Κοσμέας Κωνσταντίνος
υποψήφιος διδάκτορας
Πάντειο Πανεπιστήμιο
Τμήμα Κοινωνικής Πολιτικής
αντικείμενο Κοινωνική Θεωρία
Κεντρικός όρος στο στοχασμό του Κορνήλιου Καστοριάδη είναι η «αυτονομία». Η έννοια της αυτονομίας στον Καστοριάδη και η αυτονομιστική του κατεύθυνση, παρουσιάζεται συνήθως σαν να είναι μία και ενιαία. Κάτι τέτοιο δεν ισχύει και προφανώς έχει ως αποτέλεσμα να κόβουν και να πετούν ένα μεγάλο κομμάτι της σκέψης και της πορείας του ίδιου του Καστοριάδη, κρατώντας μονάχα ένα σαν να μην υπήρχε άλλο ή σαν να μην υπήρχε μια ιστορικότητα στην έννοια. Η έννοια της αυτονομίας δεν είναι όπως παρουσιάζεται μία και ενιαία. Έχει ιστορία, που θα μπορούσαμε να πούμε ότι αντικατοπτρίζει την πορεία του ίδιου του Καστοριάδη μέσα στο δημοκρατικό και επαναστατικό κίνημα.
Εδώ θα επιχειρήσουμε μια διάκριση ανάμεσα στην πρώιμη περίοδο της αυτονομίας και στην ύστερη. Διαχωρίζουμε δηλαδή την αυτονομία σε δύο περιόδους. Η διαχωριστική γραμμή μπαίνει τη στιγμή που ο Καστοριάδης διακόπτει τους δεσμούς του με το Μαρξισμό – και για να είμαστε πιο συγκεκριμένοι και περισσότερο αντικειμενικοί, ορίζουμε τη στιγμή αυτή γύρω στις αρχές του 1960 βασιζόμενοι στη δήλωση του ίδιου του Καστοριάδη: «Ναι, το 1949 και η ομάδα Σοσιαλισμός ή Βαρβαρότητα και εγώ ο ίδιος θεωρούσαμε τους εαυτούς μας μαρξιστές. – Εσείς έως πότε; – Από το 1964 το έχω γράψει ότι “σήμερα το δίλημμα είναι να εξακολουθήσεις να είσαι μαρξιστής ή να είσαι επαναστάτης, αλλά και τα δύο μαζί δεν συμβιβάζονται”». («Ο άνθρωπος και οι ιδέες του» στο Του Κορνήλιου Καστοριάδη, συνεντεύξεις-μεταφράσεις-επιμέλεια Τέτα Παπαδοπούλου, Αθήνα: Πόλις, 2001, σ. 43).
Η ιδέα της αυτονομίας στο έργο του Καστοριάδη έχει ξεκάθαρα μαρξιστικές ρίζες. Ένας από τους λόγους είναι ότι και ο ίδιος ο Καστοριάδης ήτανε όπως και ο ίδιος δηλώνει μέχρι κάποια περίοδο μαρξιστής, μέχρι να έρθει σε ρήξη με τον Τροτσκισμό και με το Μαρξισμό γενικότερα τη δεκαετία του 1960 και αναγνωρίζει τη μαρξιστική συμβολή στο έργο του. Ένας άλλος λόγος έχει να κάνει με τη θεωρητική του ενασχόληση και εμβάθυνση του σοσιαλισμού (εργατική αυτοοργάνωση κτλ.) και την κριτική αυτού που θεωρούσε το «παραδοσιακό» ή μη επαναστατικό στοιχείο στη μαρξιστική σκέψη (ιστορικοί «νόμοι» της κοινωνικής ανάπτυξης κτλ.) Με λίγα λόγια, με την κριτική του στον παραδοσιακό Μαρξισμό. Ένας ακόμη λόγος είναι ότι και ο ίδιος ο Καστοριάδης το δηλώνει: «Στην εργασία μου, η ιδέα της αυτονομίας εμφανίζεται πολύ νωρίς, στην πραγματικότητα ήδη από την αρχή, και όχι ως “φιλοσοφική” ή “επιστημολογική” ιδέα, αλλά ως ιδέα ουσιαστικά πολιτική. Η προέλευσή της είναι η σταθερή ενασχόλησή μου με το επαναστατικό ζήτημα, το ζήτημα του αυτομετασχηματισμού της κοινωνίας». Άρα, μπορούμε να πούμε με σιγουριά ότι η πηγή της ενασχόλησης του Καστοριάδη με την έννοια της αυτονομίας είναι για πολλούς λόγους πολιτική – και συγκεκριμένα μαρξιστική.
