηση των κοινωνικών παρεμβάσεων σ’ ένα περιβάλλον αχαλίνωτης ελευθερίας της αγοράς. Βασική συνέπεια αυτού του σχήματος που ανέφερα απλουστευτικά είναι η απομάκρυνση από τον στόχο της κοινωνικής συνοχής – κομβικής παραμέτρου της μεταπολεμικής συναίνεσης στις αστικές δημοκρατίες της Δύσης – και η παγίωση ενός πλαισίου διαχείρισης της ακραίας φτώχειας. Με απλά λόγια, στόχος των νέων κοινωνικών πολιτικών δεν είναι η διασφάλιση της δυνατότητας κοινωνικής συμμετοχής, αλλά, να σε υποβοηθήσουν – με οριακό τρόπο – να μην πεθάνεις. Το δίχτυ ασφαλείας έχει κατέβει πολύ πιο κάτω από τα όρια της αξιοπρεπούς διαβίωσης.
Η στέγαση, υποστηρίζω, είναι μια κρίσιμη παράμετρος στην παραπάνω προβληματική. Κι αυτό διότι η κατοικία αποτελεί μια απαραίτητη, αλλά, όχι επαρκή προϋπόθεση κοινωνικής ενσωμάτωσης. Η στέγη είναι η βάση οργάνωσης της καθημερινότητας μας, η προστασία από τους φυσικούς και κοινωνικούς κινδύνους, η δυνατότητα απόλαυσης της ιδιωτικότητας. Είναι, με λίγα λόγια, η αφετηρία για να ζούμε αξιοπρεπώς και αρμονικά στο κοινωνικό σύνολο. Ωστόσο, η ύπαρξη ενός καταλύματος δεν είναι από μόνη της επαρκής συνθήκη για την κοινωνική συνοχή. Χρειάζονται πρόσθετες δράσεις κοινωνικής υποστήριξης που να οδηγούν τους ευάλωτους σε μια διαδικασία κοινωνικής ενδυνάμωσης και αυτονόμησης. Επομένως, αν σε όσους έχουν ανάγκη προσφέρουμε απλά ένα σπίτι (το οποίο στη συνηθέστερη κυρίαρχη μορφή με όρους προσφυγικού μεταφράζεται σε μια θέση σε ένα αντίσκηνο), τότε προφανώς δεν θα καταφέρουν να σταθούν στα πόδια τους. Θα καταλήξουν να έχουν διαρκώς την ανάγκη του συσσίτιου και των λοιπών κοινωνικών παροχών ακραίας εξαθλίωσης που παγιώνονται. Θα καταλήξουν, δηλαδή, σε μια συνθήκη προνοιακής εξάρτησης. Η ίδια η διάταξη των κοινωνικών πολιτικών είναι λοιπόν εκείνη που εγκλωβίζει τους αδύναμους στην παγίδα της φτώχειας και της περιθωριοποίησης, μέσω των ανεπαρκών μέσων υποστήριξης που προσφέρει.
Οπότε, η απάντηση στο ερώτημα σας είναι ότι η διαχείριση της προσφυγικής κρίσης με μια διευρυμένη προσέγγιση της κοινωνικής πολιτικής είναι θεμιτή, εφόσον υπάρξει δομική αλλαγή του τρόπου ανάγνωσης και ερμηνείας των κοινωνικών προβλημάτων. Όταν σταματήσουμε να κατασκευάζουμε τους πρόσφυγες και τους άλλους φτωχούς του κόσμου ως ηθικά και υγειονομικά επικίνδυνους, αλλά, ως συμπτώματα της άνισης κατανομής και συσσώρευσης του πλούτου. Όμως αυτό το αφήγημα δεν βολεύει εκείνους που έχουν την ισχύ να διαμορφώνουν τις πολιτικές αποφάσεις. Προς το παρόν συμβαίνει το αντίθετο. Οι ισχυρές πολιτικές δυνάμεις της Ευρώπης με το υφιστάμενο θεσμικό πλαίσιο καθιστούν τις χώρες του Ευρωπαϊκού Νότου σε αποθήκη ψυχών. Μια δίκαιη και ισότιμη κατανομή των προσφυγικών ροών στα κράτη μέλη δεν θα δημιουργούσε κανένα σοβαρό πρόβλημα για κανέναν! Η ίδια η ΕΕ όμως επιθυμεί να υπάρχει προσφυγικό πρόβλημα, ώστε να νομιμοποιείται να αναπτύσσει πολιτικές αποτροπής και καταστολής. Το ίδιο το προσφυγικό, με πραγματολογικούς όρους, δεν είναι πρόβλημα. Πρόβλημα το κάνουν οι πολιτικές που ακολουθούνται.
