Χρύσα Τζώρτζη
Ανάμεσα σε τόσες αλλαγές στην ιστορία της ποινής, εξίσου σημαντική είναι η εξαφάνιση των βασανιστηρίων, που πολλοί την συνέδεσαν με έναν «εξανθρωπισμό» που καθιστούσε περιττή την ανάλυσή της. Μπορούμε να θεωρήσουμε κατά το μάλλον ή ήττον κεκτημένη την εξαφάνιση των βασανιστηρίων γύρω στο 1830-1848. Τότε περίπου ξεκινάει μια εποχή τιμωρητικής λιτότητας.
Έτσι, στα τέλη του 18ου αιώνα, στις αρχές του 19ου, η «ζοφερή γιορτή» της τιμωρίας αρχίζει να ξεθωριάζει. Έχουμε εξαφάνιση του τιμωρητικού θεάματος. Η τιμωρία έπαψε σταδιακά να αποτελεί δημόσια σκηνή και σταδιακά καταργείται ο πόνος ως μορφή σωφρονισμού. Τιμωρίες λιγότερο άμεσα σωματικές, μια ορισμένη διακριτικότητα στην τέχνη πρόκλησης οδυνών, ένα παιχνίδι πιο λεπτών μορφών πόνου, πιο αθόρυβων και απαλλαγμένων από την ορατή τους μεγαλοπρέπεια. Μέσα σε λίγες δεκαετίες εξαφανίστηκε το σώμα που βασανίζεται, που κομματιάζεται, που ακρωτηριάζεται, που εκτίθεται ζωντανό ή νεκρό, που επιδεικνύεται ως θέαμα. Εξαφανίστηκε το σώμα ως μείζον στόχος της ποινικής καταστολής. Η τιμωρία τείνει να γίνει η πιο αθέατη πλευρά της ποινικής διαδικασίας. Γεγονός που έχει πολλαπλές συνέπειες: η τιμωρία εγκαταλείπει την οιονεί καθημερινή σφαίρα του αντιληπτού για να εισέλθει στη σφαίρα της αφηρημένης συνείδησης, η αποτελεσματικότητα της αναζητείται στον μοιραίο χαρακτήρα της και όχι στην ορατή ένταση της. Αυτό που αποτρέπει από το έγκλημα είναι η βεβαιότητα ότι θα επέλθει η τιμωρία και όχι το αποκρουστικό θέατρο αυτής.[1]
Ασφαλώς η ποινή δεν επικεντρώνεται πλέον στο βασανιστήριο ως τεχνική που προκαλεί οδύνη. Έχει ως βασικό αντικείμενο την απώλεια ενός αγαθού ή ενός δικαιώματος. Βασική συνισταμένη είναι τώρα η ψυχή του ατόμου. Έτσι, η δικαιοσύνη δεν επωμίζεται δημοσίως το μερίδιο βίας που συνδέεται με την άσκηση της και η ίδια η καταδίκη θεωρείται πλέον ότι στιγματίζει τον παραβάτη με έναν αρνητικό σημάδι.
Τα τιμωρητικά συστήματα των σύγχρονων κοινωνιών, λοιπόν, πρέπει να μελετηθούν με βάση μια ορισμένη «πολιτική οικονομία» του σώματος. Ακόμη κι αν δεν καταφεύγουν σε βίαιες ή αιματηρές τιμωρίες, ακόμη κι όταν χρησιμοποιούν «ήπιες» μεθόδους που εγκλείουν ή σωφρονίζουν, στο επίκεντρο βρίσκεται πάντα το σώμα – το σώμα και οι δυνάμεις του, η χρησιμότητα τους και η ευπειθεία τους, η κατανομή τους και η υποταγή τους. Το σώμα γίνεται χρήσιμη δύναμη μόνο αν είναι ταυτοχρόνως παραγωγικό σώμα και καθυποταγμένο σώμα.[2]
——————————
[1] Michel Foucault, Επιτήρηση και τιμωρία : Η γέννηση της φυλακής, μετάφραση Τάσος Μπέτζελος, Αθήνα : Πλέθρον, 2011.
[2] Στο ίδιο.