Θα μπορούσαμε λοιπόν να ορίσουμε πιο συγκεκριμένα τη βασική μας διάκριση στην πρώιμη περίοδο της αυτονομίας, όπου η αυτονομία προσδιορίζεται Μαρξιστικά και στην ύστερη περίοδο, όπου η αυτονομία ορίζεται πια με βάση το θεωρητικό και εννοιολογικό μοντέλο που ανέπτυξε ο ίδιος ο Καστοριάδης. Είναι λάθος δηλαδή αυτό που έχει υποστηριχτεί από ορισμένους μελετητές του Καστοριάδη ότι η ιδέα της αυτονομίας στον Καστοριάδη εμφανίζεται στη δεκαετία του 1970 όταν μετακινήθηκε, όπως ισχυρίζονται, από την αντίληψη της σοσιαλιστικής εργατικής αυτοδιεύθυνσης. (Ο Τ. Φωτόπουλος στο άρθρο του «Το πρόταγμα της αυτονομίας και η Περιεκτική Δημοκρατία, Μια κριτική επισκόπηση του Καστοριάδη» υποστηρίζει ότι «Όπως προσπάθησα να δείξω αλλού, στην δεκαετία του 1970, υπήρξε μια σημαντική αλλαγή στην προβληματική του Καστοριάδη που περιλάμβανε την μετακίνηση από την αντίληψη της σοσιαλιστικής εργατικής αυτοδιεύθυνσης σε αυτήν της αυτόνομης δημοκρατικής κοινωνίας»). Καταρχάς, η έννοιας της αυτονομίας δεν εμφανίστηκε “κάποια στιγμή” στο έργο του, υπήρχε σχεδόν εξαρχής (από τη ρήξη του με το Μαρξισμό και την προσχώρησή του στον Τροτσκισμό), απλώς άλλαξε εννοιολογικά θεμέλια. Άλλωστε και ο ίδιος ο Καστοριάδης το λέει. [«Από την αρχή της δουλειάς μου, από το 1949, η λέξη αυτονομία έχει κεντρικό ρόλο σε ό,τι έχω γράψει – αυτονομία ατομική και αυτονομία κοινωνική» («Ο άνθρωπος και οι ιδέες του», ό.π., σ. 48)]. Πρώτα βασιζόταν σε θεμέλια άλλων και ύστερα ανέπτυξε τα δικά της.
Στην πρώιμη περίοδο, ο Καστοριάδης επιχειρεί να επανακαθορίσει το περιεχόμενο του Σοσιαλισμού ως αυτοοργάνωση της αυτονομίας της εργατικής τάξης. Όπως γράφει ο ίδιος σε κείμενα προ του 1960, στο Socialisme ou Barbarie, «διότι, όλα όσα πρέπει να πούμε μπορούν να συνοψιστούν, σε τελευταία ανάλυση, σε τούτο: Ο Σοσιαλισμός είναι αυτονομία, το να κατευθύνουν συνειδητά οι άνθρωποι τη δικιά τους ζωή». [“Sur le contenu du socialisme”, Socialisme ou Barbarie, No22 (Juillet–Septembre 1957)]. Ο Καστοριάδης θεωρεί πως ό,τι μπορεί να ειπωθεί σχετικά με την αυτονομία περικλείεται πρακτικά γύρω από την «αυτόνομη δράση της εργατικής τάξης» και οποιαδήποτε ενασχόληση με την αυτονομία καθώς και με το Σοσιαλισμό αρχίζει και τελειώνει σε αυτό.
Μπορούμε λοιπόν να συμπεράνουμε στην πρώιμη αυτή περίοδο διαμόρφωσης της έννοιας της αυτονομίας την προσπάθεια του Καστοριάδη να επανακαθορίσει το περιεχόμενο του σοσιαλισμού σύμφωνα με το πρότυπο της αυτοοργάνωσης των ανθρώπων σε κάθε πτυχή των κοινωνικών τους δραστηριοτήτων, με προεξάρχοντα τα εργατικά συμβούλια. Ο επαναπροσδιορισμός του σοσιαλισμού από τον Καστοριάδη ως κοινωνικής αυτοοργάνωσης είναι πάρα πολύ σημαντικός και δεν πρέπει να παραβλέπεται, όπως συνήθως, διότι αποτελεί προϋπόθεση τόσο της μετέπειτα κριτικής του στο σύγχρονο καπιταλισμό όσο και της επαναδιατύπωσης του επαναστατικού προτάγματος ως προτάγματος αυτονομίας. Ταυτόχρονα όμως, η πρώιμη ιδέα της αυτονομίας του Καστοριάδη, αν και ιδιαίτερα σημαντική για την ανάπτυξη της ύστερης και ολοκληρωμένης πια ιδέας του για την αυτονομία, θεωρούμε ότι δεν έχει να προσφέρει κάτι ιδιαίτερα καινούργιο στο πλαίσιο της πολιτικής θεωρίας αφού ήδη υπήρχαν αντίστοιχες θεωρήσεις και προσπάθειες στο χώρο αυτό της επαναστατικής σκέψης (τροτσκιστικές, συμβουλιακοί κομμουνιστές, καταστασιακές, αναρχικές κτλ.) και εν πολλοίς απλά είναι μια αναπαραγωγή αυτών των θεωρήσεων και προσπαθειών χωρίς να τις κατονομάζει.