(β) Είναι πολύ ενδιαφέρουσα η προσέγγιση περί «νεκροπολιτικής» και στο προσφυγικό. Πώς διαμορφώνεται η «εξουσία του θανάτου επί της ζωής» σε αυτό το πεδίο;
Πρόκειται για τη λογική ακολουθία των πολιτικών αποτροπής που εφαρμόζει η αντι-μεταναστευτική πολιτική της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Στην άνω της εικοσαετίας ανολοκλήρωτη προσπάθεια διαμόρφωσης ενός κοινού ευρωπαϊκού συστήματος ασύλου τα χαρακτηριστικά της στρατιωτικής διαχείρισης, του ασφυκτικού συνοριακού ελέγχου και των θανάτων στην προσπάθεια των ανθρώπων να εισέλθουν στην ευρωπαϊκή επικράτεια είναι θεμελιώδη. Οι θάνατοι αυτοί δεν είναι ατυχήματα, είναι πολιτική επιλογή. Η σμίλευση ενός πλαισίου διαχείρισης του προσφυγικού με όρους στρατοπεδικού ανθρωπισμού συνεπικουρεί στη συμβολική ή/και φυσική απαξίωση της ανθρώπινης ζωής.
Στην ιστορία της ανθρωπότητας έχουν υπάρξει χιλιάδες παραδείγματα γύρω από το πώς οι βιοπολιτικές και θανατοπολιτικές πρακτικές υπηρετούν πολιτικές στοχεύσεις. Μπορούμε να μιλήσουμε για το Άσυλο του Goffman, για την έννοια της βιοεξουσίας του Foucault, για την αποτύπωση των στρατοπέδων συγκέντρωσης ως εργαστήρια ολοκληρωτισμού, όπως τα περιέγραψε η Hannah Arendt. Ή και πιο πρόσφατα, οι αναλύσεις των Agamben και Mbembe γύρω από τις βιοπολιτικές και θανατοπολιτικές διαστάσεις των σύγχρονων μορφών εξουσίας.
Το προσφυγικό – και κυρίως οι τρόποι διαχείρισης του – σύμφωνα με πολλούς διανοητές διεθνώς, αποτελεί ένα ενδεικτικό πεδίο εφαρμογής των παραπάνω θεωρητικών σχημάτων. Οι σημερινοί τύποι διακυβέρνησης του προσφυγικού συνδυάζουν πρακτικές βιοπολιτικής και θανατοπολιτικής, προκειμένου να επιβάλλουν κοινωνικά, πολιτικά και φυσικά σύνορα. Τα σύνορα αυτά αξιοποιούνται από τους κυρίαρχους για κοινωνική ιεράρχηση ευάλωτων, όπως οι πρόσφυγες, και την τοποθέτηση τους στον πάτο της κοινωνικής πυραμίδας.
Στην Ελλάδα, την περίοδο της οικονομικής και «προσφυγικής» κρίσης, η έννοια του θανάτου και των πολιτικών που τον ενθαρρύνουν επιβαρύνθηκε με περισσότερα χαρακτηριστικά κοινωνικής αποκτήνωσης. Η εξοικείωση με τους καθημερινούς πνιγμούς προσφύγων στα νερά του Αιγαίου έγινε μεγαλύτερη. Η είδηση του θανάτου ή οι εικόνες κοινωνικής εξαθλίωσης δεν συγκλονίζουν τόσο, όσο συγκλόνιζαν πριν τις πολλαπλές κρίσεις. Αντίθετα, οι πρακτικές της θανατοπολιτικής, μέσω των νεκρών στο Αιγαίο, εξυπηρετούν τη διαμόρφωση πρακτικών αποτροπής και απώθησης νέων προσφύγων. Οι πρακτικές της βιοπολιτικής, με τις απάνθρωπες συνθήκες στα hot-spot, παίρνουν τη σκυτάλη, εφόσον οι αφικνούμενοι προσφυγικοί πληθυσμοί καταφέρουν να μην πνιγούν. Το οικουμενικό δικαίωμα στη ζωή, στο καθεστώς που θωρακίζει η σύγχρονη εξουσία, δεν είναι, ξανά, αυτονόητο.
(γ) Η κυρίαρχη ιδεολογία στην οποία αναφέρεστε, και η οποία έχει την αδιαμφισβήτητη ηγεμονία στην εποχή μας, είναι η νεοφιλελεύθερη. Θα μπορούσατε να αναφέρετε ορισμένα κρίσιμα παραδείγματα στα οποία η ρητορική της ΕΕ είναι αναντίστοιχη των πραγματικών στοχεύσεων, και υπό ποιους σημαίνοντες λόγους;
Είναι μια πολύ καλή ερώτηση ακριβώς γιατί δίνει την ευκαιρία να τονίσω την ευρύτερη στόχευση του βιβλίου. Στόχευση που δεν είναι άλλη από το να αναδείξει τον επίπλαστο και ψευδεπίγραφο χαρακτήρα των κοινωνικών διακηρύξεων της σημερινής Ευρώπης. Ο νεοφιλελευθερισμός μισεί το κοινωνικό κράτος. Παρά ταύτα, η ίδια η ΕΕ εξακολουθεί να αναφέρεται με ένα εύηχο κοινωνικό περιεχόμενο στα πολιτικά της κείμενα, τα οποία φυσικά είναι εντελώς κενά νοήματος και έμπρακτου αντικρίσματος.
Η πιο έκδηλη απόδειξη αυτού του πολιτικού εμπαιγμού σχετίζεται με το τριακονταετές, σχεδόν, εγχείρημα της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης. Στη διαμόρφωση του επιλέχθηκε το δίπολο της οικονομικής εναρμόνισης και της κοινωνικής σύγκλισης. Τι σήμαινε αυτό; Ότι τα κράτη μέλη θα είναι υπάκουα σε ασφυκτικούς δημοσιονομικούς περιορισμούς. Ταυτόχρονα, μπορούν εθελοντικά – αν το προτιμούν – χωρίς καμία δέσμευση, να έλθουν πιο κοντά σε επίπεδο κοινωνικών πολιτικών με ήπια εργαλεία (όπως η Ανοικτή Μέθοδος Συντονισμού). Είναι γνωστό ότι η οικονομία και η φορολογία είναι οι αιμοδότες της κοινωνικής πολιτικής. Πως είναι δυνατόν, επομένως, με ασφυκτικά επιβαλλόμενους δημοσιονομικούς περιορισμούς να συγκλίνεις σε επίπεδο συστημάτων κοινωνικής προστασίας; Παράλληλα, το γεγονός ότι τα ευρωπαϊκά κράτη ευημερίας, μέσα σε αυτό το πλαίσιο των περιορισμών, δεν μπορούσαν να ανταποκριθούν επαρκώς στις κοινωνικές τους ευθύνες εξυπηρέτησε και την προωθούμενη εκπλήρωση του θεωρητικού σχήματος του Προνοιακού Πλουραλισμού. Βασικό μέλημα των προωθούμενων πολιτικών της ΕΕ στο κοινωνικό πεδίο ήταν ‘η συμπερίληψη όλων των εμπλεκόμενων δρώντων στις κοινωνικές παρεμβάσεις’. Αυτό που έλεγε και λέει, δηλαδή, είναι ότι υπεύθυνο για την κοινωνική πολιτική δεν είναι απαραίτητα μόνο το κράτος. Αντίθετα, η κοινωνία των πολιτών ή/και ο ιδιωτικός τομέας (μέσω πρακτικών εταιρικής κοινωνικής ευθύνης) μπορούν να θεωρούνται ισότιμοι εταίροι. Πρόκειται για μια συγκαλυμμένη ιδιωτικοποίηση της κοινωνικής πολιτικής.