Είναι αξιοσημείωτο επίσης το γεγονός ότι ήδη από την πρώιμη περίοδο, ήδη από το 1957 δηλαδή, ο Καστοριάδης ανακαλύπτει και αρχίζει να αναδεικνύει την άμεση δημοκρατία ως κεντρικό σημείο της πολιτικής του σκέψης, πριν ακόμα από την τελική του ρήξη με το Μαρξισμό, από την εποχή δηλαδή της δεκαετίας του 1950 με το περιοδικό Socialisme ou Barbarie. Γράφει χαρακτηριστικά στο “Sur le contenu du socialisme” στο No22 του Socialisme ou Barbarie ότι «Το να αποφασίζεις σημαίνει να αποφασίζεις για τον εαυτό σου. Να αποφασίζεις ποιος θα αποφασίζει ήδη
είναι σαν να μην αποφασίζεις εσύ αρκετά για τον εαυτό σου. Η μόνη ολοκληρωμένη μορφή δημοκρατίας είναι επομένως η άμεση δημοκρατία». Ιδιαίτερα όμως, όπως έχει πει ο ίδιος, κατά την εξέλιξη της σκέψης του, μέσα από την κριτική στην οποία υπέβαλε το Μαρξισμό, αναζωπυρώθηκε το ενδιαφέρον του και η ενασχόλησή του με την αρχαία ελληνική δημοκρατία.
Όλα αυτά τα στοιχεία που αναδεικνύονται στην πρώτη περίοδο αποτελούν τα ζητήματα με τα οποία θα καταπιαστεί αργότερα ο Καστοριάδης και θα επιχειρήσει να απαντήσει ως επί το πλείστον στη Φαντασιακή Θέσμιση της Κοινωνίας (1981) και που αποτελούν τον πηλό των κατευθύνσεων που θα διαμορφώσουν τη μετέπειτα και πιο ολοκληρωμένη πολιτική του σκέψη. Η στροφή του Καστοριάδη από μαρξιστικές προς τροτσκιστικές αντιλήψεις σχετικά με την αντίληψη της σοσιαλιστικής εργατικής αυτοοργάνωσης και η ανακάλυψη του φαινομένου της αρχαιοελληνικής
δημοκρατίας, αποτελούν τη μαγιά της μετέπειτα διαμόρφωσης και πιο ολοκληρωμένης έννοιας της αυτονομίας που θα χαρακτηρίσει συνολικά τη σκέψη του μεγάλου Έλληνα φιλοσόφου.
Στην ύστερη περίοδο, ο Καστοριάδης έχει πλέον αναπτύξει μια δική του θεωρία με τα δικά της εννοιολογικά θεμέλια που υπερβαίνουν όχι απλώς το Μαρξισμό αλλά με μια έννοια το ίδιο το σοσιαλιστικό πρόταγμα και στοχεύει πλέον σε μια ερμηνεία της φιλοσοφίας και της δημοκρατίας με βάση την κεντρική έννοια της ατομικής και συλλογικής αυτονομίας. Ο Καστοριάδης πλέον δεν στηρίζει την αυτονομία στο Μαρξισμό αλλά σε δύο έννοιες που ανέπτυξε και που είναι πολύ σημαντικές για την κατανόηση της νέας θεώρησής του της αυτονομίας.
Οι δύο αυτές έννοιες είναι οι εξής:
1) Η ιδέα του ριζικού φαντασιακού, που είναι σύμφωνα με τον Καστοριάδη η πρωταρχική πηγή νοηματοδότησης του κοινωνικού βίου αλλά και της μετάβασης από ήδη υπάρχοντα σε νέα κοινωνικά μορφώματα. Όπως λέει ο ίδιος «η κοινωνία δημιουργεί τον κόσμο της, τον επενδύει με νόημα και δημιουργεί μια προμήθεια σημασιών που είναι προορισμένες εκ των προτέρων να καλύψουν οτιδήποτε θα μπορούσε να παρουσιαστεί» (Κ. Καστοριάδης, Εξουσία, Πολιτική, Αυτονομία, σ. 7).