Υπάρχει όμως ακόμα ένα σημείο στον πολιτικό εμπαιγμό της ευρωπαϊκής κοινότητας. Πρόκειται για το εύπεπτο λεξιλόγιο με το οποίο βάπτισε τις κοινωνικές απορρυθμίσεις που μεθόδευσε με ήπιο τρόπο μέχρι την κρίση και με απότομο, με αφορμή το ξέσπασμα της. Οι εύγλωττες διατυπώσεις και το εύηχο διακηρυκτικό περιεχόμενο των επίσημων κειμένων της Ευρωπαϊκής Ένωσης, αναδεικνύουν την ευθεία αναντιστοιχία μεταξύ πολιτικής ρητορείας και πραγματικότητας. Αναδεικνύουν την απουσία πολιτικής ειλικρίνειας. Η διαχρονικά ψευδεπίγραφη αναφορά στις έννοιες της κοινωνικής μεταρρύθμισης και του εκσυγχρονισμού των συστημάτων κοινωνικής προστασίας ταυτίστηκε νοηματικά με περικοπές κοινωνικών δαπανών, επικράτηση ατομοκεντρικών ενεργητικών πολιτικών και δομικές αναδιαρθρώσεις των συστημάτων κοινωνικής προστασίας των κρατών μελών. Η ψευδώνυμη χρήση εύπεπτων λέξεων συγκάλυψε τις πραγματικές πολιτικές στοχεύσεις. Στοχεύσεις που ενθάρρυναν τη διαμόρφωση ενός υπολειμματικού μοντέλου κοινωνικής πολιτικής για τους ακραία φτωχούς. Με αυτή την έννοια μπορεί να υποστηριχθεί ότι η πολυσυζητημένη αλληλεγγύη, με όρους Ευρωπαϊκής Ένωσης, όπως έχει μέχρι σήμερα εφαρμοστεί, είναι ένα ρητορικό υβρίδιο που στοχεύει στη διευθέτηση άβολων καταστάσεων με έντονο πολιτικό κόστος. Η έλλειψη σαφήνειας στις πολιτικές στοχεύσεις και τους σκοπούς της κοινωνικής πολιτικής στο φάσμα των δράσεων της ΕΕ αντικατοπτρίζεται σε ποικίλες εκδοχές των παρεμβάσεων της. Θα μπορούσαμε λοιπόν να πούμε ότι έχουμε, πράγματι, μια σύγκλιση των συστημάτων κοινωνικής προστασίας. Ωστόσο, αυτή είναι προς τα κάτω.
(δ) Ποιους κινδύνους δημιουργεί ο Προνοιακός Πλουραλισμός στο πεδίο της στεγαστικής κάλυψης των προσφύγων και μεταναστών; Δεν συνεισφέρει ο πλουραλισμός σε πιο ολοκληρωμένα προγράμματα κάλυψης των αναγκών;
Θα μπορούσα να ήμουν σύμφωνος με ένα πολιτικό σχέδιο που να λέει ότι η κοινωνία των πολιτών λειτουργεί υποστηρικτικά σε μικρά κενά ή ατέλειες της κρατικής παρέμβασης. Ωστόσο, το τοπίο της κρίσης δημιουργεί μια ανεστραμμένη εικόνα. Με μια δόση λαϊκισμού, το κράτος αυτή τη στιγμή φαίνεται να υποστηρίζει όσα δεν μπορούν να κάνουν οι ΜΚΟ για τους ακραία φτωχούς. Κι αυτό – πέρα από θλιβερό – θα μπορούσαμε να πούμε ότι είναι η βασική ανάπτυξη του πολιτικού προγράμματος του νεοφιλελευθερισμού για τους κοινωνικά αποκλεισμένους. Πρόγραμμα το οποίο πέρα από κοινωνικά ανεπαρκές είναι και αδιέξοδο, γιατί κανείς άλλος πέρα από τη συλλογική και οργανωμένη δημόσια παρέμβαση που θεμελιώνεται στα κοινωνικά δικαιώματα δεν μπορεί να καλύψει στοιχειωδώς τις ανθρώπινες ανάγκες. Έχετε δει κάποιο σοβαρό στεγαστικό πρόγραμμα, σε μεγάλη κλίμακα, που να μην απορρέει από κρατική ή ευρωπαϊκή χρηματοδότηση; Ποιες είναι εκείνες οι μορφές στεγαστικής κάλυψης που έχουν αναλάβει ή μπορούν να αναλάβουν οι ΜΚΟ ή τα μεγάλα κοινωφελή ιδρύματα από μόνα τους; Καμία.
(ε) Είστε απαισιόδοξος σε σχέση με τη «σύγχρονη κοινωνική πολιτική» υπό το πλαίσιο του νεοφιλελευθερισμού. Παρόλα αυτά, δεν αποτελεί αυτή μία επιλογή μίγματος πολιτικής από τις κυβερνήσεις των εκάστοτε χωρών; Θεωρείτε πώς υπάρχουν περιθώρια αυτενέργειας προς ένα καθολικότερο μοντέλο;
Το μίγμα της ‘σύγχρονης’ κοινωνικής πολιτικής που ασκούν τα ευρωπαϊκά κράτη ευημερίας διαμορφώνεται από εξαιρετικά παλαιά υλικά. Είναι το πισωγύρισμα από την κοινωνική ιδιότητα του πολίτη στις πολιτικές της φιλανθρωπίας. Είναι η εγκατάλειψη του προτάγματος της κοινωνικής συνοχής και ο επαναπροσανατολισμός προς την οριακή διαχείριση της ακραίας φτώχειας. Εδώ, έχει σημασία να τονίσουμε το εξής: οι πολιτικές που σχεδιάζονται και εφαρμόζονται στην εγχώρια και ευρωπαϊκή πραγματικότητα για τους πρόσφυγες δεν είναι ένα μεμονωμένο γεγονός. Αντίθετα, είναι μια επιμέρους όψη των υπολειμματικών κοινωνικών πολιτικών που παγιώνονται ευρύτερα για τους ακραία φτωχούς στους καιρούς της νεοφιλελεύθερης ηγεμονίας. Είναι, δηλαδή, κοινωνικές πολιτικές παρόμοιες με αυτές που προωθούνται για τους άστεγους, για τους άπορους, για τους ουσιοεξαρτημένους, για τους κοινωνικά αποκλεισμένους εν γένει. Πολιτικές, οι οποίες δεν επιδιώκουν την κοινωνική ενσωμάτωση των ευάλωτων πληθυσμών. Απεναντίας, εξαντλούνται στην οριακή παροχή συνθηκών αποτροπής του θανάτου τους. Και αυτό, όχι πάντα.
Η κρίση προσφέρει στις οικονομικές και πολιτικές ελίτ το επιζητούμενο πρόσχημα για την επιβολή αυτής της δυσμενούς κοινωνικά συνθήκης ως μονόδρομου. Η ανατροπή του για τη δημιουργία περιθωρίων αυτενέργειας προς ένα καθολικότερο μοντέλο, όπως λέτε, εναπόκειται στις πολιτικές αντιστάσεις και τις κοινωνικές διεκδικήσεις των πολιτών. Το City Plaza και η Καπετάνισσα Ράκετε είναι λάμπες ολοφώτεινες που δείχνουν στης γης τους θλιμμένους τον δρόμο του αγώνα. Πρόκειται για παραδείγματα που αψήφισαν τους ισχύοντες νόμους αλλά εκπλήρωσαν το πραγματικό νοηματικό περιεχόμενο της κοινωνικής δικαιοσύνης. Ας τους ακολουθήσουμε.
socialpolicy.gr