2) Επίσης, η ιδέα των «φαντασιακών σημασιών» που παίζουν τον πρωτεύοντα ρόλο στη διαδικασία διαμόρφωσης τόσο των ατόμων όσο και των συλλογικών μορφωμάτων. Εκπηγάζοντας από το ασυνείδητο, αυτές οι σημασίες χαρακτηρίζονται ως «μάγμα», με σκοπό να καταδειχθεί η απροσδιοριστία και η δημιουργικότητα που κατά τον Καστοριάδη αποτελούν τα κύρια γνωρίσματα του ιστορικό-κοινωνικού πεδίου. Τα διάφορα επίπεδα των δοθέντων ιστορικό-κοινωνικών μορφωμάτων δημιουργούνται στο πλαίσιο ενός περιορισμένου αριθμού κεντρικών ή πυρηνικών φαντασιακών σημασιών, στη βάση των οποίων συγκροτείται η ίδια η αναπαράσταση του «κόσμου» και των διαφόρων διαστάσεών του.
Το νέο αυτό γνωστικό παράδειγμα έχει ως θεμελιακές διατυπώσεις τις δύο αυτές έννοιες, του ριζικού φαντασιακού και των φαντασιακών σημασιών. Η ιδέα της αυτονομίας που απασχολεί τη σκέψη του Καστοριάδη σχεδόν εξ αρχής, παραμένει ίδια, απλά αλλάζουν τα εννοιολογικά της θεμέλια. Στην αρχή ορίζεται μαρξιστικά και αργότερα ορίζεται πια με βάση αυτές τις δύο θεμελιακές αρχές. Η πορεία της έννοιας της αυτονομίας χαρακτηρίζεται από την τομή που χαράζεται από την απόρριψη του Μαρξισμού ως συστήματος σκέψης και εν γένει του σοσιαλισμού ως επαναστατικού προτάγματος. Όπως λέει και ο ίδιος πια: «η επανάσταση δεν σημαίνει χείμαρρους αίματος, την κατάληψη των Χειμερινών Ανακτόρων κοκ. Η επανάσταση σημαίνει τον ριζικό μετασχηματισμό των θεσμών της κοινωνίας». Ή και σε ένα άλλο σημείο: «δεν φιλοσοφούμε για να σώσουμε την επανάσταση, αλλά για να σώσουμε τη σκέψη μας και τη συνοχή μας».
Αληθινό επαναστατικό πια πρόταγμα για τον Καστοριάδη δεν είναι η κομμουνιστική επανάσταση, έστω και αν αυτή μπορεί να σημαίνει την πιο ριζική ρήξη με τις πατροπαράδοτες σχέσεις (ιδιοκτησίας κοκ) για να θυμηθούμε τον Marx, αλλά η απαλλαγή από ΚΑΘΕ εξω-κοινωνική προέλευση θέσμισης, υλικές παραγωγικές δυνάμεις ως «μηχανή της ιστορίας» κτλ. σημαίνει την αυτοθέσμιση της κοινωνίας, τη συνειδητοποίηση ότι οι νόμοι της είναι δικοί της νόμοι και ότι δεν προέρχονται από καμία ιδέα, το γεγονός ότι οι άνθρωποι ενώ συγκροτούνται οι ίδιοι σε κοινότητες, ταυτόχρονα ευθύνονται για την ιστορία τους η οποία είναι αποτέλεσμα της δικής τους θέλησης και δράσης. Με αυτή την έννοια, κάθε θέσμιση αναφέρεται σε συλλογικότητες και αφορά, είτε έμμεσα είτε άμεσα, όρους ζωής και συνύπαρξης που υπερβαίνουν την ετερονομία. Με αυτή την έννοια ο Καστοριάδης ανοίγει το δρόμο για την ανανέωση του διαλόγου σχετικά με την αυτονομία και την κοινωνική αλλαγή, σε μια περίοδο που οι μεγάλες αφηγήσεις χειραφέτησης έχουν απωλέσει την αξιοπιστία τους και η αυτονομία στέκεται μετέωρη ύστερα από την αποδόμηση του κλασικού της ιδεώδους.
[irp]
Discover more from socialpolicy.gr
Subscribe to get the latest posts sent to your email.